Όπως είναι φυσικό, τα ΜΜΕ και η κοινή γνώμη όλο και περισσότερο στρέφουν το ενδιαφέρον τους για την υπόθεση του Β. Γιακουμάκη στην αστυνομική της διάσταση: τον ακολούθησε κάποιος; μπορεί η νεκροψία να δώσει ασφαλή συμπεράσματα; τι είπε στο τελευταίο του τηλεφώνημα; Προφανώς όλα αυτά θα πρέπει να διερευνηθούν και να δοθούν οι ασφαλέστερες δυνατές απαντήσεις (που βέβαια δεν θα ικανοποιήσουν τους πάντες). Παράλληλα, όμως, δεν θα πρέπει να χαθεί, υπό το βάρος της επικαιρότητας και της διαρκούς ανάγκης των ΜΜΕ για «φρέσκο πράγμα», η συζήτηση για τη βία και την καταπίεση, που άνοιξε μέσα από αυτή την υπόθεση, αλλά προφανώς ξεπερνάει τα όριά της.

Ads

Τις προηγούμενες μέρες γράφτηκαν πολλά αξιόλογα άρθρα για το πώς δημιουργούνται και στη συνέχεια γίνονται ανεκτά περιστατικά τραμπουκισμού, κακοποίησης και εξευτελισμού στην ελληνική κοινωνία. Κοινός τους τόπος είναι ότι υπάρχει μια κουλτούρα σιωπής και ανοχής η οποία ξεκινάει από ένα βαθύ, ανομολόγητο αίσθημα ντροπής. Ντροπή όχι για τον θύτη και τη συμπεριφορά του (που ενδεχομένως να νιώθουμε «υποχρεωμένοι» να ανεχτούμε γιατί είναι σύζυγος, φίλος ή συνάδελφος), αλλά για το θύμα και τη δική του συμπεριφορά (που θα θέλαμε να μην ανεχόμαστε, παρότι είναι παιδί, συμμαθητής, γείτονας).

Στην καρδιά του προβλήματος λοιπόν βρίσκεται το τρίπτυχο ντροπή – βία – σιωπή. Από τα τρία μάλιστα συστατικά του ίσως το δεύτερο, η βία –το πιο ορατά άγριο– να είναι το λιγότερο σημαντικό για την αλλαγή της κατάστασης. Αντίθετα, τα άλλα δύο είναι κομβικά: η ντροπή βρίσκεται στη ρίζα του ζητήματος και η σιωπή έρχεται στο τέλος να εξαφανίσει κάθε ίχνος (και τύψη), επιτρέποντας στον κύκλο να ξαναρχίσει. Γι’ αυτό αξίζει οι ατομικές και κυρίως οι συλλογικές προσπάθειες να εστιάζουν σε αυτά. (Μια επισήμανση: Στα λεγόμενα των ημερών επικρατεί η παρότρυνση για ατομική αλλαγή του καθενός μας προκειμένου να αντιμετωπιστούν φαινόμενα τραμπουκισμού. Όσο όμως κι αν η ατομική συνειδητοποίηση είναι αναγκαία, δεν παύει η ντροπή να δημιουργείται από κοινωνικές αντιλήψεις που εξακολουθούν να διατηρούν την ισχύ τους. Γι’ αυτό είναι απαραίτητη και η συλλογική παρέμβαση, και όχι επειδή στην αριστερά μάς αρέσουν γενικώς οι συλλογικοί αγώνες.)

Στη σημερινή ελληνική κοινωνία η ντροπή για την οποία συζητάμε έχει πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: πάντα –μα πάντα!– πίσω της κρύβεται το φύλο, ο ανδρισμός, η θηλυκότητα, η σεξουαλικότητα· ζητήματα ταμπού. Σ’ αυτό το πεδίο έχει κατ’ εξοχήν νόημα πέρα από την παρέμβαση της πολιτείας (σχολεία, θρησκεύματα, θετική παρουσίαση από τα ΜΜΕ, εργασιακές σχέσεις, ακύρωση θεσμικών διακρίσεων, γάμος ομοφύλων, έγγραφα σε τρανς άτομα κ.λπ.) και αυτή των συλλογικοτήτων. Για παράδειγμα, η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ και οι υπόλοιπες πολιτικές νεολαίες, εκτός από το να ζητάνε (ορθώς) από την κυβέρνηση να λάβει μέτρα, οφείλουν και οι ίδιες να παρουσιάσουν το δικό τους πλέγμα κοινωνικών παρεμβάσεων, που θα της οδηγήσει να αναμετρηθούν με τον εαυτό τους και τον περίγυρό τους.

Ads

Η σιωπή από την άλλη έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Δεν εξαφανίζει μόνο πράγματα που γνωρίζουμε και μας κάνουν να νιώθουμε άβολα, αλλά και πράγματα που δεν γνωρίζουμε παρά μόνο επιφανειακά. Μας επιτρέπει δηλαδή να μη μαθαίνουμε καν αυτό που θα μας κάνει να ντραπούμε. Στο σημείο αυτό η πολιτεία, κατά κύριο λόγο, αλλά και εμπλεκόμενα πρόσωπα, καλούνται να ανατρέψουν τις ισορροπίες. Χρειάζεται, π.χ., να δοθεί στη δημοσιότητα η περιβόητη ΕΔΕ και ειδικές μελέτες που έχουν γίνει για ζητήματα εκφοβισμού και ρατσισμού σε δημόσιους θεσμούς. Όχι για να σκανδαλοθηρήσουμε, αλλά για να κρίνουμε τη σοβαρότητα και την επάρκειά τους, τα μέτρα που προτείνουν, το πραγματικό μέγεθος του προβλήματος. Χρειαζόμαστε δημόσιες, ειλικρινείς μαρτυρίες από συμμαθητές, καθηγητές, δημόσιους λειτουργούς. Όχι για να αποδώσουμε ευθύνες, αλλά για να δούμε κατάματα τους μηχανισμούς με τους οποίους αξιόλογοι και σοβαροί άνθρωποι (όπως φαίνεται να είναι π.χ. ο διευθυντής και οι διδάσκοντες της σχολής ή άλλοι υπηρεσιακοί παράγοντες) δεν καταφέρνουν να παρέμβουν αποτελεσματικά. Με τη σοβαρότητα που απαιτείται ώστε να μη δοθούν άνθρωποι βορά στα ΜΜΕ, αλλά και με τη συναίσθηση ότι ο κύκλος της σιωπής δεν λύνεται, αλλά κόβεται.

* Ο Παναγιώτης Πάντος είναι μέλος του ΔΣ του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς (www.mehrineoteras.wordpress.com)

Πηγή: Ενθέματα