Το τι διακυβεύεται πολιτικά στη Γαλλία κατά τις εκλογές των δύο Κυριακών (30 Ιουνίου και 7 Ιουλίου) είναι γνωστό. Ο πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, υψηλόβαθμός υπάλληλος του τραπεζικού συγκροτήματος Ρότσιλντ πριν ανακαλυφθεί από συμβούλους του σοσιαλιστή προέδρου Ολάντ και γίνει διευθυντής του γραφείου του και υπουργός Οικονομικών, κινδυνεύει να γίνει ο πρώτος πρόεδρος της χώρας που ενδέχεται να μην ολοκληρώσει τη θητεία του λόγω πολιτικής …ανημπόριας και ανεπάρκειας.

Ads

Πιθανό δηλαδή να μην καταφέρει να καθοδηγήσει και κατευθύνει την επερχόμενη συγκυβέρνηση με την εθνικιστική δεξιά και να οδηγηθεί σε παραίτηση, πτώση,  αποχώρηση τέλος πάντων πριν τη λήξη της (δεύτερης) θητείας του το 2027.

Να σημειώσουμε ότι ο μόνος λόγος που κέρδισε αυτή τη δεύτερη θητεία (2022) ήταν για να μη βγει η Μαρίν Λεπέν που φαινόταν να πλησιάζει τον προεδρικό θώκο. Για μια ακόμα φορά (τελευταία ίσως στο προβλεπτό μέλλον) όλες οι άλλες δυνάμεις με όση αξιοπιστία τους έμενε ώθησαν τους ψηφοφόρους να κλείσουν το δρόμο στην ακροδεξιά ψηφίζοντας έναν πρόεδρο που ήξεραν (και οι πολιτικές δυνάμεις και ο κόσμος) ότι δεν κάνει. Τον έκλεισαν αλλά η Λεπέν έφθασε το 41,5%.

Όλοι είχαν καταλάβει (ακόμα και ο Μακρόν) ότι αν δεν αλλάξει κάτι την επόμενη φορά (2027) η Λεπέν θα εκλεγεί πρόεδρος. Τι να αλλάξει; Να βρεί, για παράδειγμα, ένα παιδί-θαύμα της ευρύτερης Αριστεράς που θα νικήσει την επερχόμενη επικοινωνιακή εθνικίστρια. Στη Γαλλία η έννοια Αριστερά- Gauche στο πολιτικό langage/ διάλεκτο,  περικλείει από το συστημικό Σοσιαλιστικό κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα, τους Οικολόγους,  μέχρι ακροαριστερά σχήματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.

Ads

Ομοίως η έννοια Δεξιά-Droite αγκαλιάζει από τους θεσμικούς Γκωλικούς, τους Φιλελεύθερους,  μέχρι διάφορα ακροδεξιά σχήματα. Αν τώρα υπάρχει στη Δεξιά μια αμηχανία είναι διότι ήρθαν έτσι τα πράγματα (εξελίσσονται έτσι εδώ και μια εικοσαετία, δεν προέκυψαν αίφνης) ώστε στην αντιπαράθεση με την Αριστερά, ηγείται ένα σχήμα που καταχρηστικά ενέτασσαν έως τώρα  στην πολιτική τους οικογένεια.

Ο Εθνικός Συναγερμός είναι η μετεξέλιξη του Εθνικού Μετώπου του Ζαν Μαρί Λεπέν, που πρώτος, πριν την κόρη του, έφθασε αντίπαλος θεσμικού υποψηφίου διεκδικώντας την προεδρία της χώρας. Τότε βέβαια, η συσπείρωση όλων έφερε συντριπτικά αποτελέσματα : 82% για τον Ζακ Σιράκ, 18 % για τον Ζ. Μ. Λεπέν. Όμως και το ότι έφθασε εκεί η ακροδεξιά, να παίρνει ποσοστά περί το 20% κάτι σήμαινε.

Από το 2002 που συνέβη η αναμέτρηση, άλλαξαν πολλά στη γαλλική κοινωνία και στα κόμματα. Έτσι, το 2022 η κόρη Λεπέν έφθασε το 41,5% και ο Μακρόν το 58,5%. Η κοινωνία είχε στείλει ισχυρή προειδοποίηση στο σύστημα από το 2017 όταν έδωσε την Λεπέν 33,9%. Αλλά αυτό (όπως και ο χαλαρός αλαζών, ανεκπαίδευτος -και- πολιτικά, Μακρόν) χάρηκαν, «αράζοντας» στο 66% που έλαβε ο μη ακροδεξιός, αλλά απλώς «πρόεδρος των πλουσίων» όπως ήδη αποκαλούνταν Μακρόν.

Βουλευτικές εκλογές

Τώρα έχουμε πρόωρες βουλευτικές εκλογές που προκήρυξε ο πρόεδρος βλέποντας ότι η εθνικιστική Δεξιά πλησιάζει την εξουσία. Τις βλέπει προφανώς ως ανάχωμα, εμπόδιο στην εθνικιστική Δεξιά. Άλλοι λένε πως «τη διευκολύνει» να κερδίσει εκλογές και να εκτεθεί μη μπορώντας να κυβερνήσει  «αφού ο πρόεδρος Μακρόν θα κάνει τη ζωή δύσκολη στον Συναγερμό του νεαρού Μπαρντελά» που προωθείται από τον Λεπέν. Η οποία περιμένει τις προεδρικές εκλογές του 2027. Δεν θα ήθελε ο Μακρόν να περάσει στην ιστορία ως ο πρώτος πρόεδρος που επί των ημερών του η ακροδεξιά πήρε ή άγγιξε την απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο σχηματίζοντας κυβέρνηση. Τι θα γίνει όμως στις εκλογές της Κυριακής, πως κατανέμονται οι έδρες στη γαλλική εθνοσυνέλευση;

Και τι σκηνικό θα διαμορφωθεί για τον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών της επόμενης Κυριακής 7 Ιουλίου;

Το εκλογικό σύστημα είναι κάπως πολύπλοκο. Όχι τόσο στη λειτουργία του, όσο στις διαδικασίες συμμαχιών και συνεργασιών που υποχρεώνει τα κόμματα.

Σύστημα πλειοψηφικό δύο γύρων

Πρόκειται για πλειοψηφικό σύστημα δύο γύρων. Η χώρα χωρίζεται σε 577 μονοεδρικές περιφέρειες. Στο απλό, «καθαρό και σκληρό» πλειοψηφικό σύστημα του ενός γύρου (Βρετανία) ο πρώτος (first-pass-the-post) σε ψήφους υποψήφιος παίρνει την έδρα.

Ανεξαρτήτως ποσοστού και διαφοράς από τον δεύτερο. Στη Γαλλία οι δύο γύροι καθιστούν το σύστημα περισσότερο αντιπροσωπευτικό. Αν κάποιος συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία (άνω του 50%) των ψηφισάντων στη μονοεδρική περιφέρεια, εκλέγεται. Αν όχι, οι δύο πρώτοι και όποιος εκ των συμμετασχόντων έλαβε άνω του 12,5%, πηγαίνουν σε δεύτερο γύρο. Σε αυτό τον γύρο εκλέγεται ο πρώτος σε ψήφους. Όμως το σύστημα αυτό ευνοεί τις συνεργασίες, τη συναλλαγή κατ΄ άλλους.  Επειδή πρόκειται για μονοεδρικές, μεγάλο ρόλο παίζει η τοπική ισχύς και προσωπικότητα των υποψηφίων με αποτέλεσμα να περνούν σε δεύτερη μοίρα οι κεντρικές συμφωνίες κορυφής μεταξύ ηγεσιών.

Στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές της Γαλλίας, μόνο 5 από τις 577 έδρες κρίθηκαν στον πρώτο γύρο! Ίσως τώρα με τη δημιουργία «μετώπων» και την κυριαρχία της πόλωσης κριθούν περισσότερες από τον α΄ γύρο, αν και τα στοιχεία δείχνουν ότι σε πολλές περιφέρειες θα πάρουν μέρος κόμματα που δεν μετέχουν στα δύο μέτωπα, όπως οι συντηρητικοί Ρεπουμπλικάνοι. Αλλά και άλλα, μικρότερα κόμματα με τοπική δύναμη που κατά τον δεύτερο γύρο είναι πολύ πιθανό να επηρεάσουν σημαντικά το αποτέλεσμα.

Στόχος των κομμάτων αυτών θα είναι η διαπραγμάτευση για τον ρόλο τους την επόμενη μέρα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Ερίκ Σιοτί, ηγέτη της γκωλικής συντηρητικής παράταξης που  υπερασπίστηκε τη συνεργασία με την εθνικιστική Δεξιά της Λεπέν. Το κόμμα του τον καθαίρεσε, δικαστήριο του Παρισιού τον αποκατέστησε στην προεδρία και είναι άγνωστο πόσους ψηφοφόρους της θεσμικής Δεξιάς θα επηρεάσει προς στήριξη μιας ευρύτερης Δεξιάς συμμαχίας υπό την άτυπη αλλά πραγματική ηγεσία της Λεπέν. Άτυπη, διότι ηγέτης του Συναγερμού/Συσπείρωσης είναι ο 28χρονος «πολιτικός γιός της» Ζορντάν Μπαρντελά (φέρεται ως υποψήφιος πρωθυπουργός αν επικρατήσει το εθνικιστικό μέτωπο) αφού εκείνη θα είναι (αν δεν αλλάξει κάτι) υποψήφια για την προεδρία της Γαλλίας στις επόμενες προεδρικές εκλογές.

Κερδίζει σε πσοσοστά, μπορεί να χάσει σε έδρες!

Μια ιδιομορφία του εκλογικού συστήματος που πρέπει να έχουμε κατά νου. είναι ότι η κατάκτηση εδρών δεν είναι συναρτημένη πάντα με το ποιος προηγείται! Δηλαδή μπορεί ένα κόμμα να έχει «πανγαλλικό» ποσοστό 30% και να κερδίσει λιγότερες έδρες από ένα άλλο που έχει 20%. Και τούτο διότι δύσκολα θα κερδίσει από τον πρώτο γύρο έδρα μια και απαιτείται 50%, ενώ στο δεύτερο γύρο είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσουν συμμαχίες και συσπειρώσεις εναντίον του. Οπότε το «προηγείται με 38%», σχετικά εύκολα μπορεί να γίνει ένας αριθμός χωρίς πλειοψηφία. Γι αυτό ακριβώς και η Λεπέν φροντίζει να διευρύνει προεκλογικά τις συμμαχίες της με δεξιά  σχήματα που έχουν δυνάμεις τοπικά, όπως το Reconquete του ακροδεξιού Ερίκ Ζεμούρ. Γι΄αυτό επίσης αποκαταστάθηκαν βιαστικά οι σχέσεις της με την (ακόμα δεξιότερη) ανιψιά της Μαριόν Μαρεσάλ που τραβούσε δικό της δρόμο, «κόβοντας» κόσμο από τον Εθνικό Συναγερμό.  Για την ακρίβεια η Μαρεσάλ «τα βρήκε» με τον Μπαρντελά, χωρίς σημαντικό ρόλο της Λεπέν στη διαδικασία αυτή.

Ποσοστά και σχήματα

Στις βουλευτικές εκλογές συγκρούονται τρία μεγάλα σχήματα :

Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (Nouveau Front Populaire) που κατά τις μετρήσεις συγκεντρώνει 27-30% και αποτελεί συμμαχία από την Ανυπότακτη Γαλλία, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα, τους Οικολόγους-Πράσινους. Η σημερινή δύναμη του μετώπου αθροιστικά στη Βουλή είναι 149 έδρες.

Η Εθνική Συσπείρωση/Συναγερμός που καταγράφεται στο 34-37% και περιέχει το κόμμα της Λεπέν και τις δυνάμεις του Ερίκ Σιοτί που απομακρύνθηκε από το Συντηρητικό κόμμα των Ρεπουμπλικάνων. Σημερινή κοινοβουλευτική παρουσία 89 εδρών.

Το Ensemble (Μαζί) που καταγράφεται στο 19-22% και περιέχει τις δυνάμεις του κόμματος Μακρόν «Αναγέννηση», το παραδοσιακό κεντρώο Δημοκρατικό Κίνημα του Φρανσουά Μπαϊρού, τους Ορίζοντες του πρώην πρωθυπουργού Εντουάρ Φιλίπ, μια πτέρυγα του Ριζοσπαστικού Κόμματος υπό τον Λωράν Ενάρ και την Ένωση Δημοκρατών και Ανεξαρτήτων. Σημερινή δύναμη στη Βουλή 249 έδρες.

Αυτόνομα δίνουν τη μάχη μικρότερα πολιτικά σχήματα της Αριστεράς και της Δεξιά, όπως η τροτσκιστική Εργατική Πάλη που κινείται γύρω στο 1-1,5%, η εθνικιστική «Ανακατάκτηση» (Reconquete) του Ερίκ Ζεμούρ γύρω στο 3% και άλλα πολιτικά σχήματα που σε εθνικό επίπεδο μπορεί αν μην ξεπερνούν το 2% αλλά τοπικά παρουσιάζουν δυνάμεις που φθάνουν άνετα διψήφιο ποσοστό.