Στο στόχαστρο βρίσκονται όλο και περισσότερο οι παχύσαρκοι πολίτες στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα που δημοσιεύεται σήμερα, οι αμερικανοί εργαζόμενοι που είναι παχύσαρκοι στοιχίζουν στους εργοδότες τους περίπου 73 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο, εξαιτίας της μειωμένης παραγωγικότητας που οφείλεται στην εύθραυστη υγεία τους.

Ads

Όπως επισημαίνει ο Ερικ Φίνκελστάιν, ερευνητής του Πανεπιστημίου Ντιουκ-Νάσιοναλ της Σιγκαπούρης που διεξήγαγε την έρευνα, το ποσό αυτό αντιστοιχεί στην πρόσληψη “1,8 εκατομμυρίων ανθρώπων το χρόνο με ετήσιο μισθό 42.000 δολάρια”, ποσό που προέκυψε από τα ιατρικά έξοδα, τη μειωμένη παραγωγικότητα και τις απουσίες των παχύσαρκων εργαζομένων από την εργασία τους.

Συνδυάζοντας αυτούς τους τρεις παράγοντες, έφτασαν στο συμπέρασμα ότι «κόστος» της παχυσαρκίας φτάνει τα 16.900 δολάρια ετησίως για τις γυναίκες που έχουν 45 κιλά παραπάνω ή περισσότερο και 15.500 δολάρια για τους άντρες συναδέλφους τους.

Σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Journal of Occupational and Environmental Medicine, η μειωμένη παραγωγικότητα των παχύσαρκων είναι αυτό που κοστίζει περισσότερο. Η απώλεια παραγωγικότητας μετρήθηκε υπολογίζοντας το χρονικό διάστημα ανάμεσα στη στιγμή που ο εργαζόμενος φτάνει στον τόπο εργασίας και στο πότε αρχίζει να δουλεύει. Στα δεδομένα αυτά προστίθεται ο χρόνος που περνά χωρίς ο εργαζόμενος να κάνει αυτά που του έχουν ανατεθεί, λόγω της έλλειψης αυτοσυγκέντρωσης, της κούρασης, αλλά και της αφηρημάδας.

Ads

Σύμφωνα με άλλη έρευνα που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα, η παχυσαρκία στοιχίζει κάθε χρόνο στην αμερικανική οικονομία τουλάχιστον 215 δισεκατομμύρια δολάρια. Στο τεράστιο αυτό ποσό περιλαμβάνονται ιατρικά έξοδα, αλλά και έμμεσες απώλειες κυρίως λόγω της μειωμένης αποδοτικότητάς τους στην εργασία.

Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με άλλη έρευνα που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα, η παχυσαρκία στοιχίζει κάθε χρόνο στην αμερικανική οικονομία τουλάχιστον 215 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό στο οποίο περιλαμβάνονται ιατρικά έξοδα, αλλά και έμμεσες απώλειες κυρίως λόγω της μειωμένης αποδοτικότητάς τους στην εργασία.

ΟΟΣΑ: Έξι στους δέκα Έλληνες είναι υπέρβαροι

Οι Αυστραλοί παρουσιάζουν τα μεγαλύτερα ποσοστά αύξησης της παχυσαρκίας, σύμφωνα με έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, έξι στους 10 Έλληνες είναι υπέρβαροι και η Ελλάδα βρίσκεται στη 10η θέση των κρατών με τους περισσότερους υπέρβαρους πολίτες: το 58,9% του πληθυσμού.

Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, τα ποσοστά των παχύσαρκων Αυστραλών είναι τα πλέον αυξανόμενα μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών. Η έκθεση, που ανέλυσε 33 χώρες, ανάμεσα τους κι η Ελλάδα, αναφέρει πως ένας στους δυο Αυστραλούς είναι υπέρβαροι και το ποσοστό τους αναμένεται να αυξηθεί κατά 15% στα επόμενα δέκα χρόνια.

Στο Μεξικό ανήκει ο τίτλος του πιο υπέρβαρου έθνους στον πλανήτη, με ποσοστό που φτάνει το 69,5% του πληθυσμού. Ακολουθούν οι ΗΠΑ, η Νέα Ζηλανδία, η Αυστραλία, η Βρετανία, η Ιρλανδία, η Ισλανδία, ο Καναδάς, η Χιλή, η Ελλάδα, η Σλοβενία, το Λουξεμβούργο και η Ισπανία.

Σύμφωνα με την έκθεση, η παχυσαρκία αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα δημόσιας υγείας στον ανεπτυγμένο κόσμο. Πριν από το 1980, τα ποσοστά δεν ξεπερνούσαν το 10% του πληθυσμού. Από τότε, οι παχύσαρκοι έχουν διπλασιαστεί και τριπλασιαστεί, ενώ υπέρβαρο είναι περισσότερο από το 50% του πληθυσμού, τουλάχιστον στα μισά κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ.

Δυο στα πέντε ελληνόπουλα είναι υπέρβαρα

Δύο στα πέντε παιδιά είναι παχύσαρκα ή υπέρβαρα, με τα ποσοστά να σημειώνουν έντονα αυξητική τάση. Το 50% έως 80% θα γίνουν παχύσαρκοι ενήλικοι, διατρέχοντας αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων και διαβήτη, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής.

Οι ειδικοί αποδίδουν τη δυσμενή αυτή εικόνα στον τρόπο ζωής. Από μελέτη της ίδιας κλινικής φάνηκε ότι τα παιδιά έχουν γεμάτο ημερήσιο πρόγραμμα, καθώς παρακολουθούν εξωσχολικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες (ξένες γλώσσες, φροντιστήριο) 6,5 ώρες την εβδομάδα. Η μελέτη έδειξε ότι οι γονείς μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την υγεία των παιδιών τους, αν αλλάξουν οι ίδιοι διατροφική συμπεριφορά. Καθοριστική παρέμβαση είναι και η διάταξη των αντικειμένων στο σπίτι με τρόπο που να μην ενθαρρύνεται η παρακολούθηση τηλεόρασης.