Δεν θα επιχειρήσω εδώ κάποια πολύπλευρη «ακαδημαϊκή» ανάλυση γύρω από την έννοια της ταυτότητας, ούτε μια σύντομη απόπειρα «σφαιρικής» επισκόπησης των όσων έχουν λεχθεί για αυτή την έννοια. Πρόκειται απλώς να επισημάνω λίγες από τις όψεις του θέματος που εδώ αποκαλώ «επιθετική ταυτότητα», ως «πρόσκληση» προς σκέψη και δράση. Χωρίς μάλιστα να ασχολούμαι με όλες τις πτυχές που θα επιθυμούσα να θίξω για το συγκεκριμένο ζήτημα.

Ads

Συχνά η «ταυτότητα» γίνεται αντιληπτή ως ο διαχωρισμός ενός «Εμείς» από τους όποιους «Άλλους» ή από κάποιους συγκεκριμένους «Άλλους». Πολλές φορές αυτό το «Εμείς» θεωρείται μια λιγότερο ή περισσότερο ομοιογενής «ενότητα» που διακρίνεται από άλλα, (εξίσου) «διακριτά», «σύνολα».

Γεγονότα της επικαιρότητας και θέματα όπως η άνοδος της ευρωπαϊκής και διεθνούς ακροδεξιάς, ο ρατσισμός, ο σεξισμός και ο εθνικισμός ή η άνοδος του ισλαμικού φονταμενταλισμού περνούν μέσα (και) από ζητήματα ταυτότητας.

Ο Σαρτρ έλεγε πως «η κόλαση είναι οι άλλοι». Πράγματι. Λόγου χάρη από τους φονικούς νεοαποικιοκρατικούς βομβαρδισμούς των Γαλλικών Δυνάμεων επί Ολάντ στο Μάλι και στην Κεντρικοαφρικανική Δημοκρατία (και όχι μόνο), μέχρι την αιματοβαμμένη επίθεση στο Παρίσι, με την ανάληψη της ευθύνης – «μίσους» από το λεγόμενο Ισλαμικό Κράτος / Χαλιφάτο, οι σκοτωμοί φαίνεται πως για ποικίλους λόγους γίνονται αντιληπτοί, (και) ως εξόντωση κάποιων λιγότερο ή περισσότερο, «κατεξοχήν» Άλλων.

Ads

Εκτιμώ πως ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του θέματος που με απασχολεί εδώ είναι εκείνες οι («εκκοσμικευμένες», θρησκευτικές, εθνικές, έμφυλες και οι όποιες λοιπές και «συνδυαστικές») ταυτότητες, που συγκροτούνται αξιώνοντας αποκλειστικότητα και αφοσίωση (συχνά εμμέσως αναγκαστική), με ξεκάθαρο διαχωρισμό από τον Άλλο.

Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι ο εξαναγκασμός, δεν προκύπτει μόνο περνώντας μέσα από τη «μορφή νόμου που επιβάλλεται αλλά και από τη μορφή νόρμας που υποβάλλεται». Αυτό ακριβώς βλέπουμε και στο ζήτημα του φύλου, σύμφωνα με όσα επεσήμανε η Judith Butler στο Gender Trouble1.  Καθίσταται έτσι το φύλο, όχι «απλώς δικαιική αλλά πειθαρχική μορφή εξουσίας», η οποία μάλιστα «επισείει κυρώσεις για τα υποκείμενα εκείνα που δεν επιτελούν το φύλο τους σύμφωνα με τους καθιερωμένους κανόνες του έμφυλου διμορφισμού και της επιβεβλημένης ετεροφυλοφιλίας». (Αθηνά Αθανασίου 2006)2

Με άλλα λόγια, η «επιθετική ταυτότητα» δεν είναι «μακριά μας», ούτε εκφράζεται οπωσδήποτε από κάποιους «Άλλους». Οι «Άλλοι» είναι «εδώ» και συχνά πρόκειται για εκείνους στους οποίους «ασκούμε» πιέσεις και βία επειδή «δε χωρούν» ή «είναι έξω» από το όριο του «Εγώ» μας και του «δικού μας» επιθετικού «Εμείς». Έτσι στην ελληνική κοινωνία δεν είναι π.χ. «απλώς» «ατυχείς στιγμές», οι βίαιες πρακτικές και απορρίψεις, εναντίον εκείνων που «διαφοροποιούνται» από την κυρίαρχη συνθήκη ως προς τα ζητήματα του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου.

Αντιστοίχως, μήπως άραγε αποτελούν «αθώα», «φυσιολογική» ή «ορθολογική» απόρροια των φονικών επιθέσεων στη Γαλλία, όλες εκείνες οι γενικευτικές και αυξανόμενες ξενοφοβικές και ισλαμοφοβικές κραυγές, από πολλές κυβερνήσεις και πολιτικές δυνάμεις στη «Δύση»;3    

Στο σημείο αυτό, ας παραθέσω με περισσότερο συγκεκριμένο τρόπο ένα άλλο «κοντινό» μας παράδειγμα, ενδεικτικό ως προς τη (διαβαθμισμένη) επιθετικότητα που μπορεί να εκφράσει μια ορισμένη πρόσληψη της (όποιας, εθνικής αυτή τη φορά) ταυτότητας.

Κατά την εκπόνηση της διπλωματικής μου εργασίας προχώρησα στην ηχογράφηση συζητήσεων με επτά «ντόπιους» κατοίκους του Αγίου Παντελεήμονα (10/3 έως 4/5/2012)4.  Ο Ορέστης (πρόκειται για ψευδώνυμο), ένας συνομιλητής κοντά 80 ετών, κάτοικος της περιοχής για 32 χρόνια, αν και δεν δήλωσε υποστηρικτής της Χρυσής Αυγής, εξέφρασε μια θετική γνώμη «υπέρ των ελλήνων» που ενεπλάκησαν στις βίαιες ρατσιστικές επιθέσεις εναντίον μεταναστών. Αυτές τις επιθέσεις ο ίδιος τις χαρακτήρισε ως «επεισόδια» και τις ανέλυσε με όρους «εθνικής σύγκρουσης» και με όρους «εθνικού αγώνα και εθνικής μειοδοσίας». Όπως είπε: «(…) Άμα είσαι έλληνας, πρέπει να’ σαι έλληνας (…) Κι’ όχι να βλέπεις τώρα τους έλληνες, να σμίγουνε με τους ξένους, εναντίον των ελλήνων (…) Αυτοί του ΣΥΡΙΖΑ, να πούμε, αυτοί, όλο, η συνεργασία τους, ήτανε με τους ξένους (…)»5.  Για τον Ορέστη, γενικά και αόριστα κάποιοι «ξένοι» «ήσαντε ενοχλητικοί» και «δεν ήταν άνθρωποι που άξιζε τον κόπο να υποστηρίξει κανείς». Επομένως, έμμεσα κοινωνικά κριτήρια «ενόχλησης», «απόρριψης» και «αποδοχής», αλλά και μια κάποια πρόσληψη της εθνικής ταυτότητας, συνετέλεσαν στη διαμόρφωση της στάσης του.

Επιπλέον, σύμφωνα με την αφήγηση του Ορέστη, οι μετανάστες «είχαν εγκαταλείψει μαζικά» την πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα για μια περίοδο κατά το παρελθόν, εξαιτίας της βίας που ασκούνταν εναντίον τους, από έναν έλληνα θαμώνα της πλατείας (και προφανώς όχι μόνο από εκείνον). Όπως έλεγε ο Ορέστης αυτολεξεί τότε, το 2012: «Πριν από δυο – τρία χρόνια. Είχε καθαρίσει τελείως η περιοχή. Ξένος δεν πάταγε. Ούτε περαστικός δεν πέρναγε». Όταν σκοπίμως ρώτησα τον Ορέστη, σχετικά με το αν τότε δημιουργούνταν υποτιθέμενα συγκεκριμένα «προβλήματα» από τους «ξένους» και γι’ αυτό ήθελαν ορισμένοι να τους διώξουν, εκείνος είχε επισημάνει χαρακτηριστικά: «Όχι, όχι, όχι. Όχι, τίποτα. Δεν δημιουργήθηκε τίποτα, αλλά δεν, δεν μπορούσαν [ενν. δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν και κάποιο πρόβλημα οι «ξένοι»]. Άμα ήτανε, η πλατεία, ελληνοκρατούμενη, τελείωσε».

Έτσι, στα μάτια του Ορέστη υπό ορισμένα συμφραζόμενα και άσχετα από τα πραγματολογικά δεδομένα της αφήγησής του, «οι ‘ξένοι’ αντιπαρατίθενται στην ελληνική εθνικότητα (…) ενώ η πλατεία μπορεί να συμβολοποιείται ως ελληνοκρατούμενη ή μη. Το ελληνοκρατούμενο σχετίζεται με το καθαρό και η ξενότητα με το βρόμικο»6.  Ακόμη, για τον Ορέστη οι ξένοι φέρεται «να διώχθηκαν προληπτικά και ‘δικαιολογημένα’, όχι εξαιτίας πράξεών τους, αλλά προληπτικά ως ‘ξένοι και Άλλοι’, που υπό αυτό το πρίσμα μετατρέπονται σε ειδική κατηγορία δυνάμει επικινδυνότητας: ‘Άμα ήτανε, η πλατεία, ελληνοκρατούμενη’, δεν θα μπορούσαν ούτως ή άλλως, να δημιουργήσουν οποιοδήποτε ‘πρόβλημα’ οι ξένοι. Χαρακτηριστικό είναι πως όλα αυτά δεν έχουν ανάγκη την έννοια της ράτσας ώστε να υποστηριχθούν (ο Ορέστης δεν τη χρησιμοποίησε ούτε μία φορά).»7  Δεν έχει βέβαια καμία απόλυτη σημασία η καθεαυτή χρήση ή η αποφυγή χρήσης μιας οποιασδήποτε λέξης (π.χ. «φυλή», «ράτσα»), μα σπουδαιότερα πράγματα, όπως το συνολικό εκάστοτε πλαίσιο από το οποίο εκπορεύεται η κάθε επιλογή, καθώς και το συνολικό εκάστοτε πλαίσιο το οποίο αυτή θέτει (οι συνολικότερες αντιλήψεις κτλ.).

Οι ταυτότητες λοιπόν, δεν αφορούν κάτι «αποκλειστικά» «άϋλο» και «πνευματικό» που βρίσκεται περιφραγμένο στη «σφαίρα των ιδεών», της «κουλτούρας» ή των «πεποιθήσεων», λες και όλα αυτά δεν αφορούν τις «υλικές συνθήκες». Ούτε όμως οι «ταυτότητες» οικοδομούνται «αποκλειστικώς» εξαιτίας των «υλικών συνθηκών», λες και οι «υλικές συνθήκες» συγκροτούνται βάσει ενεργειών που είναι απαλλαγμένες από ιδέες, πεποιθήσεις κ.ά. Τέτοιες αυστηρές οριοθετήσεις, ιεραρχήσεις και διαχωρισμοί, μάλλον προσφέρονται για τις θεωρίες, αλλά και για να τις «περιπαίζει» η ζωή.

Έτσι εκτιμώ πως όσοι σήμερα ενδιαφέρονται για την αλλαγή του εαυτού τους και της κοινωνίας που ζουν, δεν έχουν παρά να «κοιτάζουν» προς το «σύνολο» των («υλικών» και «μη») συνθηκών. Πέρα από τα εκάστοτε εξ ορισμού αυτονόητα8.  Για να το θέσω και αλλιώς: Κατ’ εμένα στο «στόχαστρο» δεν τίθεται μόνο το χυδαίο άνοιγμα της ψαλίδας των οικονομικών ανισοτήτων παγκοσμίως ή μόνο οι κοινωνικές συνέπειες μιας πολυδιάστατης κρίσης, με σαφή ταξικά χαρακτηριστικά κτλ. Πέραν των απαραίτητων άλλων, χρειάζεται εξίσου και μια «πνευματική» επανάσταση, που νομίζω πως συμπυκνώνεται όμορφα λεκτικώς, με μια αγαπημένη συνθηματική ρήση, ενός παλιού γνωστού: «Λευτεριά στα μυαλά μας!»

————————————————–

1 Butler Judith, 1990. Gender Trouble: Feminism and the Subversion of Identity, Routledge, Νέα Υόρκη.

2 Αθανασίου Αθηνά, 2006. «Gender Trouble. Η φεμινιστική θεωρία και πολιτική μετά την αποδόμηση

της ταυτότητας». Στο Σύγχρονα Θέματα, τεύχος 94, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2006, σελ. 62-71.

3 Κάποιες μάλιστα από αυτές τις πολιτικές δυνάμεις, ταυτίζουν τους πρόσφυγες με εν δυνάμει «τρομοκράτες».

4 Γεωργαλής Κώστας, 2012. Άγιος Παντελεήμονας Αχαρνών: Αρνητικές διακρίσεις σε βάρος των μεταναστών στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης. Διπλωματική εργασία, ΠΜΣ Κοινωνική και

Πολιτισμική Ανθρωπολογία 2010-2012, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών.

5 Αξίζει να σημειωθεί ότι οι «ντόπιοι» με τους οποίους συνομίλησα είχαν και διαφορετικές, αλληλοσυγκρουόμενες μεταξύ τους απόψεις ως προς τη Χρυσή Αυγή και ως προς τις ρατσιστικές βιαιότητες. Όπως ήταν αναμενόμενο, ανέκαθεν ζούσαν στην περιοχή και άνθρωποι που καταδίκαζαν την «ξενοφο-βία» και τη Χρυσή Αυγή. Ας σημειωθεί επίσης, ότι ο Ορέστης κατονόμαζε τον «ΣΥΡΙΖΑ» ως «συνεργάτη των ξένων», είτε π.χ. γιατί του καταλόγιζε τις «μεγαλύτερες ευθύνες», είτε επειδή είναι πιθανό να μη γνώριζε (κάποια από) τα ονόματα των λοιπών αντιρατσιστικών συσσωματώσεων που δρούσαν στον Άγιο Παντελεήμονα κτλ.

6 Απόσπασμα από τη διπλωματική εργασία του γράφοντος.

7 Ό.π.

8 Μιας και υπό μια έννοια σε αυτό το κείμενο ασκώ κριτική στο «αυτονόητο» της ταυτότητας και στους «αυτονόητους» περιορισμούς της (κάθε) ταυτότητας, ας μου επιτραπεί να εκφράσω και την απερίφραστη προσωπική μου αντίθεση, στο δήθεν «αυτονόητο» των «καλών προθέσεων» μιας (οποιασδήποτε) «αριστερής (ή μη) κυβέρνησης». Χωρίς να έχω την παραμικρή όρεξη για να προχωρήσω σε «δίκη προθέσεων» ή για να καταθέσω εδώ αναλυτικά και συγκεκριμένα την άποψή μου (και γνωρίζοντας ότι οι πολιτικές διεργασίες περιλαμβάνουν πολλά στοιχεία πέραν της «βούλησης»), θα σταθώ μόνο στην αίσθηση που μου αφήνουν ορισμένοι αναλυτές. Μερικοί λοιπόν, μου μοιάζει να υποστηρίζουν λίγο-πολύ ένα απλοϊκό σχήμα, κοντινό με το εξής: Οι καλές προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, «αποδεικνύονται» από το ότι η κυβέρνηση «είναι αριστερή», σε αντίθεση με τις προηγούμενες που δεν ήταν και, επομένως, εκείνες είχαν «κακές προθέσεις» και για αυτό π.χ. προσδέθηκαν στο «θατσερικό δόγμα» του «There Is No Alternative». Στο δόγμα There Is No Alternative υποτίθεται ότι η σημερινή κυβέρνηση της χώρας, σχεδόν «αυτονόητα» δεν έχει προσδεθεί, καθώς ο «κορμός» της κυβέρνησης «είναι αριστερός». Ασχέτως βέβαια με το ότι σε περίπτωση «μη υπογραφής μνημονίου» κατά τις λεγόμενες διαπραγματεύσεις του Καλοκαιριού, υποτίθεται πως θα ακολουθούσε «καταστροφή για τη χώρα», σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα της ίδιας της αριστερής κυβέρνησης που (όλοι;) όσοι την επιπλήττουν το κάνουν για να αποτελέσει «αριστερή παρένθεση»…

* Γεωργαλής Κωνσταντίνος
ΜΔΕ «Κοινωνική – Πολιτισμική Ανθρωπολογία»