Η σημασία του ανθρώπινου κεφαλαίου για την ανάπτυξη των χωρών είναι σήμερα αδιαμφισβήτητη.

Ads

Πολύ περισσότερο που γνωρίζουμε, χάρις στις προσεγγίσεις των συστημάτων καινοτομίας, ότι η γνώση διαχωρίζεται στο κωδικοποιημένο σκέλος της  και στο άρρητο, αυτό δηλαδή που δεν είναι δυνατόν να κωδικοποιηθεί και να καταγραφεί αλλά παραμένει ενσωματωμένο στους ανθρώπους  και συνεπώς  έχει αναγκαστικά πιο περιορισμένη γεωγραφική κινητικότητα.

Ετσι, ακόμα και στην εποχή του Skype και του Dropbox και όλων των εργαλείων που διευκολύνουν την εξ αποστάσεως συνεργασία, ένα μεγάλο μέρος της μεταφοράς γνώσης συνεχίζει να στηρίζεται στην άμεση ανθρώπινη επικοινωνία.

Ως εκ τούτου, η ανταγωνιστικότητα μιας χώρας/περιοχής προσδιορίζεται και από την ικανότητά της να προσελκύει και να συγκρατεί ανθρώπινο δυναμικό υψηλής ποιότητας που αποτελεί έναν  από τους βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν τις αποφάσεις των επιχειρήσεων να εγκατασταθούν σε έναν τόπο και όχι σε κάποιον άλλο –και ιδίως επιχειρήσεων έντασης γνώσης και τεχνολογιών.

Ads

Η Ελλάδα γνωρίζουμε ότι διαθέτει υψηλής ποιότητας ανθρώπινο κεφάλαιο που ίσως αποτελεί και ένα από τα μεγαλύτερα συγκριτικά πλεονεκτήματά της. Όμως, εδώ και πολλά χρόνια παρατηρείται μια αυξανόμενη μετανάστευση των πτυχιούχων της χώρας στο εξωτερικό, το φαινόμενο που έχει ονομαστεί «διαρροή εγκεφάλων» (brain drain) και έχει αυξηθεί ιδιαίτερα στα χρόνια τηςκρίσης. Με δεδομένο ότι η συμβολή του επιστημονικού δυναμικού στην οικονομική ανάπτυξη είναι καθοριστική, η διαρροή του συνιστά μεγάλη πληγή για τη χώρα μας.

Θα πρέπει λοιπόν να αναρωτηθεί κανείς πού οφείλεται αυτή η διαρροή και κυρίως τι θα πρέπει να γίνει ώστε σε πρώτη φάση να περιοριστεί και σε επόμενη να σταματήσει ή και να πετύχουμε την επιστροφή μέρους έστω αυτών που έφυγαν.  Αναμφίβολα στην Ελλάδα, εδώ και πολλά χρόνια, υπάρχει μια αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης επιστημονικού δυναμικού που προκαλεί υψηλά ποσοστά ανεργίας, υποαπασχόλησης, ετεροαπασχόλησης, απασχόλησης σε δουλειές κατώτερες των προσόντων κλπ.  Η κατάσταση αυτή είναι που οδηγεί κάποιους στη μετανάστευση.

Η αναντιστοιχία όμως αυτή δεν οφείλεται στην υπερβάλλουσα προσφορά πτυχιούχων:  το ποσοστό των πτυχιούχων στο σύνολο του πληθυσμού είναι χαμηλότερο από τον μ.ό. τόσο της Ε.Ε. (ποσοστό πτυχιούχων στις ηλικίες  25-34  στην Ελλάδα  32,4% ο μ.ό. της Ε.Ε.  34,2%,  25-44  29,3% και 31,7%,  25-64  25%  και 27,1% αντίστοιχα – Διάγραμμα 1)  όσο και του ΟΟΣΑ.

Οφείλεται  κυρίως στην περιορισμένη ζήτηση για επιστήμονες (Διάγραμμα 2), καθώς οι επιχειρήσεις της Ελλάδας δεν έχουν καταφέρει να μετακινηθούν στην αλυσίδα παραγωγής της αξίας ώστε να παράγουν πιο σύνθετα προϊόντα και υπηρεσίες έντασης γνώσης και τεχνολογίας.   Αυτό συνιστά ένα διαρθρωτικό πρόβλημα το οποίο για να λυθεί απαιτεί δομικές αλλαγές στη διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας με κεντρικό στόχο την αναβάθμιση των επιχειρήσεών της.

Υπάρχουν δυο τρόποι για να αξιοποιήσει κανείς τους πτυχιούχους της χώρας του που εργάζονται στο εξωτερικό.

Ο ένας είναι να στοχεύσει στην επιστροφή τους (αυτό που στη βιβλιογραφία αποκαλείται return option). Για πολλά χρόνια, οι χώρες που έχασαν μέρος από το ανθρώπινο δυναμικό τους αλλά και οι διεθνείς οργανισμοί επιχειρούσαν να συμβάλουν στην επιστροφή τους προσφέροντας κίνητρα.  Ωστόσο, οι πολιτικές για την ενθάρρυνση της επιστροφής των επιστημόνων που μετανάστευσαν απέτυχαν σχεδόν παντού, εκτός από τις χώρες εκείνες που παρουσίαζαν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Ο άλλος τρόπος είναι να προσπαθήσει να αξιοποιήσει το ανθρώπινο αυτό κεφάλαιο, θεωρώντας ότι τουλάχιστον για κάποιο διάστημα θα παραμείνει στο εξωτερικό, με πολιτικές για την ενθάρρυνση της κυκλοφορίας των ατόμων με υψηλή εξειδίκευση (brain circulation) μεταξύ των χωρών προέλευσης  και προορισμού τους ή ακόμη και πολιτικές για την ενίσχυση της σχέσης τους με τη χώρα προέλευσης ενόσω παραμένουν στη χώρα προορισμού («επιλογή της διασποράς»/ virtual return – «εικονική επιστροφή»/ back and forth).

Η διατήρηση των διασυνδέσεων πέραν των συνόρων μέσα από άτυπα δίκτυα ή οργανωμένα προγράμματα επιτρέπει στις χώρες προέλευσης να επεκτείνουν την πρόσβασή τους στις επιστημονικές και τεχνικές δεξιότητες αυτών των ατόμων που διαφορετικά θα παρέμεναν ανεκμετάλλευτες λόγω της μετανάστευσής  τους.

Σήμερα  μια ρεαλιστική πολιτική αξιοποίησης της σημαντικής  ελληνικής επιστημονικής διασποράς στις περισσότερες  χώρες του κόσμου  θα πρέπει να υπερβεί την παραδοσιακή αντιμετώπισή της ως δυνάμει πηγή εισροής κεφαλαίων ή παλιννόστησης. Θα πρέπει η αξιοποίησή της να γίνει κυρίως θεωρώντας τη διασπορά ως σημαντικό «αγωγό» διασύνδεσης της ελληνικής οικονομίας με παραγωγικά και καινοτόμα διεθνή κέντρα.

Κάθε έλληνας/ίδα επιστήμονας που εργάζεται στο εξωτερικό θα πρέπει να ειδωθεί όχι μόνο ως μια μονάδα αλλά ως ένας «κόμβος» ενταγμένος σε ένα σύστημα με πολλές συνδέσεις με το περιβάλλον στο οποίο ζει και εργάζεται και ο οποίος θα μπορούσε να «διασυνδέσει» την ελληνική οικονομία με όλο αυτό το σύστημα.

Το πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό των ελλήνων επιστημόνων που εργάζεται στο εξωτερικό θα θέλαμε να επιστρέψει στην Ελλάδα για να συμβάλει στην κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Όμως, για  να συμβεί αυτό θα πρέπει ουσιαστικά να εκλείψουν οι λόγοι που οδήγησαν στη φυγή του, θα πρέπει δηλαδή να αλλάξει το πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης της χώρας και να οδηγηθούμε σε μια  οικονομία που να στηρίζεται στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών με υψηλότερη ενσωματωμένη γνώση και που εκ των πραγμάτων θα δημιουργήσει μεγαλύτερη ζήτηση για εργασία εξειδικευμένων ατόμων. Όμως η αλλαγή αυτή του μακροοικονομικού μοντέλου της χώρας μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μεσο-μακροπρόθεσμα.

Το επιτακτικό ερώτημα είναι τι θα συμβεί και τι μπορεί να γίνει βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Για την επίλυση των άμεσων προβλημάτων ασκούνται ήδη πολιτικές μέσα από δράσεις μικρής κλίμακας που σχεδιάζονται και υλοποιούνται για τη συγκράτηση των νέων επιστημόνων στην Ελλάδα, όπως:  α) ενίσχυση της αυτοπασχόλησης πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης,  β)  πρόσληψη στα ΑΕΙ και ΤΕΙ διδακτόρων  για απόκτηση ακαδημαϊκής διδακτικής εμπειρίας,  γ) χορήγηση υποτροφιών από το  ΙΚΥ σε υποψήφιους  διδάκτορες και μεταδιδάκτορες, και   δ) μοριοδότηση νέων επιστημόνων για πρόσληψη στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.

Θα πρέπει, λοιπόν, η Ελλάδα να αναγνωρίσει ρητά και με τον πλέον επίσημο τρόπο την τεράστια σημασία αυτού του ανθρώπινου κεφαλαίου. Ταυτόχρονα όμως, σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, οφείλει να αξιοποιήσει το πολύτιμο ανθρώπινο αυτό κεφάλαιο θεωρώντας ότι, στο άμεσο μέλλον τουλάχιστον, θα παραμείνει στο εξωτερικό. Ο πιο πρόσφορος τρόπος είναι να διευκολύνουμε την απρόσκοπτη πραγματοποίηση κάθε δυνατής συνεργασίας αυτών των ανθρώπων με την Ελλάδα, τόσο από τη χώρα στην οποία βρίσκονται όσο και δίνοντάς τους τη δυνατότητα να εργαστούν κατά διαστήματα στην Ελλάδα. 

Με αυτό το στόχο, προτείνουμε τη δημιουργία του δικτύου «Γέφυρες Γνώσης /Γέφυρες Συνεργασίας»

Το Δίκτυο αυτό θα απευθύνεται πρωταρχικά σε έλληνες/ίδες επιστήμονες που εργάζονται στο εξωτερικό και θα ήθελαν να «συνδεθούν» με την Ελλάδα.  Είναι μια πολιτική που θα βοηθήσει αφενός αυτούς/ές που ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό να «συνδεθούν» οργανικά με την πατρίδα τους (και έτσι όταν αποφασίσουν να επιστρέψουν, να το κάνουν με «λόγου γνώση») και αφετέρου την ελληνική οικονομία συγκρατώντας έτσι και την περαιτέρω διαρροή.

Το Δίκτυο αυτό, επομένως, αποτελεί μια πρόταση που κάποια στιγμή θα μπορούσε να μεταφραστεί σε κυβερνητική πρωτοβουλία με στόχο  να διευκολύνει και να ενισχύσει τη δικτύωση των ελλήνων/ίδων επιστημόνων που ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό με την Ελλάδα ούτως ώστε να μπορέσουν ευκολότερα να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα. Η πρωτοβουλία αυτή θα μπορούσε να ενισχυθεί τόσο με προγράμματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής  (Marie Curie People programme, European Regional Development Fund κλπ) όσο και από τον EOX, από διεθνείς οργανισμούς (ΟΟΣΑ, Παγκόσμια Τράπεζα κλπ) και βέβαια από θεσμικούς ή ιδιώτες χορηγούς.

Στο πλαίσιο ενός τέτοιου Δικτύου μπορούν να οργανώνονται οι εξής 6 βασικοί άξονες δράσεων: 

1ον Συγκρότηση Ομάδας Συντονισμού:  α) Ένα Επιτελικό όργανο σε επίπεδο υπουργών, που θα χαράσσει και θα υλοποιεί τη στρατηγική,  β)  Μια Συντονιστική Επιτροπή που θα αποτελείται από  έλληνες επιστήμονες, επιχειρηματίες, επαγγελματίες, ακαδημαϊκούς-ερευνητές  και καλλιτέχνες που ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό και  γ) από την πλευρά του δημοσίου μια ολιγομελής και ευέλικτη επιχειρησιακή ομάδα που θα επιλύει προβλήματα που προκύπτουν κατά την προσπάθεια σύνδεσης των ελλήνων επιστημόνων με την Ελλάδα.

2ον  Δημιουργία web site όπου θα υπάρχει διαρκής ενημέρωση με στόχο να δημιουργήσει τις συνθήκες για να επιστρέψουν επιστήμονες στην Ελλάδα ή όσο εξακολουθούν να εργάζονται στο εξωτερικό, να συνεργάζονται και με τον τόπο προέλευσής τους

3ον  Μελέτες/Έρευνες για την πλήρη καταγραφή του φαινομένου της διαρροής εγκεφάλων, τις αιτίες του και τις πιθανές πολιτικές αντιμετώπισής του

4ον Συνδιοργάνωση εκδηλώσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, σε συνεργασία με κοινωφελή ιδρύματα, ιδιώτες χορηγούς και ελληνικές κοινότητες στο εξωτερικό.

5ον Δημιουργία ενός μικρού αριθμού γραφείων διασύνδεσης σε προξενεία περιοχών με σημαντικές συγκεντρώσεις Ελλήνων επιστημόνων.

6ον Παροχή κάποιων κινήτρων για να διευκολυνθεί η ανάπτυξη της σχέσης με την Ελλάδα αλλά και επιβράβευση αξιόλογων πρωτοβουλιών.

Με τέτοιες δράσεις, και άλλες παρόμοιες, οι έλληνες επιστήμονες που εργάζονται στο εξωτερικό θα έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν τις ιδέες, τις γνώσεις και την τεχνογνωσία τους μέσα από ουσιαστικές συνεργασίες με ιδιωτικές επιχειρήσεις (ή και με την ίδρυση δικών τους επιχειρήσεων) αλλά και με πανεπιστήμια και  ερευνητικά κέντρα.

Συνεργασίες που ίσως αποτελέσουν μια «γέφυρα», η οποία αργότερα θα τους φέρει πίσω, με αναμφισβήτητα θετικά αποτελέσματα για τους ίδιους αλλά και για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. 

Χωρίς να αγνοούμε ότι η λειτουργία αυτού του Δικτύου θα μπορούσε μεσοπρόθεσμα να υποβοηθήσει και την επιδιωκόμενη συνολική αλλαγή του ελληνικού αναπτυξιακού προτύπου.

Διάγραμμα 1: Πληθυσμός ηλικίας 25-34 με τριτοβάθμια εκπαίδευση (%), 2006-2015

image

image

Πηγή: https://appsso.eurostat.ec.europa.eu/nui/show.do?dataset=demo_pjangroup〈=en

https://appsso.eurostat.ec.europa.eu/nui/show.do?dataset=edat_lfse_03〈=en

Τριτοβάθμια εκπαίδευση εννοείται σύμφωνα με το  International Standard Classification of Education ISCED 2011:   5 Short-cycle tertiary education,  6 Bachelor’s or equivalent level, 7 Master’s or equivalent level,  8 Doctoral or equivalent level 

Διάγραμμα 2:  Απασχόληση στην τεχνολογία και σε κλάδους έντασης γνώσης, 2008-2015

image

https://appsso.eurostat.ec.europa.eu/nui/setupDownloads.do

* Ο κ. Λόης Λαμπριανίδης είναι Γενικός Γραμματέας Στρατηγικών & Ιδιωτικών Επενδύσεων, Καθηγητής Πανεπιστημίου