Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Θεσσαλονίκης καταδίκασε τους «12» για τη δολοφονία του Άλκη, καταλογίζοντας ισόβια στους επτά και πολλά χρόνια κάθειρξης στους υπόλοιπους. Μαζί με τους γονείς, συγγενείς και φίλους του άτυχου παιδιού που εύλογα νιώθουν να έχει αποδοθεί δικαιοσύνη, με καταγγελτικούς τίτλους κατά της οπαδικής βίας κάλυψαν τη δίκη όλο αυτό το διάστημα και τα κυρίαρχα συστημικά ΜΜΕ. Λες και τους είναι κάτι εντελώς ξένο.

Ads

Ευτυχώς, δολοφονίες με οπαδικά κίνητρα δεν γίνονται κάθε μέρα, όμως η οπαδική βία καλά κρατεί. Ενάμιση χρόνο μετά την άγρια δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τις πομπώδεις εξαγγελίες της κυβέρνησης για πάταξη της οπαδικής βίας, μαρτυρίες που βλέπουν κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας μιλούν για ραντεβού ατόμων που βρίσκονται μόνο και μόνο για να παίξουν ξύλο, χρησιμοποιώντας μαχαίρια και μαδέρια.

Τον Μάρτιο περίπου 20 άτομα μαχαίρωσαν ένα νέο άνδρα έξω από τα δικαστήρια στην οδό Λουκάρεως, τον Απρίλιο ένας 31χρονος στην Καλαμάτα χρειάστηκε 30 ράμματα στο πρόσωπο, μετά από επίθεση που δέχτηκε αφού είχε παρακολουθήσει έναν ποδοσφαιρικό αγώνα σε καφετέρια. Τον Μάιο είχαμε τουλάχιστον δύο παρόμοια περιστατικά, στη Νέα Ερυθραία και το Περιστέρι. Σε όλα, αρνητικοί πρωταγωνιστές ήταν παιδιά το πολύ έως 25 ετών.

Η επιστημονική παρατήρηση του χουλιγκανισμού στην χώρα μας και το εξωτερικό έχει καταδείξει πως πρόκειται για ένα πολυσύνθετο φαινόμενο που δεν θεραπεύεται μέσα σε ένα και δύο χρόνια. Όμως στην Ελλάδα που μετράμε νεκρούς ήδη από τη δεκαετια του ‘80 – τα πράγματα αγρίεψαν όταν το ποδόσφαιρο έγινε επαγγελματικό, μια χρονική τουλάχιστον σύμπτωση – όλες οι κυβερνήσεις είναι υπόλογες. Και οι θεσμοί, βεβαίως, μεταξύ των οποίων οι ανώνυμες αθλητικές εταιρίες, ΠΑΕ και ΚΑΕ, καθώς τα κυρίαρχα ΜΜΕ.

Ads

Διότι, ναι, είναι αλήθεια ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός και η απουσία ευκαιριών μπορεί να οδηγήσουν νέους ανθρώπους στη λογική της αγέλης και τη βία, όμως στο φυτίλι του κοινωνικού αποκλεισμού τη φωτιά συχνά βάζουν μεγαλοπαράγοντες των ομάδων που συμβαίνει στην Ελλάδα να είναι και ιδιοκτήτες ισχυρών ΜΜΕ.

Όταν ο ένας τραμπουκίζει διαιτητές στα αποδυτήρια, ο άλλος κλωτσάει μπάλες πάνω τους και ο τρίτος βγαίνει με όπλα στον αγωνιστικό χώρο, πώς περιμένει κανείς από τους 20χρονους οπαδούς των ομάδων τους, παιδιά συχνά μεγαλωμένα σε συγκρουσιακά περιβάλλοντα, να μην πάρουν τον δρόμο της βίας αλλά να συνυπάρχουν αρμονικά στους δρόμους και τις πλατείες με τους οπαδούς των αντίπαλων ομάδων;

Ακόμα πιο απτή είναι η ευθύνη της κυβέρνησης, όχι μόνο επειδή εκ του αποτελέσματος προκύπτει ότι δεν έχει κάνει αρκετά σε επίπεδο πρόληψης. Όταν η ελληνική Αστυνομία δέρνει αδιάκριτα νέους ανθρώπους σε πορείες και πλατείες, όταν κάνει ρίψη χημικών για ψύλλου πήδημα, όταν καταλαμβάνει επιδεικτικά χώρους στους οποίους κατ’ εξοχήν συχνάζει η νεολαία, πώς περιμένει η κυβέρνηση οι νέοι άνθρωποι να μην στραφούν στη βία;

Προσοχή, κανείς δεν δικαιολογεί αποτρόπαια εγκλήματα σαν κι αυτά που έφεραν τον θάνατο του Άλκη. Είναι άλλο όμως η δικαιολόγηση και άλλο η ερμηνεία. Η ερμηνεία είναι απαραίτητη αν θέλουμε να κατανοήσουμε το γιατί άνθρωποι συνεχίζουν να μαχαιρώνονται στο όνομα της ομάδας τους.

Και κάτι τελευταίο, που αφορά τα κόμματα «εξουσίας», στον βαθμό που τα αφορά και το ξέρουν καλύτερα τα ίδια. Όσοι στην καλύτερη περίπτωση ανέχονται, στην χειρότερη τροφοδοτούν, την ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής αντιπαράθεσης μέσα από χυδαίες επιθέσεις κατά αντιπάλων στα κοινωνικά δίκτυα, και δη στο twitter, δεν μπορούν να σκίζουν τα ιμάτιά τους για την οπαδική βία. Οι χούλιγκαν «του λευκού κολάρου» βρίσκονται σε μεγάλα γραφεία, σε μέγαρα κάθε λογής, μιλούν στις τηλεοράσεις. Και είναι περίεργο αυτοί να κουνούν το δάκτυλο για την οπαδική βία.