Το απόρρητο των τηλεφωνικών κλήσεων προς Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αποφάσισαν να άρουν οι διωκτικές αρχές, στο πλαίσιο ερευνών που πραγματοποιούνται για την εξάρθρωση τρομοκρατικών οργανώσεων. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία», η πρωτοφανής αυτή προανακριτική ενέργεια της αστυνομίας αποκαλύφθηκε τυχαία, όταν άτομα που εργάζονται στην εφημερίδα ή συγγενείς τους, έλαβαν κλήση να προσέλθουν και να καταθέσουν στον εφέτη ανακριτή Κ. Μπαλτά, ο οποίος χειρίζεται την υπόθεση της «Συνωμοσίας των Πυρήνων της Φωτιάς».

Ads

Όπως αναφέρουν όσοι δέχτηκαν τις κλήσεις, η ερώτηση που τους υποβλήθηκε ήταν: Γιατί τηλεφώνησαν κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή (ένα-ενάμιση χρόνο πριν) στην «Ελευθεροτυπία».

Η διαδικασία άρσης του τηλεφωνικού απορρήτου νομιμοποιήθηκε με διατάξεις και βουλεύματα και, σύμφωνα με τις δικαστικές αρχές, στην ανάκριση καλούνται για εξηγήσεις, όχι όλοι όσοι κάλεσαν γενικώς τα ΜΜΕ, αλλά εκείνοι που οι κλήσεις τους, για διάφορους λόγους, θεωρήθηκαν από την αστυνομία «ύποπτες».

Όπως αναφέρει η εφημερίδα, από τα γεγονότα προκύπτει ότι η Αντιτρομοκρατική ερεύνησε ενδελεχώς προσωπικά δεδομένα και ευαίσθητες πληροφορίες χιλιάδων πολιτών, αναγνωστών της εφημερίδας, πριν καταλήξει στον κατάλογο των δεκάδων «υπόπτων» που πρέπει να ελεγχθούν. «Σημαντικό ρόλο ίσως έπαιξε και το «παρελθόν» των πολιτών αυτών (όπως για παράδειγμα η συμμετοχή τους σε πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες), το οποίο η ΕΛ.ΑΣ. έχει προφανώς καλά φακελωμένο, συνεχίζει.

Ads

Η αστυνομική έρευνα επικεντρώθηκε στις ημέρες και ώρες που τα φερόμενα ως μέλη της οργάνωσης «Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς» έκαναν προειδοποιητικά τηλεφωνήματα στην «Ελευθεροτυπία» και σε άλλα ΜΜΕ για κάποια ενέργεια ή αναλάμβαναν την ευθύνη. Τα τηλεφωνήματα πολιτών, που έγιναν παραπλήσιες ώρες ή είχαν μικρή διάρκεια ερευνήθηκαν αναλυτικά, ενώ οι κάτοχοι αυτών των τηλεφωνικών γραμμών πέρασαν εν αγνοία τους από «κόσκινο», προκειμένου να εκτιμηθεί εάν και ποια σχέση έχουν με την επίμαχη ενέργεια. Από την ΕΛ.ΑΣ. ελέγχονται κλήσεις που ξεκινούν από το 2008.

Η «Ελυθεροτυπία| αναφέρεται χαρακτηριστικά στην περίπτωση μιας γυναίκας που δεν είναι δημοσιογράφος αλλά εργάζεται σε άλλη θέση στην εφημερίδα. Οι αστυνομικές Αρχές δεν είχαν καταχωρισμένη την εργασία της και έτσι ο ανακριτής την κάλεσε να εξηγήσει γιατί τηλεφώνησε στην εφημερίδα, μία συγκεκριμένη ημερομηνία. Όταν έμαθε πως εργάζεται εδώ, έκλεισε τυπικά την ανάκριση.