Επιτυχημένη κρίνεται βάσει των στόχων της η διαδικασία ανταλλαγής των ελληνικών ομολόγων. Αμφίβολη είναι, ωστόσο, η πραγματική της συμβολή στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης χρέους. Δύο οικονομικοί αναλυτές προσεγγίζουν από διαφορετική οπτική τα αποτελέσματα του PSI, τη θεωρούμενη ως κορυφαία στιγμή της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την Ελλάδα. Στο tvxs.gr: Ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας Γιάννης Μηλιός και ο αναλυτής Οικονομικών Γιώργος Καισάριος

Ads

Γιάννης Μηλιός

Ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο ΕΜΠ Γιάννης Μηλιός εισέρχεται ευθύς αμέσως στην ουσία του σκεπτικού του: «Το σενάριο το οποίο βασίζεται στο PSI προβλέπει ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα ανέλθει στο 120% του ΑΕΠ το 2020. Αναρωτιέται κανείς με ποια λογική καθίσταται το χρέος σε αυτό το ποσοστό βιώσιμο, δεδομένου ότι η κρίση χρέους στην Ελλάδα πυροδοτήθηκε όταν το αντίστοιχο ποσοστό βρισκόταν στο 110% του ΑΕΠ. Επιπλέον, για την επίτευξη έστω του συγκεκριμένου στόχου, τίθενται ανεδαφικές προϋποθέσεις, όπως είναι η διασφάλιση πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξης του 4%. Μέσα στο σημερινό περιβάλλον, αυτή η παράμετρος είναι υπερβολική και προϋποθέτει την πλήρη διάλυση του κοινωνικού κράτους, καθώς βασίζεται στη μείωση των δαπανών (και όχι -για παράδειγμα- των στρατιωτικών δαπανών). Επίσης, δεν είναι ρεαλιστική η πρόβλεψη για χαμηλά επιτόκια, πόσο μάλλον για γρήγορη επιστροφή σε ρυθμούς μεγέθυνσης, εν μέσω της συνεχιζόμενης ύφεσης».

Ο ίδιος στέκεται στις επιπτώσεις του «κουρέματος» για τα ασφαλιστικά ταμεία: «Δεν προβλέπονται τεχνικές στήριξης των ασφαλιστικών ταμείων, τα οποία θα έπρεπε να έχουν εξαιρεθεί από το PSI, αν υπήρχε η στοιχειώδης μέριμνα για την κοινωνία και τους εργαζόμενους. Ακούμε ότι τα ταμεία θα στηριχθούν, δεν μαθαίνουμε όμως με ποιον τρόπο. Και πώς μπορεί να τρέφει κανείς εμπιστοσύνη σε μία κυβέρνηση η οποία έως τώρα έχει καταστρατηγήσει μισθούς, συλλογικές διαπραγματεύσεις και δικαιώματα;»

Ads

Ο κ. Μηλιός προβλέπει και νέο «κούρεμα» του δημόσιου χρέους, «αναγκαστικά, αφού πρώτα ολοκληρώσουν τα μέτρα τα οποία ουσιαστικά κατεδαφίζουν την ελληνική κοινωνία». Ερωτηθείς αν το PSI έπληξε στην πράξη τους πιστωτές, αναφέρει πως στην ουσία επιτεύχθηκε ένας συμβιβασμός ανάμεσα στις δύο πλευρές, μπροστά στον κίνδυνο της ολοσχερούς απώλειας των χρημάτων που επενδύθηκαν στα ελληνικά ομόλογα. Αναφερόμενος στο ενδεχόμενο να κηρυχθεί η συγκεκριμένη αναδιάρθρωση πιστωτικό γεγονός, εμφανίζεται καθησυχαστικός, σημειώνοντας ανάμεσα σε άλλα ότι είναι μικρό το ποσοστό των πιστωτών οι οποίοι δεν συμμετείχαν εθελοντικά στη διαδικασία.

Σχολιάζοντας γενικότερα την εξέλιξη της κρίσης, κάνει λόγο για σύγκρουση δύο στρατηγικών: «Η στρατηγική του κεφαλαίου και του συσσωρευμένου πλούτου (αυτή που γνωρίσαμε μέχρι τώρα με την πολιτική βίαιης αναδιανομής υπέρ των εχόντων και κατεχόντων μέσα από τη μείωση των μισθών και των κοινωνικών δικαιωμάτων) και η στρατηγική για μία εναλλακτική διακυβέρνηση που θα θέσει τις κοινωνικές ανάγκες σε προτεραιότητα, πάνω από τα κέρδη (φόρος χρηματοπιστωτικών συναλλαγών tobin, κοινωνικός έλεγχος των τραπεζών κ.ά.)».

Γιώργος Καισάριος

Ο οικονομικός αναλυτής Γιώργος Καισάριος εμφανίζεται από την πλευρά του πιο αισιόδοξος. Αναγνωρίζει μεν ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας εξακολουθεί να μην είναι βιώσιμη, αλλά τονίζει πως «κάθε μείωση χρέους αποτελεί θετική εξέλιξη». Σε αυτό το πλαίσιο, απορρίπτει τη λογική ότι η Ελλάδα δανείζεται περίπου 80 δις ευρώ (για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών κ.ά) προκειμένου να διαγράψει χρέος ύψους 100 δις ευρώ, λέγοντας ότι τα περισσότερα από τα χρήματα τα οποία θα διαθέσει η Ελλάδα στο πλαίσιο του PSI αποτελούν «εγγυήσεις χωρίς καν υποθήκη».

Ο ίδιος εκτιμά ότι το PSI δεν επηρεάζει τις τρέχουσες ανάγκες των ασφαλιστικών ταμείων, καθώς το «κούρεμα» αφορά σε μέρος των αποθεματικών τους: «Τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν πτωχεύσει εδώ και χρόνια. Το ουσιαστικό πλήγμα για τις συντάξεις προέρχεται από το γεγονός ότι πλέον το κράτος δεν έχει χρήματα ώστε να τις επιχορηγεί».

Ο κ. Καισάριος θεωρεί ότι δεν αφορούν την Ελλάδα οι όποιες επιπτώσεις από το «κούρεμα» στις χρηματοπιστωτικές αγορές και θεωρεί ότι οι πιστωτές δεν δέχθηκαν ιδιαίτερα μεγάλο πλήγμα από το PSI. Mε τη σειρά του προβλέπει και ο ίδιος νέο «κούρεμα» του δημόσιου χρέους, «αν δεν καταφέρει η Ελλάδα να πετύχει τουλάχιστον 4% ανάπτυξη».

Γενικότερα, χαρακτηρίζει αναγκαία την αναδιοργάνωση του κράτους, τη μείωση της γραφειοκρατίας και την απλοποίηση των θεσμών. Αναφερόμενος στο προωθούμενο «πακέτο» των 25 δις ευρώ από τις Βρυξέλλες για την ανάπτυξη στην Ελλάδα, θεωρεί ότι αυτά τα χρήματα δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα «μαξιλάρι» για προχωρήσουν οι «αναγκαίες διαθρωτικές αλλαγές στη χώρα».