Το νομοθετικό έργο της πρώτης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ισχνό γιατί η κυβέρνηση πάλευε για επτά μήνες προσπαθώντας να επιτύχει μια αμοιβαία επωφελή συμφωνία. Τέτοια συμφωνία δεν προέκυψε και αντί γι’ αυτό αναγκαστήκαμε να υπογράψουμε ένα νέο Μνημόνιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ διασπάστηκε και η κυβέρνηση αναγκάστηκε να καταφύγει σε πρόωρες εκλογές.

Ads

Μετά τις εκλογές, η ιστορία επαναλαμβάνεται με τον ίδιο περίπου τρόπο, αφού τώρα έχει προτεραιότητα η ψήφιση των εκτελεστικών νόμων του νέου Μνημονίου. Από όσα λέγονται δημοσίως, το στοίχημα του Αλέξη Τσίπρα είναι να ολοκληρώσει το συντομότερο ό,τι χρειάζεται για την αξιολόγηση, για να αρχίσει μετά η συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους και να επιστρέψουμε σιγά – σιγά στην κανονικότητα. Κανείς λογικός δεν θα αμφισβητήσει το γενικό πλαίσιο αυτών των επιλογών. Το ζήτημα όμως είναι αν το νέο σχέδιο περπατάει και αν, ενώ συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, ο πολιτικός χρόνος έχει παγώσει.

Το σίγουρο είναι ότι ο πολιτικός χρόνος δεν έχει παγώσει, αλλά τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Η πολιτική που ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ αμφισβητείται πλέον από μεγάλη μερίδα πολιτών. Λίγοι πιστεύουν ότι πρόκειται να εφαρμοσθεί ένα «παράλληλο πρόγραμμα» και ακόμα λιγότεροι ότι θα ξεφύγουμε από το καθεστώς εποπτείας. Και καθώς το ένα «ναι μεν, αλλά» διαδέχεται το άλλο, παγιώνεται η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση είναι πάλι παγιδευμένη σε μια διελκυνστίδα.

Αρωγή και συναίνεση από το ΠΑΣΟΚ, τους ΔΗΜΑΡίτες του Θεοχαρόπουλου, την Ένωση Κεντρώων και το Ποτάμι δεν πρόκειται να υπάρξει. Τα σχήματα αυτά είναι κίβδηλα, επινοημένα, και δεν εκπροσωπούν συγκεκριμένο ιδεολογικοπολιτικό χώρο ή μια υπαρκτή ποικιλία της Κεντροαριστεράς, αλλά μια παρασιτική γραφειοκρατία που διεκδικεί με προπέτεια την άνοδό της στην εξουσία. Επειδή λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή τη στιγμή ό,τι υπάρχει, και Αριστερά και Κεντροαριστερά, αποτολμώ μια εκτίμηση: Χωρίς την ευφυή αμφισβήτηση της τακτικής που ακολουθείται από τους θεσμούς, χωρίς αντίσταση στον τραχανά που απλώνουν επί συμφωνηθέντων και μη, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορέσει να ολοκληρώσει αυτό που επιδιώκει. Και σε μια τέτοια περίπτωση, το τραγικό δεν είναι τι θα πάθουν το κόμμα και οι κομματικοί, αλλά τι θα συμβεί στον τόπο και την κοινωνία.

Ads

Παρ’ όλο που η κυβέρνηση το παλεύει, παρ’ όλο που αποσοβούνται κάθε φορά τα χειρότερα, η διαδικασία της διαπραγμάτευσης δεν προχωρεί όπως πρέπει. Κάτι λείπει. Κι αυτό που λείπει είναι, κατά τη γνώμη μου, δύο (αλληλένδετα) πράγματα.

Πρώτον, η κυβέρνηση πρέπει να κατανοήσει και να αξιολογήσει καλύτερα την παρλάνς και τη διαδικαστική τεχνική που χρησιμοποιούν οι θεσμοί για να μεταθέτουν τη συζήτηση από το ένα θέμα στο άλλο. Και να τους κόψει τον βήχα.

Πώς να τους κόψει τον βήχα, θα μου πείτε, αλλά εδώ ακριβώς έρχεται το δεύτερο: Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ανακτήσει την πίστη του στη δύναμη του «αντισταθείτε». Ενός «αντισταθείτε», όπως εκείνο του Μιχάλη Κατσαρού, που μας προέτρεπε να αμφισβητήσουμε τα «αυτοματικά» και τα «αυτονόητα» με την κατηγορική προσταγή: «Ώς και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ / αντισταθείτε».

Όπως θα καταλάβατε, το κλειδί στην όλη υπόθεση είναι εκείνο το «ώς και σε μένα».

* Ο Σπύρος Γεωργάτος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

ΠΗΓΗ: Αυγή