Ανάμεσα στους 100+1 οι οποίοι συνυπέγραψαν κείμενο αντίθεσης στην κυβέρνηση Παπαδήμου, το μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ Θέμης Τζήμας θέτει ζήτημα όχι απαραίτητα ηγεσίας αλλά κυρίως πολιτικού προσανατολισμού του (συν)κυβερνώντος κόμματος. Κάνει λόγο για έλλειψη νομιμοποίησης της σημερινής κυβέρνησης, αποκρούει την επιχειρηματολογία γύρω από την επίκληση της έκτακτης ανάγκης, θεωρεί ότι η Ελλάδα έχει πραγματικά περιθώρια διαπραγμάτευσης και ζητά: «να μην μείνει ξανά φιμωμένη και στη γωνία η βάση της παράταξης». Η επόμενη μέρα στο ΠΑΣΟΚ.

Ads

 
Ποιος είναι ο στόχος του κειμένου το οποίο συνυπογράψατε;
 
Επιθυμούμε να δηλώσουμε ότι καμία από τις «φωνές» μέσα στο ΠΑΣΟΚ, στη δημοκρατική παράταξη, ΔΕΝ συντάσσεται με την επιλογή της νέας κυβέρνησης και την απόδοση ψήφου εμπιστοσύνης από τη Βουλή. Βεβαίως, αυτό έρχεται ως συνέχεια μιας καθαρής και σαφούς διαφοροποίησης ως προς την πολιτική η οποία ασκήθηκε και από την προηγούμενη κυβέρνηση και την οποία θα ασκήσει και η τωρινή. Κοινώς, εμείς εγείρουμε ένα ζήτημα δημοκρατίας, επί της ουσίας της δημοκρατικής διαδικασίας και όχι μόνο επί του συνταγματικού τύπου, υπό την έννοια ότι, όταν μια κυβέρνηση διαπιστώνει δυσαρμονία με το λαό λόγω της πολιτικής την οποία εφαρμόζει, τότε προσφεύγει στο λαό. Δεν ορίζει μαζί με άλλα δύο κόμματα, και με μεθόδους ανακτοβουλίων, μια άλλη κυβέρνηση που θα εφαρμόσει την αυτή πολιτική.
 
Η επίκληση των έκτακτων συνθηκών και το «μαχαίρι» που βάζουν στο «λαιμό» οι δανειστές;
 
Αυτή η επίκληση μιας διαρκούς έκτακτης ανάγκης είναι ιστορικά το πιο επικίνδυνο «όπλο» εναντίον ενός δημοκρατικού καθεστώτος. Το ερώτημα είναι το εξής: «πότε τελειώνει λοιπόν αυτή η έκτακτη ανάγκη»;
 
Σε επίπεδο τακτικής, πώς είδατε το θέμα του δημοψηφίσματος και όσων ακολούθησαν;
 
Εκφράζοντας την προσωπική μου άποψη, θέλω να υπενθυμίσω ότι το θέμα της έλλειψης δημοκρατικής νομιμοποίησης της κυβερνητικής πολιτικής το είχαμε θέσει πολλοί από εμάς έγκαιρα και δημοψήφισμα θα έπρεπε να είχε γίνει πριν την υπογραφή του πρώτου μνημονίου. Το δημοψήφισμα, τη στιγμή που προαναγγέλθηκε,  προφανώς πήγε να στηθεί υπό ένα εκβιαστικό πλαίσιο. Όμως, ακόμα κι έτσι, το δημοψήφισμα έπρεπε να γίνει. Ακόμα και με το «μαχαίρι στο λαιμό» ο λαός πρέπει να μιλάει, πρέπει να τοποθετείται και κατά τη γνώμη μου το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι ότι ο τέως πρωθυπουργός προανήγγειλε το δημοψήφισμα, αλλά είναι ότι υπαναχώρησε άρον – άρον και άτακτα, υπό την πίεση ενός ξένου τελεσίγραφου το οποίο αντέβαινε και αντιβαίνει σε όλες τις ιδρυτικές συνθήκες και της ΕΕ και της ΟΝΕ.
 
Πολλοί ενοχλήθηκαν από το γεγονός ότι το δίλημμα: «ναι ή όχι στη δανειακή σύμβαση» ταυτίστηκε με το δίλημμα: «ναι ή όχι στο ευρώ».
 
Αυτό ήταν το τεράστιο ολίσθημα. Από εκεί ξεκίνησε η άτακτη υποχώρηση του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης. Να σημειώσουμε, πάντως, ότι ο πρώτος που έδωσε αυτό το νόημα ήταν ο υπουργός Οικονομικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ο κ. Βενιζέλος, ο οποίος μίλησε αμέσως μετά τον Παπανδρέου και είπε περίπου ότι θα πρέπει μέσα από αυτό το δημοψήφισμα να δείξει ο ελληνικός λαός αν θέλει να παραμείνει στο ευρώ. Κατόπιν, ακούσαμε το ίδιο ακριβώς και από τους ξένους ηγέτες που απέστειλαν ένα ιταμό τελεσίγραφο στον ελληνικό λαό και σε τρίτη φάση το ακούσαμε και από τον πρωθυπουργό της χώρας.
 
Γενικώς, τι θεωρείτε πως θα έπρεπε να έχει γίνει, υπό το πρίσμα της άποψης ότι λόγω της ανάγκης για δανεικά σχεδόν όλα καθορίζονται από τις Βρυξέλλες.
 
Αυτή είναι μια στατική ανάλυση της πραγματικότητας την οποία ακούμε εδώ και δύο χρόνια και που λέει: «όταν δανείζεσαι, δεν έχεις διαπραγματευτικές δυνατότητες». Υποθέτω ότι αυτοί που το ισχυρίζονται δεν έχουν δανειστεί ποτέ από τράπεζα, διότι ένα ρητό λέει χαρακτηριστικά: «όταν χρωστάς 1000 ευρώ στην τράπεζα είναι πρόβλημά σου, όταν χρωστάς 1 δις ευρώ στην τράπεζα τότε είναι πρόβλημά της». Το επιχείρημα, ότι όποιος δανείζεται δεν μπορεί να διαπραγματευτεί, αντιβαίνει στην κοινή λογική που έχουμε διδαχθεί από την παγκόσμια ιστορία, υπό την έννοια ότι κανένα κράτος δεν θα μπορούσε να διαπραγματευτεί με κανένα άλλο, με κανέναν ιδιωτικό οργανισμό. Και βέβαια χρειαζόμαστε δανεικά, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να διαπραγματευτούμε κάποιους βασικούς όρους υπέρ του λαού και της χώρας. Εν τέλει, πρέπει να απαντήσει κανείς στο εξής: Ωραία, ας πούμε λοιπόν ότι οι Ευρωπαίοι δεν θα μας έδιναν την 6 δόση για παράδειγμα αν δεν κάναμε ό,τι μας ζητούσαν. Το κόστος της ελληνικής «απώλειας» το έχει συνυπολογίσει κανείς, δεδομένου ότι η κρίση έχει ήδη συμπεριλάβει την Ιταλία και χτυπάει πια εμφανώς και την «πόρτα» της Γαλλίας και της Ισπανίας; Θεωρεί κανείς λογικός παρατηρητής ότι θα άνοιγαν η Μέρκελ και ο Σαρκοζί την «πόρτα του φρενοκομείου», ωθώντας σε άτακτη χρεοκοπία ένα κράτος – μέλος της Ευρωζώνης;
 
Θέτετε θέμα ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ;
 
Όχι. Σε γενικές γραμμές θεωρούμε ότι ένα κόμμα δεν μπορεί να αλλάζει προέδρους εν είδει διαχειριστών. Οφείλει πρώτα να δει αν η κυβερνητική πολιτική την οποία άσκησε είναι η δέουσα ή αν αυτή θα πρέπει να αλλάξει. Πρέπει, λοιπόν, το ΠΑΣΟΚ πρώτα να συζητήσει τις πολιτικές του και έπειτα να αποφασίσει με τον πλέον δημοκρατικό και ανοιχτό τρόπο επί της ουσίας της πολιτικής που θα πρέπει να ασκήσει σε βάθος χρόνου. Να σημειώσω εδώ ότι πριν από περίπου ένα μήνα είχαμε αποστείλει 3 μέλη του Εθνικού Συμβουλίου μια επιστολή, με την οποία ζητούσαμε εσωκομματικό δημοψήφισμα πάνω σε εναλλακτικές στρατηγικές οι οποίες έχουν προταθεί για την έξοδο από την κρίση, και αφού καταλήγαμε με δημοκρατικό τρόπο στην πολιτική μας, μετά θα μπορούσαμε ομαλά, και όπως προβλέπει το καταστατικό, να προχωρήσουν και οι διαδικασίες επανεκλογής του προέδρου ή εκλογής κάποιου άλλου. Αλλά εμείς δεν προτάσσουμε το ζήτημα αλλαγής του προέδρου. Αυτό είναι ένα εντελώς, αν θέλετε, ύποπτο και επικίνδυνο πρόταγμα το οποίο μας λέει: «αφήστε την ίδια πολιτική, βάλετε έναν λίγο καλύτερο ή λίγο χειρότερο -μένει να αποδειχθεί- διαχειριστή, και ας μείνει η βάση της παράταξης για άλλη μια φορά φιμωμένη και στη γωνία».