Η τριπλή δολοφονία του Νίκου Κοεμτζή εισέρχεται ξανά στην τέχνη, αυτήν τη φορά με τη θεατρική παράσταση «Η Τελευταία Απολογία του Νίκου Κοεμτζή» σε κείμενο του Βαγγέλη Γέττου και σκηνοθεσία Αλέξανδρου Μπαλαμώτη στο Θέατρο Σταθμός.
Ο Νίκος Κοεμτζής (τον οποίο ενσαρκώνει ο Μάρκος Γέττος), που έμεινε στην ιστορία ως ο άνθρωπος που το 1973 στην πίστα του λαϊκού κέντρου Νεράιδα της Αθήνας σκότωσε τρεις «για ένα ζεϊμπέκικο», κάνει μια ευχή την ώρα που ξεψυχά: να του δοθεί η ευκαιρία να αφηγηθεί την ιστορία του για μια τελευταία φορά. Όχι σε δικαστές και αστυνομικούς αλλά σε καθημερινούς ανθρώπους.
Το κοινό, μέσα από την αφήγηση του Κοεμτζή, προσκαλείται σε μια ανατρεπτική ανασκόπηση όχι μόνο του φονικού και όσων ακολούθησαν αλλά και όλης της τρικυμιώδους περιόδου στην οποία εκτυλίσσεται η ζωή του αντιήρωα: μεσοπόλεμος, κατοχή, αντίσταση, εμφύλιος και κατοπινά ταραγμένα χρόνια, χούντα.
«Η παράστασή μας κοιτάζει το κοινό στα μάτια και δεν τους ζητάει απλά να μη δημιουργούν άλλους Κοεμτζήδες. Κοιτάει το κοινό στα μάτια και το ρωτάει αν δημιουργεί ήδη Κοεμτζήδες καθημερινά. Κι αν ναι, τότε με ποιον τρόπο και γιατί.» λέει στο tvxs ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Μπαλαμώτης με αφορμή την παράσταση που κάνει πρεμιέρα στις 23 Σεπτεμβρίου
Ο Διονύσης Σαββόπουλος ως αφηγητής της ιστορίας του Κοεμτζή έγραψε ένα τραγούδι με κέντρο την ιδιαιτερότητα του εγκλήματος που κρύβει την πρόσφατη ιστορία της χώρας. Εσείς γιατί ανεβάζετε την παράσταση; Τι έρχεται να προσθέσει το κείμενο του Β. Γέττου;
Το κείμενο του Βαγγέλη Γέττου με μία ιδιοφυή χρήση του χρόνου, δεν ακολουθεί γραμμική χρονολογική αφήγηση. Είναι καθαρό όμως στο κείμενο πως η προσωπική ιστορία του Νίκου Κοεμτζή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την νεότερη ιστορία της χώρας μας. Μία ιστορία που δεν συζητιέται εύκολα, δεν διδάσκεται στα σχολεία, σαν να θέλει να ξεχαστεί. Όσο όμως δε διδάσκεται και δε συζητιέται τόσο παραμένει ανοιχτό ένα μεγάλο τραύμα για τον Έλληνα. Αυτό είναι ένα από τα στοιχεία που έρχεται να προσθέσει το κείμενο του Βαγγέλη Γέττου. Ένα άλλο στοιχείο είναι πως δίνεται η ευκαιρία σε έναν άνθρωπο που διέπραξε ένα φρικτό έγκλημα, να εκφράσει τους αληθινούς λόγους που τον οδήγησαν εκεί, με την ελπίδα πώς ίσως κάποιος από τη σημερινή κοινωνία (του woke κινήματος και της πολιτικής ορθότητας που σωστά παλεύουμε όλοι να ενισχύσουμε), να καταλάβει, όχι να δικαιολογήσει, πώς για κάποιον σαν τον Νίκο Κοεμτζή το έγκλημα έμοιαζε ως φυσική κατάληξη.
Αυτά τα στοιχεία ανάγνωσα στο κείμενο του Βαγγέλη, και με αυτά τα στοιχεία καταπιάστηκα ως αφετηρία στην έρευνα μου για το έργο.
Το κείμενο δίνει φωνή και στα θύματα; Πρόκειται για μια άλλη πτυχή της ιστορίας ή για την ίδια ιστορία ειδωμένη από μάτι άλλου στρατοπέδου;
Πιστεύω πως το κείμενο δίνει αρχικά φωνή στο θύτη. Στο θύτη ενός φρικτού εγκλήματος με τρεις δολοφονίες και οχτώ τραυματισμούς μέσα σε μερικά λεπτά, στο κέντρο Νεράιδα των Αθηνών, στις 25 Φεβρουαρίου 1973 ξημερώματα Κυριακής της Αποκριάς. Παράλληλα, μέσα από το κείμενο βλέπουμε πως ο συγκεκριμένος θύτης έχει υπάρξει και θύμα. Θύμα μεγάλων ιστορικών γεγονότων, όπως της γερμανικής κατοχής των Ναζί, του εμφυλίου πολέμου, της μετεμφυλιακής Ελλάδας ως παιδί αντάρτη, της εξευτελιστικής φτώχειας. Θύμα της βίας των συχωριανών, της βίας της χωροφυλακής, της βίας της αστυνομίας πόλεων, τα βασανιστήρια εντός κι εκτός φυλακής και πολλά άλλα. Δεν ξέρω αν αυτό μπορεί κάποιος να το ονομάσει «άλλο στρατόπεδο».
Όταν είχε βγει το Μακρύ Ζεϊμπέκικο για τον Νίκο Κοεμτζή ασκήθηκε έντονη κριτική. Οι επικριτές του θεώρησαν ότι αθωώνεται ο θύτης.
Πρώτος ο ίδιος ο Νίκος ζήτησε ως τιμωρία την εσχάτη των ποινών, το οποίο τονίζεται και στην αυτοβιογραφία. Το κείμενο του Βαγγέλη σέβεται αυτόν τον ηθικό κώδικα του Νίκου και δεν αλλάζει καθόλου τη στάση απέναντι στην τιμωρία που έπρεπε να λάβει για το έγκλημά του. Η παράσταση όπως και το κείμενο δεν αθωώνει τον θύτη. Ερευνά την ανθρώπινη πλευρά και τους λόγους που δημιούργησαν αυτό το «τέρας».
Σχετικά με το ζήτημα της ηθικής πιστεύω πως η τέχνη την υπερβαίνει. Βρίσκεται πάνω από τον άνθρωπο και τον μελετά συμπεριεκτικά. Στο σύνολό του κι όχι à la carte. Επομένως η «ηθική» ως κάτι μεταβλητό, καθώς διαφοροποιείται από πολιτισμό σε πολιτισμό και από αιώνα σε αιώνα, είναι μία ψηφίδα στο τεράστιο ψηφιδωτό που ονομάζεται άνθρωπος.
Η παράσταση μας κοιτάζει το κοινό στα μάτια και δεν τους ζητάει απλά να μη δημιουργούν άλλους Κοεμτζήδες. Κοιτάει το κοινό στα μάτια και τους ρωτάει αν δημιουργούνε ήδη Κοεμτζήδες καθημερινά. Κι αν ναι, τότε με ποιον τρόπο και γιατί.
«Η τέχνη σήμερα πρέπει να σκύψει πάνω από το γεγονός της απάθειάς μας στο έγκλημα». Πως προσεγγίζετε σκηνοθετικά το κείμενο;
Το έργο το προσεγγίσαμε με δύο τρόπους. Αρχικά με ρεαλιστική υποκριτική, με την έννοια πως ο ρόλος που βλέπουμε επί σκηνής είναι ένας κανονικός άνθρωπος. Ο χώρος όμως πού τοποθετείται η σκηνική δράση, το θεατρικό μας σύμπαν, είναι ένας μη ρεαλιστικός χώρος. Η παράσταση ξεκινάει με τον Νίκο να επιστρέφει στη ζωή 13 χρόνια μετά σχεδόν όπως πέθανε. Σαν να έχει ανοίξει μία δίνη στο χωροχρόνο και να έχει ρουφήξει τον Νίκο όπως πέθανε σκυμμένος πάνω στον πάγκο με τα βιβλία του στο μοναστηράκι. Αυτή η δίνη τον προσγειώνει σε μία θεατρική σκηνή στο σήμερα. Εκεί λαμβάνει χώρα η τελευταία απολογία του. Η συνθήκη της απολογίας του δεν είναι κάτι εύκολο. Οι ερινύες του τον ακολουθούν και αυτές πάνω στη θεατρική σκηνή. Τα υπόλοιπα σας καλώ να έρθετε να τα δείτε.
Σήμερα σε ένα περιβάλλον αυξημένης εγκληματικότητας υπάρχουν φονικά που συγκλονίζουν. Σκύβει η τέχνη πάνω σε αυτά όπως έκανε τότε ο Σαββόπουλος; Ή πιστεύετε ότι η υπόθεση Κοεμτζή ήταν εξέχουσα για συγκεκριμένους λόγους;
Πιστεύω πως η υπόθεση Κοεμτζή είναι εξέχουσα όχι μόνο λόγο της εποχής όπου διεπράχθη το έγκλημα, αλλά λόγω της προσωπικής ιστορίας αυτού του ανθρώπου. Κυρίως όμως είναι εξέχουσα σε σχέση με την αντιμετώπιση του εγκλήματος εν γένει, από την κοινωνία της εποχής, σε αντίθεση με τη σημερινή κοινωνία.
Πιστεύω πως η τέχνη σήμερα πρέπει να σκύψει πάνω από το γεγονός της απάθειάς μας στο έγκλημα. Τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί στην Ελλάδα τους τελευταίους εννέα μήνες, πάσης φύσεως εγκλήματα, είναι φρικιαστικά. Αυτό όμως που μου προκαλεί περισσότερο τρόμο είναι η στάση μας απέναντι σε αυτά. Το πόσο γρήγορα τα ξεχνάμε, το πόσο συνηθισμένοι είμαστε στο να ακούμε φριχτά πράγματα και πολύ γρήγορα να περνάμε στο επόμενο γεγονός, και στο επόμενο γεγονός, και στο επόμενο γεγονός. Σαν η ζωή μας να έχει γίνει ένα συνεχές σκρολάρισμα (ελληνικά: μετακύλιση) ενός αόρατου δακτύλου στην ψυχή μας.
Στην Ελλάδα τα ΜΜΕ που στηρίζουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, χρημαδοτούνται από το ... κράτος. Tο tvxs.gr στηρίζεται στους αναγνώστες του και αποτελεί μια από τις ελάχιστες ανεξάρτητες φωνές στη χώρα. Mε μια συνδρομή, από 2.9 €/μήνα,ενισχύετε την αυτονομία του tvxs.gr και των δημοσιογραφικών του ερευνών. Συγχρόνως αποκτάτε πρόσβαση στα ντοκιμαντέρ και το περιεχόμενο του 24ores.gr.
Δες τα πακέτα συνδρομών >