Στις 6 Μαΐου 1994 εγκαινιάστηκε, με όλες τις επισημότητες, το μήκους 50,45 χιλιομέτρων υποθαλάσσιο Eurotunnel, το οποίο συνέδεε την αγγλική πόλη του Ντόβερ με το Καλαί, στην απέναντι ηπειρωτική ακτή της Μάγχης. Ήταν ένα διακρατικό (Γαλλία – Ηνωμένο Βασίλειο) κατασκευαστικό και τεχνολογικό επίτευγμα, κόστους 21 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που συμβόλιζε την επιτυχία της Ευρώπης, η οποία, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, προχωρούσε με γοργά βήματα στην οικονομική και πολιτική της ενοποίηση. Με την κατασκευή και λειτουργία του Eurotunnel η Βρετανία έπαυε ουσιαστικά να είναι είναι νησί στη βορειοδυτική γωνιά της Ευρώπης. Γινόταν γεωγραφική προέκταση της ηπειρωτικής Ευρώπης και οργανικό τμήμα του φιλόδοξου εγχειρήματος της ευρωπαϊκής υπερεθνικής ενοποίησης. Ή έτσι τουλάχιστον φαινόταν τότε.

Ads

Στην πραγματικότητα η Βρετανία, ποτέ της δεν ένιωθε τμήμα της Ευρώπης ή, έστω, δεν ταύτιζε τη μοίρα της με τα τεκταινόμενα στην ηπειρωτική Ευρώπη. Αντίθετα φρόντιζε παραδοσιακά να αντιμάχεται κάθε δύναμη που προσπαθούσε να ελέγξει την ευρωπαϊκή ήπειρο είτε ήταν η αυτοκρατορική Γαλλία του Ναπολέοντα, είτε η Ναζιστική Γερμανία, η Σοβιετική Ένωση είτε, σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση. Κυρίως για να διαφυλάξει την πολύκλαυστη ανεξαρτησία της, αλλά και για να διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο σε μια ήπειρο που την προτιμούσε κατακερματισμένη -γεωπολιτικά πλουραλιστική.

Συμμετείχε απρόθυμα στο ευρωπαϊκό εγχείρημα κυρίως για να έχει λόγο στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και να τις εμποδίζει, και όχι γιατί πίστευε στο κοινό ευρωπαϊκό μέλλον. Υπήρχαν πάντα στο εσωτερικό της ισχυρές φυγόκεντρες δυνάμεις που πίεζαν για “έξοδο από την Ευρώπη” και για έναν ανεξάρτητο, μοναχικό και “περήφανο” δρόμο,  ο οποίος ταίριαζε σε μια πρώην αυτοκρατορική δύναμη που είχε στις αρχές του 20ου αιώνα υπό τον έλεγχο της το 1/5 του πλανήτη μας. Οι δυνάμεις αυτές οδήγησαν τελικά στην μοιραία απόφαση για το Brexit.

Ένα απρόθυμο μέλος

Η Μεγάλη Βρετανία εγκαταλείπει οριστικά κι επίσημα την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 29 Μαρτίου 2019, και αυτό, σε τελική ανάλυση, είναι ένα πολύ καλό νέο! Ούτως ή άλλως ήταν πάντα “με το ένα πόδι έξω”, ένα απρόθυμο μέλος της Ένωσης, που πάντα έβαζε προσκόμματα σχεδόν σε οτιδήποτε πέρα από τα στενά εθνικά της συμφέροντα και απέρριπτε πάντα κάθε σχέδιο πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης.

Ads

Η Μεγάλη Βρετανία είναι κληρονόμος μιας παράδοσης, σύμφωνα με την οποία η ύπαρξη της ενωμένης Ευρώπης, συνιστούσε ιστορικά μια απειλή για τη βρετανική ανεξαρτησία. Μπήκε απρόθυμα το 1973 στην τότε ΕΟΚ (σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση), υποστηρίζοντας κυρίως πρακτικές διευθετήσεις για οικονομικά, εμπορικά και τεχνοκρατικά ζητήματα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο κι αποφεύγοντας να εμπλακεί στα μεγάλα ευρωπαϊκά πολιτικά και οικονομικά σχέδια, όπως αυτό του Ευρώ (Οικονομική και Νομισματική Ένωση) ή της μελλοντικής ομοσπονδιοποίησης. Τηρούσε πάντα επιφυλακτική στάση σε κάθε εγχείρημα που, κατά τη γνώμη του Λονδίνου, μπορούσε να μετατρέψει την “ένδοξη κληρονόμο μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας” σε επαρχία της Ευρώπης ή θα έθετε σε κίνδυνο την ειδική σχέση που καλλιεργούσε επιμελώς με τις ΗΠΑ.

Η Βρετανία ευνοούσε μονάχα ένα πρότυπο οικονομικής ολοκλήρωσης με βάση το ελεύθερο εμπόριο των κρατών-μελών, και τίποτε περισσότερο. Προτιμούσε την ευρωπαϊκή διεύρυνση και όχι την εμβάθυνση, σύμφωνα με το “νόμο της μαρμελάδας”: όσο πιο πολύ απλώνεται τόσο λιγότερο παχιά είναι. Προτιμούσε να συντονίζει την εξωτερική πολιτική, την ασφάλεια και την άμυνα, εκτός του πλαισίου της Ε.Ε., δηλαδή με τις ΗΠΑ, γι’ αυτό και το Λονδίνο ουδέποτε μεγιστοποίησε την επιρροή της εντός της Ευρώπης. Ουδέποτε ταύτισε το πεπρωμένο της με εκείνο της Ευρώπης.

Το Λονδίνο διατηρούσε μια φθίνουσα σχέση με τις Βρυξέλλες, πολύ πριν το δημοψήφισμα του 2016. Ποτέ δεν είχε κάποιο φιλόδοξο όραμα για την Ευρώπη, θέτοντας έτσι τον εαυτό του εκτός ευρωπαϊκού παιχνιδιού. Αποτέλεσμα ήταν η Μ. Βρετανία, των 64 εκ. κατοίκων και με το 7ο μεγαλύτερο ΑΕΠ στον κόσμο, να μη θεωρείται γεωστρατηγικός παίκτης, αδυνατώντας να παίξει ακόμη και τον παραδοσιακό ρόλο του Ευρωπαίου ισορροπιστή. Το Brexit ήταν το λογικό επιστέγασμα όλης αυτής της πορείας. 

Το κληροδότημα της Αγγλίας στην Ευρώπη

Για την ώρα η Ε. Ε. βγήκε ενωμένη από αυτή τη δοκιμασία, αν και θα δημιουργηθεί ένα αρνητικό προηγούμενο, που μπορεί να επαναληφθεί. Το Brexit έδειξε πως η πορεία προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση μπορεί να είναι αντιστρέψιμη, και γι’ αυτό απαιτείται περισσότερος εκδημοκρατισμός και άμβλυνση των ανισοτήτων στην Ευρώπη. Από αυτή την άποψη η Ευρώπη μπορεί να κερδίσει πολλά από το Brexit, άσχετα αν φαίνεται για την ώρα πως ακρωτηριάστηκε.

Από την άλλη κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τον κρίσιμο ρόλο που διαδραμάτισε η Αγγλία στην πολιτική και οικονομική απογείωση της Ευρώπης, κατά τους δύο προηγούμενους αιώνες. Τον 19ο αιώνα η Ευρώπη κυβερνούσε σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο, κυρίως χάρη στην οικονομική και εκσυγχρονιστική ισχύ της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Από τα μέσα του 20ου αιώνα όμως η Βρετανία άρχισε να παρακμάζει με αξιοσημείωτη ταχύτητα και σήμερα, έχοντας εγκαταλείψει την Ε.Ε., δείχνει ακόμη πιο απομονωμένη και κλεισμένη στη περιορισμένη σφαίρα των δικών της συμφερόντων, σε μια εποχή που η παγκόσμια διασύνδεση, η οικονομία και η τεχνολογία καταλύουν σύνορα και τεχνητούς φραγμούς.

Η Μεγάλη Βρετανία εγκαταλείπει την Ευρώπη και αυτό μπορεί να είναι όντως καλό και για τις δύο πλευρές. To θέμα είναι όμως να μην εγκαταλείψει και την Ευρώπη ως “δημοκρατική σφαίρα κοινών αξιών”, που ως ένα βαθμό βασίζεται και στην αγγλική κοινοβουλευτική παράδοση και θεσμούς, που αποτελούν πλέον κτήμα όλης της Ευρώπης. Εκτός από τα Αγγλικά η Μεγάλη Βρετανία έχει κληροδοτήσει πάρα πολλά σε όλη την Ευρώπη και στους λαούς της.