Στη δημοσιότητα δόθηκε η μελέτη της ειδικής ανεξάρτητης επιτροπής που συνέστησαν τα υπουργεία Εσωτερικών και Οικονομικών, για την αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης στους μισθούς του Δημοσίου, η οποία θα αποτελέσει τη βάση των διαπραγματεύσεων για το νέο ενιαίο μισθολόγιο, το οποίο θα πρέπει να ενεργοποιηθεί μέχρι τον Ιούνιο. Η εν λόγω μελέτη, που στάλθηκε ήδη στην ΑΔΕΔΥ, φαίνεται πως θα αποτελέσει προάγγελο «ψαλιδιού» σε επιδόματα δημοσίων υπαλλήλων.

Ads

Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι καλύτερα αμειβόμενοι υπάλληλοι είναι αυτοί του υπουργείου Οικονομικών. Οι εργαζόμενοι στο υπουργείο Οικονομικών αμοίβονται 38-41% πάνω από το μέσο όρο για τους νεοδιόριστους. Η ψαλίδα ανοίγει περισσότερο για τους υπαλλήλους που έχουν 33 χρόνια προϋπηρεσίας και φτάνει στο 64%. Ακολουθούν τα υπουργεία Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, οι μισθοί των οποίων υπερβαίνουν το μέσο όρο, κατά 8% – 12% και 7% – 14% από την Κατηγορία ΠΕ (πανεπιστημιακής εκπαίδευσης) έως την Κατηγορία ΥΕ (υποχρεωτικής εκπαίδευσης) αντίστοιχα για ένα νεοδιόριστο.

Αντίθετα αρκετά χαμηλότερα από το μέσο όρο κινούνται οι αποδοχές του πολιτικού προσωπικού του υπουργείου Εθνικής Αμυνας (-20% από τον μέσο όρο των υπουργείων) και των εργαζόμενων στα υπουργεία Θαλασσίων Υποθέσεων και Παιδείας (-12 έως 19%). Συγκεκριμένα ένας νεοδιόριστος υπάλληλος του ΥΠΟΙΚ εισπράττει κατά μέσο όρο από 1.577 έως 2.076 ευρώ μηνιαίως ενώ στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας ο συνάδελφος του αμείβεται από 910 έως 1.226.

Ωστόσο, στη μελέτη διαπιστώνεται ότι το 50% των υπαλλήλων του Δημοσίου έχει αποδοχές που δεν ξεπερνούν το ποσό των 1.639 ευρώ (μικτά), ενώ μόλις ένας στους 10 υπαλλήλους (ποσοστό 10%) αμείβεται με μισθό πάνω από 2.418 ευρώ (από τα χαμηλότερα μισθολόγια στην ευρωζώνη). Μόλις το 0,4% των εργαζομένων του δείγματος αμείβεται με ποσό άνω των 5.856 ευρώ και προέρχονται μόνον από δύο υπουργεία, το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (αποτελούν το 48% των περιπτώσεων) και το υπουργείο Εθνικής Αμυνας (ποσοστό 42%).

Ads

Με βάση τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (δείγμα 668.043 υπαλλήλων) όσον αφορά τις πραγματικές αμοιβές διαπιστώθηκε ότι ο βασικός μισθός αποτελεί το 60,17% της μισθολογικής δαπάνης, τα επιδόματα το 28,85%, το χρονοεπίδομα το 5,46% και οι υπερωρίες το 2,68%. Οι μεγαλύτερες διαφορές μεταξύ εισαγωγικού και καταληκτικού μισθού που φτάνουν και το 65% καταγράφονται στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στα υπουργεία Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης.

Το μισθολόγιο, τονίζει η μελέτη, χαρακτηρίζεται από εσωστρέφεια και θα πρέπει να εναρμονιστεί με τις τάσεις της αγοράς. Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει, στις παθογένειες του μισθολογίου περιλαμβάνεται ότι εξομοιώνει από μισθολογικής άποψης τους υπαλλήλους με οριακή απόδοση και αυτούς με άριστη απόδοση, με αποτέλεσμα να ενισχύεται η αδιαφορία και να λειτουργεί ως αντικίνητρο παραγωγικότητας. Αναφορικά με τα επιδόματα κάνει λόγο για περίπλοκο και κατακερματισμένο σύστημα προαναγγέλλοντας κατάργηση για αρκετά από αυτά που αναφέρεται ότι «δεν συνάδουν με τις νέες εξελίξεις στην αγορά εργασίας».

Στα υπουργεία που διαθέτουν υψηλές αμοιβές τα επιδόματα υπερβαίνουν το 50% των αποδοχών. Στη µελέτη καταγράφονται 54 διαφορετικά επιδόµατα, που κυµαίνονται από 35 ευρώ και ξεπερνούν ακόµη και το ποσό των 1.750 ευρώ. Ενδεικτικό είναι πως υπό τον τίτλο «ειδικό επίδοµα» κάθε υπουργείο δίνει διαφορετική αµοιβή. Ετσι, υπάλληλος Πανεπιστηµιακής Εκπαίδευσης του υπουργείου Εξωτερικών παίρνει ειδικό επίδοµα ύψους 323,8 ευρώ, για εργαζόµενο µε τα ίδια προσόντα στο υπουργείο Εσωτερικών το ειδικό επίδοµα φτάνει τα 544,4 ευρώ, ενώ στο υπουργείο Οικονοµικών υπερβαίνει τα 620,9 ευρώ.

Τρία σενάρια

Στη μελέτη αναπτύσσονται τρία σενάρια για την εξέλιξη της απασχόλησης και της μισθολογικής δαπάνης τα επόμενα δύο χρόνια. Η μισθολογική δαπάνη παρουσιάζει σημαντική μείωση και στα τρία, η οποία οφείλεται στον αριθμό αποχωρήσεων και τον περιορισμό των προσλήψεων με το 5:1, αλλά και στην κατάργηση του χρονοεπιδόματος.

Η μείωση είναι ιδιαίτερα σημαντική το 2011 καθώς κυμαίνεται από 837 εκατ. ευρώ, μέχρι και 1.083 εκ. ευρώ, ανάλογα με το σενάριο. Το 2012, η μείωση του μισθολογικού κόστους κυμαίνεται από 483, έως 970 εκατ. ευρώ. και για το 2013 οι μειώσεις κυμαίνονται από 220 εκ. ευρώ, μέχρι και 724 εκ. ευρώ. Το επίδομα χρόνου υπηρεσίας ορίζεται στο 4% με τη συμπλήρωση ενός έτους υπηρεσίας, προσαυξανόμενο στη συνέχεια ανά διετία και μέχρι δεκατέσσερις διετίες κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες και μέχρι συνολικού ποσοστού 60%.

«Δεν είναι δυνατή η ανάδειξη της μέσης αμοιβής και της συνολικής μισθολογικής δαπάνης ως των βασικών προβλημάτων στη λειτουργία του δημόσιου τομέα. Τα ίδια συγκριτικά στοιχεία υποδεικνύουν την ανάγκη εξορθολογισμού σε τομείς πέραν της μισθολογικής δαπάνης και χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι το μέγεθος της απασχόλησης» αναφέρει επιπλέον η μελέτη ενώ ως βασικά ζητήματα για το δημόσιο τομέα σημειώνονται: α) η βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών του δημοσίου τομέα και β) η καλύτερη διαχείριση και εξοικονόμηση δημοσίων πόρων -πέραν της μισθολογικής δαπάνης.

Σύμφωνα με το ευνοϊκότερο σενάριο, υπολογίζεται ότι οι αποχωρήσεις κατά την τριετία 2010-2013 μπορεί να φτάσουν τις 125.142. Σύμφωνα με το ευνοϊκότερο σενάριο, υπολογίζεται ότι οι αποχωρήσεις κατά την τριετία 2010-2013 μπορεί να φτάσουν τις 125.142.

Το κείμενο κοινοποιήθηκε και στην ΑΔΕΔΥ με την οποία θα γίνει διάλογος, ενώ η μελέτη αξιοποίησε το δείγμα των 245.614 υπαλλήλων που αμείβονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών (ΕΑΠ) (το 32% του συνόλου των εργαζομένων στο Δημόσιο) και θα ολοκληρωθεί στα τέλη Μαρτίου, οπότε και θα ενσωματωθεί το σύνολο των υπαλλήλων της κεντρικής διοίκησης στην ΕΑΠ.

Αντιδρά η ΑΔΕΔΥ

Τα τρία σενάρια προβολής και εξέλιξης του μισθολογικού κόστους, που δημοσιοποίησαν χθες τα υπουργεία Εσωτερικών και Οικονομικών, οδηγούν σε νέες μισθολογικές απώλειες, εκμηδενισμό των προσλήψεων, απολύσεις συμβασιούχων και τελικά σε «διάλυση» των Δημοσίων Υπηρεσιών, με σοβαρότατες επιπτώσεις στην εξυπηρέτηση των πολιτών υποστηρίζει η ΑΔΕΔΥ.

Η ΑΔΕΔΥ διαμηνύει ότι το νέο Μισθολόγιο «δεν μπορεί να οδηγεί σε “νομιμοποίηση” των ήδη υφιστάμενων περικοπών στο Δημόσιο και σε νέες μειώσεις των ήδη χαμηλών αποδοχών». Σημειώνει ακόμη πως η «Μελέτη για τις μισθολογικές εξελίξεις στο Δημόσιο», η οποία δόθηκε χθες στη δημοσιότητα από τα υπουργεία Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών τη δικαιώνει απόλυτα καθώς καταρρίπτει τον επί δεκαετίες συντηρούμενο «μύθο» περί υψηλής συνολικής μισθολογικής δαπάνης στο Δημόσιο Τομέα και οδηγεί στο συμπέρασμα ότι βασικό ζητούμενο παραμένει «η καλύτερη διαχείριση και εξοικονόμηση δημοσίων πόρων – πέραν της μισθολογικής δαπάνης».

Καταλήγοντας επαναλαμβάνει ότι «αναγκαία και ικανή συνθήκη διεξαγωγής διαλόγου και διαπραγματεύσεων για ένα νέο Μισθολόγιο, είναι η επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού».