Από την περασμένη Πέμπτη μέχρι και σήμερα, ο ενδοκινηματικός δημόσιος διάλογος γύρω από τη σύγκρουση ΠΑΜΕ-αναρχικών κυριαρχείται από εξωφρενικούς ισχυρισμούς: «το ΠΑΜΕ “προκάλεσε” τις μολότοφ εναντίον του» (αδιευκρίνιστο ποιος υπέρτερος σκοπός επέβαλε διαδηλωτές να καίγονται από άλλους), «οι αναρχικοί είναι παρακρατικοί» (αλλά αυτό ισχυρίζεται κι η ακροδεξιά, αν δεν απατώμαι), «η επίθεση με μολότοφ στο ΠΑΜΕ ήταν προβοκάτσια μηχανισμών» (λες και η αθλιότητα της ενδοκινηματικής βίας είναι κατάσταση πρωτόγνωρη τα τελευταία 150 χρόνια).

Ads

Ιt takes two to tango

Αν κάτι δείχνει, κατά τη γνώμη μου, αυτή η εκτός τόπου και χρόνου αγωνία για την αυτοεπιβεβαίωση (τόσο των «αντιμαχόμενων», όσο και τρίτων), νομίζω πως αυτό δεν είναι παρά η τέλεια αδυναμία να διατυπωθεί μια σκέψη με όρους «γενικού συμφέροντος» όσον αφορά το κίνημα. Μπορεί η εν λόγω αδυναμία να αποτελεί στοιχείο ταυτότητας για έναν ορισμένο αντιεξουσιαστικό υποκειμενισμό, είναι ωστόσο ανακριβές, νομίζω, να αποδίδεται αποκλειστικά σε αυτόν. 

Δεν με ενδιαφέρει –και γι’ αυτό σε ό,τι ακολουθεί δεν την επιδιώκω- η υπεράσπιση του μπλακ μπλοκ. Όχι μόνο γιατί θεωρώ ιδεολογικά πρωτόγονη και πολιτικά επιζήμια την επίθεση στο ΠΑΜΕ, αλλά και γιατί γενικά πρόκειται για χώρο περισσότερο στρατιωτικό και δευτερευόντως πολιτικό, που κατά τεκμήριο δεν ενδιαφέρεται να συζητήσει. Προσπαθώ, από την άλλη, να πω ότι όσα θλιβερά συνέβησαν στις 20 Οκτωβρίου θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί, όχι μόνο αν οι αναρχικοί δεν απαντούσαν στο «συστημικό» ΚΚΕ σαν στρατός ατάκτων (αλλά πιο αποφασισμένων), αλλά κι αν το ΚΚΕ είχε εγκαίρως συνειδητοποιήσει ότι,ειδικά μετά τη Μαρφίν (και όσες διεργασίες εντός του αντιεξουσιαστικού χώρου την ακολούθησαν), το  μείζον «πρόβλημα» του κινήματος δεν είναι το «μαύρο μπλοκ», αλλά το κατ’ εντολήν αχαλίνωτο χακί. Το μέτωπο της περιφρούρησης του ΚΚΕ προς τη διαδήλωση, και όχι προς την αστυνομία, πήρε δυστυχώς υπ’ όψιν μια εντελώς διαφορετική ιεράρχηση.

Ads

Το κόμμα ξέρει (;)

Τι ήξερε το ΚΚΕ που δεν το γνώριζαν οι υπόλοιποι; Τίποτα, είναι η απάντηση. Οι πληροφορίες περί «προβοκάτσιας» που επικαλείται το ίδιο προέρχονταν, σύμφωνα με την Αλέκα Παπαρήγα, από το Ίντερνετ – το παρακράτος, με άλλα λόγια, όχι μόνο είχε προαναγγείλει τις δραστηριότητές του, αλλά το είχε κάνει και διαδικτυακώς, εφαρμόζοντας μάλλον μια δική του εκδοχή του Open Gov. Συμπέρασμα: το ΚΚΕ οργανώθηκε με βάση φήμες για προβοκάτσια, φήμες που δεν χρειάζονταν απόδειξη, φήμες που κυκλοφορούσαν χύμα στο Διαδίκτυο και τελικά επιβεβαιώθηκαν …«εκ του αποτελέσματος». Δεύτερο συμπέρασμα: εκτός από ηλίθιο, καθώς αυτοπροδίδεται στο Διαδίκτυο, το παρακράτος είναι και παντοδύναμο, αφού «η μόνη δύναμη που θα μπορούσε να αποτρέψει την προβοκάτσια κατά του κινήματος», έπεσε τελικά μέσα…

Η προβοκάτσια άργησε μια μέρα

Αν κάτι από τα αμφιβόλου σοβαρότητας προαναφερθέντα είναι τελικά προς συζήτηση, αυτό δεν είναι τι γνώριζε το ΚΚΕ για τους σκοτεινούς σχεδιασμούς, αλλά αυτό που παραγνώριζε – μια κινηματική εμπειρία δεκαετιών που την Τετάρτη, τη μέρα της «λαοθάλασσας», επιβεβαιωνόταν περίτρανα: καμία διαδήλωση, όσο «ζωηρή» κι αν είναι αυτή (και η διαδήλωση της Τετάρτης ήταν εξόχως ζωηρή…), δεν χρειάζεται να περιφρουρηθεί από καμία «προβοκάτσια» εκ των έσω, παρά μόνο αν το «ορατό» κράτος -η αστυνομία- έχει εντολές να λειτουργήσει αυτό ως προβοκάτορας, οξύνοντας και διαχέοντας την καταστολή. Την Τετάρτη η αστυνομία δεν είχε τέτοιες εντολές. Την Τετάρτη, λοιπόν, δεν εκτυλίχθηκε καμιά προβοκάτσια και την Τετάρτη δεν έλειψε από κανέναν μας η περιφρούρηση του ΚΚΕ· κάθε συνιστώσα του κινήματος περιφρούρησε η ίδια τις επιλογές της και τα κατάφερε μια χαρά, διαψεύδοντας τις φήμες και τα μπλογκ(ς). Ύστερα ήρθε η Πέμπτη.

Το ΚΚΕ πίστεψε ότι την Πέμπτη το (κατ’ αρχάς αόρατο) παρακράτος θα επιχειρούσε να «χτυπήσει» τη διαδήλωση από τα μέσα – και έπραξε αναλόγως. Πώς; Αναλαμβάνοντας έναν ρόλο που, σε αντίθεση με τα ΜΜΕ και τα αστικά κόμματα, οι άλλες συνιστώσες του κινήματος (δεν αναφέρομαι στο «μπλακ μπλοκ») δεν του αναγνωρίζουν, αδυνατώντας να δουν στο ΚΚΕ μια δύναμη που υπερασπίζεται κάποιο συμφέρον γενικότερο από το δικό του. Αυτό είναι το καλύτερο σενάριο. Το χειρότερο είναι ότι, επικαλούμενο ως προφανή έναν ανεπαρκώς στοιχειοθετούμενο κίνδυνο («μα ήταν δυνατό το παρακράτος να μην έχει σχεδιασμό»;) για να νομιμοποιήσει –εντός και εκτός– μια ορισμένη επιλογή, το ΚΚΕ έστηνε στο Σύνταγμα ένα «ατσάλινο τείχος» απέναντι στα υπόλοιπα μπλοκ, με στόχο την επιβεβαίωση της δικής του συνοχής και οργανωτικής υπεροχής. Κι αυτά, ενώ μια τόσο αναβαθμισμένη παρουσία δεν την επιχείρησε τελευταία ούτε απέναντι στο «ορατό» κράτος, ούτε απέναντι στο «ορατό» κεφάλαιο – με εξαίρεση τον περσινό αποκλεισμό των λιμανιών. Ήταν τότε που το Συγκρότημα Αλαφούζου ήθελε το ΚΚΕ «στις παρυφές του συνταγματικού τόξου», και τότε ακριβώς που επιβεβαιωνόταν ότι το να σε βρίζει ο αντίπαλος είναι απόδειξη ότι κάνεις το σωστό.

Η δημοκρατία «κινδυνεύει»: χτες από το ΚΚΕ, σήμερα από σκοτεινές δυνάμεις

Σήμερα ο αντίπαλος δηλώνει έκπληκτος για τις καταγγελίες του ΚΚΕ περί παρακρατικών (γίνονται τέτοια; Γίνονται, και μάλιστα συστηματικά σε βάρος αναρχικών στεκιών μετά το 2008…) και απόλυτα πρόθυμος να συνεργαστεί με το ΚΚΕ για να υπερασπιστεί τη δημοκρατία μας· αυτήν που χτες απειλούσε, υποτίθεται, το ΚΚΕ, αυτήν που καθημερινά γελοιοποιεί ο ίδιος συγκυβερνώντας με την ακροδεξιά, την ίδια που τα μεγάλα συγκροτήματα αμφισβητούν όλο και πιο απροσχημάτιστα…

***
 
Ζούμε μέρες που η αυτοεπιβεβαίωση –οιασδήποτε προέλευσης και απόχρωσης– δεν έχει τίποτα το επαναστατικό. Από αυτή την άποψη, στοιχειωδώς χρήσιμο είναι αυτό που αγωνιά (και πράττει) για τα «γενικά συμφέροντα»· η στάση εκείνη, δηλαδή, που  υπερασπίζεται το μείζον αγαθό, ιεραρχεί τις αντιπαλότητες και ανοίγει τις κλειστές ταυτότητες, επιχειρεί συνθέσεις και αμβλύνει πολιτικούς εγωκεντρισμούς, συμβάλλοντας στο να αποτραπεί τελικά το σαρκοβόρο «όλοι εναντίον όλων». 

Αν ισχύουν τα παραπάνω, είναι νομίζω κατεπείγουσα μια αλλαγή παραδείγματος που αφορά εξίσου την αριστερά και τον αντιεξουσιαστικό χώρο: η μετάβαση από τη φιγούρα του στρατιώτη (αυτήν που υπερασπίζεται αποκλειστικά το επιμέρους και που διέπρεψε τις προάλλες στο Σύνταγμα, όπως διαπρέπει κάθε χρόνο στα τριήμερα του Πολυτεχνείου ή παλιότερα στο Χημείο), στη φιγούρα του συντρόφου(εκείνου που αγωνιά για το κοινό και νιώθει ηττημένος με κάθε ήττα καθενός από τα επιμέρους). Το δυναμικό γι’ αυτή τη μετάβαση υπάρχει, νομίζω, ήδη: είναι οι αριστεριστές και οι αναρχικοί που αποχαιρέτισαν ως δικό τους το Δημήτρη Κοτσαρίδη, όπως οι κνίτες και οι κνίτισσες που το 2001 έβέπαν ως απώλεια της αποδώ πλευράς τη δολοφονία του Τζουλιάνι. Ας ελπίσουμε ότι αυτό το δυναμικό όχι μόνο υπάρχει και διευρύνεται, αλλά και ότι σήμερα, στην εποχή των τεράτων, δεν θα μολυνθεί από το αρρωστημένο κλίμα υπαρξιακής εχθρότητας που καλλιεργούν «πολέμαρχοι» ένθεν κακείθεν, επιβεβαιώνοντας την παραδοχή ότι η κρατική εξουσία δεν αναπαράγεται αποκλειστικά απαγορεύοντας ή στερώντας – μπορεί και να ενισχύεται από συμπεριφορές «φυσικές» ή φυσικοποιημένες, όπως ο μιλιταρισμός «αναρχικής» ή «κομμουνιστικής» κοπής.

Red Notebook