Η μοναξιά του εργαζόμενου εκτός Ελλάδας, μακριά από οικογένεια, συγγενείς και φίλους, διευκολύνει το σκέπτεσθαι. Οι καθημερινές εμπειρίες, που υποχρεώνουν σε αναπόφευκτες προσαρμογές, τα συμβάντα, που εμφανίζονται κατά τις επαφές και συνεργασίες με τους ντόπιους, η σιγή στον χώρο διαμονής, είναι παράγοντες μιας διαρκούς επανάληψης ερωτημάτων. Δεν αποφεύγεις την αξιολόγηση της δραστηριότητάς σου, τον συσχετισμό με τις προσδοκίες και προοπτικές σου, τον έλεγχο των δυνάμεών σου και των αποτελεσμάτων τους.
 

Ads

Πάνε πολλά χρόνια από τότε που άρχισα να ασχολούμαι με ζητήματα του Πολιτισμού, είτε αυτά έχουν σχέση με εθνικές στρατηγικές, με αξιοποίηση αρχαιολογικών χώρων, με διάσωση μνημείων, με ανάπτυξη ειδικευμένου δυναμικού, με αναδιάρθρωση πολιτιστικών υπηρεσιών. Είχα έτσι την τύχη να εργαστώ σε χώρες της Ευρώπης, της Ασίας, της Αφρικής, σε έργα χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ, την Παγκόσμια Τράπεζα, τον ΟΟΣΑ. Τελευταίο «πόστο» μου το Κόσοβο: έχω την ευθύνη για «τη δημιουργία και λειτουργία του Πρώτου Περιφερειακού Κέντρου Πολιτιστικής Κληρονομιάς των Βαλκανίων», πιλοτικό έργο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

 

Σε όλους τους τόπους εργασίας μου, σε συνθήκες πρωτόγνωρες και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακραίες, δεν έπαψα να έχω στις αποσκευές μου πρόχειρα κείμενά μου, που με καλούσαν να τα επεξεργαστώ, να τα βελτιώσω, να τα επεκτείνω, αλλά και να τα ξεχάσω. Δεν έπαψα να διαβάζω και να γράφω σε αεροδρόμια, τραίνα, αίθουσες αναμονής υπουργείων. Ομολογώ πως δεν έπαψα να διακόπτω την εργασία μου για να γράψω κάτι, να βάλω ένα πρόχειρο σημείωμα στην τσέπη μου, να υπόσχομαι στον εαυτό μου πως δεν θα ξεχνούσα μια ιδέα, βέβαιος ωστόσο πως δεν θα κρατούσα αυτή την υπόσχεση, καθώς οι απαιτήσεις της εργασίας άλλαζαν τις σκέψεις μου.

Ads

 

Πιστεύω πως, με το πέρασμα του χρόνου, εμφανίζεται η ανάγκη λογοδοσίας, ελέγχου των πεπραγμένων, πολύ περισσότερο όταν έχεις υποχρεώσει τον εαυτό σου να θεωρεί πως δημιουργεί και όταν έχεις τοποθετήσει ψηλά –αυθαιρέτως, αλλά και εξ ανάγκης- τον πήχυ της ποιότητας του έργου σου.

 

Σαν να έφτασε λοιπόν η ώρα τέτοιας λογοδοσίας, σε ένα Moleskine, που δεν έπαψα να έχω στην τσέπη μου, έγραψα την «αυτο-συνέντευξή» μου. Θέλω να πω πως ο «έξω» εαυτός μου, αυτός που είμαι εντός του χρόνου μου, υποβάλει ερωτήσεις στον «μέσα» εαυτό μου, σε εκείνον τον «άλλο», που ζει στον δικό του χρόνο, τον χρόνο της συγγραφής. Αν και έχω συνηθίσει να γράφω τα κείμενά μου στον υπολογιστή, η «αυτο-συνέντευξή» μου είναι ένα βιαστικό χειρόγραφο, που είδε το φως σε λίγες μέρες και που δεν θέλω να ξαναδιαβάσω.

 

Δεν νομίζω πως ένα τέτοιο κείμενο έχει πιθανότητα δημοσίευσης: δεν περιέχει κάτι «ενδιαφέρον», ούτε οι αναγνώστες μου είναι τόσοι, που ο «έξω» και ο «μέσα» εαυτός μου να τους προσφέρουν κάτι περισσότερο από αυτό που ξέρουν.

 

Τηρουμένων των αναλογιών και δίχως περιθώρια σύγκρισης, σκέφτομαι τον Κάφκα (τεχνοκράτης ασφαλειών ήταν, τεχνοκράτης Πολιτισμού- τολμώ να πω πως είμαι) που έγραψε το «Γράμμα στον Πατέρα» και λέω πως έγραψα το «Γράμμα του Φίλιππου στον Φίλιππο».

Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής*
 

Πριστίνα, Κόσοβο, 6. 10. 2011.

* O Φίλιππος Δρακονταειδής είναι πεζογράφος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής. Εργάζεται ως εμπειρογνώμονας της ΕΕ σε θέματα Πολιτισμού. Η τελευταία αποστολή του είναι στο Κόσοβο