Το 1944, λίγο πρίν το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, πραγματοποιήθηκε υπο την αιγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Μεγάλης Βρετανίας η Νομισματική και Χρηματοϊκονομική διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών, στο θέρετρο της πολιτείας New Hampshire των ΗΠΑ, Bretton Woods. Σκοπός της διάσκεψης ήταν να δημιουργηθεί ενα σύστημα που θα σταθεροποιούσε τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και θα βοηθούσε στην ανασυγκρότηση του διεθνούς συστήματος πληρωμών παγκοσμίως. Παράλληλα με το σύστημα αυτό, γνωστό ως Bretton Woods, συγκροτήθηκε και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τη διαχείρηση του διεθνούς νομισματικού συστήματος και η Παγκόσμια Τράπεζα, που θα χορηγούσε δάνεια για την μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Ευρώπης. Τη δεκαετία του ΄50 οι δραστηριότητες του ΔΝΤ επεκτάθηκαν και στις χορηγήσεις δανείων πρός αναπτυσσόμενες χώρες για τη βιομηχανική τους ανάπτυξη.

Ads

Το 1971 ο πρόεδρος τον ΗΠΑ Richard Nixon εγκατέλειψε την μετατροπή του αμερικανικού δολαρίου σε χρυσό και μαζί μ’ αυτήν το σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών του Bretton Woods. Αυτό διότι η ανελαστικότητα των τιμών στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και η γενικότερη αστάθεια στην διεθνή πολιτική και οικονομική σκηνή, προκάλεσαν διαδοχικές υποτιμήσεις και ανατιμήσεις των ισχυρών νομισμάτων, πράγμα που οδήγησε σε αστάθεια, αβεβαιότητα και την ανάγκη λήψης νομισματικών μέτρων από τις ΗΠΑ για την στήριξη του δολαρίου. Σε απάντηση για την υποτίμηση του δολαρίου στην οποία προέβη ο Nixon, ο OPEC αύξησε την τιμή του πετρελαίου με αποτέλεσμα να προκαλέσει αναταραχή στις αγορές των ΗΠΑ και Ευρώπης που ήταν άμεσα εξαρτώμενες. Το 1972 οι εξαγωγείς πετρελαίου κέρδιζαν $23 δις και μέχρι το 1977 ο τζίρος ανέβηκε στα $140 δις. Επειδή όμως τα πετροδολάρια άρχισαν να συσσωρεύονται στις Αμερικανικές και Ευρωπαϊκές τράπεζες εκτοξεύοντας τον πληθωρισμό, αυξήθηκαν τα επιτόκια. Το αποτέλεσμα ήταν να εγλωβιστούν σε ενα φαυλο κύκλο δεκάδες χώρες όπως η Πολωνία, το Μεξικό, η Μποζαμβίκη κ.α. διότι κατέληξαν να χρωστάνε τέτοια ποσά που είχαν υπερβεί το ΑΕΠ τους.

Παρόλο που πολλοί οικονομικοί αναλυτές επεσήμαναν πως αυτά τα δάνεια ήταν πρακτικά αδύνατο να αποπληρωθούν, το ΔΝΤ επέμενε στην προώθηση των λεγόμενων προγραμμάτων «διαρθρωτικής προσαρμογής» – γνωστά και ως «Συναίνεση της Ουάσινγκτον» (Washington Consensus). Ο στόχος ήταν υποτίθεται η μετατροπή των οικονομικών μηχανισμών με τους οποίους λειτουργούσαν οι δανειζόμενες χώρες, ώστε να διευκολυνθούν στην αποπληρωμή των χρεών τους. Στην πραγματικότητα όμως, οι όροι των προγραμμάτων συνιστούσαν μια νέα μορφή αποικιοκρατίκών διαθέσεων. Κατ’αρχάς ενα μεγάλο μέρος αυτών των δανείων κατέληγαν στην τσέπη πολιτικών παραγόντων ή σε επιχειρήσεις της Δύσης που εμπλέκονταν στην «αναδιάρθρωση». Δεύτερον τα προγράμματα αυτά προϋποθέτουν περικοπές στις δημόσιες δαπάνες πράγμα που σημαίνει λιγότερες κοινωνικές παροχές, λιγότερες ευκαιρίες για εκπαίδευση, περισσότερη φτώχεια για την πλειονότητα του κόσμου.

Απο το 1970 εώς το 1995 μπορεί να μετρήσει κανείς πάνω απο 100 χρηματοπιστωτικές κρίσεις, απο τη Φιλανδία και τη Σουηδία μέχρι την Αργεντινή και την Ινδονησία. Στη δεκαετία του ’90 μάλιστα ο ετήσιος μέσος όρος κρίσεων αυξήθηκε απο 2,6 σε 3,1.

Ads

Ο κάτοχος του βραβείου Nobel και διεθνούς φήμης οικονομολόγος Joseph Stiglitz που διετέλεσε σύμβουλος της Παγκόσμιας Τράπεζας, είχε καταδικάσει πολλές φορές τις πρακτικές του οργανισμού στον οποίον παρείχε τις υπηρεσίες του καθώς και του ΔΝΤ. Επεσήμανε πως τα προγράμματα «διαρθρωτικής προσαρμογής» είχαν καταστροφικές συνέπειες ενώ η Ασιατική κρίση του 1997-8 αποσκοπούσε στην κερδοσκοπία και την περαιτέρω απελευθέρωση των αγορών. Στο τέλος του 1999 ο Stiglitz δεχόταν πιέσεις να παραιτηθεί. Πέντε μήνες αργότερα το συμβόλαιο του με την Παγκόσμια Τράπεζα έληξε.

Τα τελευταία χρόνια το ΔΝΤ εξακολουθεί να κινείται στα ίδια πλαίσια δράσης, δηλαδή να ακολουθεί επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική κατά τη διάρκεια μιας ύφεσης για τις χώρες υψηλού εισοδήματος, αλλά οχι τόσο για αυτές των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων. Σε μια μελέτη (https://www.cepr.net/index.php/publications/reports/imf-supported-macroec…) που πραγματοποιήθηκε σε 41 χώρες οι οποίες είχαν τρέχουσες συμφωνίες με το ΔΝΤ το 2009, προκύπτει πως οι 31 απο αυτές τις συμφωνίες, αφορούσαν σφίξιμο είτε φορολογικής, είτε νομισματικής πολιτικής ή και τα δύο κατά τη διάρκεια οικονομικής ύφεσης. Μερικές απο τις πολιτικές για τις οποίες το ΔΝΤ κατακρίθηκε στο παρελθόν, εξακολουθούν να ασκούνται και σήμερα. Πχ ασκείται πίεση στην Ουκρανία να μειώσει τις δαπάνες της και να αναστείλει την εκταμίευση των κονδυλίων της πρός την κυβέρνηση, προκειμένου να σφήξει τον προϋπολογισμό και όλα αυτά μέσα στο πλαίσιο της συρρίκνωσης της οικονομίας που υπέστη η χώρα πέρσυ κατα 15% και με δημόσιο χρέος μόνο 10.6% του ΑΕΠ. Σε μια τέτοια περίπτωση η Ουκρανία θα μπορούσε να δανειστεί τόσο όσο χρειάζεται ώστε να τονώσει την οικονομία της και να μειώσει το έλλειμα της αφού καταφέρει να ανακάμψει. Στη δε γειτονική Λετονία το ΔΝΤ μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους όρους δανειοδότησης που έχουν επιβάλει, έχουν ήδη οδηγήσει στη χειρότερη ύφεση που έχει καταγραφτεί και δεν είναι ακόμα απόλυτα ξεκάθαρο πότε και πόσο γρήγορα η οικονομία θα ανακάμψει.

Οι περισσότερες κακές επιλογές οφείλονται είτε εξαιτίας κακών εκτιμήσεων είτε συμφερόντων. Ο οργανισμός όμως έχει δείξει κάποια σημάδια αναθεώρησης πράγμα που είναι καλό σημάδι, λαβαίνοντας υπόψη πως ασκεί παγκόσμια επιρροή. Για παράδειγμα έχει δημοσιεύσει πρόσφατα κάποιες εργασίες που δείχνουν μια εκ νέου άποψη για ορισμένα ζητήματα. Η πρώτη με τίτλο «Επαναεξετάζοντας τη Μακρο-οικονομική» (https://www.imf.org/external/pubs/ft/spn/2010/spn1003.pdf) με τη συμμετοχή του επικεφαλής οικονομολόγου στο ΔΝΤ, Olivier Blanchard στην οποία τείθονται ερωτήματα σε ορισμένες «αυτονόητες» πρακτικές του τύπου, εαν ο στόχος του 2% για τον πληθωρισμό που είναι κοινός για τις τράπεζες είναι πολύ χαμηλός ή εαν οι κεντρικές τράπεζες θα έπρεπε σε μερικές χώρες να στοχεύουν τη συναλλαγματική ισοτιμία.
Το δεύτερο, «Εισρροή κεφαλαίων και ο ρόλος των ελέγχων» (https://www.imf.org/external/pubs/cat/longres.cfm?sk=23580) είναι ακόμα σημαντικότερο μιας και προτείνεται πως οι κυβερνητικοί έλεγχοι στις εισροές κεφαλαίων μπορούν να βοηθήσουν τοις χώρες να είναι λιγότερο ευάλωτες στις οικονομικές κρίσεις. Άλλωστε το 1990 το ΔΝΤ μαζί με το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ πίεζαν ασιατικές χώρες όπως την Ινδονησία και την Ταϊλάνδη για την άρση των περιορισμών απο τις εισροές κεφαλάιων, παρόλο που δεν υπήρχε εμπειρική ένδειξη υπέρ τέτοιων απορυθμίσεων, πράγμα που συνέλαβε σε μεγάλο βαθμό στην Ασιατική οικονομική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του ’90.

Ωστόσο το ουσιαστικότερο πρόβλημα μάλλον βρίσκεται στο θέμα των «συμφερόντων». Κατ’αρχάς to ΔΝΤ ελέγχεται απο τα Υπουργεία Οικονομικών των χωρών υψηλού εισοδήματος και κυρίως των ΗΠΑ όταν οι χώρες δανεισμού δεν έχουν ουσιαστικά κανένα λόγο στη λήψη των αποφάσεων. Επίσης στο Αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, υπάρχει ενας δυσανάλογος αριθμός υπαλλήλων που είχαν εργαστεί παλαιότερα στη Goldman Sachs. ‘Αλλωστε για να συνειδητοποιήσει κανείς πόση επιρροή έχουν αυτές οι εταιρείες στα δρώμενα, δεν έχει παρά να δει τις μεταρρυθμίσεις στις οποίες προβαίνει το Κονγκρέσο, παρά τη γενική δυσαρέσκεια.

bititis