Αρκετά πριν την επίσημη υιοθέτηση του πρώτου Μνημονίου οι βασικές προτάσεις και οι όροι που συμπεριλήφθηκαν στο κείμενο του δόθηκαν στην ελληνική πολιτική ηγεσία προς μελέτη ώστε να κατατεθούν επισήμως και εγγράφως τα σχόλια, οι παρατηρήσεις και κυρίως οι αντιπροτάσεις της. Το πρόγραμμα και τα μέτρα που σύστηνε η Τρόικα ήταν εξαιρετικά σκληρά μετά από πιέσεις της Γερμανίας. Ωστόσο, η ελληνική πρόταση αναμενόταν ότι θα είναι πολύ ηπιότερη και η αίσθηση ήταν πως μετά από τις απαραίτητες σκληρές διαπραγματεύσεις η τελική συμφωνία θα βρισκόταν κάπου στη μέση των δύο προτάσεων.

Ads

 
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ανέμενε στο ‘ακουστικό’ του έτοιμο να εξετάσει τις ελληνικές θέσεις αλλά αντ’ αυτού έλαβε λίγο καιρό αργότερο αυτούσιο το κείμενο του Μνημονίου εγκεκριμένο όπως ακριβώς είχε δοθεί στην ελληνική κυβέρνηση. Όταν η Καγκελάριος Μέρκελ ενημερώθηκε για την πλήρη αποδοχή της αρχικής πρότασης προέβη σε πανηγυρικές δηλώσεις εξηγώντας ότι τα μέτρα στα οποία είχε συμφωνήσει η Ελλάδα ήταν αυστηρότερα ακόμη και απ’ αυτά τα οποία η ίδια περίμενε.
 
Ελλείψει εναλλακτικής ελληνικής πρότασης ξεκίνησε το Μάιο του 2010 η υλοποίηση του Μνημονίου, μόνο για να φανεί λίγο αργότερα ότι η συνταγή δεν ήταν η σωστή. Καθώς η χώρα βυθίζονταν σε μία βαθιά ύφεση και το χρέος απογειωνόταν, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο περίμενε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα προετοίμαζε μία αντιπρόταση την οποία και θα κατέθετε προς μελέτη και διαπραγμάτευση. Κάτι τέτοιο δε συνέβη.
 
Και όμως, το αρχικό κείμενο ενός Μνημονίου είναι πάντα ανοιχτό σε αλλαγές, σύμφωνα με τον κανονισμό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η κυβέρνηση της χώρας που υποβάλλει αίτημα για τη χορήγηση δανείων στήριξης και η οποία υποτίθεται πως γνωρίζει καλύτερα απ’ τον καθένα τα προβλήματα της, θεωρείται δεδομένο ότι θα καταρτίσει ένα πρόγραμμα αντιμετώπισης τους το οποίο και θα υποβάλλει στο ΔΝΤ προς εξέταση. Μία τέτοια αντιπρόταση θεωρείται ακόμη πιο επιτακτικό να κατατεθεί όταν ο δανειολήπτης δεν είναι μία υπανάπτυκτη χώρα του τρίτου κόσμου αλλά μία αναπτυγμένη χώρα, μέλος της Ευρώπης και της Ευρωζώνης, όπως η Ελλάδα.
 
Οι μήνες περνούσαν και η ύφεση λάμβανε δραματικές διαστάσεις. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός έπαιρνε πίσω τη μία μετά την άλλη τις υποσχέσεις και τις δεσμεύσεις του και η κυβέρνηση επικοινωνούσε έξυπνα στα ΜΜΕ την εικόνα της κακής Τρόικας που απαγόρευε και την παραμικρή απόκλιση από τα μέτρα που είχε προτείνει, χωρίς, ωστόσο να καταθέτει ποτέ η ίδια μία εναλλακτική πρόταση, έστω και σε πρώιμο στάδιο.
 
Φτάνοντας στο 2011 ήταν πλέον φανερό ότι το Μνημόνιο δεν ήταν παρά ένα εξωπραγματικό πρόγραμμα με μηδενικές πιθανότητες επιτυχίας στους βασικούς του στόχους. Όχι μόνο δε μπορούσε να εγγυηθεί την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές κεφαλαίων το 2012, όπως προέβλεπε, αλλά φαινόταν ολοένα πιο βέβαιο πως θα οδηγούσε στον αποκλεισμό της χώρας από τις αγορές για πολλά χρόνια.
 
Η ελληνική κυβέρνηση διαπίστωνε την αδυναμία της να υλοποιήσει τους όρους του Μνημονίου αλλά περίμενε αυτό να γίνει κατανοητό από την ίδια την Τρόικα ώστε να τροποποιήσει μόνη της το πρόγραμμα που είχε προτείνει. Ένα Μεσοπρόθεσμο, μία αναδιάρθρωση και ένα δεύτερο Μνημόνιο αργότερα, το ΔΝΤ εξακολουθεί να περιμένει μία ολοκληρωμένη επίσημη ελληνική αντιπρόταση η οποία να αγγίζει όλα τα βασικά θέματα στο βάθος και το επίπεδο που απαιτεί η σοβαρότητα της κατάστασης.
 
Μαζί του, δυστυχώς, περιμένει πρωταρχικώς ένας ολόκληρος λαός ο οποίος θέλει να πιστέψει ότι η πολιτική του ηγεσία, επιτέλους, θα πράξει ώστε να τον προστατέψει από την απόλυτη εξαθλίωση. Ας ελπίσουμε να μην απογοητευτεί για άλλη μία φορά.
 
*Πάνος Παναγιώτου, Χρηματιστηριακός Τεχνικός Αναλυτής