Οι λύκοι δεν είναι «κακοί» και δεν θα φάνε τη Κοκκινοσκουφίτσα. Οι κότες δεν είναι χαζές, αντιθέτως, είναι έξυπνες. Το χρυσόψαρο δεν ξεχνά ότι μόλις έκανε τον γύρο της γυάλας, έχει μάλιστα καλή μνήμη. Ο επιθετικός, θυμωμένος γορίλας τύπου King Kong, είναι άλλος ένας στερεοτυπικός μύθος: ακόμα και οι αρσενικοί με τις «ασημένιες πλάτες» είναι ειρηνικοί.

Ads

Όλες αυτές οι προκαταλήψεις και πολλές άλλες καταρρίπτονται μέσα από το βιβλίο “Οι προκαταλήψεις μας για τα ζώα” του David Bertrand, εκδόσεις HUMENSCIENCES. Ο συγγραφέας, καθηγητής ψυχολογίας και εθνολογίας στην Ανώτατη Σχολή Léonard de Vinci στις Βρυξέλλες, αναλύει τους ψυχολογικούς μηχανισμούς που κρύβονται πίσω από αυτές τις αντιλήψεις, οι οποίες συχνά μοιάζουν με εκείνες που οδηγούν σε προκαταλήψεις απέναντι σε άλλους ανθρώπους.

Το βιβλίο εξετάζει τη βάση πρακτικών, όπως η εντατική κτηνοτροφία, τα πειράματα σε εργαστήρια και οι ζωολογικοί κήποι, και μας καλεί να αλλάξουμε την οπτική μας, και να υιοθετήσουμε μια πιο δίκαιη συμπεριφορά προς τα ζώα, τα οποία αποκαλεί «μη ανθρώπινα ζώα».

Ποια είναι, όμως, η διαφορά μεταξύ προκατάληψης και στερεότυπου;

Στην καθημερινή γλώσσα συχνά συγχέουμε την έννοια της προκατάληψης με αυτή του στερεότυπου. Ωστόσο, για την κοινωνική ψυχολογία είναι δύο έννοιες εντελώς διαφορετικές. Όπως λέει ο Bertrand σε συνέντευξή του στη Liberation και την Coralie Schaub, το στερεότυπο είναι μια απλοποιημένη, γενικευμένη, υπερβολική ή επινοημένη πεποίθηση για μια κοινωνική κατηγορία ή ομάδα. Αφορά τη σκέψη, την αντίληψη. Μπορεί να είναι θετικό ή αρνητικό και να στοχεύει τόσο σε ανθρώπους όσο και σε άλλα ζώα. Για παράδειγμα, το «το δελφίνι είναι καλό» ή «οι Βέλγοι είναι φιλικοί» είναι στερεότυπα.

Ads

Η προκατάληψη, από την άλλη, έχει συναισθηματική και αρνητική διάσταση. Είναι μια δυσμενής στάση που βασίζεται σε ένα στερεότυπο, αλλά περιλαμβάνει και αρνητικά συναισθήματα, όπως φόβο, περιφρόνηση, θυμό ή μίσος. Για παράδειγμα, «Δεν μου αρέσουν οι καρχαρίες γιατί είναι επικίνδυνοι και κακοί» ή «Δεν αντέχω τις γάτες γιατί είναι ύπουλες» είναι προκαταλήψεις που βασίζονται σε στερεότυπα.

Πως δημιουργούνται οι προκαταλήψεις

Κάποια ζώα τα αγαπούμε και τα φροντίζουμε, ενώ άλλα τα δαιμονοποιούμε και η αντίληψη που έχουμε για αυτά επηρεάζεται από τη σχέση που έχουμε μαζί τους. Για παράδειγμα, τα ζώα εκτροφής, όπως οι αγελάδες και οι χοίροι, συχνά θεωρούνται λιγότερο ευφυή ή ευαίσθητα σε σύγκριση με ζώα όπως οι σκύλοι ή οι γάτες. Έτσι δικαιολογείται η κατανάλωσή τους ή η κακομεταχείρισή τους.

Ωστόσο, επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι πλάσματα όπως οι κότες έχουν πολύπλοκες κοινωνικές και συναισθηματικές ικανότητες. Για παράδειγμα μια κότα μπορεί να αναγνωρίσει μια άλλη από φωτογραφία του ποδιού της ή από φωτογραφία που τραβήχτηκε όταν ήταν κοτοπουλάκι. Οι χοίροι είναι ιδιαίτερα έξυπνοι και καθαροί αν έχουν κατάλληλο περιβάλλον. Είναι ευαίσθητα, κοινωνικά και παιχνιδιάρικα ζώα, που σε γνωστικό και συναισθηματικό επίπεδο μπορούν να συγκριθούν με ένα σκύλο. Σε φυσιολογικό περιβάλλον, δεν θα κυλιστεί στα περιττώματά του, όπως κάνει στο κλουβί ης βιομηχανικής χοιροτροφίας. Θα κυλιστεί στη λάσπη για να προστατεύσει το ευαίσθητο δέρμα του από τον ήλιο, όπως ακριβώς κάνουν και οι ελέφαντες, οι οποίοι δεν θεωρούνται βρώμικοι.

Οι προκαταλήψεις για τα ζώα θηρευτές συνδέονται συχνά με το αυτά πώς επηρεάζουν τη ζωή μας. Ένας βοσκός μπορεί να θεωρεί τον λύκο «κακό» επειδή απειλεί το κοπάδι του, ενώ ένας φυσιολάτρης τον βλέπει ως έναν σημαντικό κρίκο της άγριας ζωής. Παρά το γεγονός ότι η πλειονότητα των καρχαριών δεν είναι επικίνδυνη, ο φόβος για τους καρχαρίες έχει αυξηθεί εξαιτίας του κινηματογράφου και ταινίες όπως “Τα σαγόνια του καρχαρία του Σπίλμπεργκ.

Ο ρόλος της άγνοιας

Όταν δεν γνωρίζουμε για ένα θέμα, λειτουργούμε με βάση τη διαίσθηση που συχνά μας οδηγεί σε λανθασμένες αντιλήψεις. Η επιστήμη μπορεί να μας βοηθήσει να ξεκαθαρίσουμε αυτά τα ζητήματα. Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι ένας παπαγάλος ή ένας κόρακας είναι εξαιρετικά έξυπνα πουλιά ή ότι ένα ψάρι μπορεί να πάθει κατάθλιψη. Ωστόσο, επιστημονικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι τα ψάρια έχουν πολύ καλή μνήμη, μπορούν να θυμούνται ήχους, ώρες ταΐσματος ή ακόμη και να μαθαίνουν διαδρομές για να βγουν από λαβύρινθους. Είναι κοινωνικά ζώα, ζουν σε ομάδες, έχουν προτιμήσεις για συγκεκριμένα άτομα. Κάποια είναι μονογαμικά και μπορεί να βιώσουν ακόμη και «στεναχώρια λόγω χωρισμού».

Η αντίληψη ότι τα χρυσόψαρα δεν έχουν μνήμη και ξεχνούν αμέσως ότι έχουν κάνει τον γύρο της γυάλας τους αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα λανθασμένης προκατάληψης που οδηγεί σε κακομεταχείριση, ακόμη και χωρίς πρόθεση. Αντίστοιχα, όταν βάζουμε έναν χάμστερ σε ένα μικρό κλουβί το υποβάλλουμε σε άγχος και βαρεμάρα, αφού χρειάζεται χώρο, εξερεύνηση και κοινωνική επαφή. Συχνά κακομεταχειριζόμαστε τα ζώα λόγω άγνοιας.

Όσο λιγότερα γνωρίζουμε – είτε πρόκειται για έναν πολιτισμό, μια ανθρώπινη ομάδα ή ένα ζώο – τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουμε για στερεότυπα και προκαταλήψεις. Αντίθετα, η γνώση μας επιτρέπει να βλέπουμε τη πραγματικότητα με πιο ουσιαστικό τρόπο.

Κάποια ζώα αντιμετωπίζονται ως αντικείμενα ή εμπορεύματα, ενώ άλλα, όπως τα κατοικίδια στη Δύση, εξανθρωπίζονται υπερβολικά. Και οι δύο περιπτώσεις βασίζονται στην άγνοια της φύσης του ζώου. Ένα ζώο πρέπει να αντιμετωπίζεται σύμφωνα με τη δική του ψυχολογία και συμπεριφορά.

Πολιτισμική διάσταση

Ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε τα ζώα, έχει και μια πολιτισμική διάσταση. Στην Ασία, την Αφρική ή τη Λατινική Αμερική, τα σκυλιά συχνά μένουν εκτός σπιτιού, και ο συναισθηματικός δεσμός είναι λιγότερο έντονος. Η διάκριση μεταξύ ανθρώπων και ζώων είναι πολιτισμική και βασίζεται σε μια ψευδαίσθηση υπεροχής, ενώ επιστημονικά και βιολογικά είμαστε κι εμείς ζώα.

Ο σπισισμός ή αλλιώς ειδισμός είναι δείγμα αυτών των προκαταλήψεων. Η ιδέα είναι ότι επειδή είμαστε άνθρωποι, έχουμε δικαίωμα να χρησιμοποιούμε τα ζώα όπως θέλουμε, αλλά και να δημιουργήσουμε μιας ιεραρχίας μεταξύ των ζώων, αποδίδοντας μεγαλύτερη αξία σε κάποια είδη έναντι άλλων.

Δεν σημαίνει ότι η ζωή ενός κουνουπιού είναι ίση με αυτή ενός ανθρώπου, αλλά η θέση ότι είμαστε ανώτεροι και μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε στα ζώα είναι προβληματική.

Σύμφωνα με τον Bertrand ο σπισισμός βασίζεται σε μηχανισμούς παρόμοιους με εκείνους του ρατσισμού και του σεξισμού. Ένα παράδειγμα η εύνοια προς τη δική μας ομάδα είτε εθνική, είτε θρησκευτική κλπ μας κάνει να θεωρούμε τον εαυτό μας ανώτερο. Άλλος μηχανισμός είναι η πίστη σε ιεραρχίες μεταξύ ομάδων, είτε ανθρώπινες είτε ζωικές.

Επιπλέον, όταν κατηγοριοποιούμε, παραβλέπουμε τις ατομικότητες. Όπως οι άνθρωποι ενός άλλου πολιτισμού δεν είναι «όλοι ίδιοι», έτσι και τα ζώα έχουν μοναδικές προσωπικότητες. Μελέτες δείχνουν ότι υπάρχουν διαφορές ακόμη και μεταξύ μελισσών ή ελεφάντων.

Η κατανόηση και η περιέργεια για τον «άλλον» – είτε αυτός είναι ένας άνθρωπος είτε ένα ζώο – είναι το κλειδί για να καταρρίψουμε τις προκαταλήψεις.