«Δεν είχε κανέναν τόπο, κανένα επάγγελμα, κανέναν έρωτα, καμιά επιθυμία, καμιά ελπίδα, καμιά φιλοδοξία, ούτε καν εγωισμό. Τόσο περιττός σαν και αυτόν δεν ήταν κανένας στον κόσμο». Γιόζεφ Ροτ, Φυγή Δίχως Τέλος.

Ads

Δεν ήταν πάντα το χειριστικό δίπολο αντισιωνισμός ίσον αντισημιτισμός δεδομένο. Ούτε η αντίθεση μεταξύ ακροδεξιάς και Ισραήλ είναι ξαφνική όπως πιστεύουμε. Ίσα ίσα. Στην πραγματικότητα υπήρξε μία περίοδος που ίσχυε το αντίθετο και πολλοί/ες μέσα στις ίδιες τις Εβραϊκές κοινότητες θεωρούσαν τον σιωνισμό την ύψιστη μορφή αντισημιτισμού.

Ο περιπλανώμενος άνθρωπος έθετε έφερε ένα αίτημα και ένα ερώτημα: για μας για τον κόσμο μας για την συνείδησή μας. Ο περιπλανώμενος Εβραίος υπήρξε για αιώνες η επιτομή του στον δυτικό κόσμο και πάνω του καθρεφτίστηκαν και ξέσπασαν κι αναμετρήθηκαν όλες οι πολιτικές και υπαρξιακές φοβίες κι ανάγκες ενός αλλόκοτου κόσμου που τους τελευταίους αιώνες εκκοσμίκευε θρησκείες και εφεύρισκε νέα κλουβιά στη μορφή των καθαρών εθνών-κρατών.

Τότε μια μερίδα Εβραίων αποφάσισε να δώσει στους ομόδοξους ό,τι οι περισσότεροι άλλοι λαοί είχαν ή αγωνίζονταν γι’ αυτό.  Ένα έθνος-κράτος. Αλλά το σχίσμα που δημιουργήθηκε μέσα στην πολύπλοκη Εβραϊκή ταυτότητα, που όπως κάθε ετερότητα συνομιλεί μαζί μας με όλες τις υπαρξιακές και πολιτικές, και μεταφυσικές ακόμη,  επενδύσεις που την βαραίνουν, ήταν αυτόματο. Και είχε να κάνει με το πρόσημο που έδινες στην περιπλάνηση. Και με τι είδους βάρους ήσουν διατεθειμένος/η να σηκώσεις.

Ads

Κάποιοι, επιφανείς προσωπικότητες όπως ο Μαρξ, η Ρόζα, η Κλάρα Τσέτκιν ο Λαζαρ (τον οποίον συνειδητά αντιπαραβάλλει η συνεπής αντισιωνίστρια Αρεντ στον Χερτζλ) και τόσοι μα τόσοι άλλες και άλλοι υποστηρίζουν τη χειραφέτηση των Εβραίων χωρίς να επιδιώκουν αποικιοκρατικά οφέλη από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής, αφού όπως θα δούμε σε μέρη που θα ακολουθήσουν, εξ αρχής η ακροδεξιά αλλά και η αποικιοκρατία είδε με συμπάθεια τον σιωνισμό γιατί ήταν βαθιά αντισημίτες.

Ήθελαν, αντίθετα, να εντάξουν τον ύψιστο συμβολισμό του περιπλανώμενου, του ανέστιου, τον αγώνα των Εβραίων, στην προμετωπίδα και των άλλων καταπιεσμένων λαών, να εμβαθύνουν να θωρακίσουν, να εξηγήσουν, ν αντιπαλέψουν τον αγώνα ενάντια στον αντισημιτισμό μα και στον αποικιοκρατικό ρατσισμό, να τον μετατρέψουν σε ένα συνολικό επαναστατικό σχέδιο αντιαποικιακού και αντιιμπεριαλιστικού χαρακτήρα.

Ο Λαζαρ πχ όπως κι η Αρεντ δεκαετίες αργότερα, με το πνεύμα αυτό, παραλληλίζει τα βάσανα των Εβραίων των εσωτερικών αποικιασμένων και των Μαύρων στις αποικίες αλλά και με τους Άραβες-θύματα της αποικιοκρατίας, ή με τους Ιρλανδούς που καταπιέζονταν επί αιώνες από την Αγγλία. Από εδώ η αγάπη του Μαρξ για την ελληνική επανάσταση.

Από εδώ απορρέει και η επιθυμία του δημοκρατικού διασπορικού Εβραϊσμού ‘να εκπληρώσει την αποστολή του’, να οικοδομήσει ένα μέτωπο των λαών και των λοιπών καταπιεσμένων που με διαφορετικές ταμπέλες και τρόπους αποκλείονται από τα καθεστώτα που κυριαρχούν στον κόσμο και εξοβελίζονται από τις νοοτροπίες και τις μικροδυνάμεις που -είτε ομονοώντας είτε καταγγέλλοντας- τα νομιμοποιούν.

Αντίθετα, στα τέλη πχ του 19ου αιώνα ο Χερτζλ καταγράφει τη διαδεδομένη -τότε- άποψη που θεωρούσε «το σιωνισμό ως μια μορφή αντισημιτισμού» και θαυμάζει τους αποικιοκράτες ως πολιτισμένους.

«Οι αντισημίτες είχαν δίκιο. Ας το παραδεχτούμε, και θα μείνουμε κι εμείς ικανοποιημένοι./../Κι αυτό πρέπει να το δεχτούμε ως έκφραση ευγνωμοσύνης που μας ελευθέρωσαν από τα γκέτο. Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ποτέ αυτή τη μεγαλόψυχη ενέργεια των πολιτισμένων λαών».

Όπως έχει γραφτεί «Με δεδομένη την πνευματική και οικονομική δραστηριότητα και ενεργητικότητα του λαού εβραϊκής καταγωγής, η ίδρυση ενός εβραϊκού Κράτους έξω από την Ευρώπη θα είναι προς το συμφέρον τόσο των σιωνιστών όσο και των αντισημιτών: οι πρώτοι θα δουν να πραγματοποιούνται οι εθνικοί (και θρησκευτικοί) τους πόθοι, οι δεύτεροι θα ξεφορτωθούν κάποιους ενοχλητικούς».

Δεν είναι τυχαίο πως στην σφόδρα για ευνόητους γεωπολιτικούς και οικονομικούς λόγους Γαλλία του 19ου αιώνα οι πιο φλογεροί αντισημίτες, οι μαθητές και οπαδοί του προ-φασίστα Εντουάρ Ντριμόν, προπαγανδίζουν μια για πάντα πώς μπορεί να επιλυθεί το πρόβλημα των Εβραίων. Αρκεί «να τους στείλουμε όλους στην Παλαιστίνη».

Ο σιωνισμός ως αντικομμουνισμός

Η αλληλοϋποστήριξη ανάμεσα στο σιωνισμό και στον αντισημιτισμό δεν είναι αποκλειστικά Γαλλικό φαινόμενο. Αμέσως μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο μύθος περί «εβραιο-μπολσεβίκικης συνωμοσίας» διαδίδεται πχ στην Αγγλία, όπου ένα ριζοσπαστικό αντισημιτικό κίνημα (οι the Britons) απαιτεί δραστικά μέτρα: πρέπει να αφαιρεθεί από τους Εβραίους η ιθαγένεια και να τους επιβληθεί ο σιωνισμός, ώστε να μετατραπεί η Παλαιστίνη σε ένα «διεθνές γκέτο». Έτσι ερμηνεύεται η αιχμηρή παρατήρηση κατά του σιωνισμού του Λουσιέν Γουλφ, τότε υπεύθυνου της αγγλικής εβραϊκής κοινότητας για τις διεθνείς σχέσεις: «Οι αντισημίτες είναι ξεκάθαρα φλογεροί και μαχητικοί σιωνιστές».

Η κατάσταση δεν αλλάζει με την επέλαση του καθαρά φασιστικού αντισημιτισμού. Αφού, όπως ο 20ος αιώνας ξεκινά με το μαχαίρι στα δόντια ο Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, μελλοντικός υπουργός του Τρίτου Ράιχ, και ήδη από τότε συγγραφέας αντισημιτικών λίβελων, γράφει: «πρέπει να υποστηρίξουμε αποφασιστικά το σιωνισμό, έτσι ώστε κάθε χρόνο να μεταφέρουμε αρκετούς γερμανοεβραίους προς την Παλαιστίνη, ή εν πάση περιπτώσει, έξω από εδώ».

Υπέρ της υπόθεσης του σιωνισμού τάσσονται ο Λουί Φερντινάν Σελίν («με ένα κείμενό του Bagatelles pour un massacre, που διαπνέεται από έναν ιδιαίτερα ειδεχθή αντισημιτισμό» όπως έχει επισημανθεί), ο Ρενέ Γκοντιέ, ο Μαρσέλ Ντεά ο Πιέρ Ντριέ Λα Ροσέλ («Θα παραμείνω αντισημίτης-υποστηρικτής των Εβραίων σιωνιστών- μέχρι την τελευταία μου πνοή/../μ’ αρέσουν οι φυλές που παραμένουν στον τόπο τους. Θα αγαπούσα ολόψυχα τους Εβραίους αν παρέμεναν στον τόπο τους. Τότε θα ήταν πράγματι ωραίος λαός».

Η  «απεχθής συμμαχία» ανάμεσα στο ναζισμό και το σιωνισμό (και η φράση ανήκει σε εβραϊκής καταγωγής ιστορικούς) στοχοποίησε συντονισμένα τους φιλελεύθερους, τους αριστερούς, τους αφομοιωμένους Εβραίους, με τους σιωνιστές να χρησιμοποιούν επιχειρήματα «που προσομοιάζουν δραματικά με τη ναζιστική θέση για αφαίρεση της γερμανικής υπηκοότητας από τους Εβραίους» όπως επισήμανε η Αρεντ. Η «Juedische Rundschaω», έντυπο των σιωνιστών, εξαιρείται, έτσι, από το κύμα απαγορεύσεων και διώξεων κατά του γερμανικού τύπου αμέσως μετά τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ στις 27 Φεβρουαρίου 1933. Λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 7 Απριλίου, η εφημερίδα αυτή καλεί σιωνιστές και ναζιστές να γίνουν «έντιμοι εταίροι».  Ενώ, στα τέλη του μήνα, ένας αξιωματούχος των Ες-Ες που ασχολείται με το εβραϊκό ζήτημα, ο βαρώνος Λέοπολντ φον Μιλντενστάιν, επισκέπτεται το Τελ Αβίβ και άλλες πόλεις ώστε να προπαγανδίσει το «διεθνές εβραϊκό γκέτο, στο οποίο δεν συνέβαλλε μόνο η ΜΒ ως το αντίπαλο αποικιοκρατικό κέντρο.

Ο ίδιος Χερτζλ (όπως κι ο Ζαμποτίνσκι αργότερα) για να τους πείσει θεωρεί αυθαίρετα τους Εβραίους λαό που δεν έχουν καμιά σχέση με την ανατολή και πως θα αποτελούν εκεί προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης απέναντι στην βαρβαρότητα (περισσότερα με συνδέσεις σε τωρινά στο επόμενο). Φαινόμενο που, όπως έχουν επισημάνει οι πολιτισμικές σπουδές, παγιώθηκε με τη λεύκανση, το whitening των Εβραίων μετά το φρικιαστικό Ολοκαύτωμα -ώστε να ξεμπερδεύουν μια και καλή από τον περιπλανώμενο- μέσα από ταινίες όπως το Exodus. Η Δύση διαπραγματευόταν την συλλογική της ενοχή με έναν πολύ περίεργο τρόπο. Δεν έτεινε το χέρι στον άλλον, τον αορατοποιούσε δημιουργώντας μια ομοιότροπη με την ίδια εκδοχή του.

Αλλά υπάρχει και μία άλλη πλευρά στον Χερτζλ που πρέπει να προσέξουμε. Προτείνει τον εποικισμό της Παλαιστίνης και το σιωνισμό ως αντίδοτο στο επαναστατικό κίνημα που φουντώνει στην καπιταλιστική μητρόπολη: είναι αναγκαίο να κατευθύνουμε «ένα επίφοβο προλεταριάτο» προς μια περιοχή που «χρειάζεται ανθρώπους για να την καλλιεργήσουν».

Η ευρωπαϊκή μητρόπολη θα ξεφορτωθεί έτσι τους «υπεράριθμους και απελπισμένους προλετάριους» και θα εξάγει τον πολιτισμό της στις αποικίες: «Η εδραίωση του πολιτισμού και της τάξης θα έχει ως αποτέλεσμα την εξασθένιση των επαναστατικών κομμάτων. Με την ευκαιρία αυτή, καλό είναι να έχουμε κατά νου πως αγωνιζόμαστε παντού ενάντια στους επαναστάτες, και/…/δεν αφήνουμε τους νεαρούς διανοούμενους και τους Εβραίους εργάτες να στραφούν προς το σοσιαλισμό και το μηδενισμό»

Ο Ρόουντς επαναλαμβάνει το γνωστό κυρίαρχο και χειριστικό μοτίβο σε κάθε χώρα/χωρό-ομάδα που σπαράσσεται από εσωτερικές αντιθέσεις: «αν δεν θέλουμε έναν εμφύλιο πόλεμο, οφείλουμε να ασπαστούμε τον ιμπεριαλισμό». Την ίδια που πριμοδοτούν έναν ενδοσημιτικό εμφύλιο των ‘από κάτω’. Και οι δύο προσωπικότητες που αναφέραμε, θεωρούν τον ιμπεριαλιστικό επεκτατισμό ως αντίδοτο στις σοσιαλιστικές ανατρεπτικές τάσεις και η επίθεση ενάντια στους ιθαγενείς των αποικιών είναι η άλλη όψη της ειρήνης που ελπίζουν να επικρατήσει στις καπιταλιστικές και αποικιοκρατικές μητροπόλεις. Σε όλη την δεκαετία του 30, άλλωστε, δεκαετία που προηγήθηκε του μεγάλου πολέμου, συστηματικά πογκρόμ ξεσπούσαν κατά αφομοιωμένων εβραίων, με αποκορύφωμα στην Ελλάδα τον εμπρησμό του Κάμπελ.