Ο Τάκης Τσουκαλάς είναι μια φιγούρα της οπαδικής πραγματικότητας που κατάφερε να παράγει μιμίδια πριν καν ο όρος γίνει δημοφιλής, πριν καν επικρατήσουν τα κοινωνικά δίκτυα. Φανατικός Ολυμπιακός, με μπουκλωτή χαίτη βγαλμένη από τη δεκαετία του 80, αφιλτράριστη φωνή του οπαδικού ασυνείδητου, χωρίς ερωτηματικά, χωρίς αμφιβολίες για την απόλυτη ανωτερότητα της ομάδας του σχεδόν σε μεταφυσικό επίπεδο, ξαποστέλνει για δεκαετίες με το εμβληματικό «Άντε γεια!» όποιον άπιστο τολμήσει να τηλεφωνήσει στην εκπομπή του και να τολμήσει να αμφισβητήσει την τελειότητα της ομάδας του ή τον ίδιο.

Ads

Όσο ο Ολυμπιακός προχωρούσε στο Κόνφερενς Λιγκ ο Τάκης ανέλαβε μια δέσμευση, κάτι σαν τάμα στους θεούς της μπάλας. Αν η ομάδα έπαιρνε το κύπελλο, θα κουρευόταν γουλί. Πως τα έφερε η μοίρα και το κύπελλο κερδήθηκε. Μετά τους πρώτους πανηγυρισμούς, τα βλέμματα όλων στράφηκαν επάνω του με αδημονία. Αλλά ο Τάκης δεν κουρεύτηκε.

Μετά από μια σειρά στρεψοδικίες, κωλυσιεργίες και αμφισβητήσεις των λεγομένων του από τον ίδιο -τα οποία υπήρχαν καταγεγραμμένα σε βίντεο όμως- λύγισε κάτω από την πίεση του λαού και πήγε στον κουρέα μόνο που απλά κόντυνε το μάκρος του. Μαγνητοσκόπησε και μετάδωσε μάλιστα τον Σαμψώνειο ευνουχισμό του, δηλώνοντας έντρομος πως οι πρώτες ψαλιδιές ήταν για αυτόν «σαν μαχαιριές» .

Είναι ένα ερώτημα τι συνέβη μέσα του. Ανακάλυψε ότι τελικά δεν πίστευε αρκετά ότι η ομάδα του θα πάρει το κύπελλο; Μήπως έπιασε τον εαυτό του κάποια στιγμή να απεύχεται τη νίκη ώστε να γλιτώσει τον μπαρμπέρη; Άραγε ανακάλυψε ότι αγαπάει ένα εφήμερο χαρακτηριστικό του εαυτού του όπως οι τρίχες παραπάνω από την ομάδα του, τη θρησκεία του; Ή πίστευε ότι οι συν-οπαδοί του θα του χαρίζονταν και δε θα απαιτούσαν να εκπληρώσει τον όρκο του;

Ads

Αυτή η ιστορία μοιάζει βγαλμένη κατευθείαν από τον μπερντέ του καραγκιοζοπαίχτη. Και όπως κάθε τέτοια καλή ιστορία, περιγράφει κωμικά μια άλλη πιο σοβαρή πραγματικότητα. Δεν υπάρχει πολιτικός σχηματισμός ο οποίος να επιδιώκει την εξουσία και να μην βρίσκεται αντιμέτωπος με το δίλημμα του Τσουκαλά. Πρώτα πρέπει να την κατακτήσει και για να το κάνει αυτό πρέπει να δημιουργήσει ένα φαντασιακό για κάτι πρωτόγνωρο, για κάτι που το εκλογικό σώμα αξίζει να του παραχωρήσει την δύναμη. Αφού αποκτήσει την πολυπόθητη εξουσία καλείται να το πραγματοποιήσει, η πραγματικότητα όμως δεν είναι ποτέ εφικτό να ταυτιστεί με το φαντασιακό. Το κούρεμα, είναι ή το κούρεμα των υποσχέσεων ή το κούρεμα της εξουσίας που προκαλεί το ρίσκο από την πραγματοποίηση αυτών των υποσχέσεων.

Τα σοσιαλιστικά και αριστερά κόμματα προτείνουν ένα υπέροχο φαντασιακό. Μια κοινωνία ισότητας, πρόνοιας, συμπερίληψης, αξιοπρέπειας, ελευθερίας. Η πραγματοποίηση αυτών όμως -εκτός του ότι δεν είναι δυνατή σε μια κυβερνητική θητεία- προσκρούει στην καθαυτή φιλοσοφία του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού που είναι η σημερινή πραγματικότητα. Βρίσκουν τους εαυτούς τους λοιπόν να ανασκευάζουν, να αναθεωρούν, να απολογούνται, να προσπαθούν να εξηγήσουν πως και ένα απλό κόντεμα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση με τους ψηφοφόρους τους να λένε επιτακτικά «μας υποσχεθήκατε γουλί».

Μόνο που το γουλί σημαίνει ανατρεπτικές διαδικασίες με μεγάλο ρίσκο που απαιτούν τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο εξουσίας και φυσικά χαρισματικές ηγετικές ικανότητες. Αυτή την ασυνέπεια το εκλογικό σώμα σπάνια την συγχωρεί. Η αριστερά αναμένεται να είναι καλύτερη, πιο έντιμη, πιο θαρραλέα από εμάς τους ίδιους.

Αυτή η αναπόφευκτη ασυνέπεια τους φέρνει σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τα δεξιά και ακροδεξιά κόμματα. Το φαντασιακό που προβάλλουν είναι σχεδόν το ίδιο με της αριστεράς, και όσο μετακινούμαστε προς το άκρο αυτό περιορίζεται στους γηγενείς ή ομοεθνείς ή ομόφυλους -εκτός από τους ομοφυλόφιλους ομόφυλους φυσικά. Σε αντίθεση με τα κεντρώα και αριστερά κόμματα όμως δεν έχουν ποτέ καμία πρόθεση να το πραγματοποιήσουν.

Αυτό το φαντασιακό είναι σε ευθεία αντίθεση με τους βασικούς στόχους της τάξης που εκπροσωπούν. Η κοινωνική πρόνοια δεν συμβαδίζει ας πούμε με την παραχώρηση της υγείας ή της παιδείας στα ιδιωτικά συμφέροντα. Φυσικά αυτό δεν μπορεί να αποτελεί ανοιχτά μέρος μιας πετυχημένης προεκλογικής εκστρατείας σε ένα σύστημα που οι πολλοί διαλέγουν την κυβέρνηση. Μόλις βρεθούν στην εξουσία όμως, αμέσως αρχίζουν να εργάζονται προς την αντίθετη κατεύθυνση, χωρίς παλινωδίες και συχνά χωρίς καν προσχήματα. Με πολύ μικρές πολιτικές απώλειες.

Και αυτό το καταφέρνουν λέγοντας «δεν φανταστήκατε ποτέ ότι όντως θα κουρευόμασταν ε; Αυτά τα κάνουν οι κομμουνιστές. Εμείς είμαστε ελεύθεροι άνθρωποι». Και αυτό λειτουργεί εντυπωσιακά γιατί καταχωρείται ως συνεπές με τις αρχές τους, δηλαδή την ατομική ανέλιξη ακόμα και όταν αυτή αποβαίνει σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Τα δεξιά κόμματα είναι ο χειρότερος εαυτός μας και μας επιτρέπουν και εμάς να συνεχίσουμε να είμαστε αυτός.

Στην Αγγλία ο ακροδεξιός Νάιτζελ Φάρατζ όταν έκανε εκστρατεία για την έξοδο της χώρας του από την ΕΕ δήλωνε πως μετά το Brexit, 350 εκατομμύρια λίρες την εβδομάδα θα διοχετεύονται προς το εθνικό σύστημα υγείας. Το είχε κάνει και σύνθημα γραμμένο επάνω στο λεωφορείο με το οποίο όργωνε την χώρα. Μετά το δημοψήφισμα, είπε «συγγνώμη λάθος», δε συμμετείχε στις κυβερνήσεις και στις τωρινές εκλογές έλαβε 14% των ψήφων.

Για σύγκριση, στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ έλαβε 11,8%. Αυτή είναι η αποτελεσματική τακτική της ακροδεξιάς. Να παρουσιάζει ένα μαγικό φαντασιακό με χονδροειδή ψέματα, δράκους και αποκρυφισμό αλλά να μη συμμετέχει στην επίσημη εξουσία εκτός αν πρόκειται να την καταλάβει απόλυτα. Όταν παρασυρθεί και το κάνει, το φαντασιακό που υπόσχεται εξανεμίζεται και καταποντίζεται μέσα στη γελοιότητα του.

Ο Καρατζαφέρης που συμμετείχε στην κυβέρνηση Παπαδήμου και ο Καμμένος που συγκυβέρνησε με τον Σύριζα είδαν τα κόμματα τους να απορροφώνται και να εξανεμίζονται. Παραδόξως το χειρότερο που μπορεί να συμβεί στη Λεπέν, τον Φάρατζ, τον Βελόπουλο είναι και το χειρότερο για την κοινωνία, να αναγκαστούν να κυβερνήσουν, όχι απολυταρχικά όπως θα ήθελαν αλλά στα πλαίσια κοινοβουλευτικών διαδικασιών. Μέχρι τότε θα σαπροφυτούν περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή και δηλητηριάζοντας την συνύπαρξη των ανθρώπων. Η ακροδεξιά θέλει το ψαλίδι μόνο για να κόβει λαρύγγια και όταν κανείς δεν της το δίνει απλά γεμίζει ψείρες τα μαλλιά των άλλων.

Σημαίνει αυτό ότι η λύση είναι να δώσουμε την εξουσία στην ακροδεξιά και να δούμε τι θα γίνει; Όχι φυσικά. Αλλά όσο η αριστερά για να αποφύγει τις ασυνέπειες προτείνει ένα κουρεμένο όραμα για την κοινωνία, αντί για το πραγματικό φαντασιακό της για έναν αυθεντικά πιο δίκαιο κόσμο για όλους βασισμένο στον ανθρωπισμό, η δεξιά θα βαδίζει αγέρωχη με το μαλλί της να ανεμίζει και η ακροδεξιά από πίσω της με μια φαλτσέτα κρυμμένη στην τσέπη.

*Ο Γιάννης Δούμος είναι ψυχίατρος