Πολύ σημαντικοί και οι δύο στην τέχνη τους, ανήσυχοι, δημιουργικοί και με υψηλό αισθητικό αποτύπωμα. Αγαπούν κι οι δυο την παράδοση αλλά την αντιμετωπίζουν με το δικό τους ιδιαίτερο βλέμμα. Ανήκουν σε αυτήν την αγαπημένη κατηγορία δημιουργών που παίρνουν την τέχνη τους στα σοβαρά κι όχι τον εαυτό τους, γι’ αυτό αυτοσαρκάζονται, εκδηλώνουν την αγάπη τους και βγαίνουν στη σκηνή χωρίς πόζα αλλά με μια διάχυτη ενέργεια και αγάπη για το τραγούδι και τον κόσμο του.

Ads

Η Μάρθα Φριντζήλα και ο Δημήτρης Μυστακίδης όμως έχουν κι ένα άλλο κοινό σημείο. Δεν διστάζουν να παίρνουν θέση απέναντι στις μεγάλες πληγές της εποχής. Κι οι δυο τους δίπλα στους πρόσφυγες, η Μάρθα ανέβηκε στη σκηνή με παλαιστινιακό μαντήλι, ο Δημήτρης θα τραγουδήσει για τους γιατρούς του ΕΣΥ στις 25 Σεπτεμβρίου. Με αφορμή τη συναυλία τους το Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου στο Θέατρο Βράχων, μιλούν στο tvxs, ξεκινώντας από την περίοδο που πρωτογνωρίστηκαν.

Πότε γνωριστήκατε; Τι θυμάστε από τα πρώτα πρώτα χρόνια της γνωριμίας σας;

Μ.Φ. Μας έφερε κοντά ο Θανάσης. Συναντηθήκαμε επί σκηνής όταν πήγα στο Γυάλινο που έπαιζαν και με κάλεσε να τραγουδήσω. Τον Δημήτρη ήταν σαν να τον ήξερα από πάντα. Μου φαινόταν λίγο άγριος στην αρχή. Αυτή η εντύπωση άλλαξε εκείνο το βράδι, όταν με κοίταξε και είπε “καλώς την”. Μου χαμογελούσε συνέχεια και με ενθάρρυνε. Αυτό κάνει μέχρι σήμερα.

Ads

Δ.Μ. Ναι, γνωριστήκαμε κάπου στις αρχές του 2000, δεν θυμάμαι ακριβώς ημερομηνία. Είχαμε κατέβει για πρώτη φορά με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και την μπάντα που είχε φτιάξει τότε ο Μπάμπης Παπαδόπουλος (τους μετέπειτα Λαϊκεδέλικα) να παίξουμε στο Γυάλινο μουσικό θέατρο. Οι παραστάσεις είχαν πάει πολύ καλά και πήραμε παράταση με μία μέρα κενό. Εκείνη λοιπόν την ημέρα ο Θανάσης πρότεινε σε όλη την μπάντα να πάμε στο θέατρο να δούμε μια παράσταση στην οποία έπαιζε μια κοπέλα που τραγουδούσε πολύ καλά. Πήγαμε λοιπόν να δούμε την «νύχτα του τράγου» στην οποία έπαιζε η Μάρθα. Θυμάμαι είχα δει όλη την παράσταση με το σαγόνι κάτω.. Την επόμενη μέρα η Μάρθα ήρθε και τραγούδησε μαζί μας και το σαγόνι από τότε δεν έχει ξανακλείσει.

Τι σας ενώνει δημιουργικά; Τι κάνει δυο καλλιτέχνες να νιώθουν μια συγγένεια;

Μ.Φ. Όσα χρόνια παίζαμε μαζί, ένιωθα πως υπάρχει επικοινωνία στα βασικά. Περνούσα καλά μαζί του, γελούσαμε πολύ και δουλεύαμε χωρίς γκρίνιες. Όταν απομακρυνθήκαμε και τον παρακολουθούσα από μακριά κατάλαβα πως είναι συγγενής μου. Η αγάπη και φροντίδα του για τα παλιά τραγούδια και η προσφορά του στην λαϊκή μουσική με συγκινεί πολύ. Η ευαισθησία και η τρυφερότητά του είναι σπάνια. Ο Δημήτρης δεν ψάχνει να βρει την θέση του στα μουσικά πράγματα, δεν προσπαθεί να αποδείξει τίποτα. Είναι εργάτης, ερευνητής και λάτρης της μουσικής. Και ως δημιουργός έχει πολλά να πει και τα λέει ταπεινά, χωρίς να επιδεικνύεται.

Δ.Μ. Νομίζω ότι μέσα στα χρόνια έχει αναπτυχθεί μια οικειότητα που επιτρέπει την απόλυτη ελευθερία. Εάν δηλαδή πρέπει να σου πω κάτι που μας ενώνει αυτό είναι η ελευθερία. Μπορώ να της προτείνω ό,τι θέλω και αυτή το ίδιο.

Και οι δύο δημιουργείτε στο σήμερα αλλά αγαπάτε μια γοητευτική κληρονομιά την οποία συστήνετε με τον τρόπο σας στη νέα γενιά. Τι είμαστε ως λαός μουσικά σήμερα; Ή αλλιώς: ποιος είναι ο ήχος της Ελλάδας σήμερα;

Μ.Φ. Δεν ξέρω πραγματικά. Δεν μπορώ να απαντήσω. Ένα αλλοπρόσαλλο playlist από τραπ, δημοτικά, σκυλάδικα, επαναστατικά, ζεϊμπεκιές, ροκ μπαλάντες και βυζαντινούς ύμνους.

Δ.Μ. Πολύ δύσκολη ερώτηση αυτή. Αυτή τη στιγμή θεωρώ ότι διανύουμε μια εποχή που επαναπροσδιορίζονται όλα. Τίποτα από αυτά που θεωρούσαμε αυτονόητα δεν ισχύει πια. Αυτό μπορεί να είναι καλό αλλά μπορεί και κακό. Επειδή όμως μου ζητάς έναν ήχο θα σου πω αυτόν που μου ήρθε πρώτος στο μυαλό, τον οποίο όμως οι νέοι άνθρωποι δεν γνωρίζουν. Είναι αυτός της παλιάς αναλογικής κασέτας που ψάχνει το επόμενο κομμάτι. Το που θα σταματήσει κανείς δεν ξέρει.

Ένα άλλο κοινό σας είναι το θάρρος με το οποίο παίρνετε θέση στα μεγάλα ζητήματα της εποχής. Η Μάρθα βγήκε στη σκηνή με το παλαιστινιακό μαντήλι είστε κι οι δύο δίπλα στους πρόσφυγες, ο Δημήτρης θα παίξει για τους γιατρούς του ΕΣΥ στην Κρήτη. Πως θα περιγράφατε τα όσα ζούμε και από που αντλείτε ελπίδα για το μέλλον; Τι λέτε στους νέους για παράδειγμα;

Μ.Φ. Πώς να περιγράψω αυτό που ζούμε; Η Κατερίνα Γώγου έχει έναν στίχο που λέει “A ρε Σύντροφε που δεν πρόδωσες, ζούμε την βαρβαρότητα.” Αυτό. Στην τέχνη βρίσκω ελπίδα και παρηγοριά. Και στις κινητοποιήσεις. Όταν ενώνονται οι φωνές διεκδικούν και καταγγέλλουν. Στους νεότερους λέω να μην επενδύουν στην επιτυχία αλλά να κάνουν αυτό που πιστεύουν πως θα τους κάνει ευτυχισμένους. Να κάνουν παρέες και να δημιουργούν κοινότητες γιατί αλλιώς δεν θα την βγάλουν καθαρή.

Δ.Μ. Το να παίρνω θέση, δεν το θεωρώ καλλιτεχνική υποχρέωση ή υπέρβαση. Θεωρώ ότι είναι υποχρέωση κάθε πολίτη να παίρνει θέση στα πράγματα που συμβαίνουν. Ένας λόγος παραπάνω όταν έχεις ένα μικρόφωνο που σου δίνει τη δύναμη να ακουστείς παραπάνω. Ζούμε σε ένα περιβάλλον που όλα αλλάζουν με πάρα πολύ γρήγορους ρυθμούς. Από τις ζωές μας τις ίδιες μέχρι το περιβάλλον. Το να ξυπνάς όμως το πρωί είναι από μόνο του ελπιδοφόρο. Στους νέους αυτό που θα έλεγα θα ήταν να δίνουν ζωή στις μέρες τους.

Ποιον ρόλο παίζει κάθε φορά ο τόπος στον οποίο παίζετε. Το Θέατρο Βράχων τι είναι για εσάς;

Μ.Φ. Το Θέατρο Βράχων το αγαπώ πολύ. Κάθε φορά που πηγαίνω εκεί θυμάμαι την πρώτη φορά που βρέθηκα σ’ αυτόν τον χώρο. Συναυλία του Νίκου Παπάζογλου το 1990 ή 1991. Είχα πάει με το αγόρι μου και την παρέα μας από την Ελευσίνα. Με θυμάμαι στο τέλος της συναυλίας να κλαίω από χαρά! Όπου και να παίζουμε όμως, σκέφτομαι πως ίσως στο κοινό να είναι κάπου μια Μαρθούλα κι εύχομαι να καταφέρω να την κάνω κι εγώ να κλάψει από χαρά.

Δ.Μ. Ο τόπος για μένα δεν παίζει ποτέ κανένα ρόλο. Οι άνθρωποι είναι πού δίνουν αξία στους τόπους. Το θέατρο Βράχων είναι ένα θέατρο στο οποίο παίζω πάρα πολλά χρόνια. Κοντά 30 χρόνια. Έχω ζήσει εκεί υπέροχες στιγμές γλεντιού, μυσταγωγίας, προβληματισμού, μέθεξης. Και έχοντας αυτές τις μνήμες μέσα μου θα ήθελα πολύ να μπορέσω να τις ξαναδημιουργήσω εγώ για κάποιους άλλους.

Τι ετοιμάζετε καλλιτεχνικά αυτόν τον καιρό;

Δ.Μ. Δεν ετοιμάζω τίποτα. Είναι μια περίοδος προβληματισμού. Δεν θέλω όπως λέει και ο Θανάσης οι νέες εποχές να με κάνουν να μοιάζω με κρετίνο. Αγαπώ πολύ αυτό που κάνω και πιστεύω πως πρέπει να στηρίξω την δουλειά μου. Απλώς πρέπει να βρω τον τρόπο.

Μ.Φ. Όλο τον Σεπτέμβρη έχω συναυλίες, και στα κενά ανάμεσα στις πιάτσες έχω στούντιο όπου ετοιμάζω δύο δίσκους. Έναν καθαρά προσωπικό που έχει τίτλο “Η Ακάλεστη”, δεκατρία τραγούδια σε δικούς μου στίχους, μουσική του Μιχάλη Καλογεράκη και ενορχήστρωση του Βασίλη Μαντζούκη και έναν με τους Kubara Project με τίτλο “Είκοσι χρόνια επιτυχίες άλλων”. Θα κάνω και θέατρο φέτος αλλά με την νέα χρονιά. Είχα ξεκινήσει να δουλεύω την Κλυταιμήστρα της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ πριν από δύο χρόνια και ίσως καταφέρω να την παρουσιάσω τον χειμώνα με το κουαρτέτο του Χάρη Λαμπράκη. Δεν πήραμε επιχορήγηση ούτε και φέτος και είναι αρκετά δύσκολο να κάνουμε μόνοι μας την παραγωγή. Αλλά θα το κάνουμε. Δεν μασάμε.

O Δημήτρης και η Μάρθα στην σκηνή

Mε διάθεση να πουν όλα όσα αγαπούν και να τα μοιραστούν μαζί μας. Με χιούμορ, με συγκίνηση, με δύναμη. Δύο καλλιτέχνες που δεν διστάζουν να υψώσουν τη φωνή τους και την τέχνη τους σαν λάβαρο μέσα σε δύσκολους καιρούς, αλλά και που ταυτόχρονα αυτοσαρκάζονται και αλληλοσατιρίζονται. Χωρίς ευκόλως εννοούμενα, η Μάρθα και ο Δημήτρης υπόσχονται να σαρώσουν τη σκηνή και να τα πουν όλα και δυνατά.

Και οι δυο τους έρχονται με φόρα από το καλοκαίρι, μετά από μια σειρά προσωπικών συναυλιών και συμμετοχών και υπόσχονται να μας ξεσηκώσουν, ενώνοντας το προσωπικό τους ρεπερτόριο αλλά και σπουδαία τραγούδια που ξεχωρίζουν και θέλουν τόσο να τα ερμηνεύουν, με διάθεση να γίνουν μια παρέα με το κοινό, να γλεντήσουν και να φέρουν τα πάνω κάτω.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΥΣΤΑΚΙΔΗΣ & BAND

Έλενα Αβραμιώτη – βιολί, τραγούδι
Μιχάλης Ατσάλης – κιθάρες, μπουζούκι, τραγούδι
Γιώργος Μακρής – γκάιντα, τσαμπούνα, καβά
Πέτρος Λαμπρίδης – κοντραμπάσο
Πρόδρομος Μυστακίδης – τύμπανα
Τάκης Σπυρόπουλος – ηχοληψία
και Δημήτρης Μυστακίδης – κιθάρες, λαούτο, τζουρά, τραγούδι

ΜΑΡΘΑ ΦΡΙΝΤΖΗΛΑ – KUBARA PROJECT

Αντώνης Μαράτος – μπάσο
Κώστας Νικολόπουλος – κιθάρες
Παναγιώτης Τσεβάς – πιάνο, ακορντεόν
Βασίλης Μαντζούκης – τύμπανα, κιθάρα
Βασίλης Παναγιωτόπουλος – τρομπόνι
Γιάννης Παξεβάνης – ηχοληψία
και Μάρθα Φριντζήλα – τραγούδι

Φωτογραφία: Λίτσα Φριντζήλα
Artwork: That long black cloud
Παραγωγή: Fishbowl Music Tank