Διανοούμενος, καλλιτέχνης, οξύς πολιτικός αρθρογράφος, ακτιβιστής και  πάντα αντιφασίστας. Έχουμε πολλούς λόγους να τιμάμε τη μνήμη του Περικλή Κοροβέση του ευρύχωρου αγωνιστή που πάλευε για την κοινωνία σαν να ήταν δικιά του όπως έλεγε ο ίδιος. Όχι μόνο για τους «Ανθρωποφύλακες», μαρτυρία που έκανε γνωστά στην υφήλιο τα βασανιστήρια της Χούντας και  περιλήφθηκε το 2007 στον τόμο που συνέταξε ο τότε διευθυντής της Διεθνούς Αμνηστίας στις ΗΠΑ, Ουίλιαμ Σουλτς, δίπλα σε κείμενα του Φουκό, του Βολτέρου, του Μπεκαρία, του Σολζενίτσιν, της Αρεντ, του Φανόν, του Βιντάλ-Νακέ και πολλών άλλων. Αλλά και γιατί «… από την αρχή μέχρι το τέλος ήταν ένας άνθρωπος που δεν ξεχώριζε τον λόγο και τη γραφή από τη δράση» όπως λέει ο Δημήτρης Ψαρράς στο tvxs.

Ads

Ο δημοσιογράφος θα είναι ένας από τους ομιλητές στο μεγάλο αφιέρωμα στον Π. Κοροβέση που γίνεται στο πλαίσιο του 5ου Αντιφασιστικού Φεστιβάλ του «Φυσάει Κόντρα» στη Νίκαια, την Τετάρτη 25 του μήνα στο Κηποθέατρο. Στην εκδήλωση θα μιλήσει κι ο εκδότης Ν. Παπαχριστόπουλος με αφορμή την έκδοση των απάντων του Κοροβέση, θα προβληθεί η ταινία του Μ. Γιαμαλάκη «401» για τους Ανθρωποφύλακες αλλά και συνέντευξη του Περικλή και θα ακολουθήσει συναυλία με την Μ. Φριντζήλα τη Φ. Βελεσιώτου και τους Kubara Project.

«Ο καπιταλισμός και ο φασισμός είναι απολύτως συμβατά. Ο καπιταλισμός μπορεί να δεχθεί ένα προχωρημένο Κεϋνσιανό μοντέλο, αλλά μπορεί να δεχθεί και τον Χίτλερ ή τον Μουσολίνι. Τη δουλειά του την κάνει» έλεγε ο Κοροβέσης και δεν υπάρχει πιο κατάλληλος άνθρωπος να μιλήσει για τον αγώνα του ενάντια σε κάθε τι φασιστικό, από τον Δ. Ψαρρά, ο οποίος ασχολείται ενεργά κι επίμονα ερευνώντας και αποκαλύπτοντας την ακροδεξιά χρόνια.

 

– Πώς και πότε γνωρίστηκες με τον Περικλή Κοροβέση;

Ads

– Η πρώτη μας γνωριμία σφράγισε και την κατοπινή μας σχέση. Φυσικά για τη δική μου γενιά ο Περικλής ήταν ένας θρύλος της αντιδικτατορικής αντίστασης και της αριστεράς. Έτσι όταν μέσω του Γιώργου Βότση ήρθε το καλοκαίρι του 1985 ως συνεργάτης στο ανεξάρτητο αριστερό περιοδικό «Σχολιαστής», το οποίο εκδίδαμε με μια μικρή ομάδα από το 1983, μπόρεσα να τον γνωρίσω από κοντά. Και από τότε ακολουθήσαμε μια παράλληλη πορεία στον χώρο του Τύπου. Μετά το κλείσιμο του «Σχολιαστή», το 1990, βρεθήκαμε στην «Ελευθεροτυπία», και μετά το κλείσιμο της «Ελευθεροτυπίας», το 2012, στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Αλλά η στιγμή που βρέθηκα πραγματικά κοντά του ήταν στις 29.9.1989, όταν βγήκε το «Έθνος» με το πρωτοσέλιδο «Ιδού ο δολοφόνος», φωτογραφίζοντας τον Περικλή ως δράστη της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη από τη 17 Νοέμβρη. Και να σκεφτεί κανείς, ότι ο Περικλής ήταν απολύτως αντίθετος με τον ένοπλο αγώνα ακόμα και την περίοδο της δικτατορίας. Εκείνο το βράδυ μείναμε με την Άντα σπίτι του, για να υπάρχουν μάρτυρες σε ενδεχόμενη απόπειρα προβοκάτσιας σε βάρος του. Η σκέψη βέβαια ήταν τρελή, αλλά δεν είχαμε άλλο τρόπο να αντιδράσουμε. Από τότε γίναμε στενοί φίλοι.

 

– Σημαντικός λογοτέχνης, οξύς πολιτικός αρθρογράφος, ακτιβιστής και πάντα αντιφασίστας. Με αφορμή την βαθιά ενασχόληση σου με την ακροδεξιά και τον φασισμό στην Ελλάδα, μπορείς να μας μιλήσεις για την ποιότητα του αντιφασιστικού του λόγου αλλά και της δράσης του;

– Το σημαντικό για τον Περικλή ήταν ότι από την αρχή μέχρι το τέλος ήταν ένας άνθρωπος που δεν ξεχώριζε τον λόγο και τη γραφή από τη δράση. Το έδειξε από την πρώτη στιγμή που δεν αρκέστηκε να περιγράψει στο Συμβούλιο της Ευρώπης τα βασανιστήρια που τον είχε υποβάλει η χούντα, αλλά κατόρθωσε να γράψει και το μικρό του αριστούργημα, τους «Ανθρωποφύλακες». Αυτό που ξεχώριζε στον αντιφασιστικό λόγο του Περικλή ήταν το γεγονός ότι πολύ νωρίς, πολύ προτού αγγίξουν την παραδοσιακή Αριστερά οι σύγχρονες ριζοσπαστικές ιδέες της κοινωνικής απελευθέρωσης, ο ίδιος τις είχε προσεγγίσει. Τον βοήθησαν ασφαλώς σ’ αυτή την κατεύθυνση οι εμπειρίες από την παραμονή του στη Σουηδία, καθώς και η επίδραση του παρισινού Μάη του ’68, αλλά ασφαλώς τον σημάδεψε η προσωπική του εμπειρία και γι’ αυτό πάντα υποστήριζε με κάθε ευκαιρία τη συλλογική δράση, την αυτονομία του αντιφασιστικού κινήματος και τη δημοκρατική διάρθρωση κάθε ομαδικής δουλειάς.

 

– Θυμάμαι τον Περικλή να λέει πως φοβάται ότι αν η ακροδεξιά της Λεπέν αποκτήσει κύρος, θα δούμε παλιούς κομμουνιστές να λένε πως τα λέει ωραία. Αποδείχτηκε προφητικός ο λόγος του;

– Δυστυχώς, ναι. Το ιδιαίτερο πολιτικό στοιχείο του Περικλή ήταν ότι παρά το γεγονός ότι ο ίδιος μετείχε σε οργανώσεις της Αριστεράς από την περίοδο της δικτατορίας μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ, στις λίστες του οποίο εκλέχτηκε βουλευτής το 2007, δεν έπαυε να διατηρεί τις προσωπικές του αρχές και απόψεις, τις οποίες δεν ήταν διατεθειμένος να εγκαταλείψει με κανένα τίμημα. Γι’ αυτό και δεν μπορούσε να δεχτεί τις απόπειρες συμβιβασμού των αρχών της Αριστεράς με πιο «σύγχρονες» ή «εύπεπτες» ιδέες, με το πρόσχημα ότι έτσι εξασφαλίζεται η απήχησή τους. Αυτό που βλέπουμε σε πολλά σύγχρονα κόμματα που επικαλούνται την Αριστερά αλλά αντιγράφουν τη Δεξιά και την Ακροδεξιά είναι εκείνο που είχε εγκαίρως προβλέψει.

 

 

– Ο Κοροβέσης είχε γράψει ότι «Πέρα από τους πρωτόγονους ναζισμούς στιλ Χρυσής Αυγής, υπάρχουν και οι εκλεπτυσμένοι ναζισμοί, που δεν διστάζουν να πάρουν για λογαριασμό τους πολλές αναφορές της Αριστεράς». Βλέπουμε και σήμερα τα «δάνεια» αυτά σε πολλούς ακροδεξιούς μηχανισμούς και κόμματα παντού. Πως σκιαγραφούσε τον φασισμό στον ελληνικό χάρτη;

– Αυτή η κριτική του υπήρξε πράγματι προφητική. Ο Περικλής διέκρινε εγκαίρως αυτό που βλέπουμε σήμερα να γιγαντώνεται στη χώρα μας αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης. Ο σημερινός πρωθυπουργός της Ελλάδας, λ.χ., δηλώνει ότι δεν υπάρχει πλέον Δεξιά και Αριστερά, μόνο και μόνο για να δικαιολογήσει την επιλογή του να στηριχτεί σε πρωτοκλασάτα στελέχη της ελληνικής Ακροδεξιάς. Ο Περικλής έβλεπε την προσπάθεια ακόμα και των πιο αντιδραστικών πολιτικών κομμάτων ή μέσων ενημέρωσης να υιοθετήσουν «προοδευτικά» κλισέ, προκειμένου να διευκολύνουν την πρόσβασή τους σε χώρους που παλιότερα ήταν γι’ αυτούς απροσπέλαστοι. Αλλά κυρίως δεν δίσταζε να περιγράψει την παρουσία αντιδραστικών ή και φασιστικών στοιχείων σε χώρους που έχουν εξασφαλίσει ειδική ασυλία, όπως ο εκκλησιαστικός μηχανισμός.

 

– Ο Περικλής Κοροβέσης μέχρι στο τέλος της ζωής του παρέμεινε ένας άνθρωπος – αναφορά για τα κινήματα κι αυτό δεν οφείλεται μόνο στους Ανθρωποφύλακες που ανέδειξαν διεθνώς τις πρακτικές της ελληνικής χούντας. Πού αλλού οφείλεται αυτό;

– Για τον Περικλή τα κοινωνικά κινήματα και η Αριστερά δεν ήταν ποτέ μια επιλογή. Υπήρξε το καταλυτικό του βίωμα. Αλλά ταυτόχρονα – κι αυτό τον ξεχώριζε πάντα – ήταν και εκείνος που δεν δίσταζε να πει τη γνώμη του, ακόμα και με κίνδυνο να δυσαρεστήσει κοντινούς του ανθρώπους ή και κατά τα άλλα ομοϊδεάτες του. Αυτή η ιδιαιτερότητά του τον ξεχώριζε, γιατί παρέμεινε μέχρι τέλος ασυμβίβαστος και απρόβλεπτος. Αυτό είναι σπάνιο χάρισμα, ειδικά μετά από κάποια ηλικία.

 

– Η θεατρική του κουλτούρα εμπότιζε τα πολιτικά του κείμενα και η  πολιτική του ματιά την τέχνη του. Συστεγαστήκατε στην εφημερίδα χρόνια. Πως χαρακτηρίζεις την πένα του γενικά;

– Η χούντα τον συνέλαβε ως ηθοποιό. Στη συνέχεια τον κυνήγησε ως συγγραφέα. Κι αυτός από την πλευρά του δεν έπαψε να ασκεί πολιτική μέσα από τα θεατρικά, τα πεζά και τα δημοσιογραφικά του κείμενα. Αυτό που τον χαρακτήριζε ήταν η ευκολία να συνταιριάζει βαθιά νοήματα σε απλές εκφράσεις. Μ’ αυτή την έννοια, αν και είχε όλα τα στοιχεία του ανθρώπου που σκέπτεται βαθιά και μοναχικά, στόχος του ήταν πάντα να απευθύνεται στους πολλούς. Νομίζω ότι το κατάφερε σε μεγάλο βαθμό.

 

– Ποιος θα είναι ο άξονας της ομιλίας σου στην αντιφασιστική συναυλία που αφιερώνεται φέτος στον Π. Κοροβέση;

– Θα προσπαθήσω να μεταφέρω στους νεότερους κι αυτούς που δεν γνώρισαν ούτε τον ίδιο τον Περικλή ούτε την εποχή του, κάποια από τα πολύτιμα στοιχεία που μας έδωσε τότε και που μας έχει αφήσει με το έργο του. Είναι βέβαια κάτι πολύ δύσκολο, αλλά του το χρωστάμε.