Με αφορμή την επίθεση στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης, Γιάννη Μπουτάρη, και τη συζήτηση για την έξοδο από τα προγράμματα λιτότητας τον προσεχή Αύγουστο, επανήλθε στη δημόσια σφαίρα το ζήτημα της βίας και της ανάγκης για κοινωνική γαλήνη ή, όπως κάποιοι την αποκαλούν, επιστροφή στην κανονικότητα. Δέκα χρόνια μετά την εμφάνιση της κρίσης στην Ευρώπη και οκτώ από την υπαγωγή της χώρας μας στα μνημόνια, η ελληνική κοινωνία δείχνει ακόμη αποσταθεροποιημένη.

Ads

Σε αυτά τα δύσκολα χρόνια της οικονομικής ύφεσης και των ρωγμών που προκλήθηκαν στον κοινωνικό ιστό με ταξικές ανακατατάξεις προς «όφελος» της φτωχοποίησης, η δυσαρέσκεια σε πολλές περιπτώσεις κατέληξε σε μεμονωμένες ή πιο μαζικές εκδηλώσεις βίαιων ενεργειών, κάποιες από αυτές συνέχεια μιας δήθεν «επαναστατικής» πρακτικής. Η πολιτική και οι πολιτικοί βρέθηκαν στο στόχαστρο όχι μόνο αυτών που πλήττονταν από την κρίση και δεν είχαν λάβει μέρος στο «πάρτι» των δύο προηγούμενων δεκαετιών, αλλά και όσων περίμεναν στη γωνία για να προπαγανδίσουν και να κάνουν πράξη τις ολοκληρωτικές τους απόψεις.

Μέσα στο κίνημα των αγανακτισμένων πολιτών παρεισέφρησαν πρώην περιθωριακά πολιτικά μορφώματα που ούτως ή άλλως η ιδεολογική τους αφετηρία εμπεριείχε τη χρήση βίας, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη Χρυσή Αυγή. Η είσοδός της δε στη Βουλή με την ψήφο μισού εκατομμυρίου και πλέον συμπολιτών μας προσέφερε μια άνευ προηγουμένου για την ελληνική μεταπολιτευτική δημοκρατία νομιμοποίηση σε πράξεις βίας, που, αν δεν μεσολαβούσε το τραγικό γεγονός της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, θα συνέχιζαν να αποτελούν κομμάτι της καθημερινότητας.

Η κουλτούρα της βίας όμως και η αποδοχή της δεν μπορεί να αναλυθούν μόνο στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, όπως είναι, λόγου χάρη, η οικονομική κρίση. Προφανώς και η τελευταία εντείνει τα φαινόμενα βίας, ωστόσο αποτελεί γενικότερο ζήτημα λειτουργίας και εμβάθυνσης της δημοκρατίας. Η ενίσχυση των θεσμών και η εμπέδωσή τους από τους πολίτες χρειάζεται να συμβαδίζουν με τη χρηστή διοίκηση και την καταπολέμηση των ανισοτήτων. Ο Γκάντι έλεγε ότι «η χειρότερη μορφή βίας είναι η φτώχεια», θέλοντας να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για την πορεία του καπιταλισμού και του ανοίγματος της ψαλίδας μεταξύ φτωχών και πλουσίων.

Ads

Μαγικές λύσεις και συνταγές δεν υπάρχουν. Μονάχα η κοινωνική δικαιοσύνη και η επανίδρυση ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους δικαίου θα αποτρέψουν τη βία να μεταμορφώνεται σε «μαμή της ιστορίας»… Για αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, ο Μαρξ, χωρίς να είναι ενάντια στην επαναστατική βία, είχε γράψει: «Η βία είναι η μαμή κάθε παλιάς κοινωνίας που κυοφορεί μια καινούρια», περιγράφοντας τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στην αστική κοινωνία.

Από το ένθετο «Ιδεογράμματα» της εφημερίδας «Νέας Σελίδας»