Συνέδριο αυτογνωσίας με στόχο την επανεκκίνηση ξεκίνησαν χθες οι Οικολόγοι Πράσινοι. Συμπληρώνοντας 10 χρόνια παρουσίας στην πολιτική ζωή της χώρας, καλούνται να εξετάσουν τους λόγους για τους οποίους παραμένουν έως σήμερα έξω από τη Βουλή. «Μπαίνουμε σε μια νέα φάση», εκτιμά σε συνέντευξη στο tvxs.gr ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ο οποίος αναφερόμενος στο ζήτημα των συνεργασιών δηλώνει με νόημα ότι δεν είναι δυνατές πολιτικές συμφωνίες μέσω διακηρύξεων στον Τύπο. Ως προς την έξοδο από την κρίση, ο ίδιος ασκεί πολυμέτωπη κριτική σε τρόικα, τρικομματική αλλά και ΣΥΡΙΖΑ. Του Βασίλη Κωστούλα

Ads

Τι συμβολίζει η διεξαγωγή του συνεδρίου στη Λαμία;

Πρέπει να καταλάβουμε κάποια στιγμή ότι Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα. Αυτό είναι δεδομένο στις άλλες χώρες, αλλά δυστυχώς δεν είναι δεδομένο στη χώρα μας. Και ειδικά σε αυτή τη φάση, κατά την οποία η χώρα χρειάζεται τομές στις πρακτικές που προηγήθηκαν επί χρόνια, ανάμεσα σε άλλα χρειάζεται αυτό που ονομάζουμε: αποκέντρωση. Με τις πολιτικές που ασκήθηκαν το προηγούμενο διάστημα, η Ελλάδα κατέχει την υψηλότερη αστικοποίηση στην Ευρώπη, μαζί με την Ισπανία.

Ποιο είναι το σημερινό διακύβευμα για τους Οικολόγους Πράσινους, μετά από 10 χρόνια παρουσίας στην ελληνική πολιτική ζωή; Τι να περιμένει κανείς από αυτό το συνέδριο;

Ads

Σίγουρα, η συμπλήρωση των 10 χρόνων δεν αφορά απλώς μια επέτειο για να νοσταλγήσουμε πώς πορευτήκαμε έως σήμερα. Ουσιαστικά, σηματοδοτεί μία νέα φάση. Το απαιτεί άλλωστε και η πραγματικότητα, καθώς -για παράδειγμα- δεν έχουμε μπει ακόμη στη Βουλή, πράγμα που σημαίνει ότι χρειάζεται να «ενηλικιωθούμε» ως πολιτικός φορέας. Πρέπει να δούμε τα κενά, να εξετάσουμε πώς μπορούμε να ανοιχτούμε στην κοινωνία και να προσδιοριστούμε για άλλη μια φορά, διότι ο στόχος είναι να αποδείξουμε τη χρηστικότητα του πολιτικού φορέα στην κοινωνία.

Πιο συγκεκριμένα, πού «σκαλώνει» η ανάπτυξη του οικολογικού κινήματος στην Ελλάδα, το οποίο δεν έχει καταφέρει να εκπροσωπηθεί στη Βουλή. Είναι η κρίση που θέτει άλλες, ενδεχομένως πιο βραχυπρόθεσμες, προτεραιότητες; Είναι η κουλτούρα του μέσου Έλληνα; Είναι άραγε λάθη των ανθρώπων οι οποίοι έως σήμερα έχουν στελεχώσει το εγχείρημα;

Είναι και τα τρία μαζί. Είναι σίγουρα τα δικά μας λάθη. Υπάρχει όντως κι ένα ζήτημα κουλτούρας στην Ελλάδα, το οποίο αντικατοπτρίζεται και στις επιλογές μεγάλου μέρους των πολιτών επί πολλές 10ετίες. Από την άλλη μεριά, και η κοινωνία βρίσκεται ακόμη σε μια κατάσταση σοκ. Αν κάποιος περιέγραφε το 2008 για τα επόμενα χρόνια το μισό απ’ όσα ζήσαμε στο διάστημα που μεσολάβησε, τότε θα έδειχνε τρελός.

Οι Οικολόγοι Πράσινοι κάνουν δεύτερες σκέψεις για το γεγονός ότι ιδίως στις επαναληπτικές εκλογές του Ιουνίου επέμειναν στην αυτόνομη κάθοδο; Υπήρξε άλλωστε και ο σχετικός αντίλογος στο εσωτερικό του κόμματος εκείνη την περίοδο.

Στρατηγικά, όλα τα «πράσινα» κόμματα στην Ευρώπη έχουν επιλέξει την αυτόνομη παρουσία. Τεχνικά, όταν προσφέρεται τόσο ο χρονικός όσο και ο προγραμματικός ορίζοντας, επιλέγονται και συνεργασίες. Είτε σε δράσεις, είτε ακόμη και στην κυβέρνηση. Εμείς τότε είχαμε δηλώσει ότι είμαστε ανοιχτοί σε συνεργασίες, πάντα όμως με βάση κάποιο συγκεκριμένο προγραμματικό περιεχόμενο. Δεν έγινε συζήτηση, παρά το γεγονός ότι την προκαλέσαμε (είχαμε διοργανώσει και δύο ημερίδες με αντικείμενα το θεσμικό και το φορολογικό, το οποίο μάλιστα τώρα είναι επίκαιρο). Δεν ανταποκρίθηκαν τα άλλα κόμματα και φυσικά δεν υπήρχε κάποιο περιθώριο επιλογών συνεργασιών. Όταν οι όποιες κρούσεις από άλλα κόμματα γίνονται μέσω του Τύπου, σε προεκλογικές περιόδους, κι όταν εν πάση περιπτώσει εσύ ανταποκρίνεσαι και λες: «εντάξει, να το συζητήσουμε», ωστόσο, δεν συναντάς συνέχεια από την άλλη πλευρά, τότε όπως καταλαβαίνετε το πράγμα δεν μπορεί να οδηγηθεί κάπου. Το βασικό είναι ότι ο τόπος χρειάζεται πάρα πολλές αλλαγές, για την εφαρμογή των οποίων απαιτείται μία ευρύτερη συναίνεση. Κατά συνέπεια, θα έλεγα ότι είναι υποχρεωμένα τα κόμματα πλέον να ανοιχτούν, προκειμένου να συνεργαστούν. Εδώ πρέπει να ληφθεί υπόψη και ότι αυτή τη στιγμή το πολιτικό τοπίο είναι κινούμμενη άμμος, δηλαδή κόμματα τα οποία βλέπουμε σήμερα «να κρατούν», αύριο μπορεί να μην υπάρχουν.

image

Έχετε συνομιλητές αυτό το διάστημα;

Μετά τις εκλογές, δεν έχει γίνει η παραμικρή προσέγγιση από την πλευρά οποιωνδήποτε πολιτικών δυνάμεων. Νομίζω ότι το πολιτικό σύστημα στη χώρα βρίσκεται ακόμη στη λογική: «βλέποντας και κάνοντας». Δεν παίρνει πρωτοβουλίες, κλείνεται περισσότερο στον εαυτό του. Κι εν πάση περιπτώσει, είναι γνωστό πλέον σε όλη την κοινωνία ότι αυτό το πολιτικό σύστημα είναι πολύ πιο χρεοκοπημένο από πολλές άλλες καταστάσεις που συμβαίνουν στη χώρα.

Πώς είδατε τους χειρισμούς της κυβέρνησης και κυρίως τα αποτελέσματα της διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο της πρόσφατης συνεδρίασης του Eurogroup η οποία έδωσε το «πράσινο φως» για την εκταμίευση της δόσης;

Το αντιμετωπίσαμε με αρκετή δυσπιστία, διότι είδαμε ότι επαληθεύτηκε για μια ακόμη φορά η στάση μιας «άφωνης» χώρας, μιας χώρας που ήταν πάντοτε στο περιθώριο των όποιων συζητήσεων. Ας μη γελιόμαστε, προϋπόθεση της διαπραγμάτευσης είναι να υπάρχει κάποιο σχέδιο, μία αντιπρόταση. Δυστυχώς, από την πλευρά της κυβέρνησης, δεν υπήρχε αυτό το σχέδιο. Κατά συνέπεια, η όποια πρόθεση για διαπραγμάτευση δεν μπορούσε να έχει σοβαρά αποτελέσματα. Όσον αφορά την απόφαση, έχουν περάσει αρκετές μέρες και το τελικό σχέδιο δεν έχει ανακοινωθεί ακόμα. Αυτή η απόφαση έχει πολλούς αστερίσκους και πολλές υποσημειώσεις. Για παράδειγμα προβλέπει ότι η δόση θα εκταμιευτεί ΑΝ η επαναγορά ομολόγων πετύχει, ΑΝ το φορολογικό νομοσχέδιο είναι αυτό που ζητάει η τρόικα, ΑΝ το χρέος που θα προκύπτει θα θεωρείτε βιώσιμο από το  ΔΝΤ κ.ο.κ. Το μεγαλύτερο ΑΝ όμως έχει να κάνει με την ίδια την πραγματικότητα, δηλαδή με το δεδομένο ότι πρόκειται για ένα σχέδιο το οποίο «δεν βγαίνει».

Κατά τη γνώμη σας, κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση η αντιπολίτευση την οποία ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ, πάνω στη βάση ότι είναι δυνατή και επιβάλλεται μία πιο σκληρή διαπραγμάτευση με τους δανειστές της χώρας;

Αυτό είναι κάτι το οποίο απαντούν και οι μετρήσεις των δημοσκοπήσεων, σύμφωνα με τις οποίες η κοινωνία έχει πολλές αμφιβολίες γύρω από τον πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Τι διαφορετικό θα μπορούσε να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί αυτό που θα μπορούσε ενδεχομένως να κάνει, το κρατά σαν επτασφράγιστο μυστικό; Προγραμματικά, ο ΣΥΡΙΖΑ στην καλύτερη περίπτωση «δεν ανοίγει τα χαρτιά του».

Πώς κρίνετε σε γενικές γραμμές τη συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ στο κυβερνητικό σχήμα, υπό την έννοια ότι αντιπροσωπεύει την αριστερή του έκφραση; Λειτουργεί εποικοδομητικά ή απλώς ως «αριστερό άλλοθι» όπως συνηθίζουν να λένε οι επικριτές της;

Θα βόλευε να υιοθετήσω τη λογική του «αριστερού άλλοθι» για τη ΔΗΜΑΡ, όμως δεν θα το κάνω. Το βασικό στοιχείο είναι ότι η ΔΗΜΑΡ ουσιαστικά δεν έχει επεξεργαστεί και αυτή με τη σειρά της τα πράγματα. Να υποθέσουμε ότι έχει τις καλύτερες των προθέσεων. Δεν έχει όμως μια εναλλακτική λύση, ώστε να μπορέσει να γείρει τη ζυγαριά στις συζητήσεις με τους κυβερνητικούς εταίρους, προκρίνοντας μια αντιπρόταση. Αυτή τη στιγμή, η ΔΗΜΑΡ υιοθετεί ως ατζέντα της κυβέρνησης, πέρα από την οικονομία, ένα πρόγραμμα το οποίο γενικότερα «δείχνει» λίγο – πολύ ΝΔ. Για παράδειγμα, στο θέμα του Μεταναστευτικού, όπου εκδόθηκε μια εγκύκλιος (ιθαγένεια) για να ακυρώσει ένα νόμο. Εκεί δεν ωφελεί απλώς μία διαμαρτυρία της ΔΗΜΑΡ. Είναι κυβερνητικός εταίρος. Και μιλάμε για ένα θέμα στο οποίο κατά τα άλλα η ΔΗΜΑΡ έδωσε έμφαση.

*Στο 9ο συνέδριο των Οικολόγων Πράσινων εκπροσωπούνται: ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, ΔΗΜΑΡ, Δράση και Δημιουργία Ξανά. Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες ενημέρωσαν ότι δεν θα παραστούν λόγω αυξημένων υποχρεώσεων. Δεν απευθύνθηκε πρόσκληση στη Χρυσή Αυγή.