Όταν επισκέφτηκα την περιοχή της Μαριούπολης για τις ανάγκες ενός ντοκιμαντέρ λίγα χρόνια πριν την κρίση στην Κριμαία το 2014, κουβεντιάζοντας με υπερήλικες ομογενείς στα φτωχικά τους, μια γριούλα μου είχε δείξει με υπερηφάνεια τα σοβιετικά παράσημα που είχε πάρει ο άνδρας της και ένα μικρό άγαλμα του Λένιν. Τα κρατούσε ως «κόρη οφθαλμού». Μια άλλη μου είχε διηγηθεί τα δεινά που είχε περάσει η οικογένειά της την εποχή των διώξεων από το καθεστώς Στάλιν.

Ads

Ιστορίες ανθρώπινες, αντιφατικές που περιπλέκουν την ιστορία του ελληνισμού σ´εκείνα τα μέρη με τη μετεξέλιξη του μπολσεβικισμού τα χρόνια της κραταιάς Σοβιετικής Ένωσης. Και στο ελληνικό μουσείο στο Σαρτανά ανάμεσα στα άλλα εκτίθετο η εφημερίδα Κολεχτιβιστίς με τον υπότιτλο «βγενι κάθε τρις μέρες» και ημερομηνία «17 Νοέμβρι 1933».

Θυμήθηκα εκείνες τις κουβέντες βλέποντας αυτές τις ώρες του πολέμου εικόνες με ρωσικά άρματα μάχης να προελαύνουν στη Μαριούπολη, κι άλλες με ένα τεράστιο άγαλμα του Λένιν να κυριαρχεί σε πλατεία του Ντονέτσκ. Τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ουκρανία, όπως ο Κόκκινος Στρατός στις αρχές του 1980 είχε εισβάλει στο Αφγανιστάν. Η «ρωσική αρκούδα» έβαλε σε κίνηση τη στρατιωτική της μηχανή για να εκδιώξει τους εχθρούς της, τους ναζί από την Ουκρανία, σύμφωνα με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, όπως ο Ιωσήφ Στάλιν είχε κάνει το ίδιο για να σταματήσει την προέλαση των γερμανών ναζί. Από το αφήγημα της ρωσικής προπαγάνδας όμως, διαφεύγουν ορισμένες «λεπτομέρειες».

Από τις αυθόρμητες κινητοποιήσεις στις αποσχίσεις

Ads

Καταρχάς η ναζιστική Γερμανία είχε εισβάλει στη Σοβιετική Ένωση, συνεπώς εκείνος ο πόλεμος είχε για τους Ρώσους αμυντικό χαρακτήρα, ενώ στον πόλεμο της Ουκρανίας οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί. Ακόμη κι αν ληφθεί υπόψη ότι η Μόσχα «ένιωσε τη θηλιά στο λαιμό» της με τη διαρκή επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, τίποτε δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη ρωσική εισβολή. Ο Πούτιν επικαλέστηκε την «αποναζιστικοποίηση της Ουκρανίας». Κι αυτή είναι η δεύτερη «λεπτομέρεια» που σκοπίμως διαστρεβλώνεται από την προπαγάνδα του Κρεμλίνου και αποσιωπάται από τους δυτικούς ηγέτες.

Οι αυθόρμητες στην αρχή λαϊκές κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας και στη συνέχεια τα βίαια γεγονότα στην πλατεία Μεϊντάν του Κιέβου, που διήρκεσαν τρεις ολόκληρους μήνες και οδήγησαν, τον Φεβρουάριο του 2014,  στην απομάκρυνση του τότε φιλορώσου προέδρου, Βίκτορ Γιανουκόβιτς, ανεξαρτήτως εάν ήταν μια δημοκρατική επανάσταση ή επρόκειτο για πραξικόπημα με τις ευλογίες της CIA, ανέδειξαν, και κατ΄ άλλους καθοδηγήθηκαν από την παρουσία νεοναζιστικών οργανώσεων και ακροδεξιών παραστρατιωτικών ομάδων (Δεξιός Τομέας, Εθνική Φρουρά, C14, κ.ά.), οι οποίες μετέπειτα επηρέασαν τις εξελίξεις σε βαθμό μεγαλύτερο από την εκλογική τους δύναμη τόσο στην κεντρική πολιτική σκηνή όσο και στην ουκρανική κοινωνία. Χαρακτηριστικό είναι ότι προσκαλούνταν σε σχολεία για να μιλήσουν σε μαθητές, διοργάνωναν σεμινάρια στρατιωτικής εκπαίδευσης για παιδιά, τους δίδασκαν πώς «να αγαπούν την Ουκρανία», να «υπερασπίζονται τη λευκή φυλή», κλπ.

Κυρίως, όμως, οι οργανώσεις αυτές, που ουδέποτε έκρυψαν τον θαυμασμό τους για τον Χίτλερ και τις θεωρίες περί «άριας φυλής», δρούσαν από τότε στην ανατολική Ουκρανία. Το νεοναζιστικό Τάγμα Αζόφ, που εντάχθηκε στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις, ευθύνεται, σύμφωνα με έκθεση παρατηρητών του ΟΑΣΕ, για μαζικές δολοφονίες και εκτελέσεις κρατουμένων, για επιθέσεις σε σχολεία, γηροκομεία, λαϊκές αγορές, οπουδήποτε σύχναζαν ρωσόφωνοι στην περιοχή του Ντονμπάς που δεν το υποστήριζαν ανοικτά, αλλά και εναντίον δημοκρατών και ακτιβιστών που υπερασπίζονταν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αν και ο αριθμός δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί από ανεξάρτητες πηγές, ντόπιοι κάνουν λόγο για 14.000 ρωσόφωνους, ουκρανούς πολίτες, στην πλειοψηφία τους άμαχους, που έχασαν τη ζωή τους από το 2014 μέχρι τη μέρα που ξεκίνησε η ρωσική εισβολή.

«Οι εφημερίδες εδώ στην Ελλάδα δεν έγραφαν τίποτε για ό,τι συνέβαινε εκεί, για τις μαζικές δολοφονίες παιδιών…» μου είπε αυτές τις μέρες με βουρκωμένα τα μάτια μια γυναίκα από τη Γεωργία που έχει συγγενείς και φίλους στο Ντονμπάς. Παραπληροφόρηση ή αλήθεια, γεγονός είναι ότι ο τρόμος κυριαρχούσε για χρόνια στην περιοχή.

Η ανεξέλεγκτη δράση αυτών των νεοναζιστικών ομάδων φαίνεται ότι ήταν και η αιτία, ή ενδεχομένως το άλλοθι –καθότι οι περισσότεροι ρωσόφωνοι του Ντονμπάς ουδέποτε ένιωσαν Ουκρανοί- για να ενισχυθεί στη νοτιοανατολική Ουκρανία ο ρωσικός εθνικισμός, οι αποσχιστικές τάσεις και η τρομοκρατία πλέον και από την πλευρά των ρώσων αυτονομιστών.

Κοντολογίς, μια κατάσταση σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο εθνικισμούς, που οδήγησε στην αυτο-ανακήρυξη δύο ανεξάρτητων «Λαϊκών Δημοκρατιών» του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, επιδεινώθηκε με την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία, δεν λύθηκε με τις δύο συμφωνίες του Μινσκ, εξελίχθηκε σ΄ ένα από τα κύρια μέτωπα του πολέμου στην Ουκρανία.

Νεοναζί πολεμούν νεοναζί

Το αξιοσημείωτο τώρα είναι ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν, σύμφωνα με δυτικούς αναλυτές, στηρίζει πλέον την επιτυχία της «ειδικής στρατιωτικής (του) επιχείρησης» στην Ουκρανία σε τάγματα φανατικών εθνικιστών. Θέλει να διώξει τους ουκρανούς ναζί στηριζόμενος σε ομοϊδεάτες τους, σε τάγματα εφόδου που εφαρμόζουν ναζιστικές μεθόδους εξόντωσης του αντιπάλου.

Ο Ραμζάν Καντίροφ που κυβερνά την Τσετσενία και είναι απόλυτα πιστός στον ρώσο πρόεδρο, είναι διοικητής μιας στρατιωτικής δύναμης, γνωστής με την ονομασία «Καντιρόφτσι», η οποία έχει κατηγορηθεί για μαζικές δολοφονίες. Είναι οι πάνοπλοι μαυροφορεμένοι άνδρες, που βλέπουμε σε φωτογραφίες αυτοί που κάνουν τις βρώμικες δουλειές, όπως έκαναν οι contractors των αμερικανικών εταιριών πολέμου (Blackwater, MPRI, Armorgroup, κ.ά.) που δεν υπάγονται στη Συνθήκη της Γενεύης.  Συνεπώς μπορούν να δρουν ανεξέλεγκτα, χωρίς από την άλλη πλευρά να κινδυνεύουν να διωχθούν.

Αξιωματούχοι δυτικών μυστικών υπηρεσιών ανέφεραν χθες στους Financial Times ότι οι ομάδες κρούσης της Τσετσενίας ήταν πίσω από το αποτυχημένο σχέδιο δολοφονίας του ουκρανού προέδρου, ενώ σύμφωνα με τον Καντίροφ, οι δυνάμεις του βρίσκονται στα πρόθυρα του Κιέβου. Εκεί, σύμφωνα με τους Times του Λονδίνου, βρίσκεται από την αρχή του πολέμου και η ομάδα Wagner, που αποτελείται από ρώσους μισθοφόρους με επικεφαλής τον Ντμίτρι Ούτκιν, θαυμαστή του Γ΄ Ράϊχ και στενό συνεργάτη του Πούτιν.

Ταυτόχρονα ο ρώσος πρόεδρος, που διατηρεί στενές σχέσεις με ηγέτες ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη (Εθνικό Μέτωπο της Μαρί Λεπέν, Λέγκα του Βορρά του Ματέο Σαλβίνι, κλπ.), και φέρεται ως χρηματοδότης οργανώσεων της Μαύρης Διεθνούς, έχει απευθύνει ανοικτή πρόσκληση σε εθελοντές ανά τον κόσμο να πολεμήσουν στο πλευρό των ρωσικών δυνάμεων. Το ίδιο έχει κάνει και ο Βολοντιμίρ Ζελένσκι.

Αν και κανείς δεν γνωρίζει τις πολιτικές πεποιθήσεις και τα κίνητρα των εθελοντών που έχουν ήδη ανταποκριθεί στις προσκλήσεις των δύο ηγετών, εάν δηλαδή θα πολεμήσουν για να υπερασπιστούν τη δημοκρατία, όπως έκαναν χιλιάδες ξένοι που πολέμησαν στο πλευρό των Δημοκρατικών εναντίον του Φράνκο στον Ισπανικό Εμφύλιο, για την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, για την «αποναζιστικοποίησή» της, ή για κάποια άλλη ιδέα ή απλώς για… ένα παχυλό μεροκάματο, το βέβαιο είναι ότι κάποιοι εξ΄ αυτών είναι θαυμαστές του Γ΄ Ράιχ. Και ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι στα πεδία των μαχών, όπως συνέβη το 2014, όταν δύο ομάδες γάλλων ακροδεξιών που είχαν φθάσει στην Ουκρανία, διαπίστωσαν ότι πολεμούσαν μεταξύ τους. Η μία είχε ανταποκριθεί σε πρόσκληση ουκρανών νεοναζί και η άλλη ρωσόφωνων εθνικιστών. Όταν το κατάλαβαν, αιφνιδιασμένοι τηλεφώνησαν οι μεν τους δε για να δουν τι θα κάνουν!

Το περιστατικό το διηγείται στο χθεσινό φύλο της εφημερίδας Il Manifesto ο Αντρέα Σερεσίνι, ένας ιταλός δημοσιογράφος που είχε βρεθεί εκείνη την περίοδο στην περιοχή του Ντονμπάς, ο οποίος μαζί με τον Λορέντζο Τζιρόφι έγραψαν ένα βιβλίο, που μόλις κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες στην Ιταλία με τίτλο «Ουκρανία, ο πόλεμος που δεν έγινε».

Ο Σερεσίνι αναφέρει πώς στην ίδια περιοχή, εργάτες δουλεύουν για έξι μέρες την εβδομάδα σε άθλιες συνθήκες σε παράνομα μεταλλωρυχεία εξόρυξης γαιανθράκων, γνωστά και ως κοπανκάς, για 30 ευρώ τη μέρα. Οι ίδιοι οι διοικητές των ένοπλων παραστρατιωτικών ομάδων και οι τοπικοί άρχοντες είναι τα αφεντικά που εμπορεύονται και διακινούν το κάρβουνο. Πρώτα ήταν οι Ουκρανοί, τώρα είναι οι ρώσοι αυτονομιστές. Για να καταλάβει δε ο ιταλός δημοσιογράφος ποιο είναι το ιδεολογικό στίγμα αυτών των τοπικών παραγόντων που αλληλοσφάζονται, είχε ρωτήσει πριν την ρωσική εισβολή τον πρόεδρο του Κομμουνιστικού Κόμματος του Ντονμπάς ποια είναι η γνώμη του για κάποια ιστορικά πρόσωπα. Ακούγοντας τα ονόματα του Στάλιν και του τσάρου Νικόλαου του Β΄, ο συνομιλητής του δεν έκρυψε τον θαυμασμό του. Μικρότερη ήταν η αποδοχή για τον Μουσολίνι, ενώ έκανε μια γκριμάτσα αποστροφής για τον Λένιν. Τελευταίοι στη λίστα ήταν ο Μάρξ και ο Ένγκελς που τους χαρακτήρισε «παιδεραστές, πού@@@δες».

Ο «ατσαλάκωτος» και ο «μπαρουτοκαπνισμένος»

Εν κατακλείδει, στον πόλεμο αυτόν πέρα από τις συγκρούσεις μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων δύο χωρών, μάχονται από τη μια πλευρά ένοπλες ομάδες ουκρανών πολιτών, οι οποίες μπρος στον κίνδυνο να καταληφθεί η χώρα τους από τη Ρωσία, τάχθηκαν στο πλευρό παραστρατιωτικών νεοναζιστικών ομάδων και πολεμούν μαζί τους εναντίον του εισβολέα. Μαζί τους και δυνάμεις ξένων εθελοντών στους κόλπους των οποίων βρίσκονται νεοναζί. Και από την άλλη, τάγματα ένοπλων φανατικών εθνικιστών και ξένων εθελοντών που ενδεχομένως δεν φέρουν αγκυλωτούς σταυρούς, αλλά η ιδεολογία και οι πρακτικές τους παραπέμπουν στο Γ΄ Ράιχ. Κι αυτό το σκηνικό του πολέμου είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος, το μεγαλύτερο πρόβλημα για την Ουκρανία και την ειρήνευση στην ευρύτερη περιοχή, ανεξάρτητα από την έκβαση των συγκρούσεων.

Προφανώς ούτε ο Πούτιν, ούτε ο Ζελένσκι ανήκουν στη Μαύρη Διεθνή. Απλώς  ο «ατσαλάκωτος» ρώσος πρόεδρος, αυτός ο αυταρχικός πρώην πράκτορας της KGB, με υποκριτικό τρόπο επικαλείται τη διαφθορά της δυτικότροπης Ουκρανίας και μιλά για την «αποναζιστικοποίησή» της, κρύβοντας τον εθνικισμό και τις επεκτατικές του βλέψεις για τη δημιουργία της Μεγάλης Ρωσίας.
Και ο ουκρανός «μπαρουτοκαπνισμένος» ομόλογός του, ο «άνθρωπος της διπλανής πόρτας» και για αυτό συμπαθής στην δυτική κοινή γνώμη, επικαλείται την εισβολή μιας ξένης χώρας στον τόπο του και ζητά τη βοήθεια της Δύσης, χωρίς να πολυσκέφτεται ότι η παράταση του πολέμου θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τον ουκρανικό εθνικισμό και τις νεοναζιστικές οργανώσεις για τη δράση των οποίων δεν έκανε τίποτε το ουσιαστικό μέχρι να ξεκινήσει η ρωσική εισβολή.

Ο πόλεμος τρέφει τους εθνικισμούς. Όσο για τις επόμενες γενιές, αυτές ενδέχεται να διηγούνται τη ρωσο-ουκρανική σύρραξη όπως οι δύο υπερήλικες ομογενείς που είχα συναντήσει στην περιοχή της Μαριούπολης. Άλλοι θα δείχνουν παράσημα ανδρείας και άλλοι στη θύμησή της θα «ξύνουν πληγές» του παρελθόντος.

*Ο Παύλος Νεράντζης είναι δημοσιογράφος και παραγωγός ντοκιμαντέρ, διδάκτωρ του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ και συγγραφέας του υπό έκδοση βιβλίου «Η Αλήθεια βομβαρδίζεται. Τα ΜΜΕ και ο Πόλεμος με το βλέμμα ενός πολεμικού ανταποκριτή. Από τον 19ο έως τον 21ο αιώνα».