Πριν το παιχνίδι ο Αντρέα Τρινκέρι μιλούσε στην κάμερα της FIBA. Ήταν οι καθιερωμένες δηλώσεις, σε μια καθιερωμένη τηλεοπτική συνέντευξη. Ο Ιταλός δεν είπε κάτι που ακούστηκε για πρώτη φορά. Κατάφερε, όμως, να εξηγήσει τι χρειάζεται ακριβώς η ομάδα του να κάνει για να κερδίσει και να βγει από την τρύπα στην οποία “έπεσε” μετά την ήττα από τη Φινλανδία. Του Στέφανου Τριαντάφυλλου

Ads
 
“Να αρχίζουμε να κάνουμε ξανά τα μικρά πράγματα”. Αυτό είπε. Αυτό έκανε η Ελλάδα και για αυτό ακριβώς κέρδισε. “Less is more”, όπως είπε χαρακτηριστικά. Κοιτώντας τη στατιστική μπορεί κάποιος να ξεχωρίσει με ευκολία το εντυπωσιακό “6” στα λάθη (* θα αναλυθεί παρακάτω), ωστόσο, δεν θα βρει τις βουτιές. Δεν θα εντοπίσει την πολύ καλή άμυνα στο πικ-εν-ρολ. Δεν θα ανακαλύψει πόσα σκληρά φάουλ έγιναν κάτω από το καλάθι.

Αναλύοντας λίγο περισσότερο τα όσα είδαμε στη Λουμπλιάνα…

Η Ελλάδα κέρδισε γιατί:

– Φόρτωσε με φάουλ τον Μαρκ Γκασόλ. Το μεγάλο αστέρι της Ισπανίας, all-star του ΝΒΑ και κορυφαίος αμυντικός του πρωταθλήματος, αποχώρησε νωρίς στο πρώτο δεκάλεπτο με τρία φάουλ και ουσιαστικά άργησε να βρει ρυθμό (4 πόντοι στο ημίχρονο). Με τον Γκασόλ μέσα ήταν ένα διαφορετικό παιχνίδι, από ότι με τον Γκασόλ έξω. Χαρακτηριστικά ως το τέλος της τρίτης περιόδου το επιμέρους σκορ ήταν 29-14 υπέρ της Ελλάδας όσο ο Ισπανός σέντερ βρισκόταν στον πάγκο και αντίστοιχα 25-43 όταν πατούσε παρκέ.

Ads

Γενικότερα η “επίσημη” αγαπημένη εκμεταλλεύτηκε καλά τα φάουλ. Κατάφερε χάρις στο γρήγορο μπόνους στο πρώτο δεκάλεπτο να μαζέψει τη διαφορά και παράλληλα να αντλήσει εύκολους πόντους στην τέταρτη περίοδο πάλι μέσω της “σημαίας” στα ομαδικά των Ισπανών.

– Πήγε πρώτη στη μπάλα. Οι διεθνείς έχασαν, μεν, κάποια ριμπάουντ (κυρίως στο 2ο δεκάλεπτο), αλλά γενικότερα πήραν τις περισσότερες διεκδικούμενες κατοχές, βούτηξαν στο παρκέ, έκαναν σκληρά φάουλ (είναι μέρος του παιχνιδιού) και έβγαλαν πολύ ενέργεια. Έπαιξαν με την πλάτη στον τοίχο, άντλησαν δυνάμεις από το διήμερο ρεπό και παρουσίασαν ένα πολύ διαφορετικό πρόσωπο σε ότι αφορά το επίπεδο της έντασης.

Οι Έλληνες διεθνείς βουτούν στο παρκέ

 
– Έπαιξε εκπληκτική πικ-εν-ρολ άμυνα. Χωρίς να ακολουθήσει τακτική διαφορετική από ότι στα προηγούμενα ματς, το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα πήρε “άριστα” στο συγκεκριμένο κομμάτι, ειδικά στο 2ο και στο 3ο δεκάλεπτο. Από το 10′ ως το 28′ η Ελλάδα δέχτηκε μόλις ένα καλάθι κι αυτό ένα μακρινό υπό πίεση του Ρούμπιο στη λήξη του ημιχρόνου!

Η αποτελεσματικότητα πιστώνεται τόσο στους περιφερειακούς που πίεσαν καλά, στους ψηλούς που άπλωσαν τα χέρια τους και στους παίκτες της αδύνατης πλευράς που γέμισαν τη ρακέτα και έκαναν το ευκολότερο το έργο της άμυνας, απέναντι σε μια ομάδα που δεν είχε καλές αποστάσεις και κυρίως γρήγορη κυκλοφορία της μπάλας. Οι Ισπανοί ήταν αυτοί που στο μεγαλύτερο μέρος του αγώνα έκαναν περισσότερες ντρίμπλες, παρά πάσες.

Η πολύ καλή πικ-εν-ρολ άμυνα της Εθνικής

 
– Δεν “πούλησε” μπάλες. Η Ελλάδα τέλειωσε το ματς με 6 λάθη (έναντι 15 του αντιπάλου). Εντυπωσιακό νούμερο απέναντι σε μια επιθετική άμυνα και απέναντι σε παίκτες που συνηθίζουν να ρισκάρουν κλεψίματα, όπως οι μετρ του είδους Καλντερόν, Ρούμπιο και Ρούντι. Οι Ισπανοί ξεκίνησαν να πιέζουν την ελλιπή περιφερειακή γραμμή των Ελλήνων, αλλά δεν το έκαναν με μεγάλη διάρκεια η συνέπεια.

Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει μια ματιά στη συγκεκριμένη κατηγορία στις προηγούμενες αναμετρήσεις με τη “φούρια ρόχα”.

Το 2006 η Εθνική είχε 18. Το 2007 έκανε 11. Το 2008 15. Το 2009 20. Το 2010 13. Ειδικά σε αυτό το παιχνίδι που οι Ισπανοί δεν “είχαν” εύκολο καλάθι και στο μεγαλύτερο μέρος του ματς στηριζόντουσαν στις προσωπικές φάσεις του Ρούντι Φερνάντεθ. Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί και η παράμετρος ότι η φετινή Ισπανία, στερείται προσόντων των προηγούμενων, πχ που είχαν δύο πολύ ψηλούς παίκτες στη ρακέτα (Γκασόλ), ή τον Ιμπάκα. Όπως και να ‘χει, όμως, είναι ένα επίτευγμα.

– Είχε διάθεση να κάνει την πάσα παραπάνω. Στο μεγαλύτερο μέρος του αγώνα (πάλι εξαίρεση το μέτριο τρίτο δεκάλεπτο) οι διεθνείς έδειξαν μεγάλη υπομονή στην επίθεση τους. Δημιουργούσαν ρήγματα, είχαν αποστάσεις και έβγαζαν τη μπάλα στον αμαρκάριστο συμπαίκτη.

Διάθεση για πάσα παραπάνω:

 
Όλα τα παραπάνω είναι τα λεγόμενα… μικρά πράγματα. Και συνεχίζουμε:

– Χτύπησαν σωστά με τον Πρίντεζη. Ο φόργουορντ του Ολυμπιακού έγινε πολύ σωστά ο στόχος της ελληνικής επίθεσης τόσο στο πρώτο δεκάλεπτο (απέναντι στον Αγκιλάρ), όσο και στο δεύτερο, παίζοντας αυτή τη φορά με πλάτη στο καλάθι, απέναντι στα πιο ελαφριά “4άρια” των Ισπανών. Ο Ορένγκα αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στο μαρκάρισμα για αυτό και από το πρώτο δεκάλεπτο και μετά έπαιξε με τον Κλαβέρ (το συνηθίζει) και τον Μουμπρού.

– Στηρίχτηκαν στην κλάση του Βασίλη Σπανούλη. Ο 31χρονος γκαρντ πέτυχε 8 σερί πόντους όταν η Ελλάδα ανέτρεψε το -12 του πρώτου ημιχρόνου και άλλους 7 συνεχόμενους στο κρίσιμο σημείο στο τέταρτο δεκάλεπτο, όταν η Εθνική προσπέρασε και έβαλε πίεση στην Ισπανία.  Και όταν η άμυνα προσαρμόστηκε πάνω του, έδωσε τη δυνατότητα για 4 πόντους στον εξαιρετικό Γιάννη Μπουρούση.

 
– Έβαλε μεγάλα σουτ. Άλλωστε τα μεγάλα παιχνίδια, κρίνονται συνήθως από μεγάλα σουτ. Όπως αυτά που έβαλε ο Μπελινέλι την περασμένη Κυριακή.  Όπως το “ξαπλωτό” του Μπράμου (που έπαιξε πολύ καλή άμυνα στον Ρούντι στο 4ο δεκάλεπτο), το άλλο από τη γωνία του ίδιου παίκτη, ή το προσωπικό του Καϊμακόγλου προ του Μαρκ Γκασόλ.

Τα μεγάλα σουτ στα τελευταία λεπτά

 

Τι συμπεράσματα βγάζουμε από αυτή τη νίκη…

1ον) Όσο κυλούν τα παιχνίδια το rotation θα κλείνει. Αυτή τη φορά δεν έπαιξαν οι Περπέρογλου, Φώτσης, ενώ χρησιμοποιήθηκε λίγο ο ανέτοιμος Μαυροκεφαλίδης. Αντ’ αυτού έκανε πολύ καλή δουλειά ο Βασίλης Καββαδάς, που έδωσε (κέρδισε/έχασε, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι έδωσε χωρίς να φοβάται) μάχες με τον Μαρκ Γκασόλ. Εδώ θα πρέπει να μη στεκόμαστε σε πρόσωπα. Οι παίκτες που δεν αγωνίστηκαν λογικά δεν ταίριαζαν τόσο πολύ στο αμυντικό πλάνο. Σε άλλο παιχνίδι το πιθανότερο είναι οι χρόνοι να αλλάξουν.

2ον) Η Εθνική όχι απλά έμεινε ζωντανή, αλλά πλέον χρειάζεται μια νίκη (και λογικά) αποτελέσματα για να περάσει στην επόμενη φάση. Αν για παράδειγμα η Κροατία δεν κάνει άλλη νίκη (με Ιταλία και Ελλάδα), και η Εθνική μας κερδίσει τη Δευτέρα, τότε τη “βάζει από κάτω” στην ισοβαθμία.

Χωρίς, όμως, να είναι το μοναδικό σενάριο, αφού πλέον θα κινδυνεύσουν και οι Ισπανοί σε περίπτωση που κάνουν γκέλα με την Ιταλία.

3ον) Καμιά φορά είναι καλύτερα να παίζεις χωρίς να έχεις να χάσεις τίποτα. Η Ελλάδα ήταν “πνιγμένη” στις φινλανδικές λίμνες πριν το τζάμπολ. Είχε πάθει το χειρότερο που θα μπορούσε να πάθει. Μπήκε στο πρώτο ματς του 2ου γύρου ως αουτσάιντερ, απολαμβάνοντας όλη την άνεση που δίνει αυτός ο τίτλος. Το δήλωσε άλλωστε χαρακτηριστικά και ο Βασίλης Σπανούλης την προηγούμενη του αγώνα.

 
4ον) Οι ομάδες, οι παίκτες, οι προπονητές κάνουν καλά και κακά παιχνίδια. Δεν είναι δυνατόν να “αλλάζουν” σαν τα πουκάμισα όταν κάποιος δεν κάνει άσχημη εμφάνιση, ούτε θα πρέπει να κρεμαστούν μετά από ένα λάθος. Εκτός αν για παράδειγμα οι αυστηροί της εξέδρας, ας πούμε διώχνουν τα παιδιά τους από το σπίτι, κάθε φορά που κάνουν μια αταξία, ή πετούν το αυτοκίνητο τους από το γκρεμό όταν χαλάει…

5ον) Το μπάσκετ είναι ένα υπέροχο άθλημα. Το πιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του είναι η γρήγορη εναλλαγή, που ξεκινά από την μετάβαση από την άμυνα στην επίθεση. Χρειάζεται για παράδειγμα 3” για να γίνει ένα ριμπάουντ… αιφνιδιασμός. Χρειάζεται ένα σουτ για να γίνει ένα παιχνίδι τριών πόντων… ισοπαλία. Αυτό δεν γίνεται ούτε στο ποδόσφαιρο, ούτε στο βόλεϊ, ούτε στο πόλο.

Είναι ένα αθλητικό συναισθηματικό roller-coaster, που οι ομάδες (και κατ’ επέκταση αυτοί που τις παρακολουθούν/υποστηρίζουν) πρώτα από όλα πρέπει να μάθουν να σηκώνουν το κεφάλι όταν δέχονται καλάθι και να το χαμηλώνουν όταν σκοράρουν. Ένα παιχνίδι μπάσκετ διαρκεί 40 λεπτά. Ένα τουρνουά διαρκεί 20 ημέρες.

Πηγή: sport 24