Στον ισχυρισμό περί «νόμιμης άμυνας» επιμένει ο αστυνομικός που πυροβόλησε τον 16χρονο κατά τηγ διάρκεια καταδίωξης στην Θεσσαλονίκη.

Ads

Ο 34χρονος κατηγορούμενος αστυνομικός, με βαθμό αστυφύλακα, τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό, μετά τη διαφωνία που προέκυψε μεταξύ ανακριτή και εισαγγελέα για την προφυλάκισή του, με αποτέλεσμα η τελική απόφαση να επαφίεται στο αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.

Ο ίδιος απολογήθηκε την παρασκευή διά υπομνήματος, ενώ απάντησε σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που του έθεσε ο ανακριτής.

Σύμφωνα με πληροφορίες, εξέφρασε τη λύπη του για τον βαρύτατο τραυματισμό του 16χρονου, εκφράζοντας την ευχή να ξεπεράσει τον κίνδυνο και να επανέλθει.

Ads

Σε αυτό το σημείο υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τον δικηγόρο του, Α. Κούγια, ο αστυνομικός δεν ζητά συγγνώμη διότι δεν έκανε κάτι από πρόθεση.

Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι στην απολογία του επέμεινε ότι ενήργησε σε καθεστώς νόμιμης άμυνας, λόγω του κινδύνου που – όπως ισχυρίστηκε – διέτρεχαν οι προπορευόμενοι συνάδελφοί του.

«Έπρεπε να σώσω τους συναδέλφους μου», φέρεται να είπε, προσθέτοντας, ότι οι δύο πυροβολισμοί έγιναν με πρόθεση να πλήξει τα ελαστικά του αγροτικού αυτοκινήτου που οδηγούσε ο 16χρονος.

Υπενθυμίζεται, ότι στην αρχική κατάθεσή του ο αστυνομικός υποστήριξε ότι ο πρώτος πυροβολισμός ήταν στον αέρα για εκφοβισμό.

«Δεν είχα σκοπό να σκοτώσω τον οδηγό, αλλιώς θα είχα αδειάσει όλο τον γεμιστήρα», φέρεται να είπε την Παρασκευή.

Κατά την απολογία του – διάρκειας 50 λεπτών – ο κατηγορούμενος αστυφύλακας κλήθηκε να περιγράψει λεπτό προς λεπτό την καταδίωξη, από τη στιγμή που αυτός και οι τρεις συνάδελφοί του (σε ζεύγη δύο αστυνομικών μοτοσικλετιστών) ενημερώθηκαν από τον υπάλληλο του βενζινάδικου ότι οδηγός έφυγε δίχως να καταβάλει το αντίτιμο για τα καύσιμα.

Όπως φέρεται να απολογήθηκε στο υπόμνημα, ο 16χρονος πραγματοποιούσε ελιγμούς, δεξιά κι αριστερά, και παρότι του δόθηκαν επαναλαμβανόμενες εντολές να κάνει στην άκρη, εκείνος τις αγνόησε συνεχίζοντας την πορεία του, παραβιάζοντας συνεχώς σηματοδότες, πραγματοποιώντας απότομες αναστροφές και τρεις απόπειρες να εμβολίσει την προπορευόμενη μηχανή των δύο συναδέλφων του.

Όπως περιέγραψε, στην τελευταία απόπειρα εμβολισμού μόλις αντιλήφθηκε ότι το αγροτικό όχημα επιτάχυνε με κατεύθυνση προς τη μηχανή των συναδέλφων του, «χάσαμε από το οπτικό μας πεδίο τη μηχανή, δεν μπορούσαμε να τη διακρίνουμε και πιστέψαμε ότι κατάφερε να τους παρασύρει, οπότε έβγαλα το υπηρεσιακό μου όπλο και πυροβόλησα δύο φορές, ενώ το κρατούσα μόνο με το δεξί μου χέρι, επειδή η μηχανή μας ήταν εν κινήσει».

«Πυροβόλησα χαμηλά και τις δύο φορές, προς τα λάστιχα του αυτοκινήτου, αλλά από την ανωμαλία του εδάφους του συγκεκριμένου σημείου, λόγω του ότι στο σημείο αυτό υπήρχαν σιδηροδρομικές γραμμές και η άσφαλτος είναι παραμορφωμένη, η μοτοσυκλέτα αναπήδησε, με αποτέλεσμα το πιστόλι, λόγω της απροόπτου και μη προβλεπόμενης αναπηδήσεως, να βρεθεί ψηλότερα και έτσι να επέλθει το τραγικό αποτέλεσμα» φέρεται να ισχυρίστηκε, προσθέτοντας ότι «παρά το γεγονός ότι δεν κινούμασταν με μεγάλη ταχύτητα, δε μπορούσα να στοχεύσω με ακρίβεια, επειδή κρατούσα το όπλο με το ένα μου χέρι και είχα απόσταση τουλάχιστον δεκαπέντε μέτρων από το αγροτικό όχημα».

Όπως πρόσθεσε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο, μετά τον πυροβολισμό, το αγροτικό εξετράπη της πορείας του και κατέληξε πάνω σε τοίχο παρακείμενου ξενοδοχείου.

«Δεν επιλέξαμε να ελέγξουμε μόνοι μας το όχημα, αλλά περιμέναμε ενισχύσεις. Σε διάστημα 3-4 λεπτών μία ομάδα ΟΠΚΕ έφτασε στο σημείο και τότε πλησιάσαμε το αγροτικό και διαπιστώσαμε ότι ο οδηγός του οχήματος είχε τραυματιστεί στο κεφάλι, ενώ στο πίσω τζάμι του αγροτικού, πίσω από το προσκέφαλο, υπήρχε τρύπα […] Όταν διαπίστωσα τον τραυματισμό του σοκαρίστηκα, καθώς και οι δύο βολές μου είχαν στοχεύσει χαμηλά» ανέφερε ο ίδιος.