Κάθε φθινόπωρο, κατά τη διάρκεια των σχολικών τους διακοπών, τα παιδιά στο Ουζμπεκιστάν αναγκάζονται να δουλεύουν στη συγκομιδή βαμβακιού, με ελάχιστο μισθό. Aν και αυτό αποτελεί παραβίαση των δικαιωμάτων τους, τα περισσότερα κράτη της Δύσης σιωπούν. Η αιτία είναι ότι πολλές εταιρίες επωφελούνται από την φθηνή εργασία περίπου 2 εκατομμυρίων μαθητών. Μεταξύ αυτών, εταιρίες που εισάγουν και διανέμουν το συγκεκριμένο βαμβάκι στην Ευρώπη.

Ads

Με μια τελετουργία που έχει τις ρίζες της στο σοβιετικό καθεστώς, κάθε φθινόπωρο ο Ουζμπέκος Πρόεδρος Ισλάμ Καρίμοφ καλεί τους πολίτες να συμμετάσχουν στη συγκομιδή βαμβακιού. Η συγκομιδή συμπίπτει με τις σχολικές διακοπές, οι οποίες ξεκινούν στα μέσα Σεπτεμβρίου. Ωστόσο, αντί να απολαύσουν τον ελεύθερο χρόνο τους, περίπου 2 εκατομμύρια μαθητές υποχρεώνονται από τους δασκάλους να υπηρετήσουν τη χώρα, μαζεύοντας βαμβάκι.

Το βαμβάκι, ή «λευκός χρυσός» όπως αποκαλείται στη χώρα, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες πηγές εσόδων της, μαζί με το χρυσό και το φυσικό αέριο. Το Ουζμπεκιστάν είναι τρίτο παγκοσμίως στην εξαγωγή βαμβακιού (μετά τις ΗΠΑ και την Ινδία), με ποσοστό 11,1%, ενώ η τιμή του βαμβακιού σήμερα είναι υψηλότερη από ποτέ. Τα παιδιά ωστόσο, δεν κερδίζουν παρά μόνο 60 ουζμπεκικά σομ (3 σεντς του ευρώ) ανά κιλό, ενώ υποχρεούνται να μαζεύουν 10 κιλά την ημέρα.

Η 11χρονη Ναζίρα, κάτοικος ενός μικρού χωριού στο ανατολικό Ουζμπεκιστάν, ανέφερε στο περιοδικό Spiegel ότι δούλευε από τις 7 το πρωί έως αργά το απόγευμα. Ωστόσο δεν κατάφερνε να μαζέψει πάνω από 3 κιλά βαμβακιού την ημέρα. Τα ελάχιστα χρήματα που κέρδισε μετά από ένα μήνα δουλειάς, τα έδωσε στη μητέρα της, η οποία τα χρησιμοποίησε για να αγοράσει στη Ναζίρα ένα χειμερινό παλτό. Οι μεγαλύτεροι μαθητές υφίστανται ακόμα μεγαλύτερη πίεση, καθώς πολλοί δάσκαλοι κρατούν τους μισθούς τους ή τους χτυπούν, εάν δεν καταφέρουν να μαζέψουν το μερίδιό τους. Ένα 17χρονο κορίτσι κρεμάστηκε από ένα δέντρο τον Οκτώβριο του 2008, επειδή δεν άντεξε την πίεση των δασκάλων για μεγαλύτερη συγκομιδή.

Ads

Το Ουζμπεκιστάν έχει υπογράψει τη συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών κατά της δουλείας και αρνείται ότι κάνει κάτι λάθος. Ωστόσο, η Τζοάνα Γιούαρτ-Τζέιμς, ακτιβίστρια της οργάνωσης Anti-Slavery International, υποστηρίζει ότι πρόκειται για «παιδική δουλεία», ειδικά στις αγροτικές περιοχές, όπου δεν έχει αλλάξει τίποτα σε σχέση με το μακρινό παρελθόν. Επτά Ευρωπαίοι έμποροι βαμβακιού έχουν ήδη καταγγελθεί για παραβίαση των αρχών του ΟΟΣΑ, επειδή δέχονται προϊόντα που προέρχονται από τέτοιου είδους παιδική εργασία.

Η κα Γιούαρτ-Τζέιμς παραβρέθηκε σε πρόσφατα συνέδρια σχετικά με το βαμβάκι, όπου συμμετείχαν σημαντικές εταιρίες εμπορίας βαμβακιού, όπως η αμερικανική Cargill.Inc, η ελβετική Reinhart Group και η γερμανική Otto Stadtlander. Όταν η ακτιβίστρια έθεσε το θέμα της παιδικής εργασίας, τη γελοιοποίησαν. Ωστόσο, στη Γερμανία, το Ευρωπαϊκό Κέντρο για τα Συνταγματικά και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (ECCHR), κατέθεσε καταγγελία εναντίον της Stadtlander, της γερμανικής εταιρίας με βάση τη Βρέμη. Η εταιρεία, με ετήσια κέρδη 138 εκατ. δολάρια, έχει γραφεία στην Τασκένδη και διατηρεί καλές σχέσεις με τον Πρόεδρο Καρίμοφ.

Το ECCHR έχει ήδη κερδίσει σε αντίστοιχη δικαστική διαμάχη τη Lidl, η οποία ισχυριζόταν στις διαφημίσεις της ότι τα προϊόντα της παράγονται κάτω από συνθήκες δίκαιης εργασίας, κάτι που δεν ίσχυε. Ωστόσο, σύμφωνα με τη συντονίστρια του ECCHR, η Stadtlander δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, επομένως δεν κινδυνεύει άμεσα. Υπάρχει ένα «παραθυράκι» στο νόμο, που επιτρέπει στις εταιρίες οι οποίες επωφελούνται από την καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων να μένουν ατιμώρητες. Οι κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου δεν επικεντρώνονται στις συνθήκες παραγωγής, ενώ οι κανόνες του ΟΟΣΑ δεν περιλαμβάνουν την επιβολή οικονομικών κυρώσεων. Η Stadtlander, μέχρι στιγμής, αποφεύγει τις έρευνες του ECCHR.

Η πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης συμβαδίζει με αυτήν της Stadtlander, καθώς έχει αναπτύξει μια «νέα συνεργασία» με την κυβέρνηση Καρίμοφ, η οποία επιτρέπει την αναχώρηση Γερμανών στρατιωτών για το Αφγανιστάν από στρατιωτική βάση στο Ουζμπεκιστάν. Ο Καρίμοφ, πρώην αξιωματούχος του κομουνιστικού καθεστώτος, επανεκλέγεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, με παράλογα μεγάλη πλειοψηφία. Πολλοί καταγγέλλουν τις μεθόδους του, υποστηρίζοντας πως κριτικοί του καθεστώτος έχουν βασανιστεί και περισσότερα από 700 μέλη της κυβέρνησης της αντιπολίτευσης έχουν δολοφονηθεί.

Η γερμανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι, σχετικά με το θέμα της παιδικής εργασίας στη χώρα, έχει εφαρμόσει ένα «σύστημα παρακολούθησης» και «τακτικό διάλογο». Συμφέροντα στο Ουζμπεκιστάν διαθέτουν και γερμανικές τράπεζες, όπως η Commerzbank και η Deutsche Bank. Ταυτόχρονα, εταιρίες όπως η C&A και η Wal-Mart, επιχειρούν να αποφύγουν την πώληση ρούχων που περιέχουν ουζμπεκικό βαμβάκι, εγχείρημα δύσκολο, λόγω της συχνής ανάμειξής του με βαμβάκι άλλων χωρών.

Από την άλλη πλευρά, οι Ουζμπέκοι αγρότες παραμένουν φτωχοί, παρά τους άφθονους φυσικούς πόρους. Νοικιάζουν τη γη τους από την κυβέρνηση, αγοράζουν λιπάσματα από κρατικές εταιρίες και είναι υποχρεωμένοι να προσφέρουν συγκεκριμένο μερίδιο βαμβακιού, λαμβάνοντας αμοιβή που ισοδυναμεί με το ένα τρίτο της τιμής εξαγωγής του. Παράλληλα, η καλλιέργεια βαμβακιού έχει βλάψει το φυσικό πλούτο της χώρας, προκαλώντας τη συρρίκνωση της λίμνης Αράλης στο ένα δέκατο του μεγέθους της και την εξαφάνιση 24 ειδών ψαριών από αυτήν. Η ανεργία στην περιοχή αγγίζει το 70%, ενώ Ουζμπέκα ακτιβίστρια Ουμίντα Νιγιάσοβα καταγγέλλει φρικτές συνθήκες εργασίας και υγιεινής στις καλλιέργειες.

Την ίδια στιγμή, η Stadtlander προβάλλει τη συνεργασία της με τη χώρα, καθώς, πρόσφατα, γιόρτασε το ουζμπεκικό εαρινό φεστιβάλ. Σερβιρίστηκαν παραδοσιακά φαγητά, παρουσιάστηκαν ουζμπέκικοι χοροί και οι τοίχοι διακοσμήθηκαν με φωτογραφίες του Καρίμοφ…