«Οι Ταλιμπάν επανεξετάζουν την εικόνα τους για να κερδίσουν συμμάχους» είναι ο τίτλος άρθρου των New York Times (20/01/2010), το οποίο υποστηρίζει ότι οι Ταλιμπάν αμβλύνουν την ακραία εικόνα τους, στην προσπάθεια τους να κερδίσουν την υποστήριξη των Αφγανών. Παράλληλα, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Robert Gates δήλωσε ότι οι Ταλιμπάν αποτελούν τμήμα του «πολιτικού τοπίου» του Αφγανιστάν, επιζητώντας τη συμμετοχή του μέχρι εχθές απόλυτου εχθρού των ΗΠΑ στην πολιτική διαδικασία. Γιατί οι ΗΠΑ βλέπουν τώρα τους Ταλιμπάν ως λιγότερο επικίνδυνους;

Ads

Παρά το γεγονός ότι ο Robert Gates δύο μήνες πριν προειδοποιούσε ότι η Αλ Κάιντα και οι Ταλιμπάν είναι δύο κινήματα άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους, σήμερα ρίχνει τους τόνους, την ίδια στιγμή που ο πρόεδρος Hamid Zarkai, ανίσχυρος να εξασφαλίσει μία πολιτικά ισχυρή κυβέρνηση, προσφέρει ανταλλάγματα στους Ταλιμπάν για να αφήσουν τα όπλα εν όψει της Διεθνούς Συνδιάσκεψης για το Αφγανιστάν, που θα πραγματοποιηθεί στο Λονδίνο στις 28 Ιανουαρίου.

Το άρθρο των New York Times διαπιστώνει ότι οι Ταλιμπάν, επεκτείνοντας την παρουσία τους στο Αφγανιστάν, έχουν την ανάγκη λαϊκής υποστήριξης και οικονομικών πόρων και ως εκ τούτου αναπτύσσονται ως ένα ανεξάρτητο από την Αλ Κάιντα κίνημα με απελευθερωτικό χαρακτήρα. Επίσης, οι Ταλιμπάν στην προσπάθεια τους να καταλάβουν την εξουσία, έχουν επιστρατεύσει κάθε μέσο όπως το Διαδίκτυο, που μέχρι χθές αποκήρυτταν ως εργαλείο των απίστων.

Επίσης, στο ίδιο άρθρο, η αφετηρία της στροφής των Ταλιμπάν εντοπίζεται στον περασμένο Μάιο, όταν o Mullah Omar- ανώτατος ηγέτης τους – διέδωσε ένα κείμενο 69 διατάξεων -τον νέο κώδικα συμπεριφοράς- που περιέχει οδηγίες σχετικές με τον τρόπο μεταχείρισης των ντόπιων πληθυσμών, των αιχμαλώτων, του κατασχεμένου εχθρικού υλικού αλλά και οδηγίες για το πότε πρέπει να εκτελούνται οι αιχμάλωτοι. «Μιμούμενο τη Συνθήκης της Γενεύης», το εγχειρίδιο απαγορεύει τη φωτογράφιση εκτελέσεων και ορίζει ότι η εκτέλεση πρέπει να γίνεται με όπλο.

Ads

Παρά την αλλαγή στην εικόνα τους, τα μέλη της ηγεσίας των Ταλιμπάν αρνούνται να συμμετάσχουν σε διαπραγματεύσεις όσο οι διεθνείς στρατιωτικές δυνάμεις παραμένουν, ενώ η εμβέλεια της επιρροής τους αυξάνεται και προσπαθούν να μεταδίδουν το μήνυμα ότι η δράση τους έχει εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα.

Όταν ο πρόεδρος Obama χαρακτήριζε στις αρχές του καλοκαιριού τον πόλεμο στο Αφγανιστάν ως έναν «Αναγκαίο Πόλεμο» για την προάσπιση της ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών, δεν είχε προβλέψει τη σημερινή αδιέξοδη θέση των ΗΠΑ σε μία περιοχή που μετά την αμερικανική επέμβαση έχει βουλιάξει σε βαθύτερη ανομία. Συνεπώς, φαίνεται ότι οι ΗΠΑ ανασκευάζουν τον αρχικό στόχο-πρόσχημα της επέμβασης στο Αφγανιστάν, που ήταν η ολοσχερής εξάρθρωση της Αλ Κάιντα, και μετακινούνται προς την άποψη της εμπλοκής σε διάλογο με τους Ταλιμπάν, προσβλέποντας στην δημιουργία κάποιας στοιχειώδους κρατικής οργάνωσης που θα μπορούν να ελέγχουν και έτσι να απεγκλωβιστούν από τον εφιάλτη που βιώνουν.

Η επέμβαση των ΗΠΑ έχει στεφθεί με πλήρη αποτυχία καθώς τα ηνία παραδόθηκαν στους διψασμένους για εκδίκηση πολέμαρχους, που είχαν παραμερισθεί από τους Ταλιμπάν κατά τη διάρκεια της εξουσίας τους (1996-2001). Ο φόβος επικρατεί παντού σε μία χώρα αποσαρθρωμένη από τις χρόνιες συγκρούσεις, η βία κάθε μορφής συνεχίζεται και σε κενό εξουσίας ορισμένοι Αφγανοί νοσταλγούν τις ημέρες διακυβέρνησης της χώρας από το ισλαμικό καθεστώς των Ταλιμπάν.