Πολλοί θυμήθηκαν αυτές τις μέρες, με αφορμή τον θάνατο του Κώστα Σημίτη, τη διαχείριση της κρίσης στα Ίμια από την κυβέρνηση του τότε πρωθυπουργού και τις αντιδράσεις που προκάλεσε το «ευχαριστώ» στους Αμερικανούς αλλά και η επίσκεψη Κλίντον.

Ads

Λίγοι όμως ανακάλεσαν στη μνήμη τους το τραγούδι του Φοίβου Δεληβοριά που αναφέρεται στην επίσκεψη Κλίντον με κεντρικό ήρωα τον Κώστα Σημίτη ο οποίος «αφηγείται» με έναν διαφορετικό τρόπο την «Επίσκεψη του Καίσαρα», όπως ονόμασε το τραγούδι του.

Στο τραγούδι, που περιλαμβάνει μέχρι και το παρατσούκλι «Κινέζος», αφηγείται ένας Σημίτης «μέσος μικροαστός Έλληνας» που «πιστεύει σε ένα σπίτι σαν των άλλων κι ας είναι ιδιοκτήτης πάντα αυτός» που μιλά  «…με πόνο για την αναξιότητα του να είναι αληθινός ηγέτης, για την πραγματικότητα να είσαι ένας διαχειριστής μιας χώρας πολυκατοικίας» όπως μου είπε ο Δεληβοριάς σε συνέντευξη μας το 2004, απόσπασμα της οποίας δημοσιεύεται παρακάτω.

Από τη συναυλία για τον κουρδικό λαό στο Σύνταγμα το 1999. Φωτο Eurokinissi

Για εμάς, τα παιδιά της γενιάς του Φοίβου, που είχαμε αντιδράσει στο  «ευχαριστώ» στους Αμερικάνους το 1996, που δίναμε το παρών στις διαδηλώσεις κατά της παράδοσης του Κούρδου ηγέτη Οτσαλάν τον Φλεβάρη του 1999 και γενικότερα  ενάντια στις πολιτικές του «εκσυγχρονισμού» του τότε πρωθυπουργού, η επίσκεψη Κλίντον τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, ήταν το κερασάκι στην τούρτα κι η απάντηση δόθηκε με ηχηρές διαδηλώσεις κατά την επίσκεψη του πλανητάρχη.

Ads

Όταν ακούσαμε το τραγούδι «Η επίσκεψη του Καίσαρα» που κυκλοφόρησε το 2003 στο άλμπουμ «Καθρέφτης» απορήσαμε. Ο Δεληβοριάς «ξαναγράφει» την ιστορία της επίσκεψης Κλίντον τοποθετώντας έναν συμπαθέστατο Σημίτη δίπλα στον αδίστακτο πλανητάρχη. «Τι νόημα έχει να ζητήσω ελεημοσύνη/ σ’αυτόν που πάει για πλάκα στη σελήνη;» αναρωτιέται την ώρα που βλέπει τη Δάφνη δίπλα του να γκριζάρει και να γερνά σε αντίθεση με την αδίστακτη Χίλαρι.

Με μια δεύτερη ακρόαση καταλάβαμε πως ο Δεληβοριάς επιστράτευσε το ταλέντο του για να αφηγηθεί μια μεγαλύτερη εικόνα. Εκείνη της Ελλάδας που υποχωρούσε, την εικόνα της ταχείας πολιτισμικής και κοινωνικής μετάλλαξης εκείνων των χρόνων. Και το έκανε με εξαιρετικό τρόπο, γι’αυτό και κατά την ταπεινή μου γνώμη, πρόκειται για ένα από τα πιο αξιόλογα τραγούδια του, παρά το γεγονός ότι αυτό το ιδιότυπο χρονογράφημα, μπορεί να έχει τη διαχρονικότητα που του αξίζει αφού πρόκειται για πολύ συγκεκριμένη φωτογραφία μιας ιστορικής στιγμής. Όλα αυτά τα είχαμε συζητήσει το 2004 με τον Φοίβο Δεληβοριά σε μια συνέντευξη στο περιοδικό «Δίφωνο».

Αξίζει να θυμηθούμε με αφορμή τον θάνατο του Κώστα Σημίτη το σχετικό απόσπασμα.

Υπάρχουν άνθρωποι που συμπάθησαν τον Σημίτη ακούγοντας το τραγούδι σου· υπέπεσε στην αντίληψή σου αυτό;

Το τραγούδι αυτό το έγραψα μη έχοντας καμία πείρα στο πολιτικό τραγούδι. Ήμουν πάντα ο τελευταίος που θα έλεγε την άποψη του σε μια πολιτική συζήτηση, με ενδιέφεραν περίπου όλες οι γνώμες και δεν είχα ποτέ προκαθορισμένη ιδεολογία. Τις μέρες που το έγραφα άλλοι υποστήριζαν την παγκοσμιοποίηση και τον εκσυγχρονισμό, άλλοι έλεγαν ότι αυτά είναι ο διάβολος. Εγώ ένιωθα αμήχανα και με τους μεν και με τους δε.

Όταν ήρθε ο Κλίντον στην Ελλάδα άλλες εφημερίδες έλεγαν πως είναι ανόητο να βρίζουμε την επίσκεψη, γιατί επικυρώνει το δικό μας ρόλο και όχι της Τουρκίας ως ρυθμιστή των Βαλκανίων. Άλλες έλεγαν πως είναι μέρα για να πενθήσουμε τις αυταπάτες μας ότι μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο είμαστε ανεξάρτητο κράτος. Και οι δύο απόψεις αποκάλυπταν μια αλήθεια και απέκρυπταν μιαν άλλη. Το βράδυ στην τηλεόραση βλέπω τον Σημίτη με αυτό το τελείως αντιηγετικό του ύφος και την Δάφνη με ένα μαύρο φόρεμα και ένα ποτό. Στην άλλη μισή τηλεόραση έβλεπα τα παιδιά να καίνε τα McDonald’s στην Σταδίου. Μετά μπαίνει ο Κλίντον με την Χίλαρι, την Ολμπράιτ και την πεταλουδάρα στο πέτο της τελευταίας. Κλείνω την τηλεόραση, κάθομαι στο πιάνο και προσπαθώ να γράψω γι’ αυτό το αίσθημα που όντως καταπιεζόταν από αυτές τις εικόνες, για την τοπική φωνή που και εγώ φοβόμουν πως θα πάψει για πάντα.

Ωστόσο, δεν έγραψες ένα τραγούδι μόνο γι’ αυτό.

Στην αρχή μιλούσα εγώ και έβγαινε μια εύκολη πολιτικολογία, ένα τραγούδι – σχόλιο. Τα τραγούδια όμως αυτά δεν με ενδιαφέρουν, δεν είναι ποτέ πραγματικά βιωμένα, άλλαξα λοιπόν αφηγητή και έβαλα έναν από αυτούς που έκαιγαν τα McDonald’s. Περιέργως ούτε αυτός ο αφηγητής μου έλεγε πολλά. Δεν μου αποκάλυπτε κάτι πέρα από την οργή του. Ξαφνικά, βάζω τον Σημίτη να μιλήσει και λέω, κοίταξε να δεις αυτός αν μπορούσε να μιλήσει αληθινά, θα μπορούσε να καθρεφτίσει την φωνή που χάνεται.

Να μιλήσει με πόνο για την αναξιότητα του να είναι αληθινός ηγέτης, για την πραγματικότητα να είσαι ένας διαχειριστής μιας χώρας πολυκατοικίας. Πιστεύω σε ένα σπίτι σαν των άλλων κι ας είναι ιδιοκτήτης πάντα αυτός, ένα μικροαστικό όνειρο, που ότι και να λέμε ναρκώνει την καθημερινότητα όλων μας, μαζί με μια αόριστη ελπίδα ότι κάποτε δεν θα ζούμε τόσο αφύσικα.

Εκεί ένιωσα την καρδιά μου πιο κοντά. Εκεί ένιωσα να εκφέρεται μια μελαγχολική αλήθεια. Δεν ξέρω όμως τι πέτυχα. Πήρα φίλους την επόμενη και το έπαιξα και κάποιοι μου είπαν ότι όντως έκανα τον Σημίτη συμπαθέστερο.

Αλλά λες πως δεν ήταν στις προθέσεις σου. Πιστεύεις πως το αίσθημα που διακατέχει τον Σημίτη του τραγουδιού σου εκφράζει και τον πρωθυπουργό έχει σύνδεση με την πραγματικότητα του;

Όχι! Δεν πιστεύω πως ο αληθινός Σημίτης, με την υπολογιστική του μάτια – και της τεχνοκρατικές του αρετές, αν θέλεις – αισθανόταν κάτι τέτοιο. Αλλά πιστεύω ότι τον αποκαλύπτεις περισσότερο όταν βάζεις αυτό το αίσθημα στο στόμα του. Αποκαλύπτεις και το δικό του κίνητρο και εκείνο που του λείπει. Αποκαλύπτεις και τη φωνή που καταπιέζει  η πολιτική. Αυτό θα έλεγα για να υπερασπιστώ το τραγούδι μου στους φίλους που διαφωνούν. Αν τον βρίσεις απλά ως φορέα της εξουσίας, δε μας λες και πολλά. Αν μιλήσεις όμως με την φωνή του, γι’ αυτό που του λείπει;

Η επίσκεψη του Καίσαρα

Ήμουν κι εγώ στο μέγαρο μαξίμου
Συγχάρηκα τον καίσαρα κι εγώ
Με τη γυναίκα μου και την υπέρταση μου
Και την αθόρυβη αμερική μου
Στο σχολείο με φωνάζανε μουγκό

Τσακώθηκα με τη Δαφνούλα μου
Την αγαπούλα μου
Πριν έρθω εδώ
Την ώρα που δοκίμαζε το μαύρο φουστάνι της
Είδε μες τη ντουλάπα το στεφάνι της
Μου το ‘πε μα δεν πρόσεχα εγώ
Και μου είναι θυμωμένη τώρα εδώ

Για κοίτα με τι κομπορρημοσύνη
Μιλάει κι αλλού κοιτάζει ο εκλεκτός
Τι νόημα έχει να ζητήσω ελεημοσύνη
Σ’ αυτόν που πάει για πλάκα στη σελήνη
Στο στρατό ήμουνα πάντα ο ντροπαλός

Κρατάει ένα ποτό στο χέρι της
Και το μαχαίρι της
Στο άλλο κρυφά
Πως έλαμπε τη μέρα που τη γνώρισα
Απ’ τη δουλειά ποτέ μου δεν τη χώρισα
Ήθελα να την προστατέψω απλά
Από τη χούντα κι απ’ τον θώκο μου μετά

Τριγύρω οι φίλοι μου και οι εχθροί μου
Κι έξω ο λαός να καίει και να βογκά
Λες να την πήρα λάθος τη ζωή μου;
Λες να ‘χει λάθη η αριθμητική μου;
Στα κάλαντα κρατούσα τα λεφτά

Αυτός παντρεύτηκε μια αδίστακτη
Ξανθιά λαλίστατη
Τον κυβερνά
Του βάζει υπουργούς τις φίλες της
Νόμοι και ζωδια οι πρώτεσ ύλεσ της
Η αγάπη μου γκριζάρει και γερνά
Της λέω “θα βγούμε όταν θα φτάνουν τα λεφτά”

Πιστεύω σ’ ένα σπίτι σαν των άλλων
Κι ας είναι ιδιοκτήτης πάντα αυτός
Νοίκια κοινόχρηστα και ρήτρες άλλ’ αντ’ άλλων
Κι είμαι πολύ χλωμόσ εκτόσ των άλλων
Κινέζο με φωνάζει ο λαός

Θα φύγει πάλι ο Καίσαρ αύριο
Κι από μεθαύριο ξανά γυμνός
Πλησιάζω την χαϊδεύω ήσυχα
Κάποτε δε θα ζούμε τόσο αφύσικα
Θέλω να κλάψω μα είμαι γελαστός
Είμαι ο έλληνας πρωθυπουργός

Κάπου στη γη στα βάθη της νυκτός
Είμ’ ένας έλληνας πρωθυπουργός