Η στρατηγική της παγκόσμιας κυριαρχίας των Ηνωμένων Πολιτειών στο πεδίο της ενημέρωσης συγκρούεται ή, τουλάχιστον, δεν συμβαδίζει με τις επιμέρους επικοινωνιακές πολιτικές Μέσων από άλλες χώρες.

Ads

Το αμερικανικό μονοπώλιο σπάει, καθώς πολλά Μέσα διεθνούς εμβέλειας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ‒«χίλια λουλούδια…» για να παραφράσω μια φράση του Μάο Τσε Τουνγκ‒ το αμφισβητούν εμπράκτως. «Ήδη στη διάρκεια των δύο πρώτων εβδομάδων του πολέμου φάνηκε ότι αυτός ο πόλεμος θα σηματοδοτήσει την αποτυχία της αμερικανικής δημοσιογραφίας», υποστηρίζει ο Robert Jensen, αρθρογράφος της The Progressive (Diemand, 2003).

Χαρακτηριστική επ’ αυτού είναι η υπόθεση της επιχείρησης διάσωσης της αιχμαλώτου πολέμου, Jessica Lynch, που προβλήθηκε ως μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες των αμερικανικών ειδικών δυνάμεων από το Πεντάγωνο και τα κυρίαρχα αμερικανικά ΜΜΕ και στη συνέχεια αποδομήθηκε από το BBC, δίνοντας μια ηχηρή απάντηση σε όσους ισχυρίζονται ότι οι αμερικανικοί μηχανισμοί προπαγάνδας δεν λένε χοντροκομμένα ψέματα.

Στις 30 Μαρτίου μαθαίνουμε από την ιρακινή τηλεόραση ότι άνδρες των ιρακινών δυνάμεων έχουν συλλάβει μια αμερικανίδα στρατιώτη, την Jessica Lynch. Τα αμερικανικά δίκτυα κάνουν λόγο για μια «ηρωική κοπέλα», που μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας της έπεσαν σε ενέδρα του εχθρού στη Νασιρίγια. Η μάχη ήταν σκληρή.

Ads

Η Jessica είδε έντεκα συντρόφους της να τραυματίζονται θανάσιμα. Η ίδια πολέμησε γενναία, εξαντλώντας τα πυρομαχικά της, αλλά στο τέλος αιχμαλωτίστηκε από τους Ιρακινούς, που τη μετέφεραν σοβαρά τραυματισμένη από μαχαίρι σε νοσοκομείο της πόλης. Στη διάρκεια της κράτησής της, προσθέτουν αμερικανοί παρουσιαστές επικαλούμενοι πηγές του Πενταγώνου, η Jessica ανακρίθηκε και βασανίστηκε.

Στην Ντόχα στις 2 Απριλίου τις πρώτες πρωινές ώρες οι ενσωματωμένοι πολεμικοί ανταποκριτές καλούνται εσπευσμένα στο CENTCOM, όπου και το Κέντρο Τύπου των αμερικανικών δυνάμεων. «Έχουμε πολύ σημαντικές εξελίξεις. Ο πρόεδρος έχει ενημερωθεί, όπως και ο υπουργός Άμυνας», λέει ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Jim Wilkinson, απευθυνόμενος στους αγουροξυπνημένους δημοσιογράφους.

Όλοι νομίζουν ότι οι αμερικανικές δυνάμεις έχουν συλλάβει τον Saddam. Η είδηση, όμως, αφορά την επιχείρηση διάσωσης της 19χρονης Jessica Lynch. Πράγματι, εκατομμύρια τηλεθεατές σ’ όλο τον κόσμο παρακολουθούν, σαν να πρόκειται για reality show ή για σκηνές από υπερπαραγωγή του Χόλιγουντ, πλάνα πάνοπλων Αμερικανών, που εισβάλλουν στο νοσοκομείο της Νασιρίγια, αιφνιδιάζουν τους πάντες, κατατροπώνουν ένοπλους Ιρακινούς, απελευθερώνουν τη νεαρή κοπέλα και διαφεύγουν με ελικόπτερο.

Η όλη επιχείρηση κρατά πέντε λεπτά. Το οπτικό υλικό από κάμερες νυκτός, που έφεραν στα κράνη τους οι πάνοπλοι πεζοναύτες, συνοδεύεται από εγκωμιαστικά σχόλια για την αποτελεσματικότητα, τη μαχητικότητα και το θάρρος των αμερικανικών δυνάμεων. Είναι η πρώτη επιτυχής επιχείρηση διάσωσης αμερικανού αιχμαλώτου πολέμου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το κοινό συγκινείται και η ηρωίδα Jessica Lynch παρασημοφορείται.

Αργότερα, στα τέλη Ιουνίου, η Washington Post θα θέσει ερωτηματικά για την αληθοφάνεια της υπόθεσης και το BBC, στο ντοκιμαντέρ του Παραπλανητικά πολεμικά αφηγήματα [War Spin], θ’ αποκαλύψει ότι η επιχείρηση διάσωσης ήταν στημένη.

Όπως δήλωσαν γιατροί του νοσοκομείου στη Νασιρίγια, οι ελάχιστοι ιρακινοί στρατιώτες που φυλούσαν τη Lynch είχαν φύγει δύο μέρες πριν από την άφιξη των Αμερικανών. Οι ιρακινοί γιατροί χορήγησαν φιάλες αίματος στην Αμερικανίδα, τη στιγμή που κι άλλοι ασθενείς τις είχαν ανάγκη, και προσπάθησαν να την παραδώσουν στις αμερικανικές δυνάμεις, αλλά το αυτοκίνητό τους χτυπήθηκε από αμερικανικά πυρά, οπότε υποχρεώθηκαν να επιστρέψουν στο νοσοκομείο.

«Κατά την εξέταση διαπίστωσα ότι είχε σπάσει τον βραχίονά της, τον μηρό και τον αστράγαλό της, αλλά δεν έφερε κανένα τραύμα από σφαίρα», δηλώνει στο BBC ένας γιατρός. «Τη φρόντιζα σαν να ήταν κόρη μου», προσθέτει μια ιρακινή νοσηλεύτρια. Όταν έγινε η επιχείρηση δήθεν διάσωσης, οι άνδρες των ειδικών δυνάμεων πυροβολούσαν χωρίς λόγο μέσα στο νοσοκομείο, σκορπίζοντας τον τρόμο σε γιατρούς και ασθενείς μόνο για τις ανάγκες των τηλεοπτικών γυρισμάτων (Kampfner, 15/05/2003).

Τον Απρίλιο του 2007, ενώπιον του Κογκρέσου, η Lynch θα παραδεχθεί ουσιαστικά ότι έπεσε θύμα της προπαγάνδας του Πενταγώνου. Στη διάρκεια της μάχης στη Νασιρίγια, όπως είπε, το όπλο της είχε πάθει εμπλοκή και η ίδια είχε χάσει τις αισθήσεις της, όταν το όχημα στο οποίο επέβαινε ενεπλάκη σε ατύχημα (Lynch, 24/04/2007).

Ένα άλλο περιστατικό, που εντάχθηκε στις ψυχολογικές επιχειρήσεις του Πενταγώνου, συνέβη στις 9 Απριλίου, αμέσως μόλις οι αμερικανικές δυνάμεις κατέλαβαν τη Βαγδάτη, χωρίς τελικά να γίνει η «Μητέρα των Μαχών». Ταυτόχρονα οι Κούρδοι μαχητές καταλάμβαναν το Κιρκούκ και στις 15 Απριλίου έπεφτε το Τικρίτ, η γενέτειρα του Saddam.

Παρόλα αυτά η κατάσταση εξακολουθούσε να παραμένει συγκεχυμένη. Οι διαδηλώσεις σιιτών, η εμφάνιση ένοπλων ομάδων Ιρακινών, οι καταστροφές και οι λεηλασίες σε μουσεία και τη Βιβλιοθήκη της Βαγδάτης, που δεν προστατεύθηκαν από τις αμερικανικές δυνάμεις, ενώ αντιθέτως προστατεύτηκε από την πρώτη στιγμή το υπουργείο Ενέργειας, αρμόδιο για τα πετρελαϊκά αποθέματα, κάθε άλλο παρά εγγυώνται τη σταθερότητα και την ασφάλεια στη χώρα. Η πλειοψηφία των Ιρακινών, όπως μαθαίνω από ευρωπαίους συνάδελφους στη Βαγδάτη, παραμένει σιωπηρή. Ο φόβος κυριαρχεί.

Στις 9 Απριλίου, στην πλατεία Φίρντος, απέναντι από το ξενοδοχείο Palestine, αγανακτισμένοι Ιρακινοί και αμερικανοί στρατιώτες πανηγυρίζοντας, όπως μεταδίδουν τα κυρίαρχα ΜΜΕ, ρίχνουν ένα άγαλμα του Saddam. Ένας αμερικανός πεζοναύτης είχε προηγουμένως καλύψει την κεφαλή του αγάλματος με την αμερικανική σημαία.

Εκατομμύρια τηλεθεατές σ’ όλο τον κόσμο παρακολουθούν στις οθόνες τους σκηνές που συμβολίζουν την οριστική ήττα του ιρακινού καθεστώτος και την απελευθέρωση του ιρακινού λαού.

Η τοποθέτηση της αμερικανικής σημαίας, που παραπέμπει σε ανάλογη εικόνα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τη νίκη των Αμερικανών στη μάχη του Ίβο Τζίμα, δίνει ένα σαφές μήνυμα: δεν πρόκειται για πόλεμο εισβολής και κατάλυσης της ανεξαρτησίας μιας χώρας, αλλά για πόλεμο απελευθέρωσης, που είχε αίσιο τέλος. Η σχετική φωτογραφία δημοσιεύεται και στα πρωτοσέλιδα του αμερικανικού Τύπου.

Ευρωπαίοι δημοσιογράφοι, όμως, που ήταν αυτόπτες μάρτυρες, λένε ότι οι Ιρακινοί ήταν ελάχιστοι και ότι ανήκαν σε οργάνωση που υποστηριζόταν από το Πεντάγωνο. Όταν δε εκείνοι αδυνατούσαν να ρίξουν το άγαλμα, ήρθαν σε βοήθεια αμερικανοί στρατιώτες μ’ ένα τεθωρακισμένο κι ένα συρματόσχοινο. Η λεπτομέρεια αυτή δεν μεταδόθηκε από τα αμερικανικά Μέσα.

Ένα χρόνο αργότερα οι Los Angeles Times αποκαλύπτουν ότι η ενέργεια κάθε άλλο παρά αυθόρμητη ήταν. Είχε σχεδιαστεί από μια στρατιωτική ομάδα των Επιχειρήσεων Ψυχολογικού Πολέμου, οι Ιρακινοί ήταν πολύ λιγότεροι απ’ ότι είχαν μεταδώσει τα διεθνή δίκτυα και είχαν μεταφερθεί στην πλατεία από άλλα μέρη με τη βοήθεια των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων.

Ορισμένοι, μάλιστα, από τους συγκεντρωθέντες Ιρακινούς ζητούσαν έντονα να κατεβεί η αμερικανική σημαία, διότι συμβόλιζε την κατοχή και όχι την απελευθέρωση (Zucchino, 03/07/2004). Αυτές οι φωνές διαμαρτυρίας, όμως, ουδέποτε μεταδόθηκαν από τα διεθνή ΜΜΕ. «Σίγουρα [η αποκάλυψη του τι πραγματικά συνέβη] ήταν κακό νέο», θα δηλώσει στέλεχος της αμερικανικής μονάδας Επιχειρήσεων Ψυχολογικού Πολέμου.

Λίγους μήνες μετά την κατάληψη της Βαγδάτης, στο Ιράκ όλοι γνωρίζουν ότι παρά τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, που απευθύνει έκκληση προς τη διεθνή κοινότητα να συμβάλει «στη σταθερότητα και την ασφάλεια» (ψήφισμα 1483) και «στην πολιτική και οικονομική ανοικοδόμηση του Ιράκ» (ψήφισμα 1511), ο πόλεμος «απελευθέρωσης από τα στρατεύματα κατοχής» μαίνεται.

Ολοένα και περισσότεροι Ιρακινοί δεν εμπιστεύονται τους Αμερικανούς, η προοπτική να υπάρξει πολιτική σταθερότητα εξανεμίζεται, ενώ στις ΗΠΑ εξακολουθούν να φτάνουν σοροί αμερικανών στρατιωτών. Τις τρεις πρώτες εβδομάδες της εισβολής είχαν χάσει τη ζωή τους 138 Αμερικανοί. Άλλοι τόσοι σκοτώθηκαν μέχρι τα τέλη Αυγούστου 2003.

Ο πρόεδρος Bush φωτογραφήθηκε στο αεροπλανοφόρο Abraham Lincoln με στολή πιλότου, που είχε σ’ εμφανές σημείο τη φράση «Αποστολή εξετελέσθη», αλλά η δημοτικότητά του έχει πέσει. Το 49% των αμερικανών ψηφοφόρων, σύμφωνα με το Newsweek, δεν θα υποστηρίξει την υποψηφιότητά του για δεύτερη θητεία στο Λευκό Οίκο.

Χειρότερη είναι η κατάσταση για τον Tony Blair στη Βρετανία, όπου μόνο το 27% των ερωτηθέντων σε δημοσκόπηση της Daily Telegraph φέρεται να συμφωνεί με τις επιλογές του βρετανού πρωθυπουργού (Νεράντζης, 01/09/2003). «Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα» της προπαγάνδας του Λευκού Οίκου και του Πενταγώνου, που ούτως ή άλλως δεν βρίσκουν ευήκοα ώτα στη Μέση Ανατολή και αμφισβητούνται στην Ευρώπη, αρχίζουν ν’ αντιμετωπίζονται με δυσπιστία και στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Γι’ αυτό και οι επικεφαλής της ομάδας των εξακοσίων περίπου εμπειρογνωμόνων, που απασχολούνται στον Λευκό Οίκο, το Πεντάγωνο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και χαράσσουν την επικοινωνιακή στρατηγική του προέδρου Bush, αποφασίζουν να καλλιεργήσουν μια εικόνα μετριοπάθειας για το πρόσωπο της αμερικανικής πολιτικής ηγεσίας.

Ενδεικτικό είναι ότι τον Νοέμβριο του 2001, την Ημέρα των Ευχαριστιών, ο πρόεδρος Bush επισκέπτεται κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας τη Βαγδάτη, όπου γευματίζει με άνδρες των αμερικανικών δυνάμεων, ώστε να ενισχύσει το ηθικό τους σε μια στιγμή που αυξάνεται ο αριθμός των επιθέσεων αυτοκτονίας και τα ΜΜΕ τον κατηγορούν ότι ουδέποτε παραβρέθηκε σε νεκρώσιμη ακολουθία των πεσόντων στο Ιράκ.

Χωρίς καμία διάθεση θριαμβολογίας ανακοινώνεται και η σύλληψη, μερικές εβδομάδες αργότερα, του «χασάπη της Βαγδάτης». Ομάδες της Δύναμης Δέλτα σε μια επιχείρηση με την κωδική ονομασία Κόκκινη Αυγή συλλαμβάνουν τον Saddam Hussein, κρυμμένο σ’ ένα λαγούμι κοντά στη γενέτειρά του, το Τικρίτ. «Τον πιάσαμε» [«We got him»], δηλώνει χωρίς πολλά λόγια ο Paul Bremer, επικεφαλής της αμερικανικής Προσωρινής Πολιτικής Διοίκησης στο Ιράκ.

«Έπρεπε ν’ αποφύγουμε οποιαδήποτε ενέργεια θα έκανε τον Saddam μάρτυρα ή ήρωα. Το βίντεο που δείχνει [Αμερικανούς] να εξετάζουν το στόμα του και εάν έχει ψείρες στα μαλλιά του στέλνει ένα σαφές μήνυμα: ότι πρόκειται για έναν κοινό θνητό», ανέφερε πηγή του Πενταγώνου (Foa, 16.12/2003). Τα πλάνα μάλιστα φαίνεται ότι τραβήχτηκαν κρυφά ώστε να γίνει ακόμη πιο αληθοφανής η ανθρώπινη πλευρά της σύλληψης.

Τελικά ο Saddam Hussein οδηγήθηκε σε δίκη, κατηγορούμενος για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Δικαστήριο της Βαγδάτης τον έκρινε ένοχο και τον καταδίκασε σε θάνατο δι’ απαγχονισμού. Η ποινή εκτελέστηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2006.

* Ο Παύλος Νεράντζης είναι δημοσιογράφος και παραγωγός ντοκιμαντέρ, διδάκτωρ του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ. Το απόσπασμα «Ο μύθος της ηρωίδας Jessica, το άγαλμα του Saddam και άλλα παραμύθια» είναι από το βιβλίο του «Η αλήθεια βομβαρδίζεται. Τα ΜΜΕ και ο Πόλεμος με το βλέμμα ενός πολεμικού ανταποκριτή», εκδ. Παπαζήση.