Η πρόταση του πρωθυπουργού για διενέργεια δημοψηφίσματος είναι η λαμπρή στιγμή ενός μεγάλου ηγέτη.
 
Το ίδιο το δημοψήφισμα αυτό καθεαυτό είναι βαθιά αντιδημοκρατικό. Και αυτό για πολλούς λόγους: αρχικά, το ίδιο το αντικείμενο του δημοψηφίσματος έχεις πολλαπλές -αν και δεν είναι οι μόνες- τεχνοκρατικές διαστάσεις. Ζητείται από όλους εμάς να έχουμε τεκμηριωμένο λόγο για ένα σύνολο μέτρων που βρίθει, στη γλωσσική του απόδοση, από τεχνικούς όρους όπως spreads, πρωτογενές έλλειμμα κ.α. Είναι αυτονόητο πως ένας τέτοιος λόγος δεν είναι δυνατός παρά μόνο από ”ειδικούς”, στους οποίους, ίσως , θα προστρέξουμε για να ζητήσουμε κάποια από τα επιχειρήματά μας. Βέβαια, από την άλλη, το περιεχόμενο του δημοψηφίσματος έχει και ποικίλες ιδεολογικές αποχρώσεις, διαχωριστικές από τη φύση τους,  όπως το ”να μείνουμε στη Ζώνη του Ευρώ” ή ”να επιστρέψουμε στη Δραχμή”. Οι απαντήσεις σε τέτοιες γενικεύσεις είναι πάντοτε μαζικά μονολεκτικές: Ναι ή Όχι . Απαντήσεις που υποκαθιστούν τον ουσιαστικό δημοκρατικό διάλογο, συντηρούνται από και συντηρούν προκαταλήψεις που παραγνωρίζουν , ως παραμορφωτικοί φακοί, τη δεδομένη κάθε φορά πολιτική συγκυρία στις πραγματικές της διαστάσεις. Ο διενεργών το δημοψήφισμα προετοιμάζει ήδη μέσα από τα ερωτήματα τις απαντήσεις τους. Και η τελευταία αυτή διάσταση αποδεικνύει το αληθές της αντιδημοκρατικότητας της πρότασης. Είναι σαν να μας δανείζεται ένας ψευδεπίγραφος χώρος δημοκρατίας υπό προστασία, κάτι βέβαια που συνιστά εσωτερική αντίφαση.
 
Όμως πόσο πιθανή είναι η ύπαρξη δύο απαντήσεων, του ναι και του όχι; Πράγματι , δεν μπορούμε να προβλέψουμε ποια θα είναι η απάντηση, καθώς θα ακυρώναμε το εγγενές απρόβλεπτο των ανθρώπινων δράσεων και αποφάσεων. Όμως, αυτό που έχει εδώ σημασία είναι ποια απάντηση θεωρεί αυτή τη στιγμή δεδομένη εκείνος που προτείνει τη διενέργεια του δημοψηφίσματος. Το ίδιο σημαντικό είναι ποια απάντηση θεωρούν δεδομένη εκείνοι στους οποίους πραγματικά απευθύνεται τούτη η πρόταση. Και οι τελευταίοι δεν είναι άλλοι από τους Ευρωπαίους ηγέτες και τις χρηματαγορές. Και οι δύο πλευρές, Ευρώπη και Έλληνας πρωθυπουργός, θεωρούν ως δεδομένη την απάντηση ενός αγανακτισμένου Όχι. Είναι άραγε τυχαίο που πέρασαν μόλις τρεις ημέρες από την επέτειο του εθνικού μας πατριωτισμού; Θα ήταν ακραίο να πω πως το Όχι του δικτάτορα Μεταξά θα έχει συντροφιά στο ιστορικό μας μέλλον το ‘δημοκρατικό” Όχι του Παπανδρέου; Ο ένας, ως δικτάτορας, αποφάσιζε μόνος του. Ο άλλος, δημοκρατικά εκλεγμένος ηγέτης, εξαγοράζει το Όχι από το θεμέλιο της νομιμοποίησής του , τη λαϊκή κυριαρχία. Και να τα παράδοξα του πολιτικού πολιτισμού: Μέσα από αντιδημοκρατικές αρχές (δικτατορία) ή μέσα (δημοψήφισμα) αναδύονται ηγέτες του πατριωτισμού. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που πλέον, πολύ συχνά, οι δύο όροι, εσφαλμένα κατ’ εμέ , ταυτίζονται.
 
Η περίπτωση του Γ. Παπανδρέου είναι σαφώς πιο διαφορετική: Η πρόταση διενέργειας δημοψηφίσματος προς τους ….Ευρωπαίους ηγέτες συνιστά κάλεσμα του τύπου ”Ή μαζί ή διώξτε μας”. Συνιστά μια εκβιαστική αντεπίθεση σε εκβιαστικές ευρωπαϊκές επιθέσεις. Και στο μέτρο που η κρίση είναι συστημική, ο Παπανδρέου με μια τέτοια κίνηση αποδεικνύεται πιο ευρωπαϊστής από όλους τους Ευρωπαίους ηγέτες. Γιατί μόνο αν ο αποδιοπομπαίος τράγος ξεσηκωθεί και βάλει πάλι τα καλά του, μόνο αν σταθεί ως πολιτικά ίσος απέναντι στους Ευρωπαίους ηγέτες -πρώην διώκτες-, μόνο τότε μπορεί να δοθεί μια συνολική απάντηση σε ένα συστημικό πρόβλημα. Ο Γ. Παπανδρέου ταρακούνησε κυριολεκτικά τον κόσμο. Κι αν είσαι Έλληνας πρωθυπουργός και ευρωπαϊστής – ακόμη και διεθνοσοσιαλιστής αν θέλετε- μόνο με πολιτικά μέσα μπορείς να τον ταρακουνήσεις. Κι αυτό όχι γιατί το ελληνικό ταυτίζεται με το πολιτικό. Απλά δεν έχεις τα οικονομικά μέσα που θα σου πρόσφεραν τα δυνατότερα πολιτικά διαπραγματευτικά χαρτιά απέναντι στους ευρωπαίους συνομιλητές σου.  Αν ο πρωθυπουργός μέχρι τώρα ήταν οικονομικά φτωχός, αναδύεται πια από μια τέτοια επιλογή πολιτικά πλούσιος. Μήπως έχουμε εδώ μια νίκη της πολιτικής έναντι της οικονομίας;!
 
‘Ή διώξτε μας”: ο κ. Βαρουφάκης, καθηγητής οικονομικής θεωρίας του Πανεπιστημίου Αθηνών , έχει τεκμηριωμένα δείξει πως είναι πολύ διαφορετικό να φύγει η Ελλάδα μόνη της από την Ευρώπη από το να τη διώξουν οι ίδιοι Ευρωπαίοι ηγέτες, μιλώντας πάντα για τις οικονομικές συνέπειες που θα είχε η μια ή η άλλη εξέλιξη. Το πρώτο σενάριο, αυτό της εθελοντικής εξόδου, μοιάζει τεκμηριωμένα καταστροφικό. Κι είναι αυτό που δεν κάνει ο Γ. Παπανδρέου. Αν τους απευθύνεται με σχισματικές προθέσεις, είναι μόνο στο βαθμό που τους πετάει το γάντι να επιλέξουν εκείνοι το ευρωπαϊκό μέλλον της Ελλάδας οπότε και της Ευρώπης. Η θέση της ΝΔ βάσει της οποίας ο πρωθυπουργός θέτει σε κίνδυνο την μεγαλύτερη κατάκτηση της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, την ευρωπαϊκή της ταυτότητα, μοιάζει, αυστηρά στις παρούσες συγκυρίες, κενόδοξη κομματική προκατάληψη. Την ίδια ώρα το σενάριο της αποπομπής της Ελλάδας από μέρους των Ευρωπαϊκών χωρών μπορεί βέβαια να μη συνάδει με το ευρωπαϊκό όνειρο αλλά δεν είναι το ίδιο καταστροφικό με αυτό της εθελουσίας εξόδου. Υπό πατριωτικό πρίσμα, για όσους βέβαια θέλουν να το μοιράζονται, μοιάζει μάλιστα πολλά υποσχόμενο. Εδώ αναφαίνεται η συνέπεια από τον ακραία οριακό χαρακτήρα της κρίσης: Η υπεράσπιση του ευρωπαϊσμού από την ανίσχυρη Ελλάδα ενισχύεται όσο προστατεύεται πάντοτε το ενδεχόμενο επιστροφής της στην εθνική της ”αυτάρκεια”. Μόνο έτσι ένας Έλληνας ηγέτης μπορεί να υπερασπισθεί το ευρωπαϊκό όνειρο… Κρατώντας και μικρό καλάθι.
 
Ένας ηγέτης αναδεικνύεται στις κρίσιμες πολιτικές συγκυρίες. Οι ιδεολογικές προκαταλήψεις βάφτισαν το εξαιρετικό ως τυχοδιωκτικό γιατί ως συνήθως , δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν το πραγματικό παρά διαλύοντάς το στις άδικες γενικεύσεις τους,  παραγνωρίζοντας έτσι το μοναδικό του στίγμα.
 
Παπαοικονόμου Γιώργος
Πολίτης