Η «Δεύτερη Ευκαιρία» του Στέφανου Κασσελάκη – ο τίτλος του πολυσυζητημένου βιβλίου του – διεκδικεί χώρο στην πυκνή επικαιρότητα, λόγω της προεδρολογίας.

Ads

Η αυριανή παρουσίαση, στις 7 στο Πολεμικό Μουσείο, θα πραγματοποιηθεί στον απόηχο της ανακοίνωσης του/της εκλεκτού/ης του Κυριάκου Μητσοτάκη για το ύπατο πολιτειακό αξίωμα.

Κάποια δημοσιεύματα έκαναν λόγο για αναβολή της εκδήλωσης, ώστε να μην περάσει στα «ψιλά» της ειδησεογραφίας, ωστόσο, προσώρας, δεν επιβεβαιώνονται.

Ο Στέφανος Κασσελάκης, άλλωστε, από την πρώτη στιγμή που προσγειώθηκε – ως «αλεξιπτωτιστής» για τους εχθρούς του – στην πολιτική σκηνή, κατάφερνε να προσελκύει την δημοσιότητα.

Ads

Το πόνημα του επικεφαλής του «Κινήματος της Δημοκρατίας» αποτελείται από 400 σελίδες που γράφτηκαν μέσα σε, περίπου, ενάμιση μήνα.

Εμπεριέχει αυτοβιογραφικά χαρακτηριστικά με ιστορίες από τα μαθητικά του χρόνια, τις προσωπικές του σχέσεις, την εργασία στην Goldman Sachs και βεβαίως τη θητεία του στην προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ.

Η σύντομη, όπως αποδείχτηκε, διαδρομή του στην κορυφή της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης μαγνητίζει τα βλέμματα εντός και εκτός Κουμουνδούρου.

Ο αναγνώστης μπορεί να διακρίνει την εικόνα και τη γνώμη του συγγραφέα για τους «κορυφαίους» του ΣΥΡΙΖΑ μέσα από κομματικές συνεδριάσεις και ιδιωτικές συνομιλίες μαζί τους.

Κυρίως, ξεχωρίζει το αίσθημα της απογοήτευσης – χωρίς μελοδραματισμούς – έναντι του Αλέξη Τσίπρα που τον αμφισβήτησε ή άλλων στελεχών που μετέστρεψαν (Παππάς, Πολάκης, Γεροβασίλη, Φαραντούρης) τη στάση τους, απέναντι του.

Απουσιάζει το κεφάλαιο με τα «μαύρα ταμεία»

Πολλοί που διάβασαν το βιβλίο ή μελέτησαν τα «πολιτικά» αποσπάσματα δεν διέκριναν κάποια αποκάλυψη, κάτι που δεν ήταν γνωστό.

Ίσως διότι απουσιάζει από το βιβλίο ένα κεφάλαιο αφιερωμένο στις καταγγελίες του περί «μαύρων ταμείων» που αποτέλεσαν αιτία οριστικής ρήξης με την «παλαιά φρουρά».

Δεν περιλαμβάνονται, μάλιστα, και ντοκουμέντα με SMS και συνομιλίες με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ λόγω προσωπικών δεδομένων.

(ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)

Σε αυτό το φόντο, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ – που συνομίλησαν με το TVXS – τονίζουν ότι «δεν έχουν διαβάσει ή δεν σκοπεύουν να διαβάσουν το βιβλίο» επικαλούμενα τον φόρτο εργασίας στη Βουλή και το κόμμα. Η γραμμή, μάλιστα, θα είναι αυτή για όσους ερωτώνται, σχετικά, στα τηλεοπτικά πάνελ.

Αναφέρουν, απλώς, ότι ο κ. Κασσελάκης διακατέχεται από «εκδικητικό μένος» έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και επιδίδεται σε «ασκήσεις παραπλάνησης» της κοινής γνώμης λόγω της παραπομπή του σε δίκη για παράβαση του νόμου περί πόθεν έσχες.

Επίσης, ο κ. Κασσελάκης δεν φαίνεται να επιβεβαιώνει ότι το 2019 αρνήθηκε υπουργικό θώκο που του πρόσφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μέσα στις σελίδες, ωστόσο, αναφέρει ότι είχε επαφές με τον νυν πρωθυπουργό, από το 2011.

Σύμφωνα, μάλιστα, με τον συγγραφέα όταν ο κ. Μητσοτάκης «δεν ήταν ακόμα πρόεδρος της Ν.Δ., μου είχε ζητήσει, μέσω email, να ρίξω μια ματιά σε κάποιες εργασίες του γιου του Κώστα προκειμένου να τον βοηθήσω».

Αποσπάσματα από το βιβλίο

«Προδομένος και ντροπιασμένος»

Στο 1ο κεφάλαιο, ο Στ. Κασσελάκης περιγράφει πώς τον «βοήθησε» να κάνει τα πρώτα του επιχειρηματικά βήματα η κακοτυχία στην πρώτη προσωπική σχέση που ήταν με μια κοπέλα από την Αϊόβα, που εργαζόταν σε επενδυτική τράπεζα. Όταν ανακάλυψε ότι η σύντροφός του είχε σχέση με άντρα 20 χρόνια μεγαλύτερό τους, ο κόσμος του κατέρρευσε, νιώθοντας «προδομένος και ντροπιασμένος».

Γράφει χαρακτηριστικά:

«Ζούσα με τη φίλη μου, αλλά είχε και εκείνη μια δουλειά σε μια επενδυτική τράπεζα που απαιτούσε να εργάζεται μέρα και νύχτα. Άρχισα να βγαίνω και, στην πορεία, να κάνω νέους φίλους…».

«…Υπήρξε μια φορά που είχα πάει στη δουλειά ύστερα από ολονύχτιο μεθύσι που περιλάμβανε έναν ομηρικό καβγά με τη φίλη μου γι’ αυτό. Οι δεσμοί σιγά σιγά έσπαγαν…».

«…Η κοπέλα μου κι εγώ είχαμε μόλις αρραβωνιαστεί και σχεδιάζαμε έναν γάμο στην Ελλάδα. Ωστόσο, έπειτα από όλη την ένταση στη σχέση και μετά τα τέσσερα χρόνια συμβίωσης, η μεγάλη απόσταση μεταξύ του Κέιμπριτζ και της Νέας Υόρκης – και δεδομένου ότι εγώ δεν κέρδιζα πλέον οικονομικά, αλλά, αντιθέτως, συσσώρευα φοιτητικό χρέος– επέτρεψε στη φίλη μου να ξανασκεφτεί τις δικές της ανάγκες…».

«…Ανακάλυψα ότι η (πρώην;) φίλη μου είχε αρχίσει να βγαίνει με ένα στέλεχος ιδιωτικών κεφαλαίων σχεδόν 20 χρόνια μεγαλύτερο από εμάς, ενώ ήμουν στο MIT.

Είχε πραγματικά μεγιστοποιήσει τις επιλογές της προς τη σταθερότητα. Ήμουν συντετριμμένος και ντροπιασμένος. Έκλαιγα σχεδόν κάθε μέρα, αδυνατώντας να καταλάβω αυτό που μου συνέβαινε τόσο ξαφνικά».

Η χρήση κοκαΐνης

Στη συνέχεια, ο ίδιος ομολογεί ότι η κρίση στην προσωπική του ζωή στη Νέα Υόρκη, τον οδήγησε ακόμη και σε χρήση κοκαΐνης. Γράφει:

«Ένιωσα καλά: ενώ μπορεί να ήμουν απογοητευμένος επαγγελματικά, τουλάχιστον το ζούσα στη Νέα Υόρκη.

Ως μέρος αυτής της κουλτούρας του yuppie going out, άρχισα να κάνω κοκαΐνη με τους –κυρίως νέους– φίλους μου για πρώτη φορά στη ζωή μου (είχα αποφύγει τη χρήση ναρκωτικών σε όλο το κολέγιο)…».

Και μιλώντας για τη σχέση του με την κοπέλα από την Αϊόβα, γράφει: «Η σχέση μας «έπιασε πάτο» όταν εκείνη έφερε ένα τεστ ούρων κοκαΐνης στο σπίτι, το οποίο φυσικά αρνήθηκα να κάνω» και προσθέτει:

Για να είμαι δίκαιος μαζί της, η φίλη μου με αγαπούσε πολύ και πίστευε σε μένα (…). Για να είμαι δίκαιος και με τον εαυτό μου, ωστόσο, ποτέ δεν ανέπτυξα κάτι που να μοιάζει έστω και ελάχιστα με εθισμό.

Δόξα τω Θεώ, η κατάχρηση ουσιών δεν τρέχει στα γονίδιά μου. Για πολλούς ανθρώπους είναι ένα τεράστιο ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε με ενσυναίσθηση και μια συγκαταβατική, χωρίς αποκλεισμούς προσέγγιση».


Η γνωριμία με τον Τάιλερ

Λίγο μετά, επανήλθε η ισορροπία στη ζωή του όταν συνάντησε τον Τάιλερ Μακμπέθ, τον νυν σύζυγό του, τον Ιούνιο του 2019. Γράφει ο Στ. Κασσελάκης για τη γνωριμία τους:

«Ήμουν πολύ πιο σίγουρος για τον εαυτό μου, έχοντας χτίσει πολλή αντοχή ύστερα από τέσσερα χρόνια ως επιχειρηματίας και έχοντας τελικά κερδίσει αναγνώριση στον κλάδο μου.

Γεννημένος και μεγαλωμένος στο Μισισιπή και εκπονώντας το διδακτορικό του στη νοσηλευτική πρακτική στη Νέα Υόρκη, ο Τάιλερ με συναντούσε στην κοινή μας γειτονιά στο West Village σχεδόν μία φορά την εβδομάδα – για αρκετούς μήνες.

Σε ένα σημείο, απλώς ξεκίνησε τη συζήτηση και έκανε την πρωτότυπη ερώτηση: «Γεια σου, μένεις στη γειτονιά;». Είχαμε μια άμεση σύνδεση.

Την επόμενη εβδομάδα πήγαμε για έναν καφέ που κράτησε σχεδόν τρεις ώρες. Την επόμενη μέρα βγήκαμε για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Ήταν τότε που έκανα coming out σε κάποιον για πρώτη φορά. Αρχίσαμε να μιλάμε κάθε μέρα από τότε. Το παραδέχτηκα και στη μαμά μου τους επόμενους μήνες, τον Ιούλιο του 2019…».

Το δίλημμα και η απόφαση για ρήξη με τον ΣΥΡΙΖΑ

Όμως, όπως είναι φυσικό, το μεγαλύτερο ενδιαφέρουν του βιβλίου αφορά την είσοδό του στην πολιτική σκηνή και τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως και την έξοδό του μετά το επεισοδιακό Συνέδριο στο Γκάζι.

«Η απόφαση για ρήξη με τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν από τις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου – απόφαση που έλαβαν, όπως αποδείχθηκε στο τέλος, άλλοι για εμένα», αναφέρει ο Στ. Κασσελάκης.

«Έπειτα από μία διαδρομή γεμάτη προκλήσεις, όνειρα και αγώνες, βρέθηκα αντιμέτωπος με ένα δίλημμα: να συνεχίσω να υπηρετώ έναν χώρο που δεν ανταποκρίνεται πλέον στις αξίες μου ή να κάνω ένα βήμα προς το άγνωστο, πιστός στο όραμά μου/μας για αλλαγή.
Από την πρώτη ημέρα που εντάχθηκα στον ΣΥΡΙΖΑ, πίστευα βαθιά στις αρχές του.

Η αλληλεγγύη, η κοινωνική δικαιοσύνη και η ανάγκη για ένα καλύτερο αύριο ήταν οι πυλώνες πάνω στους οποίους οικοδόμησα τις προσπάθειές μου.

Όμως, από την πρώτη ημέρα κιόλας άρχισα επίσης να βλέπω σημάδια κόπωσης, δογματισμού και εσωστρέφειας – σημάδια που εντείνονταν μέρα με τη μέρα, με αποκορύφωμα το συνέδριο του Νοεμβρίου. Το κόμμα που κάποτε παρουσιαζόταν ως μία δύναμη αλλαγής αποδείχθηκε ένα καλοστημένο ψέμα.

Η ρήξη αυτή δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Προηγήθηκαν μήνες εσωτερικών συγκρούσεων, πολιτικών αντιπαραθέσεων και έντονου προβληματισμού. Πολλές φορές προσπάθησα να γεφυρώσω τις διαφορές, να βρω κοινό έδαφος με ανθρώπους που εκτιμούσα και σεβόμουν. Όμως τα εμπόδια ήταν ανυπέρβλητα. Διαφωνούσαμε όχι μόνο για το πως θα κινηθεί το κόμμα στο μέλλον, αλλά και για το τι αντιπροσωπεύει σήμερα.

Οι τελευταίες ημέρες πριν από την τελική μου απόφαση ήταν γεμάτες συναισθηματική ένταση.

Είχα να επιλέξω ανάμεσα στο να μείνω πιστός σε μία πολιτική δύναμη που με ανέδειξε και στο να χαράξω μια νέα πορεία που να αντανακλά πραγματικά τις αξίες μου και τις αξίες των πολιτών που με πίστεψαν.

Ύστερα από πολλές συζητήσεις με συντρόφους, φίλους, την οικογένειά μου και τον ίδιο μου τον εαυτό, κατέληξα στο ότι η παραμονή μου δεν θα εξυπηρετούσε ούτε εμένα, ούτε το κόμμα, ούτε τον ελληνικό λαό.

Όταν ανακοίνωσα την απόφασή μου, το έκανα με πλήρη συνείδηση των συνεπειών. Ήξερα ότι θα δεχθώ κριτική, πυρά και πικρία. Ήξερα, όμως, επίσης ότι δεν μπορούσα να προδώσω τις αρχές μου. Το πολιτικό περιβάλλον στην Ελλάδα χρειάζεται ανανέωση, τόλμη και ρήξεις – όχι μόνο για χάρη της αλλαγής, αλλά και για χάρη της ουσίας.

Η ρήξη με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σήμαινε ότι απορρίπτω το παρελθόν μου. Αντιθέτως, παραμένω ευγνώμων για όσα έζησα με σε αυτόν το χώρο. Ήταν μία εμπειρία που με διαμόρφωσε, με δίδαξε και μου έδωσε την ευκαιρία να προσφέρω. Αλλά κάθε τέλος είναι μια νέα αρχή. Πιστεύω ότι το μέλλον μας ανήκει σε όσους έχουν το θάρρος να αναλάβουν ρίσκα και να διεκδικήσουν ένα καλύτερο αύριο…».

(ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)

Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας

«Η αρχή του τέλους μου στον προεδρικό θώκο του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν η αμφισβήτηση του Αλέξη Τσίπρα», σημειώνει. «Ο Αλέξης ήταν κάτι σαν το «Άγιο Δισκοπότηρο» στον ΣΥΡΙΖΑ, ο άνθρωπος που δεν άγγιζε κανείς…».

«…Ο ίδιος ο Αλέξης, που με διαβεβαίωνε πως και το 0,1% διαφορά από το ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές θα ήταν επιτυχία», όπως του έλεγε αρχικά.

Αλλά όταν τον αμφισβήτησε με το περίφημο ερωτηματολόγιο, τότε ήταν προδιαγεγραμμένη η πορεία της εξόδου του από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ερωτηματολόγιο που έβγαλε στην επιφάνεια «αυτά που δεν τόλμησε ο Αλέξης Τσίπρας…».

«…Η αλήθεια ήταν μία. Δεν είχε κερδίσει ποτέ ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές. Ο Αλέξης τις είχε κερδίσει με υποσχέσεις που δεν τήρησε.

Όμως οι ίδιοι δεν ήταν ποτέ έτοιμοι να κυβερνήσουν, τουλάχιστον αρκετοί από αυτούς. Το κόμμα έφθινε συνεχώς. Αυτό που είχαν ανάγκη ήταν ένας αποδιοπομπαίος τράγος προκειμένου να του ρίξουν όλες τις ευθύνες, πολιτικές και οικονομικές…».

Και θυμίζει ότι το Συνέδριο θα ξεκινούσε με την ομιλία του, αλλά, στο παρά πέντε, η παρέμβαση του Αλέξη Τσίπρα δυναμίτισε το κλίμα. Τότε είχε γράψει ο Τσίπρας:

«Ο Πρόεδρος έθεσε προχθές καθαρά θέμα εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του, στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας. Και πιστεύω ορθώς το έπραξε. Εκλέχτηκε χωρίς να προλάβει να διατυπώσει αναλυτικά τις θέσεις και το σχέδιό του.

Για να οδηγήσει το κόμμα στην επερχόμενη εκλογική μάχη, πρέπει να είναι σαφές ότι διαθέτει, αυτήν την κρίσιμη στιγμή, την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας. Μόνο που την ψήφο εμπιστοσύνης, οφείλει να τη ζητήσει από αυτούς που τον εξέλεξαν Πρόεδρο και όχι από την Πολιτική Γραμματεία».

Εντολοδόχος του Τσίπρα η Όλγα Γεροβασίλη

Η σύγκρουση με την Όλγα Γεροβασίλη ήταν απλώς θέμα χρόνου.

«Η Όλγα, η οποία είχε καθημερινή επικοινωνία μαζί του (σ.σ. με τον Αλ. Τσίπρα), δεν έκανε τίποτα άλλο πέρα από το να ακολουθήσει το σήμα που της έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας με την παρέμβασή του», αναφέρει, μιλώντας για την απόφασή της να θέσει υποψηφιότητα στο Συνέδριο…».

«…Η παρέμβαση αυτή έδωσε το έναυσμα στην Όλγα να αμφισβητήσει τη θέση μου. Ο Αλέξης το μόνο που στην ουσία έκανε ήταν να πατήσει ένα κουμπί.

Η Όλγα δεν ήταν πλέον η συνομιλήτρια που γνώριζα. Αντιθέτως, λειτούργησε σαν καλά προετοιμασμένη εντολοδόχος του Αλέξη, κάτι που έγινε εμφανές από τις επόμενες κινήσεις της.

Η Όλγα στην ουσία, από εκείνη τη στιγμή, δεν ήταν η Όλγα με την οποία είχα τακτικές συνομιλίες και με την οποία θα συνέχιζα να επικοινωνώ και μετά, λες και τίποτα δεν είχε συμβεί. Η στάση της Όλγας αποτέλεσε ένα σημείο καμπής».

«…Το σχέδιο είχε σκοπό να χρεωθώ εγώ προσωπικά την όποια αποτυχία και να εκπληρωθεί η προφητεία της αποχώρησης, κάτι που δεν θα επέτρεπα. «Οι μάσκες έπεσαν», όπως δήλωσα και στο τέλος του Συνεδρίου…».

Ωστόσο, νωρίτερα, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 2024, «η Όλγα φαινόταν να έχει επιστρέψει στη θέση της υποστήριξης προς το πρόσωπό μου.

Σε μήνυμά της, μου ανέφερε ότι ο Αλέξης δεν είχε στα σχέδιά του κάποια επάνοδο. Παράλληλα, εξέφρασε τον προβληματισμό της για τον Παύλο Πολάκη, αναφέροντας πως «από παλιά κάνει μόνο ζημιά».

«Στα οικονομικά ζητήματα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, η Όλγα διατήρησε αρνητική στάση απέναντι στον δανεισμό, χωρίς να προτείνει κάποια εναλλακτική λύση. Αλλά αυτό που της ξεκαθάρισα ήταν πως τα νούμερα δεν βγαίνουν.

(ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ/EUROKINISSI)

Η Όλγα θα παραδεχτεί πως τα «βάρη του παρελθόντος δεν μου αναλογούν»

Και καταλήγει: «Η Όλγα ήταν και θα είναι πάντα η εντολοδόχος του Αλέξη Τσίπρα, αυτή που θα βγαίνει μπροστά για αυτόν. Δύο ημέρες μετά την εκλογή μου, έλεγε πως η νίκη μου ήταν «αδιαμφισβήτητη και ισχυρότατη» και πως «τα μέλη έχουν την υπόθεση στα χέρια τους και είναι οι εντολείς όλων ημών».

Δήλωνε επίσης ότι «150.000 άνθρωποι προσήλθαν στις εσωκομματικές κάλπες με ελπίδα και προσδοκία και εξελέγη πρόεδρος ο Στέφανος Κασσελάκης».

Η Έφη Αχτσιόγλου

Για την Έφη Αχτσιόγλου ο Στ. Κασσελάκης γράφει: «Επικοινώνησα μαζί της για το θέμα του Δήμου Αθηναίων. Λειτουργούσε ως πρόεδρος προτού εκλεγεί πρόεδρος. Προσωπικά, θεωρούσα υποκριτικό να κατέβω στην τοπική αυτοδιοίκηση και δη στην Αθήνα χωρίς να ζω εκεί.

Αλλά τουλάχιστον θα μπορούσα να σταθώ δίπλα στο κόμμα σε μία περίοδο χωρίς ηγεσία και κατεύθυνση.

Της το πρότεινα, λοιπόν, ως ύστατη λύση και σε περίπτωση που δεν βρεθεί κάποιος άλλος υποψήφιος, και απάντησε ότι το θεωρεί πολύ καλή ιδέα. Ωστόσο δεν το προχώρησε ποτέ. Η ίδια στο μέλλον, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις, φέρεται να έχει πει πως «ήταν το μεγαλύτερο λάθος της ζωής της» ότι δεν με προώθησε στον δήμο.

Φαραντούρης, Δούρου, Πολάκης, Παππάς

Σε άλλο κεφάλαιο, μιλά για «συνονθύλευμα υποκρισίας» στον ΣΥΡΙΖΑ και αναφέρεται ονομαστικά σε πρόσωπα.

«Η Ρένα Δούρου φρόντιζε συχνά να με διαβεβαιώνει πως είναι δίπλα μου, πως δεν είμαι μόνος σε μια περίοδο που αισθανόμουν συχνά έτσι».

Για τον Νίκο Παππά περιγράφει ότι «από «φίλος» εν μια νυκτί έγινε ο πιο φανατικός πολέμιός μου».

Για την Κατερίνα Νοτοπούλου που στις 12 Ιουνίου, σε εμφάνισή της σε τηλεοπτικό σταθμό και «ύστερα από έναν τεράστιο αγώνα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για τις ευρωεκλογές, παρουσίασε μια άλλη εικόνα – αυτή της αμφισβήτησης. Ήδη είχα μάθει, από το Οργανωτικό 2 εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές, πως στη Θεσσαλονίκη διέδιδε πως δεν πρόκειται να μείνω για πολύ ακόμα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ…».

«…Αυτό που της ζήτησα είναι να «είναι υπερήφανη για το κόμμα της και τον Πρόεδρό του» και να μάθω αν με θεωρεί ηγέτη της Κεντροαριστεράς ή όχι. Αλλιώς ζήτησα να με αμφισβητήσει ευθέως. Όχι με μισόλογα. Στο σημείο αυτό με κατηγόρησε για bullying. Μακάρι να πήγαινε στο δικαστήριο».

Για τον Νίκο Φαραντούρη, γράφει: «Στάθηκε στο πλευρό μου από την αρχή. Ακόμα και την περίοδο που διεκδικούσα την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.

Αλλά περισσότερο στάθηκε δίπλα στον ίδιο του τον εαυτό. Ο ίδιος μου δήλωνε πως «με παρακολουθεί» και με παρακινούσε να «προχωρήσω δυνατά».

«Στις 26 Σεπτεμβρίου, μου πρότεινε να γίνει «Σύμβουλος σε θέματα Ενέργειας και Περιβάλλοντος», όπως «και με τον Αλέξη». Ήδη έστρωνε τον δρόμο για τις ευρωεκλογές.

Στις 9 Οκτωβρίου, μου προτείνει να γίνει Τομεάρχης Ενέργειας και Περιβάλλοντος. Μάλιστα, είχε ήδη ελέγξει την περίπτωση κωλύματος επειδή δεν ήταν κοινοβουλευτικός.

Την περίοδο εκείνη, εγώ ετοίμαζα ήδη τα think tank και του πρότεινα να τον συμπεριλάβω εκεί. Τα think tank, αξίζει να σημειωθεί εδώ, πως ποτέ δεν έτυχαν ιδιαίτερα θερμής υποδοχής από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Αντιμετώπιζαν τους συμμετέχοντες σε αυτά ως εισβολείς στην καθεστηκυία τάξη.

Δεν περνούσε μέρα που να μη μου δίνει συγχαρητήρια για τον εξαιρετικό αγώνα μου και τις προσπάθειές μου.

Ο ίδιος, μάλιστα, θεωρούσε σίγουρο πως σε τρία χρόνια από τώρα θα είμαι πρωθυπουργός και υποστήριζε πως είμαι και αδιαφιλονίκητος ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης.

Μετά το πέρας των ευρωεκλογών η επικοινωνία μας έγινε πιο αραιή (…) Μέχρι που σταμάτησε. Όλα οδήγησαν στην υποψηφιότητά του για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ακολουθώντας τη γραμμή του Αλέξη Τσίπρα. Μέσα σε μερικές εβδομάδες από αδιαφιλονίκητος ηγέτης μετατράπηκα σε κατώτερος των προσδοκιών».

Η γνωριμία με τον Κ. Μητσοτάκη

«Μιλώντας τουλάχιστον για την Ελλάδα, πολλοί πολιτικοί δεν έχουν εργαστεί ποτέ πραγματικά στη ζωή τους, πόσο μάλλον 18 ώρες την ημέρα, και μάλιστα με πολύπλοκες οικονομικές συναλλαγές», γράφει ο Στ. Κασσελάκης, προλογίζοντας την αναφορά του στον πρωθυπουργό.

«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης −ένας συνάδελφος πολιτικός με σπουδές στις ΗΠΑ και την Ivy League, πολύ δημοφιλής στις πολιτικές ελίτ στο εξωτερικό− πέρασε μια πολύ σύντομη διετή θητεία στη McKinsey πριν μετακομίσει στην Ελλάδα για να πάρει μια άνετη θέση σε μια από τις ελληνικές τράπεζες.

Πέρασε λίγο περισσότερο από δύο χρόνια εκεί, επικεντρωμένος στις επενδύσεις επιχειρηματικών κεφαλαίων, με ζημιογόνα αποτελέσματα, πριν τερματίσει την απασχόλησή του περιμένοντας «σε βοσκότοπους» μέχρι να αποκομίσει το πολιτικό κεφάλαιο που είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του.

Δυστυχώς, η εμπειρία του Μητσοτάκη στον ιδιωτικό τομέα και στις χρηματοπιστωτικές αγορές είναι μεγαλύτερη από σχεδόν όλους τους άλλους Έλληνες πολιτικούς. Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Ελλάδα έγινε η πρώτη δυτική οικονομία που χρεοκόπησε…».

Σε άλλο σημείο, αναφέρεται στην γνωριμία του με τον Κ. Μητσοτάκη και τα email που έχουν ανταλλάξει:

«Τον γνώριζα συγκεκριμένα από το 2011 και είχαμε συχνή επικοινωνία μέσω email, αφού βοήθησα και τα δύο του παιδιά, τον Κώστα και τη Σοφία, με τις σπουδές τους στην Αμερική.

Τον Δεκέμβριο του 2015, μάλιστα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν δεν ήταν ακόμα πρόεδρος της Ν.Δ., μου είχε ζητήσει, μέσω email, να ρίξω μια ματιά σε κάποιες εργασίες του γιου του Κώστα προκειμένου να τον βοηθήσω.

Όταν το ανέφερα στη συνάντησή μας στο γραφείο του, ο ίδιος αντέδρασε με αμηχανία αποφεύγοντας να απαντήσει.

Τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, πάντως, απέφυγαν να επιβεβαιώσουν τη βοήθεια που παρείχα στην οικογένεια του Κυριάκου Μητσοτάκη ακόμα και όταν τους παρέθεσα τα σχετικά email».

Από οικογένεια ΠΑΣΟΚ

Ανατρέχοντας στην παιδική του ηλικία, μιλά για την οικογένειά του και το ΠΑΣΟΚ. «Ήταν ένθερμοι υποστηρικτές του ΠΑΣΟΚ, και γι’ αυτό άρχισα να παρακολουθώ στενά την κυβέρνηση Σημίτη», θυμάται.

Και περιγράφει ότι οι γονείς του είχαν στενές σχέσεις με αρκετούς από τους τότε υπουργούς του ΠΑΣΟΚ, όπως ο Τηλέμαχος Χυτήρης και ο Γεράσιμος Αρσένης.

«Υποστήριζαν αυτή την πλευρά του πολιτικού φάσματος έναντι της Νέας Δημοκρατίας και της Δεξιάς», επισημαίνει για την οικογένειά του.

Μιλά για «γεύματα και δείπνα με τους εφοπλιστές φίλους των γονιών μου, κατά τη διάρκεια των οποίων ο πατέρας μου ήταν ο μόνος που διευκρίνιζε: «Είμαστε το ΠΑΣΟΚ», πριν εξηγήσει μια πολιτική πεποίθηση που ήταν μειοψηφική όταν επρόκειτο για εκείνη την επιχειρηματική κοινότητα».