Σουρεαλιστική. Αυτό ίσως είναι το καλύτερο επίθετο για να περιγράψει κανείς την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην Ιταλία μετά το ολικό μπλοκάρισμα όλων των δραστηριοτήτων που ακολούθησε την κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω του Κορονοϊού. Στην προσπάθεια να αφηγηθεί κανείς τα όσα συμβαίνουν εισέρχεται σε μια πραγματικότητα που ταιριάζει περισσότερο στις εικαστικές τέχνες παρά στη δημοσιογραφία. Από το Φεβρουάριο, όταν οι αρχές των περιφερειών της Λομβαρδίας, του Βένετο και της Εμίλια Ρομάνια πήραν τα πρώτα περιοριστικά μέτρα μέχρι σήμερα που ολόκληρη η Ιταλία έχει παραλύσει με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, έχουμε βιώσει όλα τα πιθανά συναισθήματα.

Ads

Για να ξεφύγουμε από αυτές τις πολεμικές και να μην καταλήξουμε στο ίδιο καζάνι με αυτοσχέδιους λοιμωξιολόγους, επιδημιολόγους, υγειονομικούς, υπεύθυνους της πολιτικής προστασίας, κλπ, μπορούμε να καταφύγουμε στην παγιωμένη πεποίθηση που θεωρεί τους οργανωμένους οπαδούς πιστή αντανάκλαση της κοινωνίας που τους περιβάλλει. Και μέσα από αυτό τον καθρέπτη θα ξαναδιαβάσουμε όλα τα σημαντικά επεισόδια αυτού του πικρού χρονικού.

Περάσαμε από την άρνηση της πραγματικότητας στο σκεπτικισμό, για να καταλήξουμε στη συνέχεια στον πιο ζοφερό φόβο, μέσα στον οποίο οι πιο αισιόδοξοι αναζητούν μια σπίθα ελπίδας για να κοιτάξουν προς το μέλλον. Συναισθήματα που συμμεριζόμαστε με ανθρώπους απ’ ολόκληρο τον πλανήτη την εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τα οποία, χωρίς να δυσαρεστήσουμε το μακαρίτη Ουμπέρτο Έκο που τα χαρακτήρισε χρήσιμα μόνο για να δίνουν το λόγο σε λεγεώνες ηλιθίων, πολλαπλασίασαν ατελείωτες πολεμικές που κατέληξαν και στα παραδοσιακά μμε. Για να ξεφύγουμε από αυτές τις πολεμικές και να μην καταλήξουμε στο ίδιο καζάνι με αυτοσχέδιους λοιμωξιολόγους, επιδημιολόγους, υγειονομικούς, υπεύθυνους της πολιτικής προστασίας, κλπ, μπορούμε να καταφύγουμε στην παγιωμένη πεποίθηση που θεωρεί τους οργανωμένους οπαδούς πιστή αντανάκλαση της κοινωνίας που τους περιβάλλει. Και μέσα από αυτό τον καθρέπτη θα ξαναδιαβάσουμε όλα τα σημαντικά επεισόδια αυτού του πικρού χρονικού.

Εάν μέχρι πριν από μερικές μέρες αυτός ο ιός έμοιαζε ακόμα ένας εξωτικός «μπαμπούλας», ικανός μόνο να προκαλέσει την αμηχανία των δημοσιογράφων, στο τέλος της εβδομάδας της 23ης Φεβρουαρίου τα γεγονότα άρχισαν να παίρνουν τη μορφή χιονοστιβάδας, μηδενίζοντας μέσα σε ελάχιστο χρόνο τα περισσότερα από 8.000 χιλιόμετρα που χωρίζουν τη Γουχάν από την Ιταλία. Με την εμφάνιση των πρώτων κρουσμάτων μόλυνσης στη Λομβαρδία και το Βένετο, για προληπτικούς λόγους σταμάτησαν αμέσως τα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα των δύο Περιφερειών, αλλά η σοβαρότητα της κατάστασης έγινε εμφανής για πρώτη φορά από την απόφαση να αναβληθούν, ύστερα από λίγες μέρες, οι αναμετρήσεις της Ίντερ, της Αταλάντα [ομάδες με έδρα τη Λομβαρδία] και της Βερόνα [ομάδα με έδρα το Βένετο] για τη Serie A [Α΄ Εθνική]. Το παράδοξο είναι ότι την ίδια Κυριακή επιτράπηκε η διεξαγωγή της αναμέτρησης ανάμεσα σε Τσεζένα [από την Εμίλια Ρομάνια] και Βιντσέντσα [από το Βένετο] για τη Serie C [Γ΄ Εθνική], επιτρέποντας σε 1.400 οπαδούς της Βιντσέντσα να επικεντρωθούν από το επίκεντρο της μόλυνσης στην Εμίλια Ρομάνια η οποία, από σύμπτωση ή λόγω γεωγραφικής εγγύτητας, ύστερα από λίγο έγινε η δεύτερη περιφέρεια με τα περισσότερα κρούσματα μόλυνσης από τον ιό.

Ads

Ορισμένες αντιφατικές επιλογές, σε συνδυασμό με την έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς, τροφοδότησαν τις αμφιβολίες σχετικά με την πραγματική επικινδυνότητα της επιδημίας σε βαθμό που ορεινά ή παραθαλάσσια τουριστικά θέρετρα κατακλύστηκαν από τουρίστες, λες και η εξαγγελία του κλεισίματος των σχολείων δεν ήταν ένα καμπανάκι κινδύνου, αλλά μια καλή ευκαιρία για διακοπές. Σύγχυση στην οποία συνέφερε και η Confcommercio (η Ένωση εμπορικών επιχειρήσεων) της Λομβαρδίας, η οποία προωθώντας το χάσταγκ #milanononsiferma [το Μιλάνο δεν σταματάει], αγνόησε τις εκκλήσεις της Κυβέρνησης για σύνεση, παρακινώντας τα μέλη της να κρατήσουν τα καταστήματά τους ανοικτά και το κοινό να τα στηρίξουν, πυροδοτώντας ένα είδος υφέρποντος πολέμου ανάμεσα στην «ατμομηχανή της Ιταλίας» και αδιευκρίνιστες σκοτεινές δυνάμεις που επιδίωκαν να την σαμποτάρουν. Ύστερα από λίγο ακόμα και αυτοί οι παράλογοι θεωρητικοί της συνωμοσίας αναγκάστηκαν να παραδεχθούν το προφανές, ορισμένοι από αυτούς, μάλιστα, καταλήγοντας να μολυνθούν από τον ιό αφού πρώτα αποθανατίστηκαν σε χαρούμενα απεριτίφ στο μπαρ. Εάν η Ιταλία δεν ήταν μια χώρα από την οποία απουσιάζει η ιστορική μνήμη, όταν περάσει αυτή η καταιγίδα κάποιοι θα έπρεπε να λογοδοτήσουν για  την επίδειξη τόσης ανευθυνότητας.

Παραμένοντας στο θέμα της ανευθυνότητας με την οποία συμπεριφέρθηκαν κάποιες επαγγελματικές ομάδες, έντονη κριτική έχει δεχθεί και η Confindustria(η Ένωση των Βιομηχάνων) στην οποία, θέλοντας ή μη, λογοδοτούν όλες οι κυβερνήσεις. Ακόμα και μεσούσης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, πολλές μεγάλες, μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις συνέχισαν τη λειτουργία τους, ανεξαρτήτως του εάν παράγουν είδη πρώτης ανάγκης ή όχι. Μια από τις πολλές υποθέσεις που έχουν γίνει, όσο κι αν δεν μπορεί να αποδειχθεί επιστημονικά, υποστηρίζει ότι η επιδημία έπληξε περισσότερο τις πιο εκβιομηχανισμένες περιοχές της Ιταλίας επειδή τα αφεντικά των επιχειρήσεων προτίμησαν να προτάξουν τα κέρδη έναντι της δημόσιας υγείας. Το άχρηστο μιντιακό παιχνίδι της καθυστερημένης αναζήτησης του «ασθενή μηδέν», λες και η απόδοση των ευθυνών θα μπορούσε να μετατραπεί σε ένα είδος εμβολίου, εντόπισε ακόμα και μια «αναμέτρηση μηδέν» στο ματς Αταλάντα-Βαλένθια για το ChampionsLeague, που διεξήχθη στο ουδέτερο γήπεδο του Μιλάνου. Περισσότεροι από 45.000 κάτοικοι του Μπέργκαμο [πόλη της Λομβαρδίας που γειτνιάζει με το Μιλάνο] μετακινήθηκαν προς το στάδιο Μεάτσα, ουσιαστικά το 1/3 των κατοίκων της πόλης με τα περισσότερα κρούσματα κορονοϊού στην Ιταλία, και η μοίρα θέλησε η Βαλένθια να γίνει ένα από τα επίκεντρα της διάδοσης του ιού στην Ισπανία.

Η αναμέτρηση στη Βαλένθια προσέφερε κι αυτή αρκετές αφορμές για συζήτηση: τίποτα δεν μπορεί να αποδυναμώσει περισσότερο τη σημαντικότερη ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική διοργάνωση, υποβιβάζοντάς την σε ένα φιλικό του καλοκαιριού, από ένα άδειο στάδιο, ωστόσο το σημαντικότερο γεγονός της αναμέτρησης υπήρξε η απάντηση της πόλης του Μπέργκαμο και των οπαδών της Αταλάντα που, παρά την πρωτοφανή στην ιστορία της ομάδας τους επιτυχία που σήμανε η πρόκριση στα προημιτελικά της διοργάνωσης, έμειναν κλεισμένοι στα σπίτια τους και απέφυγαν τη δημιουργία οποιαδήποτε συνάθροισης. Οι φίλαθλοι, και πιο συγκεκριμένοι οι ultras, που σε ανάλογες περιστάσεις είχαν επιφυλάξει θριαμβευτική υποδοχή στην ομάδα τους στο αεροδρόμιο, επέδειξαν πολύ περισσότερη υπευθυνότητα και αίσθημα ευθύνης ως πολίτες από όλους εκείνους που ανέκαθεν τους χαρακτήριζαν ως αποβράσματα της κοινωνίας και στη συνέχεια, όταν ήρθε η ώρα να υπερασπιστούν τα δικά τους συμφέροντα, δεν έδειξαν τον ίδιο σεβασμό που έδειξαν οι οπαδοί για τη ζωή του κοινωνικού συνόλου. Επιπλέον, η Curva Nord Atalanta, οι οργανωμένοι οπαδοί της ομάδας, όταν έλαβε την επιστροφή των χρημάτων για τα εισιτήρια της αναμέτρησης Βαλένθια-Αταλάντα που έγινε κεκλεισμένων των θυρών λόγω ανωτέρας βίας, επέλεξε να μην εισπράξει εκείνο το ποσό, το οποίο ανερχόταν στα 40.000 ευρώ, αλλά να το δωρίσει στο Νοσοκομείο «Papa Giovanni XXIII» του Μπέργκαμο για να δώσει μια απτή βοήθεια σε όσους βίωναν σε πρώτο πρόσωπο την κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Την ίδια επιλογή έκανε και η «Ένωση Φιλάθλων της Αταλάντα» που κατέβαλε 20.000 ευρώ από την επιστροφή χρημάτων που έλαβε για τον ίδιο αγώνα, ενώ πάντα η Curva Nord δώρισε άλλες 5.000 ευρώ στην Κλινική «San Francesco», ένα άλλο νοσοκομείο της πόλης. Επιπλέον, οι ultras προσέφεραν και δωρεάν εργατικά χέρια για την κατασκευή ενός υπαίθριου νοσοκομείου στην πόλη. Το να είσαι ultra είναι γνωστό πως σημαίνει την υπεράσπιση της γης σου και παραδείγματα αυτού του είδους δείχνουν το ευρύτερο νόημα που μπορεί να αποκτήσει αυτό το ιδανικό και, ταυτόχρονα, πόσο μυωπική είναι η εγκληματικοποίηση του οπαδικού κόσμου από την υπόλοιπη κοινωνία η οποία ασχολείται αποκλειστικά με τις βίαιες παρεκτροπές του, αλλά δεν βλέπει ή δεν θέλει να δει πόσο ισχυρό είναι το αίσθημα της κοινότητας στο εσωτερικό του.

Ακολουθώντας το παράδειγμα των οπαδών της Αταλάντα, πολλές οπαδικές συλλογικότητες ανέλαβαν παρόμοιες πρωτοβουλίες. Ορισμένες από αυτές, όπως εκείνοι της Σπέτσια, της Κόμο και της ομάδας μπάσκετ της Καντού συγκέντρωσαν χρήματα ή υγειονομικό υλικό για τα νοσοκομεία του Μπέργκαμο και της επαρχίας του, που όπως ειπώθηκε είναι η περιοχή που δοκιμάστηκε περισσότερο απ’ οποιαδήποτε άλλη στην Ιταλία: εμβληματική, από αυτή την άποψη, είναι η σκηνή των φορτηγών του στρατού που μετέφεραν τις σωρούς μακριά από την πόλη επειδή στο κοιμητήριο της πόλης δεν υπήρχαν πλέον διαθέσιμες θέσεις.

Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης και ο φόβος εξαπλώθηκαν πολύ σύντομα παντού και σε πολλές πόλεις, οι ultras των τοπικών ομάδων κινητοποιήθηκαν είτε προβαίνοντας σε καθαρά συμβολικές κινήσεις, ευχαριστώντας το υγειονομικό προσωπικό με πανό ενθάρρυνσης που ανέβηκαν κοντά στα τοπικά νοσοκομεία, είτε πιο έμπρακτα, οργανώνοντας την κλασική συγκέντρωση χρημάτων, μασκών ή αναπνευστήρων ή ακόμα παραγγέλνοντας φαγητό και στέλνοντάς το στα νοσοκομεία για τους πολυάριθμους υγειονομικούς που βρίσκονταν υποχρεωμένοι να κάνουν τόσες πολλές υπερωρίες ώστε να μην μπορούν ούτε καν να γυρίσουν στα σπίτια τους για να φάνε ή να ξεκουραστούν.

Όλοι οι σύνδεσμοι ultras διέκοψαν επιδεικνύοντας σωφροσύνη όλες τις συνδεσμιακές δραστηριότητές τους και κανένας πλέον δεν ενδιαφέρεται αυτήν τη στιγμή πότε θα ξαναρχίσει το πρωτάθλημα, ούτε καν όποιος ετοιμαζόταν στεφθεί πρωταθλητής κάνοντας περίπατο ή πάλευε με όλες του τις δυνάμεις για να σωθεί από τον υποβιβασμό

Όλοι οι σύνδεσμοι ultras διέκοψαν επιδεικνύοντας σωφροσύνη όλες τις συνδεσμιακές δραστηριότητές τους και κανένας πλέον δεν ενδιαφέρεται αυτήν τη στιγμή πότε θα ξαναρχίσει το πρωτάθλημα, ούτε καν όποιος ετοιμαζόταν στεφθεί πρωταθλητής κάνοντας περίπατο ή πάλευε με όλες του τις δυνάμεις για να σωθεί από τον υποβιβασμό, δεδομένου ότι η σωτηρία για την οποία αγωνίζονται όλοι αυτή την ιστορική στιγμή είναι τελείως διαφορετική. Πέρα από μια ρητορική, που ορισμένες φορές γίνεται βεβιασμένη επίδειξη καλοσύνης, ανακαλύφθηκε ξανά μια αίσθηση κοινωνικής αλληλεγγύηςπου στην καθημερινή ζωή είχαμε να δούμε από την εποχή του σεισμού στην Εμίλια Ρομάνια το 2012 ή στην Κεντρική Ιταλία το 2016.

Ασφαλώς δεν έλειψαν και τα αρνητικά παραδείγματα, αποτέλεσμα του φόβου ή του ανορθολογισμού. Μια άλλη σκηνή που αποτυπώθηκε στο συλλογικό φαντασιακό είναι εκείνη του σιδηροδρομικού σταθμού του Μιλάνου το βράδυ που η Κυβέρνηση προετοίμαζε τους πρώτους περιορισμούς των μετακινήσεων. Αγνοώντας τις εκκλήσεις να μείνουν σπίτι και εν αναμονή νέων οδηγιών, ένα τεράστιο πλήθος αποτελούμενο από φοιτητές και εργαζόμενους κατέλαβε διά εφόδου τα τρένα για να επιστρέψουν στο Νότο της Ιταλίας (ιστορικά, στην Ιταλία υπάρχει μια μεγάλη μετανάστευση από το Νότο προς το Βορρά για οικονομικούς λόγους). Από συμβολική άποψη είναι μια αναντίρρητα άσχημη εικόνα, η οποία παραπέμπει μάλλον στη δειλία και όχι στο θάρρος που θα χρειαζόταν μια κοινότητα αυτές τις δύσκολες ώρες. Αλλά πολύ εύκολα όλα μπορούν να αναχθούν στα ενδόμυχα συναισθήματα ανθρώπινης ευθραυστότητας. Εκμεταλλευόμενες αυτή την είδηση σε συνδυασμό με εκείνη, που στη συνέχεια αποδείχθηκε ψευδής, των γιατρών της Νάπολης που προσποιήθηκαν τους αρρώστους για να αποφύγουν τη μόλυνση, ακόμα πιο διφορούμενα υπήρξαν τα πανό των ultras της Βαρέζε και της Ίντερ [που είναι αδελφοποιημένοι, σ.τ.μ.]. Με αφετηρία αυτά τα γεγονότα (ή υποτιθέμενα γεγονότα), οι δύο αυτές οπαδικές ομάδες, αντί να προτάξουν τον ίδιο έντονο πατριωτισμό που επιδεικνύουν στο γήπεδο ανεμίζοντας ιταλικές σημαίες, προτίμησαν να ρίξουν λάδι στη φωτιά της αντιπαράθεσης Βορρά και Νότου, όταν θα μπορούσαν να επιλέξουν μια πιο συνετή σιωπή, αφήνοντας τις πολεμικές ή τις οπαδικές αντιπαλότητες [είναι γνωστή η εχθρότητα που χωρίζει τους οπαδούς της Νάπολι με εκείνους της Ίντερ και της Βαρέζε, σ.τ.μ.] για όταν τα γήπεδα θα είναι και πάλι γεμάτα κόσμο και ο ιός δεν θα αποτελεί τίποτα παραπάνω από μια μακρινή ανάμνηση. Αλλά, κατά βάθος, ίσως θα έπρεπε να ευχαριστήσουμε τους δημιουργούς εκείνων των πανό επειδή μας υπενθύμισαν πώς ήταν πραγματικά οι άνθρωποι όταν δεν είχαν ακόμα κυριευτεί από το φόβο: σήμερα από τα μπαλκόνια των σπιτιών κρέμονται σχέδια με το ουράνιο τόξο και πλακάτ που γράφουν «Όλα θα πάνε καλά», αλλά μέχρι πριν από λίγο βασίλευε ένας άθλιος πόλεμος μεταξύ φτωχών στον οποίο ως αιτία όλων των κοινωνικών προβλημάτων θεωρούνταν οι έσχατοι των έσχατων και ποτέ η ιθύνουσα τάξη που είχε στην πραγματικότητα προκαλέσει εκείνα τα προβλήματα με τις αδίστακτες πολιτικές της. Ακόμα και η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που προκάλεσε η εξάπλωση του κορονοϊού δεν είναι τίποτα άλλο από μια συνέπεια των πολιτικών αυτών: η αδυναμία του υγειονομικού συστήματος να αντιμετωπίσει ένα απρόοπτο συμβάν μετά τις περικοπές σε νοσοκομειακές κλίνες και οικονομικούς πόρους που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία τριάντα χρόνια. Όλως παραδόξως, παράλληλα η ιδιωτική παιδεία και η ιδιωτική υγεία ενισχύονταν διαρκώς από πολιτικούς οι οποίοι, στη συνέχεια, βρέθηκαν επανειλημμένα αναμεμιγμένοι σε δικαστικές έρευνες ως κατηγορούμενοι (ο πρώην Περιφερειάρχης της Λομβαρδίας βρίσκεται ακόμα υπό κράτηση για ένα από αυτά τα σκάνδαλα). Από αυτήν τη σκοπιά δεν είναι τελείως τυχαίο ότι η σημερινή κρίση έπληξε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη περιοχή της Ιταλίας τη Λομβαρδία, που είναι και η περιοχή στην οποία τα προηγούμενα χρόνια είχε προχωρήσει περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού η ιδιωτικοποίηση σημαντικού μέρους της δημόσιας υγείας.

Ούτε είναι τυχαίο ότι σε μια στιγμή πραγματικής ανάγκης το υποτιθέμενο σύμφωνο διακρατικής βοήθειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέληξε στα αζήτητα, ενώ η μοναδική πραγματική και διεθνής αλληλεγγύη ήρθε από την Κίνα, την Κούβα, τη Βενεζουέλα και την Αλβανία. Όταν κοπάσει η καταιγίδα θα μπορούσαμε να απαιτήσουμε την πραγματοποίηση αλλαγών που θα έδιναν μια νέα όψη στη χώρα, εάν σε αυτή την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που βιώνουμε δεν υπήρχε ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού για το οποίο το νέο συνίσταται στην τυφλή αποδοχή μορφών κοινωνικού ελέγχου που παραβιάζουν την ιδιωτικότητά μας, όπως ο έλεγχος με τη χρήση drones, οι βεβαιώσεις που πρέπει να διαθέτουμε για να βγούμε από τα σπίτια μας προκειμένου αγοράσουμε ακόμα και είδη πρώτης ανάγκης· οι «κόκκινες ζώνες», η δυσπιστία προς τους άλλους, οι μάσκες που φοράνε κάποιοι από φόβο μήπως μολυνθούν και όχι για να προστατεύσουν τους άλλους, άνθρωποι που παίρνουν δρόμο μόλις δουν κάποιον να τους πλησιάζει· εφαρμογές για τα κινητά που μετατρέπουν τους πολίτες σε εθελοντές μπάτσους και τους προτρέπουν να καταγγείλουν όποιον περπατάει στο δρόμο, χωρίς ούτε καν να γνωρίζουν για ποιον λόγο οι τελευταίοι έχουν βγει από τα σπίτια τους. Είναι βέβαιο ότι αυτή η εμπειρία θα αλλάξει για πάντα το πρόσωπο της Ιταλίας και τις συνήθειές της, είναι βέβαιο ότι έχουν υπονομευτεί τα θεμέλια των τελευταίων συλλογικών ενστίκτων προς όφελος του πιο βάρβαρου ατομισμού. Η έσχατη ελπίδα εναπόκειται σε εκείνους, όπως οι ultras, που ακόμα πιστεύουν σε ιδέες και πρακτικές μοιράσματος και τις αντιτάσσουν στον εγωισμό που εξαπλώνεται.

Πηγή: Humbazine.gr