Υπενθύμιση. Οι Ανεξάρτητες Αρχές (ΑΑ) καθιερώθηκαν με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 και είναι: Ο Συνήγορος του Πολίτη, η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών, η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και οι περισσότερο γνωστές μας Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) και Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ).

Ads

(I) Η θεωρία. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο οι ΑΑ λειτουργούσαν και πριν περιβληθούν τη συνταγματική περιωπή. Δηλαδή, ήταν εκσυγχρονισμοί ήδη δοκιμασμένοι στη ζωή και ώριμοι στη συνείδηση των πολιτών. Μπορεί να πει κανείς πως αυτό που εκσυγχρονίστηκε ήταν το κείμενο του Συντάγματος, σύμφωνα με όσα η ζωή και ο νόμος είχαν ήδη ενσωματώσει, και όχι η διά του Συντάγματος ρυθμιζόμενη κοινωνική και πολιτική ζωή.

Με τον τρόπο αυτόν η κοινωνία μας, ο συνταγματικός νομοθέτης, ενίσχυσε τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών και θεωρητικά διεύρυνε τη Δημοκρατία. Η συνταγματική επιταγή μάλιστα θέλει τις τρεις πρώτες, από  τις προαναφερθείσες πέντε ΑΑ, να υπηρετούν την προστασία αλλά και τη διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών. Παρότι ήδη με το Σύνταγμα του 1975 κατοχυρώνονταν εγγυήσεις για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών, και επιπλέον η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

Το Σύνταγμα θέλει (άρθρο 87 § 1) τους δικαστές να «απολαμβάνουν προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία». Ακριβώς το ίδιο θέλει (άρθρο 101 §1) και για τα μέλη των ΑΑ που «διέπονται από προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία». Επιπλέον στην §2 ορίζεται πως «η επιλογή τους γίνεται με απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής και με επιδίωξη ομοφωνίας ή πάντως με την αυξημένη πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών της». Δηλαδή, πλειοψηφία 80% που είναι μεγαλύτερη κι από την απαιτούμενη για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τη Βουλή.

Ads

Αυτά καταδεικνύουν το κύρος με το οποίο ο συνταγματικός νομοθέτης επενδύει τις ΑΑ και τα μέλη τους. Το ίδιο κύρος έχουν και τα μέλη των ΑΑ που δεν προβλέπονται συνταγματικά αλλά «χαρακτηρίζονται με νόμο ως ανεξάρτητες ή ρυθμιστικές» (άρθρο 56 §3.β). Θυμίζω: Ανεξάρτητη Αρχή για την καταπολέμηση του βρώμικου χρήματος, Επιτροπή Ανταγωνισμού, Συνήγορος του Καταναλωτή, Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας κ.λπ.

Στη θεωρία οι ΑΑ ενισχύουν τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών και διευρύνουν τη Δημοκρατία αφού είναι ένας ακόμη θεσμός ελέγχου του πολιτικού συστήματος.

Αν και ως τέτοιος (θεσμός ελέγχου) λειτουργούσε και λειτουργεί η Δικαιοσύνη. Επιπλέον:

(1) Κατοχυρώνουν μια πρόσθετη θωράκιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Αυτό στην εποχή μας είναι πολύ σημαντικό, αν αναλογιστεί κανείς πόσα νέα είδη κινδύνων έχουν προστεθεί τα τελευταία χρόνια. Π.χ. Κινητή τηλεφωνία, internet (fb, twitter, ηλεκτρονικές συναλλαγές κ.λπ.), χρήση βάσεων δεδομένων από κρατικές αρχές και ιδιωτικές επιχειρήσεις κ.λπ.

(2) Εγγυώνται ή και υλοποιούν μια στοχευμένη διεκπεραίωση κρίσιμων πολιτικών ζητημάτων στην αντιμετώπιση των οποίων υπήρχε ανυπαρξία πολιτικής βούλησης αλλά και το κράτος νοσούσε. Π.χ. προσλήψεις στο δημόσιο, χειραγώγηση της αγοράς (άρα και των τιμών από ολιγοπώλια), έλεγχος των ραδιοτηλεοπτικών μέσων κ.λπ.

(3) Λειτουργούν με χαρακτηριστικά που λείπουν ή έστω σπανίζουν στην κρατική διοίκηση. Π.χ. Εξειδίκευση του προσωπικού, ταχύτητα, αποτελεσματικότητα, διεπιστημονικότητα στην αντιμετώπιση των ζητημάτων κ.λπ.

(II) Το ερώτημα. Γιατί χρειάζονταν οι ΑΑ; Η απάντηση βρίσκεται στην δεδομένη και πέρα από κάθε αμφισβήτηση κρίση της πολιτικής. Στην πραγματικότητα η ύπαρξή των ΑΑ, τουλάχιστον εν μέρει, δεν είναι παρά ομολογία της αδυναμίας των πολιτικών που κυβέρνησαν να χειριστούν ζητήματα που βρίσκονται στη δική τους «σφαίρα». Ομολογία δηλαδή της προαναφερθείσας κρίσης. Για να το πω κι αλλιώς, πρόκειται για μετακύλιση αρμοδιοτήτων και ευθυνών στις ΑΑ, που κάποιες φορές καλούνται να «βγάλουν τα κάστανα απ’ τη φωτιά».

Π.χ. αν, λέω αν, οι πολιτικοί νοιαζόντουσαν αποκλειστικά και μόνο για το δημόσιο καλό και αντιμετώπιζαν όλους τους πολίτες με ισότητα και αίσθημα δικαίου, και όχι ως «δικά μας παιδιά» και «άλλους», ποιος ο λόγος να υπάρχει το ΑΣΕΠ; Η ισότητα πρόσβασης στις θέσεις εργασίας του Δημοσίου δεν θα έπρεπε να ήταν αυτονόητη;

Αν δεν είχαν δημιουργήσει μια δημόσια διοίκηση «κατ’ εικόνα και ομοίωσή τους», με διαφθορά, διαπλοκή, αυθαιρεσία κ.λπ., ποιος ο λόγος να υπάρχει ο Συνήγορος του Πολίτη; Η δουλειά του δεν είναι να αντιμετωπίζει, με γνώμονα τα δικαιώματα του πολίτη, την κρατική παρανομία και κακοδιοίκηση; Τι αποδεικνύει λοιπόν η ύπαρξή του;
Γιατί άραγε υπάρχει το ΕΣΡ; Μα γιατί είναι δεδομένο πως στα ΜΜΕ δραστηριοποιούνται πανίσχυρες οικονομικά δυνάμεις. Με τεράστια όχι μόνο οικονομική αλλά και πολιτική επιρροή αλλά και αντικρουόμενα συμφέροντα. Αντί της άμεσης κρατικής επέμβασης, ο «καμβάς» με το «τοπίο» των ΜΜΕ δίνεται στο ΕΣΡ και έτσι αποφεύγεται και το όποιο πολιτικό κόστος. (Το ίδιο έχουν κάνει και πολλές ευρωπαϊκές χώρες).

Δυστυχώς, η κρίση πολιτικής δεν ήταν ο μόνος λόγος. Υπήρχε κι άλλος ακόμα χειρότερος. Πιο σωστά, πάρα πολύ χειρότερος. Η νεοφιλελεύθερη επιλογή για πέρασμα της πολιτικής και κρατικής εξουσίας σε παράκεντρα και δη εκτός ελέγχου. Η πιο τρανή απόδειξη αυτού είναι η ίδια η φύση των ΑΑ; Αφού θυμίσω τις τρεις διακριτές εξουσίες, εκτελεστική, νομοθετική και δικαστική, να θέσω το ερώτημα. Οι ΑΑ τι ακριβώς είναι;

Εντάξει, είναι ένα ακόμα κρατικό όργανο. Κάθε τέτοιο όμως είναι ή νομοθετικό, ή εκτελεστικό ή δικαστικό. Οι ΑΑ τι είναι; Δεν είναι νομοθετικό, δεν είναι εκτελεστικό και βέβαια δεν είναι δικαστικό. Οι εμπνευστές τους και το Σύνταγμα άφησαν συνειδητά τα πράγματα «φλου». Οι ΑΑ είναι (τουλάχιστον) εν δυνάμει, όργανα εκτελεστικά, νομοθετικά, δικαστικά. Ταυτόχρονα ολίγον και τίποτα. Επιπλέον φρόντισαν για τον μη έλεγχο παρότι προβλέπεται ο Κοινοβουλευτικός έλεγχος των ΑΑ (άρθρο 101 Α §3). Όμως τι ακριβώς είναι αυτός ο Κοινοβουλευτικός έλεγχος;

Έλεγχος νομιμότητας δεν είναι, αφού αυτός ασκείται από τα Δικαστήρια (ή διοικητικά όργανα). Από την άλλη, η Βουλή είναι πολιτικό σώμα, οπότε τι θα κάνει; Θα αποδώσει πολιτικές ευθύνες στα μέλη μιας ΑΑ; Μα δεν έχει κανένα νόημα η πολιτική ευθύνη στα μέλη των ΑΑ. Τι μένει λοιπόν; Τα μέλη των ΑΑ να δώσουν(;) εξηγήσεις χωρίς καμία απολύτως συνέπεια. Βεβαίως, ούτε ο όποιος υπουργός μπορεί να λογοδοτήσει για τις πράξεις ή παραλείψεις των ΑΑ, αφού τα μέλη τους «διέπονται από προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία».

Από τα παραπάνω καθίσταται πρόδηλη η διαπίστωση πως ουσιαστικά έχουμε ένα νεοφιλελεύθερης «κοπής» πέρασμα εξουσίας σε παράκεντρα και πως οι ΑΑ δεν είναι παρά αναδιανομή εξουσίας. Όμως τα πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα δεν λύνονται με τη θεσμική αναδιανομή της πολιτικής εξουσίας και δεν φταίνε οι ΑΑ γι’ αυτό.

Όσες ΑΑ και να συγκροτήσουμε, όσο τέλεια δομημένες και θεσμοθετημένες και να είναι, μητέρα των λύσεων των προβλημάτων παραμένει η πολιτική. Και οι ΑΑ δεν παράγουν πολιτική ούτε είναι αυτός ο ρόλος τους. Αυτή παράγεται από τους πολιτικούς και τα κόμματα, κι αν αυτή απουσιάζει, απουσιάζουν και οι λύσεις. Αν αυτή περνά σοβαρή κρίση (και δυστυχώς περνά), οι όποιες «λύσεις» είναι κουκούλωμα των προβλημάτων.

(III) Η πράξη. Αν και οι προθέσεις ήταν(;) αγαθές, η πράξη εν μέρει τις ακύρωσε. Το «καπέλωμα» από την πολιτική ηγεσία δεν έλειψε. Αλλά και όπου και όταν δεν υπήρχε, οι ΑΑ σε πολλές περιπτώσεις αδυνατούσαν να ανταποκριθούν στο ρόλο τους. Είτε γιατί τους έλειπαν τα μέσα, είτε λόγω έλλειψης κατάλληλου θεσμικού πλαισίου. Το σπουδαιότερο, γιατί κάποιοι στις ΑΑ υπηρετούσαν την οικονομική ελίτ αντί για το κοινό καλό.

Πολλά από τα προβλήματα των ΑΑ ήρθαν στην επιφάνεια με αφορμή ζητήματα που απασχόλησαν την πολιτική ζωή της χώρας. Π.χ. χρηματιστήριο, τηλεφωνικές υποκλοπές, κάμερες στους δρόμους, θέμα ταυτοτήτων, βασικός μέτοχος, δομημένα ομόλογα κ.λπ. Η αλήθεια είναι πως οι παθογένειες υπήρχαν στα «γονίδιά» των ΑΑ από τη «γέννησή» τους με τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001.

Οι ΑΑ, όπως προανέφερα, δεν παράγουν αυτοφυώς πολιτική και δεν είναι αυτός ο ρόλος τους. Οι αποφάσεις όμως που παίρνουν, αλλά και οι παραλείψεις τους, παράγουν πολιτικά αποτελέσματα ή αν προτιμάτε πολιτικές «παρενέργειες». Π.χ. θυμηθείτε το «πόρισμα Ζορμπά» για τα δομημένα ομόλογα (που τελικά το «έφαγε το σκοτάδι»), τις τηλεφωνικές υποκλοπές κ.λπ. Οι κυβερνώντες δεν ήταν έτοιμοι να αποδεχθούν πως οι αποφάσεις των ΑΑ είναι εξαιρετικά πιθανό να παράγουν και πολιτικά αποτελέσματα.

Ίσως πάλι να μην αντέχουν τον έλεγχο. Όμως οι ΑΑ (και η Δικαιοσύνη) υπάρχουν για να ελέγχουν το πολιτικό σύστημα. Δεν γίνεται να έχουμε αναθέσει αρμοδιότητες στις ΑΑ και όταν αυτές κάνουν τη δουλειά τους, οι πολιτικοί να στραβομουτσουνιάζουν, να θάβουν στα συρτάρια ή να τρώει το σκοτάδι τις όποιες αποφάσεις ή και υποδείξεις των ΑΑ. Ούτε βέβαια να αλλάζουν το νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας τους κατά το δοκούν.

Ακόμα χειρότερα, όσο μια ΑΑ δεν ενοχλεί την κυβέρνηση έχει καλώς. Σε αντίθετη περίπτωση «διαγράφει» την ΑΑ ή και τον επικεφαλής της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ΑΑ για την καταπολέμηση του βρώμικου χρήματος. Μόλις ο Γ. Ζορμπάς, που ήταν προσωπική επιλογή του Καραμανλή, άρχισε να ενοχλεί (Ζήμενς, δομημένα ομόλογα), ο Καραμανλής αποφάσισε να τον στείλει σπίτι του.

Από τη μια λοιπόν έχουμε ΑΑ που έχουν όσα το Σύνταγμα προβλέπει, δηλαδή «ορισμένη θητεία» και «προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία», κι από την άλλη τη δυνατότητα της κυβερνητικής πλειοψηφίας να την καταργεί. Ε τότε ποιο είναι το νόημα της ορισμένη θητείας, της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας αλλά και της ίδιας της ΑΑ; Συγνώμη, αλλά αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα.

(IV) Συμπεράσματα. Κι αν ακόμα υποθέσουμε πως όλα τα παραπάνω εξέλειπαν και οι πολιτικοί, η πολιτική και το κράτος μας ήταν στα καλύτερά τους, νομίζω πως πάλι θα έπρεπε να καθιερώσουμε κάποιες ΑΑ. Κι αυτό γιατί θεωρώ πως ενισχύουν τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών και διευρύνουν τη Δημοκρατία. Οι παθογένειες μπορούν να διορθωθούν. Ενδεικτικά κάποιες απ’ αυτές.

(1) Ο τρόπος επιλογής των μελών. Σήμερα γίνεται από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής. Αυτή όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εγγυηθεί την ευρεία αποδοχή των προσώπων που επιλέγονται, έστω κι αν γίνεται με αυξημένη πλειοψηφία. Επιπλέον, στις μη συνταγματικά κατοχυρωμένες ΑΑ (και δεν είναι λίγες), οι διοικήσεις διορίζονται απ’ ευθείας από την κυβέρνηση.
(2) Σταθερό νομοθετικό πλαίσιο δράσης. Π.χ. δεν γίνεται να έχουμε ΑΣΕΠ και να ψηφίζεται νόμος που καθορίζει και τη συνέντευξη(!!) ως κριτήριο επιλογής, οπότε οι «δικοί μας» προσλαμβάνονται καμαρωτοί – καμαρωτοί.
(3) Η πρόληψη του «Ράβε ξήλωνε» ΑΑ. Π.χ. με νόμο μια κυβέρνηση συγκροτεί μια ΑΑ, καθορίζει το πλαίσιο δράσης της, διορίζει τον επικεφαλής και τα μέλη της. Η ίδια ή μια άλλη κυβέρνηση την καταργεί (φυσικά πάλι με νόμο), συγκροτεί μια άλλη με ίδιο, παρεμφερές ή διαφορετικό αντικείμενο.
(4) Ο έλεγχος να είναι erga omnes. Π.χ. Η ΑΑ Ανταγωνισμού θα ελέγχει τη ΦΑΓΕ και τη ΔΕΛΤΑ ή και το εποπτεύον αυτές Υπουργείο Ανάπτυξης; Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θα ελέγχει τις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο επιχειρήσεις αλλά όχι τις κρατικές εισηγμένες;
(5) Θα υπάρχουν για να υπάρχουν; Γιατί αν δεν έχουν την απαιτούμενη υλικοτεχνική υποδομή, το ανθρώπινο δυναμικό (πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης) και υποστήριξη, τότε είναι μαθηματικά βέβαιο ότι (το λιγότερο) θα δυσλειτουργούν.

Οι προαναφερθείσες (και άλλες) παθογένειες μπορούν να διορθωθούν. Ίσως οι κυβερνώντες λόγω κεκτημένης ταχύτητας παλαιοκομματικής συμπεριφοράς, δεν ξεπέρασαν το γεγονός πως ένα μέρος της πολιτικής εξουσίας παραχωρήθηκε στις ΑΑ ήδη με τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001.  Κι αυτή η παραχώρηση πολιτικής εξουσίας είναι μακράν το πλέον κρίσιμο ζήτημα με τις ΑΑ για δύο κυρίως λόγους.

Ο πρώτος. Δεν είναι δυνατόν σε μια δημοκρατία, πρόσωπα που τους έχει παραχωρηθεί πολιτική εξουσία να είναι εκτός ελέγχου και λογοδοσίας. Δεν μπορεί να ελέγχεται και να λογοδοτεί ο εκλεγμένος Πρωθυπουργός και να είναι στο απυρόβλητο τα μέλη των ΑΑ. Π.χ. τα τηλεοπτικά μέσα να οργιάζουν με παραπληροφόρηση, τρομοκρατία κ.λπ. και τα μέλη του ΕΣΡ να κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου χωρίς καμία απολύτως συνέπεια. Αν αυτό είναι «ανεξάρτητη» αρχή τότε τι είναι υπαλληλική σχέση;

Δεν μπορεί να έχει καταστραφεί η χώρα και ο λαός της και η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (και συνακόλουθα η όποια τράπεζα) να επικαλείται προσωπικά δεδομένα στην αναζήτηση στοιχείων σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Άραγε έχουν χάσει το μέτρο; Καλύπτουν κάποιους; Ό, τι και να ισχύει δεν είναι απλώς απαράδεκτο. Σε κάθε περίπτωση έχουν ευθύνες για την κάλυψη που παρέχουν.

Αν και το κυρίαρχο ζήτημα δεν είναι τα πρόσωπα, δεν μπορεί η επιλογή τους να γίνεται με την «ελαφρότητα» που χρόνια τώρα χαρακτηρίζει το πολιτικό σύστημα. Π.χ. Εδώ και 1,5 χρόνο βοά ο τόπος με δημοσιεύματα για τη Σαββαΐδου στην υπόθεση φοροδιαφυγής της PwC στην οποία ήταν στέλεχος μέχρι και πέρυσι τον Ιούνιο. Είναι τουλάχιστον πρόκληση να επιλέγεται από τον υπουργό οικονομικών Χαρδούβελη ως επικεφαλής του αγώνα κατά της φοροδιαφυγής!!

Επειδή δεν «στέρεψε» η Ελλάδα από ικανούς ανθρώπους, προφανώς τα κριτήρια ήταν άλλα. Κι αυτά φάνηκαν από τον «έρωτα» της τρόικα στη Σαββαΐδου η οποία δεν είχε καν την τσίπα να παραιτηθεί μόνη της ενώ κατηγορείται από τη Δικαιοσύνη. Όσο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη θέση που διατύπωσε, «λάθος η καρατόμηση της Σαββαΐδου», προφανώς θα έχει τους λόγους του. Το ίδιο και οι «θεσμοί» που θορυβήθηκαν και θέλουν, λέει, απαντήσεις.

Τα μέλη των ΑΑ δεν είναι δυνατόν να λογοδοτούν σε εκτός χώρας τρίτους, έστω κι αν αυτοί είναι θεσμοί, αλλά όχι εντός της χώρας; Το Σύνταγμα με το «καλημέρα» (άρθρο 1) ορίζει πως: «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα.» Δεν είναι πρόδηλο πως παραβιάζεται η κορωνίδα του Συντάγματος όταν κάποιοι (σε ΕΛΣΤΑΤ, ΓΓΔΕ κ.λπ.) λογοδοτούν πρώτα ή και αποκλειστικά σε τρόικα, ΕΚΤ, Eurostat κ.λπ. και μετά κι αν θέλουν εντός της χώρας;

Όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Ν. Χουντής (συνέντευξη στο ραδιόφωνο του Alpha), η «μετατροπή της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας σε ΑΑ, που είχε και έχει ως αποτέλεσμα ο πρόεδρός της (που κατηγορείται για εσκεμμένη διόγκωση του δημόσιου χρέους) να δίνει πρώτα αναφορά στον Ευρωπαίο επίτροπο και μετά στον Έλληνα υπουργό Οικονομικών».

Ο δεύτερος λόγος και απείρως πιο σημαντικός. Αυτή η παραχώρηση πολιτικής εξουσίας μέχρι που θα φτάσει; Γιατί παραχώρηση την παραχώρηση σε ΑΑ δεν θα μείνει στο τέλος τίποτα. Το ζήτημα δεν αφορά ειδικά και μόνο τις ΑΑ. Γιατί έτσι κι αλλιώς έχει ήδη παραχωρηθεί μεγάλο μέρος όχι μόνο της πολιτικής εξουσίας αλλά και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Κι όχι μόνο λόγω μνημονίων. (Θα επανέλθω στο μείζον αυτό ζήτημα σε επόμενο άρθρο.)

Για να μείνω στις ΑΑ και γενικότερα στην παραχώρηση εξουσίας, έχει απόλυτο δίκιο ο Ν. Χουντής όταν στην ίδια συνέντευξη λέει για την πλήρη ανεξαρτητοποίηση της ΓΓΔΕ: «Η πολιτική εξουσία, όχι μόνο δεν θα μπορεί να διορίζει τον εκάστοτε γενικό γραμματέα, όπως κάνει μέχρι σήμερα, αλλά δεν θα έχει καμία δυνατότητα προώθησης αυτόνομων πολιτικών αποφάσεων φορολογικού χαρακτήρα.»

Η ΓΓΔΕ δεν είναι ένας ακόμα δημόσιος τομέας έστω νευραλγικού χαρακτήρα. Οι φόροι και γενικά τα δημόσια έσοδα είναι ο «πυρήνας» της εξουσίας του κράτους. Του κάθε κράτους και σωστά λέει ο Ν. Χουντής πως η πλήρης ανεξαρτητοποίηση της ΓΓΔΕ είναι «υπόδειγμα νεοφιλελεύθερης αντίληψης, που δεν εφαρμόζεται (ακόμη) σε καμία χώρα της ΕΕ, ίσως και του κόσμου.»

Κλείνω με ένα ακόμα παράδειγμα. Η Φώφη Γεννηματά έχει επίγνωση τι ζητάει όταν προτείνει (στην ολομέλεια της Βουλής): «Στην αδειοδότηση των καναλιών αντί για αιτιολογημένη γνώμη του ΕΣΡ να υπάρχει η σύμφωνη γνώμη του ΕΣΡ»; Κι αν δεν υπάρχει αυτή η σύμφωνη γνώμη του ΕΣΡ, τι θα κάνουμε (ως χώρα); Θα προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο να επιλύσει τη διαφορά ΕΣΡ – Κυβέρνησης;

Με τη «λογική» αυτή, να υπάρχει η σύμφωνη γνώμη όχι μόνο του ΕΣΡ αλλά και των άλλων ΑΑ σε θέματα αρμοδιοτήτων τους. Ακόμα «καλύτερα», δεν καταργούμε την ελάχιστη πολιτική εξουσία που έχει απομείνει φτιάχνοντας κάμποσες επιπλέον ΑΑ; Έτσι, θα γλυτώσουμε τριβές κυβέρνησης και ΑΑ, εκλογές, πολιτικές και κομματικές αντιπαραθέσεις κ.λπ. Πολιτική σοβαρότητα στο ναδίρ, νεοφιλελεύθερη υποταγή στο ζενίθ.

Κάποιες ΑΑ ήταν και είναι χρήσιμες. Να τις κάνουμε καλύτερες και πιο λειτουργικές για το λαό και τον τόπο, εντάξει. Μέχρι εκεί όμως. Θέλω να πιστεύω πως η μεγάλη πλειονότητα του λαού, σε καμιά περίπτωση δεν θα ανεχτεί τη σαλαμοποίηση της πολιτικής εξουσίας και το πέρασμά της σε ΑΑ κι όχι μόνο σ’ αυτές. Ίσως «Φώφηδες», «Σταύροι», «Βαγγέληδες» και όποιοι άλλοι να μην έχουν πρόβλημα. Ίσως προτιμούν να είναι απλώς αποδεκτοί και αρεστοί υπάλληλοι.

Όλοι εμείς όμως πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως κάποια στιγμή πρέπει να τραβήξουμε χειρόφρενο στην παραχώρηση πολιτικής και κρατικής εξουσίας. Αν δεν το κάνουμε, σε λίγα χρόνια τα μνημόνια θα μας φαίνονται «ευλογία».

* Ο Χρήστος Γιαννίμπας είναι αρθρογράφος και συγγραφέας.