Η ανάγκη εκπόνησης από το κράτος μιας εποικοδομητικής στρατηγικής για τη διαχείριση του Μεταναστευτικού επισημάνθηκε για πολλοστή φορά σε εκδήλωση του δήμου Αθηναίων, με αντικείμενο τη διοργάνωση δράσεων ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας Μετανάστη στις 18 Δεκεμβρίου. Χαρακτηριστική της αντίληψης με την οποία προσεγγίζουν κατά μέρος οι ελληνικές αρχές τις ροές μεταναστών χωρίς νόμιμα έγγραφα είναι η αναφορά αστυνομικού στον Έβρο: «αν δεν περνούν καλά, θα σταματήσουν να έρχονται».

Ads

Τη συγκεκριμένη εμπειρία μετέφερε κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης στο αμφιθέατρο του Αθήνα 9.84 ο αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου Δημήτρης Χριστόπουλος, ο οποίος περιγράφοντας το σκηνικό το οποίο συνάντησε στη βορειοανατολική συνοριακή γραμμή έκανε λόγο για ουρές ανθρώπων οι οποίοι αφού εισέρχονται στη χώρα συγκεντρώνονται οικειοθελώς έξω από τις εγκαταστάσεις των αρχών, καθώς ευελπιστούν ότι θα εξασφαλίσουν βίζα μετάβασης σε κάποιο άλλο κράτος.

Σύμφωνα με τον κ. Χριστόπουλο, το 0,5% όσων εισέρχονται των ελληνικών συνόρων απελαύνονται. Οι υπόλοιποι κρατούνται έως και 4 μήνες υπό αναξιοπρεπείς συνθήκες για να αφεθούν στη συνέχεια και να επιβιβαστούν σε ειδικά ΚΤΕΛ («για να μην τους βλέπουμε») προς την Αθήνα. 

Αναρωτώμενος γιατί προηγείται η κράτηση σε ανεπαρκείς εγκαταστάσεις, εφόσον εξαρχής είναι γνωστή η κατάληξη των μεταναστών, ο ίδιος συμπέρανε πως ισχύει μία λογική του τύπου: «όσο χειρότερα, τόσο το καλύτερο», με απώτερο στόχο να σταλεί ένα διττό μήνυμα: προς τους μετανάστες ότι κακώς επέλεξαν να έρθουν στην Ελλάδα, προς τους Ευρωπαίους εταίρους ότι αυτό θα συμβαίνει όσο οι ίδιοι σφυρίζουν αδιάφορα.
 
Eπισήμανε δε πως υπάρχουν αδιάθετα κονδύλια εκατομμυρίων ευρώ διεθνών οργανισμών τα οποία θα μπορούσαν να έχουν ήδη αξιοποιηθεί για τη δημιουργία αξιοπρεπών ξενώνων και για την περαιτέρω παροχή υπηρεσιών στα μεταναστευτικά κύματα τα οποία φτάνουν στη χώρα. Ο κ. Χριστόπουλος διαπίστωσε μία εγγενή δυναμική αποκλεισμού των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία η οποία χαρακτηρίζει και το κράτος, τονίζοντας ότι για την ίδια την αυτοσυντήρηση της χώρας απαιτείται η εφαρμογή μίας ουσιαστικής μεταναστευτικής στρατηγικής.
 
Από την πλευρά του, ο Γενικός Γραμματέας Πληθυσμού και Κοινωνικής Συνοχής Ανδρέας Τάκης αναφέρθηκε στο θεσμό των Συμβουλίων Ένταξης Μεταναστών τα οποία -όπως είπε- έχουν συσταθεί στους μισούς δήμους του Καλλικράτη. Σε αυτό το πλαίσιο, διευκρίνισε ότι «ομάδα – στόχο» των Συμβουλίων αποτελούν μόνο οι μετανάστες οι οποίοι έχουν τακτοποιήσει τα «χαρτιά» τους και είναι μέλη της εθνικής τους κοινότητας στην Ελλάδα.
 
Ο ίδιος χαρακτήρισε όνειδο για τη χώρα τις καταδίκες της από διεθνείς οργανισμούς αναφορικά με τις συνθήκες κράτησης των μεταναστών που εισέρχονται στη χώρα χωρίς έγγραφα. Επισήμανε, παράλληλα, τη συσσώρευση της συγκεκριμένης κατηγορίας μεταναστών στο αστικό κέντρο, υπογραμμίζοντας ότι ανάμεσα σε άλλα προκαλεί «μικροεγκληματικότητα η οποία θίγει όχι μόνο τους Έλληνες αλλά και τους μετανάστες αυτή της πόλης». Ως γενική επιδίωξη των μεταναστευτικών θεσμών της χώρας ανέδειξε τη «συνεργετική συμβιωτικότητα».
 
Προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζουν οι μετανάστες της Αθήνας επισήμανε ο πρόεδρος της Πακιστανικής Κοινότητας Τζαβέντ Ασλάμ. Ανάμεσα σε άλλα τόνισε ότι 279 άτομα τα οποία αξίωσαν την απονομή δικαιοσύνης αναφορικά με την υπόθεση των απαγωγών του 2005 βρίσκονται σε «μαύρη» λίστα. Επιπλέον, αναφέρθηκε στο φαινόμενο των ρατσιστικών επιθέσεων οι οποίες εκτυλίσσονται συντονισμένα και ανενόχλητα ακόμη και σε αστικά λεωφορεία (από το 2010 έχουν «σπάσει» τουλάχιστον 1000 κεφάλια). Η κριτική του δεν παρέλειψε και την περιορισμένη χορήγηση ασύλου σε αιτούντες μετανάστες. «Αυτός που αφήνει τη χώρα του, δεν έρχεται στην Ελλάδα για τουρισμό», διαμήνυσε, προτρέποντας για τη συλλογική δράση Ελλήνων και μεταναστών απέναντι στην κρίση, όπως και για πρωτοβουλίες επιμόρφωσης των αλλοδαπών κ.ο.κ.
 
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι στο σεισμό του 1999, ενώ έως τότε δεν μου απευθυνόταν κανείς στη γειτονιά, ίσως λόγω της μαντίλας κλπ, μπροστά στην απειλή του θανάτου ξαφνικά όλοι γίναμε ένα, βοηθώντας ο ένας τον άλλον. Παρόλο που έχω μεγαλώσει στην Ελλάδα, συναντώ διαρκώς καταστάσεις οι οποίες μου υπενθυμίζουν ότι είμαι μετανάστρια, από τη νομοθεσία μέχρι απλά πράγματα»,  δήλωσε η Χάλα Ακάρι, μέλος του Ευρωπαϊκού Φόρουμ Μουσουλμάνων Γυναικών. Η ίδια εξέφρασε την άποψη ότι «σε δύσκολους καιρούς μια κοινωνία πρέπει να αξιοποιεί όσες δυνάμεις έχει», διαμηνύοντας: «Οι μετανάστες δεν πρέπει να απομακρύνονται, να βγουν κι εκείνοι μπροστά για να βελτιωθεί η Ελλάδα».
 
«Εγώ δεν είμαι μετανάστης, είμαι Έλληνας πολίτης», τόνισε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΜΚΟ Asante Νικόδημος Μάινα Κινίουα, θεωρώντας μείζονος σημασίας τη σταδιακή δημιουργία θεσμικού πλαισίου για τις ανάγκες και τις διεκδικήσεις των μεταναστών.
 
Ο πρόεδρος της ΜΚΟ Praxis Τζανέτος Αντύπας ανέφερε ότι ζητούμενο αποτελεί να έχει διάρκεια ο αντίκτυπος από εγχειρήματα όπως οι δράσεις ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας Μετανάστη.

Ads