Οι πρώτες σοβαρές εκλογές σε μια χώρα που έχει πληγεί από την ευρωπαϊκή κρίση χρέους μετατράπηκαν σε «εξέγερση στις κάλπες». Αυτό το συμπέρασμα έβγαζε, ακόμη σε κατάσταση σοκ το βράδυ της Κυριακής, ένα στέλεχος του Φιάνα Φέιλ, του κόμματος που ήταν στην εξουσία στην Ιρλανδία και που τιμωρήθηκε ανελέητα από τους ψηφοφόρους. Στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου τα αποτελέσματα των πρόωρων βουλευτικών αλλαγών της 25ης Φεβρουαρίου φανέρωσαν το εύρος της οργής των Ιρλανδών μπροστά στην οικονομική καταστροφή που τους πλήττει και στις διατάξεις του διεθνούς σχεδίου διάσωσης που προήλθε από αυτή.

Ads

Θεωρούμενο ως υπεύθυνο των δύο αυτών καταστροφών, τοΦιάνα Φέιλ (κεντρώο κόμμα) θα εισέλθει στη νέα Βουλή με το ένα τέταρτο των βουλευτών του (καμιά εικοσαριά, με 17% των ψήφων). Κάτι το πρωτόγνωρο για ένα κόμμα του οποίου η ιστορία συγχέεται με εκείνη της νεαρής Δημοκρατίας και που ήταν πάντα επικεφαλής στις βουλευτικές εκλογές ακόμη και τα λίγα χρόνια που δεν ήταν στην κυβέρνηση. Περίπου όλα τα μέλη της κυβέρνησης του Μπράιαν Κόουεν – του πρωθυπουργού που αναγκάστηκε να βάλει τέλος στην πολιτική του καριέρα – έχασαν.

Σε ό,τι αφορά τους Πράσινους του Green party, αυτοί πλήρωσαν τη συμμετοχή τους στον κυβερνητικό συνασπισμό με πλήρη εξαφάνιση. Το Φιάνα Φέιλ παραλίγο να γνωρίσει την ίδια τύχη στην περιφέρεια του Δουβλίνου, όπου έχασαν όλοι οι βουλευτές του, με μια εξαίρεση.

Η πρωτεύουσα συνέβαλε εξάλλου σε μεγάλο βαθμό στην επίταση των «αιχμών» αυτών των εκλογών, που ήσαν πράγματι πρωτόγνωρες από πολλές σκοπιές. Το Δουβλίνο ψήφισε το Εργατικό Κόμμα (κεντροαριστερό), που απέσπασε το καλύτερο εθνικό αποτέλεσμα στην ιστορία του (37 έδρες και 20% των ψήφων). Ανέδειξε μια αριστερά πιο ριζοσπαστική, εκλέγοντας μια χούφτα ανεξάρτητων υποψηφίων, που προέρχονται κυρίως από το Σοσιαλιστικό, αλλά και πολλά μέλη του Σιν Φέιν.

Ads

Το εθνικιστικό κόμμα τριπλασίασε τον αριθμό των αντιπροσώπων του (15 με 10% των ψήφων), μεταξύ των οποίων και ο Τζέρι Άνταμς. Ο ιστορικός ηγέτες του ρεπουμπλικανικού αγώνα στη Βόρειο Ιρλανδία κατάφερε να εδραιωθεί στον νότο. Με τους ανεξάρτητους της αριστεράς, μπορεί να αποτελέσει δύναμη αντιπολίτευσης, συσπειρωμένης γύρω από την απόρριψη των μέτρων λιτότητας και του διεθνούς σχεδίου διάσωσης, που θα εκφράζει την κοινωνική αντίδραση έναντι της νέας κυβέρνησης.

Η νέα κυβέρνηση θα έχει επικεφαλής τον Έντα Κένι, αρχηγό του Φίνε Γκέιλ (κεντροδεξιά), μεγάλο νικητή των εκλογών με 74 έδρες (και 36% των ψήφων). Αυτό το κόμμα αποσπά για πρώτη φορά την πρώτη θέση στις βουλευτικές εκλογές, χάνοντας για λίγες μονάδες την απόλυτη πλειοψηφία – κάτι που επιτυγχάνεται σπάνια στην Ιρλανδία. Ο Έ. Κένι χαρακτήρισε αυτή την επιτυχία «δημοκρατική επιτυχία», αφήνοντας να εννοηθεί ότι αρώματα γιασεμιού ευωδιάζουν και στην Ιρλανδία.

Το Φίνε Γκάιλ είναι ουσιαστικά η κλασική εναλλακτική λύση όταν το Φιάνα Φέιλ δεν κερδίζει τις εκλογές. Ο Έ. Κένι ετοιμάζεται εξάλλου να κυβερνήσει στηριζόμενος σε μια δοκιμασμένη συνταγή: μια συμμαχία με το Εργατικό Κόμμα, που ήδη έχει συγκυβερνήσει πολλές φορές, και κυρίως κατά την τελευταία συγκατοίκηση των δύο κομμάτων στην εξουσία, από το 1994 έως το 1997.

Για να εισακουστεί από τους Ευρωπαίους εταίρους του, ο Ιρλανδός πρωθυπουργός επιθυμεί να διαθέτει μια «ισχυρή και σταθερή πλειοψηφία». Κάτι που δεν του εγγυώνται οι 15 ανεξάρτητοι υποψήφιοι που ξεπήδησαν από τα ερείπια του Φιάνα Φέιλ.

Το πρόγραμμα της κυβέρνησης με τους Εργατικούς δεν θα είναι πάντως εύκολο στη διαπραγμάτευσή του πριν από το ξεκίνημα της νέας βουλευτικής περιόδου στις 9 Μαρτίου. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, το Φίνε Γκέιλ τοποθετήθηκε πράγματι πολύ δεξιά. Είναι έτοιμο να πάρει μέτρα ακόμη πιο δραστικά από ό,τι η απερχόμενη κυβέρνηση για τη μείωση των δημοσίων εξόδων. Ενώ το Εργατικό Κόμμα ζητά, από την πλευρά του, η ημερομηνία κατά την οποία το έλλειμμα πρέπει να επανέλθει στο 3% του ΑΕΠ να μετατεθεί από το 2014 στο 2016.

Ο Ε. Κένι θα πρέπει να διεξαγάγει τις διαπραγματεύσεις ενώ θα ριχθεί, από την ερχόμενη κιόλας εβδομάδα, σε έναν ακόμη σκληρότερο ευρωπαϊκό μαραθώνιο. Πρέπει να επιχειρήσει να αποσπάσει τις δύο αλλαγές που υποσχέθηκε στους Ιρλανδούς. Την επαναδιαπραγμάτευση του επιτοκίου του 5,8% που συνόδεψε τη παροχή βοήθειας 85 δισ. ευρώ από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ. Και τη δυνατότητα οι κάτοχοι των τίτλων να αναλάβουν ένα τμήμα των χρεών των τραπεζών του νησιού. Και χωρίς να θυσιαστεί σε αντάλλαγμα το ποσοστό φορολόγησης των εταιρειών που ανέρχεται σε 12,5%, το οποίο αμφισβητεί όλη η Ευρώπη.

*Άρθρο της εφημερίδας Le Monde που δημοσιεύεται στην «Αυγή», 05/03/2011