Τι σχέση έχουν μεταξύ τους οι αγροτικές κινητοποιήσεις και τα τρακτέρ στους δρόμους αφενός, με τις διαδοχικές απορρίψεις από την αυτοδιοίκηση και τις τοπικές κοινωνίες των σχεδίων για εγκατάσταση βιομηχανικής κλίμακας συστημάτων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, Ανεμογεννητριών και Φωτοβολταϊκών πάρκων, σε διάφορες περιοχές της χώρας;

Ads

Άμεση, είναι η απάντηση.

Γιατί στην ύπαιθρο και στην αγροτική ανάπτυξη συμβαίνει στις μέρες μας ακριβώς ό,τι συμβαίνει στις επιχειρήσεις που απαξιώνονται παραγωγικά για να εξαγοραστούν στη συνέχεια σε χαμηλό κόστος και να λειτουργήσουν κερδοσκοπικά με νέα αφεντικά, με νέους όρους και με νέο προσωπικό.

Η παραγωγικότητα της υπαίθρου, ο πρωτογενής δηλαδή τομέας της αγροτικής παραγωγής στη χώρα μας, όπως προκύπτει σήμερα εκ του αποτελέσματος, δεν είναι στις προτεραιότητες των κυβερνώντων. Οι οποίοι, αποδεχόμενοι ως δεδομένες τις ευρωπαϊκές πολιτικές που θέλουν την Ελλάδα μια χώρα με συρρικνωμένο πρωτογενή τομέα και με διογκωμένο τον τριτογενή, των υπηρεσιών, με πρώτη δραστηριότητα τον τουρισμό, χωρίς καμία διεκδίκηση για καλύτερους όρους ανάπτυξης του αγροτικού τομέα, εφαρμόζουν ήδη ένα σχέδιο εξαγοράς της υπαίθρου από μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.

Ads

Αντί, δηλαδή, να εκπονηθεί και να εφαρμοστεί στην ύπαιθρο ένα ολοκληρωμένο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης που θα τονώσει και πάλι την πρωτογενή παραγωγή και θα ξανακάνει την Ελλάδα παραγωγική και ισχυρά ανταγωνιστική στις διεθνείς αγορές, εκείνοι βρήκαν άλλη, πιο επικερδή για την ολιγαρχία του πλούτου, την οποία εκπροσωπούν, δραστηριότητα. Έναν ιδιότυπο «πράσινο καπιταλισμό».

Με πρόσχημα την «πράσινη» ανάπτυξη και με όχημα την εγκατάσταση ανεμογεννητριών στις βουνοκορφές ιδιωτικοποιούν τα δάση και τα σπάνια ορεινά οικοσυστήματα, κατά προτίμηση όσα κάηκαν από τις καλοκαιρινές πυρκαγιές, ισοπεδώνοντας την ελληνική φύση και διώχνοντας από αυτήν και τους τελευταίους αγρότες – παραγωγούς.

Κι ακόμη, με πρόσχημα και πάλι την «πράσινη» ενέργεια και με όχημα την εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας, εγκαθιστούν βιομηχανικής κλίμακας φωτοβολταϊκά πάρκα, κατά προτεραιότητα σε αγροτικές περιοχές και σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις, όπου το κόστος της εγκατάστασης είναι φτηνότερο για τους επενδυτές, μια και υπάρχουν εύκολες οδικές προσβάσεις και έτοιμα δίκτυα ηλεκτρισμού, ύδρευσης, τηλεπικοινωνιών κλπ. Με συνέπεια την αλλαγή χρήσης γης σε αυτές τις αγροτικές περιοχές και τελικά την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική ερημοποίησή τους

Το σχέδιο είναι καλά στημένο. Η αγροτική γη, ως αποτέλεσμα των πολιτικών που υλοποιούνται τα τελευταία χρόνια και με τις ευλογίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής δεν είναι πια παραγωγική.

Οι αγρότες παρακολουθούν με διαμαρτυρίες, αλλά χωρίς να μπορούν να αντιστρέψουν τον αργό θάνατο της πρωτογενούς παραγωγής, αρκούμενοι σε θνησιγενείς επιδοτήσεις και σε βραχυχρόνιες ενισχύσεις.

Κι όλα αυτά σε μια χώρα με ένα τεράστιο παραγωγικό δυναμικό σε αγροτικά προϊόντα και είδη διατροφής που είναι περιζήτητα και γι’ αυτό ισχυρά ανταγωνιστικά διεθνώς.

Το μέλλον της υπαίθρου είναι εφιαλτικό. Σε λίγα χρόνια στις βουνοκορφές δεν θα υπάρχουν δένδρα, βλάστηση και οικοσυστήματα, αλλά τσιμεντένια δάση ανεμογεννητριών. 

Ενώ στις κάποτε εύφορες και καλλιεργήσιμες πεδινές περιοχές δεν θα υπάρχουν καλλιέργειες και βλάστηση, αλλά μόνο βιομηχανικής έκτασης γυάλινες επιφάνειες φωτοβολταϊκών πάρκων.

Η Ελλάδα θα γίνει κέντρο παραγωγής «πράσινης» ενέργειας, αλλά θα έχει χάσει το πραγματικό πράσινο της φύσης. Και μαζί με αυτό, θα έχει χάσει την πρωτογενή της παραγωγή, αλλά και το εύκρατο κλίμα της, που θα γίνει θερμότερο και ξηρότερο και την υδρολογική ισορροπία της και τα νερά της και τα εύφορα εδάφη της, που θα διαβρωθούν και θα ερημοποιηθούν. Και βέβαια θα χάσει την πλούσια χλωρίδα και την άγρια και σπάνια πανίδα της, που δεν θα μπορέσει να επιβιώσει σε ένα εφιαλτικό, άνυδρο και ερημοποιημένο περιβάλλον.

Η ύπαιθρος πρώτα θα φτωχοποιηθεί και μετά θα εγκαταλειφθεί από τους αγρότες και τους κατοίκους της. Με αποτέλεσμα τη συγκέντρωση του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα, χωρίς αναπτυξιακή προοπτική.

Και όλα αυτά για μια «πράσινη» ενέργεια που δεν θα είναι καν βέβαιο αν θα μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε στο σύνολό της.


Η Ελλάδα, με πρόσχημα την «πράσινη» ανάπτυξη, αργοπεθαίνει. Με τις μεγάλες ενεργειακές επιχειρήσεις που εξαγοράζουν ολιγοπωλιακά την ύπαιθρο να είναι οι μόνες που βγαίνουν κερδισμένες από αυτή την εξαγορά μιας κάποτε εύφορης και παραγωγικής γης.

Είναι σαφές ότι αυτή η ανάπτυξη δεν είναι «πράσινη», αφού δολοφονεί το πραγματικό πράσινο της φύσης. Και επιπλέον δεν είναι καν ανάπτυξη, αφού ακυρώνει την αγροτική οικονομία, φτωχοποιεί την κοινωνία και ερημοποιεί και καταστρέφει το περιβάλλον στην ύπαιθρο.

Πρόκειται για ένα εγχείρημα με χαρακτήρα «πράσινου καπιταλισμού», με μόνο θετικό αποτέλεσμα τη διεύρυνση του πλούτου μιας ολιγαρχίας μεγάλων ενεργειακών επιχειρήσεων που τελικά ωφελείται, κερδοσκοπώντας σε βάρος του δημόσιου πλούτου και του λαού της χώρας μας.

Οι τοπικές κοινωνίες έχουν αντιληφθεί το σχέδιο και αντιδρούν. Τα δημοτικά και τα περιφερειακά συμβούλια απορρίπτουν το ένα μετά το άλλο τα νέα φαραωνικά κατ’ όνομα «πράσινα» σχέδια ανάπτυξης. Που στ’ αλήθεια είναι πιο μαύρα κι από το κάρβουνο που αντικατέστησαν.

Γιατί η παθογένεια της κλιματικής αλλαγής γίνεται απόπειρα να θεραπευτεί με ένα φάρμακο που είναι πιο τοξικό από την ίδια την πάθηση. Αφού η ερημοποίηση της υπαίθρου θα προκαλέσει αλλαγή του κλίματος στο θερμότερο και το ξηρότερο και καταστροφή των οικοσυστημάτων, με συνέπειες χειρότερες ακόμη και από της κλιματικής αλλαγής.

Η λύση, προκειμένου και να προχωρήσει το αναγκαίο εγχείρημα της «πράσινης» ενέργειας, αλλά και να διατηρηθεί η ύπαιθρος ζωντανή και παραγωγική και ο αγροτικός πληθυσμός να μην την εγκαταλείψει, είναι να προχωρήσουμε σε δυο αναγκαίες όσο τίποτε πολιτικές:

  1. Στην εκπόνηση ενός σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης της υπαίθρου, ώστε η ελληνική γη να ξαναγίνει παραγωγική, η αγροτική παραγωγή να ξαναγίνει ανταγωνιστική στις διεθνείς αγορές και οι αγρότες να παραμείνουν στη γη τους και να συνεχίζουν να ζουν από την καλλιέργειά της. Και
  2. Στην υλοποίηση ενός νέου πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού για τις ΑΠΕ στην ελληνική ύπαιθρο. Με πνεύμα προστασίας της φύσης και των οικοσυστημάτων. Και με τα «πράσινα» πάρκα να εγκαθίστανται όχι σε δάση και σε εύφορες και καλλιεργήσιμες, αλλά κατά προτεραιότητα σε άγονες και σε ακατοίκητες περιοχές, όπως και σε ανεκμετάλλευτες ακτές, σε μια χώρα με τεράστια ακτογραμμή. Η δίκαιη και η ισόρροπη στον χώρο κατανομή των ΑΠΕ θα λειτουργήσει υπέρ της επίτευξης του διπλού στόχου: και της παραγωγής πράσινης ενέργειας, αλλά και της διατήρησης της αγροτικής οικονομίας και μαζί με αυτήν και του εύκρατού κλίματος και των σπάνιων οικοσυστημάτων.

Αν δεν συμβούν άμεσα οι δυο αυτές προϋποθέσεις, ας την ξεχάσουμε την ύπαιθρο όπως την ξέραμε. Και μαζί με αυτήν, ας ξεχάσουμε και τον αγροτικό κόσμο και την πρωτογενή παραγωγή και την ελληνική φύση και εντέλει και την ίδια την Ελλάδα…

  • Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ, Επικεφαλής Παράταξης «ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ Κ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ»