Το γνωστό παλιό ανέκδοτο επί εποχής ψυχρού πολέμου θυμίζει η αμήχανη και ένοχη στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη απέναντι στις πανταχόθεν κατηγορίες για το σκάνδαλο διαφθοράς και διασπάθισης δημόσιου χρήματος που κρύβονταν πίσω από τα vouchers της αρπαχτής και των αλαμπουρνέζικων.

Ads

Η επιχειρηματολογία των στελεχών της ΝΔ, όπως και του κεντρικού προσώπου για το σκάνδαλο, του υπουργού εργασίας Βρούτση, ακολουθεί τη γνωστή επικοινωνιακή τακτική του συμψηφισμού των ευθυνών και της απόσπασης της προσοχής δια του αντιπερισπασμού.

Ακριβώς όπως δηλαδή έκανε στο ανέκδοτο ο αμήχανος Σοβιετικός επί εποχής ψυχρού πολέμου, ο οποίος μη έχοντας τι να απαντήσει στις κατηγορίες των Αμερικάνων για την αντιπαραγωγικότητα και τη διαφθορά του ολοκληρωτικού συστήματος της χώρας του, απαντούσε σε μια απέλπιδα προσπάθεια συμψηφισμού των ευθυνών: «Ναι, αλλά κι εσείς βασανίζατε τους μαύρους». 

Μόνο που στην προκειμένη περίπτωση η απόπειρα συμψηφισμού των ευθυνών με δήθεν ευθύνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για τα προγράμματα κατάρτισης, με τη λογική ότι και τότε χρηματοδοτούνταν σεμινάρια κατάρτισης με πρωταγωνιστές τις ίδιες πάνω-κάτω εταιρείες, δεν είναι μόνο απελπισμένη. Είναι και εντελώς παραπλανητική και απολύτως ανιστόρητη.

Ads

Για τους εξής λόγους:

  1. Πρώτα από όλα κανείς δεν κατηγορεί συλλήβδην την επαγγελματική κατάρτιση και τη δια βίου μάθηση. Η οποία και εκτελούνταν και θα συνεχίσει να εκτελείται. Κάτω όμως από ισχυρό δημόσιο έλεγχο που διασφαλίζει την ποιότητα της κατάρτισης, με όρους επιστημονικής αρτιότητας, αξιοκρατίας, νομιμότητας και διαφάνειας, που είναι ευθύνη της εκάστοτε κυβέρνησης. Εδώ δεν τηρήθηκε ούτε η νομιμότητα, ούτε η διαφάνεια, ούτε και οι στοιχειώδεις όροι που διασφαλίζουν την ποιότητα της κατάρτισης, ούτε και, όπως φαίνεται, έγινε καμία αξιολόγηση. Οι κατηγορίες δεν αφορούν λοιπόν, όπως δια της μεθόδου του αντιπερισπασμού προσπαθούν να αποδείξουν, τα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης γενικώς, αλλά το συγκεκριμένο πρόγραμμα με τα vouchers που βρίθει αμαρτημάτων και παρανομιών.
  2. Δεύτερος λόγος που διαφοροποιεί το συγκεκριμένο πρόγραμμα από παλαιότερα είναι ότι το πρόγραμμα αυτό επινοήθηκε, όπως αποδεικνύεται σήμερα, όχι επειδή το χρειάζονταν οι χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι επιστήμονες που με το lock down έμειναν χωρίς δουλειά. Και οι οποίοι, αξίζει να σημειωθεί, λόγω επιπέδου σπουδών και μεταπτυχιακών οι περισσότεροι και μακροχρόνιας καθημερινής επιστημονικής ενασχόλησης με τα επαγγελματικά αντικείμενά τους, ήταν οι τελευταίοι που χρειάζονταν επιμόρφωση και κατάρτιση. Το πρόγραμμα επινοήθηκε για να ωφεληθούν οι εταιρείες των ημετέρων με τις έτοιμες και κακής ποιότητας πλατφόρμες των «σκοιλ ελικικου», που ούτε καν μπήκαν στον κόπο να μεταφράσουν από τα κορακίστικα.
  3. Ένας ακόμη λόγος που αποδεικνύει ότι τα συγκεκριμένα προγράμματα «στήθηκαν» για να ωφεληθούν κάποιοι ημέτεροι, έχει να κάνει με το ψέμα της κυβέρνησης και του υπουργού εργασίας, ότι τα σεμινάρια κατάρτισης ήταν δήθεν ο μόνος τρόπος για να ενισχυθούν οικονομικά οι χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι επιστήμονες. Που σημαίνει ότι ο αρχικός σκοπός της οικονομικής ενίσχυσης των επιστημόνων, μπορούσε να έχει επιτευχθεί, όπως τώρα αποδεικνύεται, χωρίς τα vouchers της ντροπής. Χωρίς δηλαδή τη διαμεσολάβηση τρίτων εταιρειών, οι οποίες ωφελήθηκαν χωρίς να προσφέρουν τίποτε, ή μάλλον προσφέροντας fake κατάρτιση τύπου «ο σκοπός μετζη του νεουκτου», αλλά με απευθείας χρηματοδότηση των επιστημόνων.
  4. Τέταρτος λόγος που το συγκεκριμένο πρόγραμμα είναι αμαρτωλό από πάνω μέχρι κάτω, είναι ότι εφόσον το επίδομα των 800 Ευρώ που έλαβαν όλοι οι εργαζόμενοι, μπορούσαν να το πάρουν και οι επιστήμονες, κακώς δόθηκε για κάθε voucher μόνο 600 Ευρώ στους δικαιούχους, καθένας από τους οποίους έχασε 200 Ευρώ. Και πολύ κακώς δόθηκαν για κάθε voucher των 600 Ευρώ άλλα 400 Ευρώ στις εταιρείες ΚΕΚ και επιπλέον άλλα 280 Ευρώ στις εταιρείες με τις πλατφόρμες.
  5. Συνολικά το δημόσιο έχασε έτσι 50 εκατομμύρια Ευρώ τα οποία κατέληξαν στις τσέπες των ημετέρων της κυβέρνησης και της ΝΔ, που πουλούσαν «φύκια για μεταξωτές κορδέλες».
  6. Όμως το συγκεκριμένο πρόγραμμα διαφοροποιείται από τα προηγούμενα προγράμματα κατάρτισης και γιατί δεν τηρήθηκαν ούτε οι Ευρωπαϊκοί κανονισμοί, ούτε η ελληνική  νομοθεσία για την ισονομία και τη διαφάνεια και την αξιοκρατία στην προκήρυξη του προγράμματος. Αφού δόθηκαν μόλις 2 μέρες διορία για την υποβολή προσφορών, για να συμμετάσχουν μόνον οι ημέτεροι και να εξαιρεθούν τα πανεπιστήμια, αφού δεν έγινε καμία αξιολόγηση, μια και εγκρίθηκαν πλατφόρμες με κορακίστικα και αλαμπουρνέζικα και αφού χρηματοδοτήθηκαν τελικά εταιρείες φιλικές με πρόσωπα-κλειδιά της κυβέρνησης, όπως συνέβη με τη συγκεκριμένη σύμβουλο του υπουργείου εργασίας η οποία φέρεται να είχε κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση του προγράμματος, συμφερόντων της οικογένειας της οποίας ήταν εταιρείες που τελικά χρηματοδοτήθηκαν.

Θα μπορούσε να αναφέρει κανείς και άλλους λόγους για τους οποίους το συγκεκριμένο πρόγραμμα είναι αμαρτωλό. Και κανείς δεν βάζει το χέρι του στη φωτιά, ότι όλα τα προγράμματα κατάρτισης που χρηματοδοτήθηκαν μέχρι σήμερα ήταν απολύτως νόμιμα και δεν υπήρξαν παρατυπίες.

Όμως πρόγραμμα με τέτοιες καραμπινάτες παραβάσεις της νομιμότητας και της δεοντολογίας και τέτοιο όργιο διασπάθισης δημόσιου χρήματος, σε βαθμό που να αντιδράσουν οι ίδιοι οι επιστήμονες και οι σύλλογοι που τους εκπροσωπούν και το σύνολο της κοινωνίας, δεν υπήρξε ποτέ μέχρι σήμερα.

Αυτό που έχει σημασία πάντως είναι ότι ούτε ο υπουργός εργασίας έχει ακόμη υποβάλει παραίτηση, που σημαίνει ότι την ευθύνη για το σκάνδαλο την αναλαμβάνει συλλογικά η κυβέρνηση, ούτε όμως και εισαγγελική παρέμβαση έγινε ακόμη, προκειμένου να ασκηθεί προκαταρκτική διερεύνηση για τα καταγγελλόμενα.

* Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι καθηγητής ΑΠΘ