Με αφορμή τα γεγονότα της Μόριας, ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε τον πρωθυπουργό «ιστορικά λίγο». Δεν καταλαβαίνω ακριβώς τι πάει να πει «ιστορικά λίγος». Αλλά, αν επιμένετε, ας το συζητήσουμε.
 
Την απαράδεκτη κατάσταση που επικρατούσε στη Μόρια την διεκτραγωδούσαν και την περιέγραφαν οι φίλοι μας στην Ευρώπη εδώ και καιρό (βλέπε για παράδειγμα https://chng.it/nRN9nYFBPc). Τα μεταφέραμε κι εμείς εις τα καθ’ ημάς με τον τρόπο μας και είπαμε: οι προσφυγικές δομές στα νησιά είναι βόμβες. Βόμβες, που, αν ποτέ εκραγούν, θα πλήξουν όχι μόνο τη δημόσια υγεία, αλλά και άλλες πλευρές της κοινωνικής ζωής. (δες ΕΟΔΥ: αδύνατοι στα μαθηματικά;)
 
Σπείραμε ανέμους και τώρα θερίζουμε θύελλες.
 
Η λογική της κυβέρνησης ήταν κουτοπόνηρη: δεν κάνουμε, σκέφτηκε, απολύτως τίποτα. Αν προκύψει θέμα στις δομές, τους μαντρώνουμε και τους σφραγίζουμε. Οι γύρω-γύρω δεν κινδυνεύουν.
 
Αλλά και η αντιπολίτευση μιλούσε με όρους «υπεύθυνης πολιτικής δύναμης». Οι πρόσφυγες είχαν ομογενοποιηθεί  στη συναινετική γλώσσα της με τις άλλες ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού και το ζήτημα των δομών έμπαινε σε πέμπτη και έκτη προτεραιότητα. Σαν να μην είχε φτάσει η Μόρια στο μη παρέκει και να χρειαζόταν απλά λίγο περισσότερη φροντίδα -όση περίπου και τα γηροκομεία. 
 
Όταν το θέμα των προσφυγικών δομών τέθηκε -γιατί τέθηκε- σε κορυφαίο παράγοντα της ελληνικής ακαδημαϊκής ζωής, μήπως υπάρξει μια πίεση έξω απ’ τους πολιτικούς ανταγωνισμούς, η απάντηση ήτανε ότι το θέμα έχει πολιτικές διαστάσεις και δεν είναι φρόνιμο να αναμειχθεί το Πανεπιστήμιο. Μην ξανακούσω για διακρίσεις στις διεθνείς κατατάξεις, καινοτομίες και επιτεύγματα, αριστείες και λοιπά. Τι να τα κάνεις όλα αυτά, όταν το Πανεπιστήμιο απεκδύεται του ανθρωπιστικού ρόλου του και  οι πνευματικοί ταγοί, αντί να σκέφτονται το Καλό, ράβουν επιμελώς το κοστούμι.
 
Τα ρίχνουμε στους ευρωπαίους. Σαφώς και έχουν την κύρια ευθύνη. Αλλά ισχύει το «τούτων δοθέντων». Με δεδομένη την αδιαφορία των ευρωπαίων, πώς μπορούσαμε να κοιμόμαστε ήσυχοι, με 13.000 ανθρώπους εγκιβωτισμένους σε πρόχειρες κατασκευές και διαβιούντες υπό άθλιες συνθήκες; Αν δεν ήταν ο κορονοϊός, θα ήταν η γρίπη× αν δεν ήταν η γρίπη, θα ήταν η μηνιγγίτιδα, η φυματίωση, η χολέρα. Όπως βλέπετε, φτάνουμε σιγά-σιγά στον Μεσαίωνα.
 
Το γεγονός ότι πήρε φωτιά η Μόρια συγκλονίζει. Αν τη φωτιά την έβαλαν μόνοι τους οι πρόσφυγες, όπως γράφεται, μιλάμε για τη σύγχρονη έξοδο του Μεσολογγίου. Αν την έβαλαν οι κάτοικοι του νησιού για να τους κάψουν, που πολύ αμφιβάλλω, πρόκειται για περίπτωση Ιωάννα Ζαν Ντ’ Αρκ. Όταν οι άνθρωποι βρίσκονται σε απόγνωση, λίγο απέχει η ηρωική αυτοχειρία απ’ το έγκλημα.
 
Μαζεύεται η κατάσταση; Δεν μαζεύεται. Πρέπει να συναινέσουν αυτοί που δεν συναινούν: δήμαρχοι, πολιτικοί παράγοντες, ευρωπαίοι γραφειοκράτες, τρομαγμένοι πολίτες. Πώς έγινε όλη αυτή η αλληλεγγύη του 2015 να μετατραπεί στο αντίθετό της μέσα σε πέντε χρόνια; Είν’ απορίας άξιον.
 
Μερικοί λένε ότι κουράστηκαν οι τοπικές κοινωνίες και αγανάκτησαν οι νησιώτες που σήκωσαν και σηκώνουν όλο το βάρος. Ενδιαφέρουσα η εξήγηση. Αλλά και πάλι δεν δικαιολογείται όλο αυτό το πάθος των τοπικών παραγόντων στα νησιά και την ενδοχώρα, οι «ιδέες» για δομές-φυλακές και η σιωπηλή συμμόρφωση στην πολιτική της κυβέρνησης, που υπερδιπλασίασε τον αριθμό των προσφύγων στη Μόρια. Εγώ πάντως τη φοβάμαι αυτή την «κόπωση», που έρχεται μετά από ένα κύμα συμπαράστασης και αλληλεγγύης. Γιατί το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό είναι η μεταμόρφωση των ανατολικών χωρών, όπου οι ακραιφνείς κομμουνιστές μετατράπηκαν σιγά-σιγά σε έναν εσμό από τυχοδιώκτες και θιασώτες του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Κι αυτοί, ξέρετε, έχουν μια εξήγηση.
 
Homo homini lupus. Ο άνθρωπος μπορεί να γίνει λύκος για τον συνάνθρωπό του όταν επικρατήσουν το μίσος και τα άγρια ένστικτα. Τους παίρνουμε τους πρόσφυγες από ‘δω και τους πάμε εκεί· από τον δρόμο σε σκηνές κι από σκηνές σε βαπόρια. Τα βαπόρια πού θα πάνε άραγε; Όπως πάνε τα πράγματα, θα καταλήξουν στα ξερονήσια.
 
Δημιουργούμε ασίγαστο μίσος εξ απαλών ονύχων. Ας το καταλάβουμε.
 
Επαναπαυόμαστε στην ασφάλεια που μας προσφέρει η μεταμοντέρνα επιπλοποιία μας και οι ανασκοπήσεις που κάνουν «οι καλύτεροι» του κ. Τσιόδρα.  «Καλύτεροι» ήταν βέβαια όσο συναινούσαν κυβέρνηση και αντιπολίτευση -ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Τώρα που μπήκαμε στην περίοδο του «σκληρού αντιπολιτευτικού ροκ», μιλάμε με μεγαλύτερη ελευθερία για το μπάχαλο του ΕΟΔΥ και τις αμαρτίες του Μαγιορκίνη. Και βέβαια, ζητάμε να βγουν στη φόρα τα πρακτικά της επιτροπής. Για να πουν ορισμένοι εκ των υστέρων «εμείς τα λέγαμε».
 
Η Μόρια είναι τομή. Μπορεί να υπάρχουν τάξεις και παρατάξεις, βάση κι εποικοδόμημα, αλλά στο τέλος -ή μάλλον απ’ την αρχή- υπάρχουν τα Υποκείμενα. Ο τόπος έχει ανάγκη από ανθρώπους με ψυχή. Ανθρώπους που, παρά τις πιθανές ιδιοτροπίες και τα σώψυχά τους, έχουν να επιδείξουν ικανότητες, στάση ζωής, έγνοια και συμπόνια για τους άλλους. Αν συμβεί οι άνθρωποι αυτοί να είναι νέοι -και ξέρω πολλούς- τότε ακόμα καλύτερα. Γιατί οι νέοι επικοινωνούν αλλιώς μεταξύ τους και μπορούν να κάνουν περισσότερα. Αλλά μην ξεγελάμε τους εαυτούς μας, υποκαθιστώντας την ψυχή και το λαμπερό μυαλό μ’ ένα αστραφτερό χαμόγελο. Γιατί το χαμόγελο καμία φορά δαγκώνει. Κι αν δεν δαγκώνει, μπορεί να χάσκει αμήχανα, υπό τύπον φελινικού προσωπείου, καθώς καίγεται η Μόρια.
 
Να τελειώνουμε με τα λίγα. Δεν το λέω αφ’ υψηλού. Το λέω κοιτάζοντας προς τα πάνω από το πιο ταπεινό σημείο του κόσμου. Είναι όμορφος αυτός ο βυθός που κληρονομήσαμε απ’ τους παλιότερους. Κι αν δεν μπορούμε να κάνουμε τη ζωή όπως τη θέλουμε, τούτο ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον όσο μπορούμε: ας μην την εξευτελίζουμε. 
 
Άϊντε.