Η έκρηξη της πανδημίας δεν έδωσε τη δυνατότητα στην οργανωμένη πολιτεία να προσδώσει την απαραίτητη αίγλη, ούτε στους πολίτες να συμμετέχουν ενεργά, στους επετειακούς εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την έκρηξη της εθνικοαπελευθερωτικής και συνάμα κοινωνικοανατρεπτικής επανάστασης του 1821.

Ads

Δε νομίζω βέβαια, ότι θα λείψουν από κανέναν εκδηλώσεις γκλαμουριάς και η συμμετοχή σε παρελάσεις, οι βαθυστόχαστες αναλύσεις επισήμων και οι υποκειμενικές προσεγγίσεις των διαχρονικών μηνυμάτων της επανάστασης μέσα από το πρίσμα της ιδεολογικής προσέγγισης του καθενός. Ούτε θα μας λείψουν οι προβαλλόμενες μιντιακά περσόνες, δημοσιοσχετίστες  με προϋπηρεσία στην ανάληψη επετειακών εκδηλώσεων που θα προσφέρουν αντί για άρτο, θέαμα στο πόπολο.

Δε θεωρώ ότι θα μας λείψουν φουστανέλες, δημοτικά τραγούδια, εξιστορήσεις ηρωικών γεγονότων του παρελθόντος που θα προβάλουν, μονοδιάστατα, τη μισή αλήθεια, αυτή της ιδεαλιστικής αυτοθυσίας των πολλών, αποκρύπτοντας την άλλη μισή. Των γεγονότων της προδοσίας, των εμφυλίων συρράξεων, της ξενολατρείας, του κοτζαμπασισμού και του ραγιαδισμού.

Αποτελώντας ιστορική συνέχεια εκείνης της γενιάς, δεν έχουμε χάσει την επαφή μας με την παράδοσή και τα έθιμά μας. Όσον αφορά την Ιστορία, στο χέρι μας είναι να τη γνωρίζουμε και να την ερευνούμε. Να μην καταπίνουμε αμάσητο ό,τι μας σερβίρεται. Και να θυμόμαστε πάντα ότι η αυτοθυσία αφορά τους πολλούς που και σήμερα παραμένουν άγνωστοι, μεταξύ αγνώστων ηρώων που με το αίμα τους μας πρόσφεραν τη λευτεριά που τόσο δεδομένη θεωρούμε σήμερα. Για αυτό και θεωρώ ότι το σπουδαιότερο μνημείο που και σήμερα πρέπει να τιμούμε είναι αυτό του «Άγνωστου Στρατιώτη» κι ας κατασκευάστηκε έναν αιώνα αργότερα από την επανάσταση, σε εντελώς διαφορετική συγκυρία, καθώς και το σύνολο των μνημείων που τιμούν τον αγώνα της Εθνικής Αντίστασης.

Ads

Με λίγα λόγια δεν θα μας λείψουν ανούσια, επετειακού χαρακτήρα, πανηγύρια, αλλά θα έπρεπε να μας λείπει και να αναζητούμε την ουσία. Και η ουσία αφορά τα σημαντικότερα πράγματα στη ζωή ενός έθνους. Την αυτοκριτική για το παρελθόν και τον σχεδιασμό για το μέλλον.

Η αυτοκριτική για το παρελθόν για να είναι γόνιμη, πρέπει να εστιάζει σε μετρήσιμους στόχους για το μέλλον. Νικήσαμε ως λαός τον κοτζαμπασισμό ή έχουμε συμβιβαστεί με αυτόν; Δημιουργήσαμε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος δικαίου ή ακόμη και σήμερα δεν είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στους νόμους; Χτίσαμε ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα; Διαμορφώσαμε ένα σύγχρονο παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης της χώρας; Εκσυγχρονίσαμε τη δημόσια διοίκηση; 

Θωρακίσαμε τη Δημοκρατία μας αν και μεταγενέστερο του πρώτου ανεξάρτητου νεοελληνικού κράτους δημιούργημα, ή και σήμερα κανένα δικαίωμα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο; Ξεπεράσαμε εμφυλιοπολεμικά πάθη και την αγωνιώδη αναζήτηση του «εσωτερικού εχθρού» ή θα συνεχίζουμε, μόνοι μας, να βγάζουμε τα μάτια μας;

Τέλος, οφείλουμε να αντιληφθούμε ότι πέρα από τον ηρωισμό των πολλών και την επίδραση του νεοελληνικού διαφωτισμού των λίγων και «φωτισμένων», η γεωπολιτική είναι αυτή που γέννησε την Πατρίδα μας. Και η γεωπολιτική θα την κρατήσει στη ζωή, αρκεί να την καταστήσουμε βασικό εργαλείο ανάλυσης. Τότε θα έχουμε ωριμάσει ως έθνος και θα έχουμε μέλλον ως λαός. Στο χέρι μας είναι, αλλά αυτό δεν θα μας το πουν στις ειδήσεις.
    
Δημήτρης Σακελλάρης, μέλος Κ.Ε. ΣΥ.ΡΙΖ.Α.