Μπορούμε να συζητάμε ακόμη κι αν διαφωνούμε; Μπορεί να γίνει δημόσια συζήτηση ακόμη για τα εν εξελίξει εθνικά θέματα όπως το Μακεδονικό και η Συμφωνία των Πρεσπών; Ξεκάθαρα ναι. Και αποδείχθηκε περίτρανα στην επιστημονική ημερίδα που διοργανώθηκε στο υπ. Εξωτερικών.

Ads

Πρόκειται για μια πρωτόγνωρη εμπειρία για τη χώρα μας, όχι γιατί πάνω από 20 ειδικοί ιστορικοί, αναλυτές, διεθνολόγοι, νομικοί ανέλυσαν τη Συμφωνία των Πρεσπών μέσα από το δικό τους γνωστικό αντικείμενο, εκφράζοντας δημοκρατικά την άποψή τους, συμφωνώντας ή διαφωνώντας με τη συμφωνία Αθήνας – Σκοπίων. Αλλά κυρίως γιατί, εκτός από τους πρέσβεις όλων των μεγάλων χωρών, τους βουλευτές, τα μέλη της Επιτροπής Εξωτερικών και ‘Αμυνας της Βουλής και δεκάδες μέλη του διπλωματικού σώματος της χώρα μας, είχαν τη δυνατότητα να την παρακολουθήσουν και οι πολίτες αυτής της χώρας ζωντανά μέσα από το διαδίκτυο και την Τηλεόραση της Βουλής.

Από πέρσι που μπήκε στις ράγες η συζήτηση για την επίλυση του Μακεδονικού, αλλά κυρίως μετά τις Πρέσπες, όλη η προσπάθεια της Ν.Δ. και των πολιτικοδημοσιογραφικών δορυφόρων της είχε επικεντρωθεί στο πώς να συσκοτίσει τη συζήτηση και κυρίως πώς να εκτοξεύσει απειλές και κραυγές περί προδοσίας, αποφεύγοντας την ουσιαστική συζήτηση για τη συμφωνία.

Επί μήνες η αντιπολίτευση επιδόθηκε σε ένα απίστευτο κρεσέντο ανυποληψίας. ‘Οταν ξεχνούσε πόσες φορές είχε ενημερωθεί, μιλούσε για δήθεν μυστική διπλωματία. ‘Αλλοτε καλούσε την κυβέρνηση να αποκαλύψει δημοσίως τη διαπραγματευτική στρατηγική της κι άλλοτε εμπιστευόταν το… κληρονομικό χάρισμά της, αφού αρκετούς μήνες πριν καταλήξει η συμφωνία, είχε αποφανθεί: Επρόκειτο περί… προδοσίας.

Ads

Κι ύστερα, όταν η συμφωνία είχε καταγράψει όλα όσα υπήρχαν ως προϋποθέσεις στην εθνική γραμμή, επέλεξαν και πάλι τις κραυγές. Αργότερα επέλεξαν την αμνησία. Πότε; ‘Οταν αποδείχθηκε περίτρανα με τα έγγραφα που αποκάλυψε ο Νίκος Κοτζιάς στη Βουλή για τη δική τους περίοδο διαπραγμάτευσης ότι σε καμία περίπτωση δεν διαπραγματεύονταν το erga omnes στο εύρος που το πέτυχε η σημερινή συμφωνία.

Από αυτή τη συζήτηση στη Βουλή και ύστερα όμως, η αντιπολίτευση επιχείρησε να δείξει το χειρότερο πρόσωπό της. ‘Αλλοτε κρυπτόμενη πίσω από την Ακροδεξιά κι άλλοτε πίσω από επικίνδυνες ακροβασίες αποσταθεροποίησης, έφτασε στο σημείο να αποδέχεται ακόμη κι αυτά που υποστηρίζει η Μόσχα κι όχι η κυβέρνηση. Γιατί αποδείχθηκε ότι μοναδικός στόχος της Ν.Δ. είναι η επιστροφή στην εξουσία με όποιο κόστος. Ακόμη κι αν αυτό είναι πάνω στα εθνικά θέματα.

Κι αυτό αποδείχθηκε περίτρανα στην ημερίδα. ‘Οποιος άκουσε από την αρχή έως το τέλος τους πάνω από 20 ειδικούς επιστήμονες στην ημερίδα του υπουργείου Εξωτερικών, καταλάβαινε γιατί αποφεύγει την ουσία της συζήτησης η Ν.Δ. Δεν είχαν όλοι την ίδια άποψη. ‘Αλλοι ήταν επικριτικοί κι άλλοι προβληματισμένοι, άλλοι έβλεπαν θετικά σημεία και ερωτήματα για το μέλλον κ.λπ. Κανένας μα κανένας όμως δεν μίλησε για προδοσία. ‘Ολοι μιλούσαν για μια σημαντική συμφωνία που έχει και σημεία που προβληματίζουν. Και είναι λογικό. Το Μακεδονικό είναι ένα από το πιο σύνθετα θέματα. Κι αυτό γιατί έχει επικαθίσει πάνω του η σκόνη δεκαετιών απραξίας, αδιαφορίας, φόβου, έλλειψης αποφασιστικότητας και άλλων.

‘Ολοι γράφουν ιστορία. Το υπουργείο Εξωτερικών και η κυβέρνηση συνολικά επιλύοντας χρονίζοντα προβλήματα, αναλαμβάνοντας την ευθύνη και ανοίγοντας πόρτες σε μια νέα πραγματικότητα ανάπτυξης και ειρήνης. Από την άλλη, γράφει ιστορία και η αντιπολίτευση με την υστερία της. Η «Ν.Δ. & co» επιμένει να μένουν άλυτα τα προβλήματα, γιατί φοβάται να ενηλικιωθεί και να αναλάβει τις ευθύνες της. Προτιμά να κάθεται ως αεί σκεπτόμενος μπροστά στον κίνδυνο της εσωκομματικής Γκερνίκα και να κατηγορεί ως βαρβάρους όσους αποκαλύπτουν την πολιτική της ανηθικότητα.

Το μεγάλο κέρδος της κοινωνίας όμως είναι ότι μπορεί να διεκδικεί ενημέρωση, πλήρη ενημέρωση από αυτούς που έχουν την πλήρη γνώση για να ενημερώσουν, και όχι από τις αχόρταγες για αίμα και αδηφάγες για την εξουσία συστημικές γραφίδες της αντιπολίτευσης. Η απόφαση του υπουργείου Εξωτερικών να μεταδώσει μια τέτοια συζήτηση από το youtube και το κανάλι της Βουλής είναι ένα κεκτημένο πλέον που δύσκολα θα μπορεί να το αρνηθεί οποιαδήποτε εξουσία στο μέλλον.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών