Η κρίση του κεϊνσιανού μοντέλου, κατά τη δεκαετία του 1970, οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής αναβίωσε τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη ανατροπής της ρύθμισης και της συλλογικότητας σε όφελος της απορρύθμισης και της ατομικότητας, θεωρώντας ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο «των απελευθερωμένων κυρίαρχων χρηματοπιστωτικών αγορών και των αποκλεισμένων κοινωνιών», η ευρωπαϊκή και η ελληνική οικονομία θα αξιοποιήσουν αποδοτικότερα τις νέες καινοτομίες και τεχνολογίες (πληροφοριακά συστήματα παραγωγής, αυτοματισμός, ρομποτική κ.λπ.) στην παραγωγική διαδικασία και θα βελτιώσουν σημαντικά τα ανταγωνιστικά τους πλεονεκτήματα.

Ads

Ετσι, οι ασκούμενες πολιτικές, εμπνεόμενες από τη νεοφιλελεύθερη αυτή αντίληψη μετατροπής της έννοιας της εργασίας από «δημιουργική δραστηριότητα του ανθρώπου» σε «ατομική επαγγελματική δραστηριότητα», χαρακτηρίζονται από την παθητική προσαρμογή της εργασίας και του κράτους-πρόνοιας στις νέες τεχνολογικές και παραγωγικές εξελίξεις, με το επιχείρημα ότι η σταθεροποίηση και η ανάπτυξη της οικονομίας επιτυγχάνεται με την αποσταθεροποίηση, την ευελιξία και την εξατομίκευση της εργασίας, της κοινωνικής ασφάλισης και των εργασιακών σχέσεων, καθώς και με τη μεταμόρφωση του κράτους-πρόνοιας σε κράτος-φιλανθρωπίας.

Στο πλαίσιο αυτό από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 οργανώνεται και θεσμοθετείται σταδιακά η ιδιωτική διαχείριση των κοινωνικών πόρων και η ατομική ευθύνη της ασφάλισης κινδύνων καθώς και η συρρίκνωση της κοινωνικής λειτουργίας της δημοκρατίας.

Πράγματι, κατά την περίοδο αυτήν οι ασφαλιστικές παρεμβάσεις (παραμετρικές αλλαγές) των κρατών-μελών, κατά τον έναν ή τον άλλο τρόπο, κατευθύνονται, κυρίως, στη μεταβίβαση σημαντικών βαρών στους ασφαλισμένους, τους συνταξιούχους και τις νέες γενεές καθώς και στην αλλαγή του κοινωνικού χαρακτήρα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, με τη μετατόπιση του συστημικού κέντρου βάρους της από ένα σύστημα κοινωνικής και διαγενεακής αλληλεγγύης (διανεμητικό) σε ένα εξατομικευμένο σύστημα ultra-κεφαλαιοποιητικό (βασική σύνταξη, ιδιωτικά συνταξιοδοτικά σχήματα νοητής κεφαλαιοποίησης – ατομικοί λογαριασμοί ή ατομικές μερίδες).

Ads

Ετσι, συντελείται η ιδιωτικοποίηση των κοινωνικών κινδύνων σε όρους ατομικότητας και χρησιμότητας και όχι σε όρους συλλογικότητας-κοινωνικότητας καθώς και ικανοποίησης των κοινωνικών αναγκών, με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για το βιοτικό επίπεδο των Ευρωπαίων και των Ελλήνων πολιτών στο παρόν και στο μέλλον.

Στην κατεύθυνση αυτήν, χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το σουηδικό συνταξιοδοτικό μοντέλο, το οποίο από το 1994 μεταμορφώθηκε (K.G. Scherman, 2003) σε ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης με μη εγγυημένες παροχές (σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης), δεδομένου ότι ο χρηματοοικονομικός και ο δημογραφικός κίνδυνος καθώς και η επίδραση της μείωσης του επιπέδου της παραγωγικότητας της εργασίας επιρρίπτονται εξ ολοκλήρου στον ασφαλισμένο, ο οποίος υπόκεινται στον κίνδυνο των χρηματαγορών και των κεφαλαιαγορών.

Με άλλα λόγια, η μελλοντική χρηματοοικονομική του ισορροπία βασίζεται σε ό,τι αφορά την αναλογική σύνταξη που χρηματοδοτείται από τις εισφορές σε έναν αυτόματο σταθεροποιητή, ο οποίος συνίσταται στη μείωση των παροχών (ρήτρα μηδενικού ελλείμματος) και στην αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης. Παράλληλα, χορηγείται ένα κατώτατο επίπεδο σύνταξης (βασική σύνταξη) στο όριο της φτώχειας, η οποία χρηματοδοτείται από τη φορολογία.

Η μη εγγύηση του επιπέδου των παροχών και η αβεβαιότητα που εμπεριέχει για τον ασφαλισμένο οφείλονται στο γεγονός ότι με το σύστημα της νοητής κεφαλαιοποίησης (ατομικοί λογαριασμοί ή ατομικές μερίδες) ο ίδιος ο ασφαλισμένος ατομικά αναλαμβάνει τους κινδύνους των οικονομικών κύκλων, με αποτέλεσμα κατά το έτος της συνταξιοδότησής του το κεφάλαιο που έχει συσσωρευτεί στον ατομικό του λογαριασμό από τις εισφορές του να είναι μικρότερο από το ποσό που έχει εισφέρει! Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αυτόματος σταθεροποιητής παρακρατεί τις υπερβάλλουσες εισφορές των ασφαλισμένων (όπως σε περιπτώσεις οικονομικής ανάπτυξης) για τη χρηματοδότηση έκτακτων καταστάσεων του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, όπως είναι π.χ. το φαινόμενο του baby-booming.

Με άλλα λόγια, το σύστημα της νοητής κεφαλαιοποίησης «ιδιωτικοποιεί» το όφελος και κοινωνικοποιεί το κόστος. Τα σοβαρά αυτά προβλήματα του σουηδικού συνταξιοδοτικού μοντέλου, που εμφανίστηκαν από την πρώτη δεκαετία της εφαρμογής του, έχουν προκαλέσει σοβαρές συζητήσεις στη διεθνή βιβλιογραφία αλλά και μεταξύ των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων της χώρας, δεδομένου ότι το συγκεκριμένο σύστημα της νοητής κεφαλαιοποίησης επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη χρηματοοικονομική του σταθερότητα, αδιαφορώντας παντελώς για την εγγύηση και την επάρκεια των συνταξιοδοτικών του παροχών, οι οποίες είναι αδύνατον να υπολογιστούν, γιατί με τη λειτουργία του αυτόματου σταθεροποιητή (συσσώρευση κεφαλαίου με βάση τις εισφορές και ρήτρα μηδενικού ελλείμματος) είναι εξ αντικειμένου αβέβαιο να προσδιοριστούν.

Με αφετηρία τα δεδομένα αυτά αποδεικνύεται ότι το σουηδικό συνταξιοδοτικό μοντέλο δεν αποτελεί ένα καλό παράδειγμα για να εφαρμοστεί σε άλλες χώρες στην Ευρώπη ή σε άλλες ηπείρους, στις οποίες δεν υιοθετήθηκε, παρά τις προσπάθειες νεοσυντηρητικών δυνάμεων, παρά μόνο στη Χιλή και στις Βαλτικές χώρες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η γήρανση του πληθυσμού, η διαγενεακή σύγκρουση, οι ανισότητες και η μη αλληλέγγυα λειτουργία της κοινωνικής ασφάλισης.

Ακριβώς για τους λόγους αυτούς, τα κοινωνικοασφαλιστικά συστήματα στην Ευρώπη και την Ελλάδα απαιτείται να διατηρήσουν τον αναδιανεμητικό τους χαρακτήρα με καθορισμένο επίπεδο παροχών, ανασχεδιάζοντας έναν νέο χάρτη κοινωνικής προστασίας, που θα εξασφαλίζει με την ευθύνη της κοινωνικοασφαλιστικής πολιτικής την αλληλεγγύη των γενεών, την εγγύηση των συνταξιοδοτικών παροχών και την αντιμετώπιση της γήρανσης του πληθυσμού με την εκπόνηση και υλοποίηση μιας ολοκληρωμένης δημογραφικής πολιτικής.

Στο πλαίσιο αυτό, ο αυτόματος σταθεροποιητής του αναδιανεμητικού συστήματος είναι το επίπεδο της απασχόλησης, της παραγωγικότητας της εργασίας, της ανάπτυξης και της συνεπαγόμενης εξισορρόπησης της γήρανσης του πληθυσμού.

* ομότ. καθηγητής Πάντειου Πανεπιστημίου

** υποψήφιος διδάκτωρ Πάντειου Πανεπιστημίου

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών