Το Σάββατο 18 Μαΐου, στην αίθουσα προβολών της δημόσιας βιβλιοθήκης Βέροιας, είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε το documentaire του ευρωβουλευτή και βραβευμένου δημοσιογράφου, Στέλιου Κούλογλου, με τίτλο «142 χρόνια».

Ads

Η ταινία διαρκεί περίπου μιάμιση ώρα, αλλά είναι απίστευτα εύληπτη (προσοχή, όχι εύπεπτη). Πριν φτάσω, σκεφτόμουν πως έχοντας «συνηθίσει» στην εργαλειοποίηση των κοινωνικών φαινομένων από τα πολιτικά κόμματα, περίμενα μια ταινία με περισσότερο συναίσθημα και λιγότερη κριτική.

Παρά ταύτα, η ταινία καταφέρνει να ισορροπήσει ανάμεσα στα συναισθήματα των ταλαιπωρημένων ανθρώπων, για τους οποίους μιλάει, συναισθήματα που είναι απολύτως φυσιολογικά και αναμενόμενα, και από την άλλη στο καθαρά θεσμικό και εν μέρει πολιτικό σκέλος, αυτό με άλλα λόγια της κριτικής που θέλει να ασκήσει. Ο βουλευτής παραβρέθηκε, σχολίασε και συνομίλησε με το κοινό. Ένα κοινό κατά μέσο όρο 45-50 ετών. Όταν τελειώσαμε και βγήκαμε μαζί του στην πόλη, τα κεντρικά καταστήματα εστίασης ήταν ασφυκτικά γεμάτα. Δεν χωρούσες να περάσεις από το πεζοδρόμιο της οδού Ελιάς. Ο Στέλιος έμεινε «έκπληκτος».

Εδώ όμως γράφω με αφορμή την προεκλογική περίοδο που διανύουμε, θέλοντας να πω ότι, τελικά, μάλλον κάπως έτσι θα έπρεπε να είναι δομημένος ο (προεκλογικός) πολιτικός λόγος. Με επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα. Με συζήτηση πάνω σε τεκμήρια. Με ιδέες και προτάσεις, αλλά πάντα πάνω σε μια διαλεκτική. Βέβαια, ζω στην Ελλάδα του Γιώργου Αυτιά. Σε λίγες μέρες που θα είναι κι αυτός στην Βέροια, διότι μέσα σε κάνα δυο βδομάδες έχουν έρθει στην Ημαθία όσοι δεν ήρθαν ποτέ, σε όλη την μεταπολίτευση, φαντάζομαι ότι θα έχει λίγο περισσότερο κόσμο, από τον αριθμό ατόμων που παρακολούθησαν το «142 χρόνια».

Ads

Και κάπου εδώ αρχίζω και προβληματίζομαι. Θα γίνουμε άνθρωποι μη σταματώντας στις διαβάσεις, όπως κατά κόρον συμβαίνει στην Βέροια, δυστυχώς εδώ και χρόνια; Ποιοί είναι τελικά αυτοί που δεν κάνουν τον κόπο να σταματήσουν στις διαβάσεις, παρασύροντας ζωές και ελπίδες; Ελπίζω όχι αυτοί που έκαναν τον κόπο να αφιερώσουν δύο ώρες από το Σαββατόβραδό τους, για μια αρκετά σκληρή ταινία. Μήπως είναι αυτοί που θα πάνε στην ομιλία του Αυτιά, ή μήπως οι νέοι ή/και οι μεγαλύτεροι που ξενυχτάνε στο πεζοδρόμιο της οδού Ελιάς;

Να μιλάμε καθαρά. Υπάρχει τεράστια θεσμική ανεπάρκεια, διότι υπάρχει τεράστια γνωσιακή ανεπάρκεια. Στην ταινία μάθαμε για δικαστικούς λειτουργούς που μιλάνε από το βήμα χωρίς να γνωρίζουν, για παράδειγμα, την Συνθήκη της Γενεύης. Βασικά πράγματα. Η Σύμβαση του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων είναι το βασικό νομικό κείμενο που ορίζει ποιός είναι πρόσφυγας, τα δικαιώματά του και τις νομικές υποχρεώσεις των κρατών (είναι διαθέσιμο στο unhcr.org).

Σε καμία λοιπόν περίπτωση δεν θα υπάρξει αποκατάσταση της δικαιοσύνης υπό αυτές τις συνθήκες, παρά τις όποιες κατά περίπτωση «δικαιώσεις», ακριβώς όπως δεν μπορεί κάποιος να χειρουργήσει επιτυχώς, αν δεν γνωρίζει πρώτα ανατομία. Και κάπου θέλω να πω ότι έχουμε μια ευθύνη, και πρώτα-πρώτα εμείς, η δική μου η γενιά, η γενιά της κρίσης, να σηκώσουμε τα μανίκια και να το κάνουμε επιτέλους στα σοβαρά. Να σταματήσουμε να (αυτο)θυματοποιούμαστε. Ν’ ασχοληθούμε σοβαρά με τα προβλήματα και τον πόνο των ανθρώπων και ν’ αφήσουμε στην άκρη τα καραγκιοζιλίκια, τα «θα» και τα «ναι» από τα οποία εκπορεύεται το πολιτικό κατεστημένο της χώρας.

Για μένα, στο «142 χρόνια» αρχίζει και τελειώνει όλη η προεκλογική περίοδος των φετινών ευρωεκλογών. Σ’ έναν κόσμο και μια χώρα όπου η μπαρουφολογία αποκαλείται «πολιτική» και ο πρωθυπουργός περιοδεύει, στήνοντας κομματικά πανηγύρια στις αγορές των επαρχιακών πόλεων, ζητιανεύοντας ψηφαλάκια (προσωπικά δεν θυμάμαι άλλον πρωθυπουργό να τα κάνει αυτά), το «142 χρόνια» είναι υπεραρκετό για να καταδείξει το τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας, ενσυναίσθησης και στοιχειώδους σοβαρότητας.

* Ο Γιώργος Τσίπης είναι στέλεχος της Νέας Αριστεράς Ημαθίας, μέλος συντονιστικού