Την απόφαση για παραπομπή ή μη του πρώην υπουργού Άμυνας Άκη Τσοχατζόπουλου για την υπόθεση των υποβρυχίων αναμένεται να λάβει σήμερα η Ολομέλεια της Βουλής, έπειτα από συζήτηση και μυστική ψηφοφορία. Στις τοποθετήσεις τους, οι εκπρόσωποι των κομμάτων της αντιπολίτευσης τάχθηκαν υπέρ της άσκησης δίωξης κατά του Άκη Τσοχατζόπουλου, κατηγορώντας παράλληλα την πλειοψηφία για χειρισμούς που συρρίκνωσαν την έκταση της έρευνας που προδιέγραψε το σχετικό εισαγγελικό αίτημα και περιόρισαν τον κατηγορητήριο στον πρώην υπουργό. Σημειώνεται επίσης πως το Λα.Ο.Σ., δήλωσε πως διαφωνεί με την άσκηση δίωξης εκ μέρους της Βουλής, προκρίνοντας την παραπομπή του κ. Τσοχατζόπουλου στην τακτική Δικαιοσύνη.

Ads


Τσοχατζόπουλος: «Δεν με παραπέμπει το κόμμα μου»

Αθώος δήλωσε κατά την ομιλία του στην Ολομέλεια της Βουλής, ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Ακης Τσοχατζόπουλος, χαρακτηρίζοντας το πόρισμα της Προανακριτικής Επιτροπής «πολυσέλιδο μυθιστόρημα» και «μνημείο πλαστογράφησης». Παράλληλα εξαπέλυσε δριμεία επίθεση στη σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, ενώ επέρριψε για άλλη μια φορά ευθύνες στο ΚΥΣΕΑ, υποστηρίζοντας ότι χωρίς την ομόφωνη απόφαση του δεν μπορούσε να προχωρήσει τίποτα.

«Δεν νιώθω ούτε οργή, ούτε λύπη. Είμαι ήσυχος με τη συνείδησή μου. Γιατί δεν με παραπέμπει το κόμμα μου. Αυτό δεν είναι το κόμμα μου, δεν είναι το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ δεν θα μπορούσε ποτέ να καταστεί συνώνυμο του μαρτυρίου του ελληνικού λαού» υποστήριξε ο πρώην υπουργός, τονίζοντας ότι ο ίδιος είναι και θα παραμείνει ΠΑΣΟΚ. Υποστήριξε δε, ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ότι δωροδοκήθηκε ούτε για την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων.

Ads

Ο πρώην υπουργός κατηγόρησε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ ότι τα έχουν κάνει «πλακάκια» εναντίον του. Ενώ διαμαρτυρήθηκε και για το γεγονός ότι, «τα πρακτικά της προνακριτικής δεν ήρθαν ποτέ, το πόρισμα βγήκε, αλλά δεν είδα ποτέ τις καταθέσεις τους γιατί φοβήθηκαν την αλήθεια, κάλεσαν μόνο έναν και μοναδικό αξιωματικό να καταθέσει».

«Όσοι υπουργοί ήταν μέλη της τότε κυβέρνησης 1998-2004, πρέπει να μιλήσουν σήμερα στην Ολομέλεια και να πουν τη γνώμη τους για την 24/7/1998, ημερομηνία που το ΚΥΣΕΑ αποφάσισε», υπογράμμισε ο Α. Τσοχατζόπουλος κατονομάζοντας τους υπουργούς Θ. Πάγκαλο, Β. Παπανδρέου, Δ. Ρέππα, Ευ. Βενιζέλο, Μ. Χρυσοχοΐδη, Γ. Μαγκριώτη αλλά και τον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου.


Άσκηση ποινικής δίωξης για παθητική δωροδοκία και φυσική αυτουργία σε ξέπλυμα μαύρου χρήματος

Στο πόρισμα της προκαταρκτικής επιτροπής, που συνυπογράφεται από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, ζητείται η άσκηση ποινικής δίκης για παθητική δωροδοκία και για φυσική αυτουργία σε παράβαση του νόμου για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.

Ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Άγγελος Μανωλάκης τάχθηκε υπέρ της παραπομπής του πρώην υπουργού Άμυνας, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι η καταγραφή των ενδείξεων που προέκυψαν στην Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή, η οποία διενέργησε την προκαταρκτική εξέταση δεν αφήνουν καμία αμφιβολία και θεμελιώνουν την πρόταση για την άσκηση ποινικής δίωξης για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα. Ακόμα, ο κ Μανωλάκης τόνισε ότι η Επιτροπή θεωρεί «πως δεν αρκεί μόνο η πρόταση για άσκηση δίωξης του πρώην υπουργού, αλλά επιβάλλεται να διαβιβαστεί το πόρισμα στην εισαγγελία για να διευκολυνθεί για τον εντοπισμό και την παραδειγματική τιμωρία και των επίορκων υπαλλήλων».

«Η Φέροσταλ» οργάνωσε ένα εκτεταμένο δίκτυο με υπαλλήλους του ελληνικού δημοσίου προκειμένου να της ανατεθεί το έργο, ενώ 80 εκατ. ευρώ δόθηκαν για δωροδοκίες στην Ελλάδα χωρίς να έχουν εντοπιστεί οι αποδέκτες τους, τους οποίους θα πρέπει να εντοπίσουν οι διωκτικές αρχές», ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο κ. Μανωλάκης. Τέλος, επεσήμανε ότι το ελληνικό δημόσιο πρέπει να ασκήσει κάθε ένδικο μέσο σε Γερμανία και Ελλάδα για τη διεκδίκηση αποζημίωσης και να ζητήσει και την ποινική καταδίκη των ενόχων.

Ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης αναφέρθηκε στην πολιτική διαδρομή του Άκη Τσοχατζόπουλου ως ηγετικού στελέχους του ΠΑΣΟΚ και αντέκρουσε τα επιχειρήματα που έχουν διατυπωθεί περί παραγραφής της υπόθεσης, ή περί συνταγματικής ασυλίας του, σημειώνοντας πως ο κ. Τσοχατζόπουλος προέβη σε αδικήματα που έγιναν «επ’ ευκαιρία των καθηκόντων του, αλλά όχι κατά την άσκηση των καθηκόντων του». Πλέον τούτων, ο εισηγητής της ΝΔ διαπίστωσε ολιγωρία του ΣΔΟΕ στο άνοιγμα των λογαριασμών του πρώην υπουργού και προσκόμματα της Εισαγγελίας στη λειτουργία της Επιτροπής (με ανωμοτί κλήση όλων των μαρτύρων, δίνοντάς τους άλλοθι άρνησης κατάθεσης ενώπιον της Προκαταρκτικής Επιτροπής της Βουλής). Χαρακτήρισε δε, «ντροπή για την Επιτροπή», να μην διαθέτει τα πρακτικά του ΚΥΣΕΑ, παρότι το ζήτησε δέκα φορές.

«Ο κ. Τσοχατζόπουλος οδήγησε τα πράγματα ώστε μόνος προμηθευτής να είναι το γερμανικό ναυπηγείο. Απεκρύβησαν και δεν ελέγχθησαν άλλες προσφορές από άλλες χώρες και εταιρείες (με κυρίαρχη την αγγλική πρόταση, με άμεσα παραδοτέα υποβρύχια). Έχουμε έναν πρώην υπουργό με τεράστια περιουσία, μέσα από μία διαδρομή παρένθετων προσώπων: ο ξάδελφός του, η λογίστριά του, ο φίλος από την Αμερική. Και ως δια μαγείας εμπλέκεται στην υπόθεση η Μονή Βατοπεδίου, που αγοράζει τα οικόπεδα που είχαν ξεπλύνει ο κ. Τσοχατζόπουλος και η συντροφιά του…» ανέφερε ο κ. Βαρβιτσιώτης και κατέληξε: «Η ομόφωνη απόφαση της Βουλής, την οποία ελπίζω ότι θα έχουμε, με ψήφο υπέρ της παραπομπής, θα αποδείξει πως το πολιτικό σύστημα σ’ αυτήν τη χώρα δεν έχει πεθάνει, και πως όταν θέλει να βγάλει την κομματική προμετωπίδα, μπορεί να φέρει αποτέλεσμα. Και ως πρώτο βήμα, είναι απαραίτητη η υπερψήφιση για περαιτέρω έρευνα.

Ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ Αντώνης Σκυλλάκος εστίασε στην αποφυγή της διερεύνησης του αδικήματος της απιστίας εκ μέρους του Άκη Τσοχατζόπουλου, καταλογίζοντας ευθύνες «για ευνόητους λόγους» και στα δύο μεγαλύτερα κόμματα γιατί «το μεγάλο πρόβλημα είναι και το τι έκαναν οι επόμενοι υπουργοί – και με την εφαρμογή των συμβάσεων και με τα αντισταθμιστικά».

Επίσης, ο βουλευτής του ΚΚΕ παρατήρησε πως επιδείχθηκε βιασύνη εκ μέρους της πλειοψηφίας, να τελειώσει η υπόθεση σε τέσσερις εβδομάδες. «Γιατί δεν μας δόθηκε το περιθώριο άνεσης; Γιατί αν υπήρχε βιασύνη, θα έπρεπε να έρθει αμέσως στη Βουλή το θέμα. Δεν μας εμπόδιζε κανένας. Πέρασαν 25 μέρες από τότε που κατατέθηκε το πόρισμα και έρχεται σήμερα, αμέσως μετά τις συγκεντρώσεις και την μεγάλη πολιτική αντιπαράθεση. Δεν προσφεύγει η κυβέρνηση σε επικοινωνιακά κόλπα, για να ασχοληθούμε με σοβαρά μεν, αλλά δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα;», αναρωτήθηκε ο κ. Σκυλλάκος.

Επί της ουσίας της υπόθεσης, ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ έκρινε πως το να δοθούν τα ναυπηγεία στους Γερμανούς ήταν «προαποφασισμένο και μεθοδευμένο»: «Υπήρχαν οι Εγγλέζοι, οι Σουηδοί με έτοιμα υποβρύχια στο μισό κόστος, που θα αντικαθιστούσαν σταδιακά με καινούργια. Οι Γερμανοί, από υποκατασκευαστές εμφανίστηκαν ως κύριοι ανάδοχοι, απέφυγαν τον διαγωνισμό υπό το σχήμα της διακρατικής σύμβασης, κι έτσι αποφάσισε το ΚΥΣΕΑ να προχωρήσει με τα ναυπηγεία που σε δύο χρόνια έγιναν γερμανικά. Δεν αξιοποιήθηκαν ρήτρες και καταγγελίες, που προκύπτουν από την σύμβαση που ήταν απαράδεκτη εξ αρχής. Η γερμανική Δικαιοσύνη μιλά για μίζες 80 εκατ. ευρώ, αλλά το ΣΔΟΕ ανεβάζει το νούμερο (μαζί με τα αντισταθμιστικά οφέλη) στα 200-250 εκατ. ευρώ. Αυτό δεν το έψαξε η Επιτροπή: το άφησε για την Επιτροπή Εξοπλισμών» ανέφερε ο κ. Σκυλλάκος.

Από πλευράς του Λα.Ο.Σ., ο Θανάσης Πλεύρης διευκρίνισε πως το κόμμα του δεν πρόκειται να συμμετάσχει στη συνέχεια της συνεδρίασης, παραμένοντας στην αρχική του απόφαση αποχώρησης και από τις εργασίες της Επιτροπής. Με βάση το κατατεθειμένο υλικό, ωστόσο, ο κ. Πλεύρης επεσήμανε πως δεν εξετάστηκε η πρόταση του εισαγγελέα όπως ήρθε και που αφορούσε τον Άκη Τσοχατζόπουλο, τα λοιπά μέλη του ΚΥΣΕΑ και τους επόμενους υπουργούς και υφυπουργούς. «Κοινό επιχείρημα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, ήταν πως συμφωνήσαμε να κάνουμε μια άλλη Επιτροπή που θα εξετάσει τις άλλες υποθέσεις. Η Επιτροπή αυτή δεν έχει συνεδριάσει – και στα τέλη Σεπτεμβρίου θα έχουμε εξάλειψη του αξιοποίνου. Γιατί οι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, δεν προχωρήσατε παράλληλα αυτήν την Επιτροπή; Φταίμε εμείς που σας καταγγέλλουμε για συγκάλυψη; Και μάλιστα όταν τα έχει ζητήσει η Εισαγγελία;» αναρωτήθηκε ο βουλευτής του ΛΑΟΣ.

Ο Θ. Πλεύρης επικαλέστηκε την νομολογία με την οποία εξετάζεται η υπόθεση, για να υποστηρίξει πως το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, όπως και αυτό της παθητικής δωροδοκίας, δεν έχει σχέση με τα καθήκοντα του υπουργού – και ως εκ τούτου, η Βουλή στερείται αρμοδιότητας να ασκήσει δίωξη. «Όταν έρχεται το πόρισμα και λέει πως η παθητική δωροδοκία δεν έχει να κάνει με τα καθήκοντα του υπουργού, αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει ειδικό δικαστήριο, αλλά κοινά ποινικά δικαστήρια. Εμμέσως, αναγνωρίζεται πως η Βουλή δεν έχει αρμοδιότητα».

Από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, ο Θοδωρής Δρίτσας συμφώνησε με τους υπόλοιπους εισηγητές της ελάσσονος αντιπολίτευσης πως «η πρόταση και το πόρισμα χωλαίνει, κυρίως από τον τρόπο με τον οποίο την διαχειρίστηκε κυρίως η κυβερνητική πλειοψηφία, με την ανοχή και συνηγορία της Νέας Δημοκρατίας».

Ο κ. Δρίτσας διαπίστωσε πως στο πόρισμα «κατά παράβαση της εισαγγελικής παραγγελίας δεν ελέγχονται συνολικές ευθύνες» και σημείωσε: «Η μεγαλύτερη αδικία που μπορεί να συμβεί στις αποφάσεις μιας συντεταγμένης Πολιτείας, που έχει ως επίκεντρο το χρέος, είναι ότι η Βουλή στη μεγάλη της πλειοψηφία αρνείται να ασκήσει διαδικασίες συστηματικού ελέγχου για το πώς δημιουργήθηκε το χρέος, να διευρύνει τον έλεγχο για την σύναψη των συμβάσεων και παρ’ όλα αυτά ψηφίζει το μεσοπρόθεσμο και ουσιαστικά καταστρέφει την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Είναι μεγάλη ελπίδα ότι η κάτω Βουλή επανασυγκροτήθηκε χθες το βράδυ και οι παρευρισκόμενοι προσφωνούν ο ένας τον άλλον “αδέλφια”».

Τέλος, ο κ. Δρίτσας αναφέρθηκε στην πολιτική Σρέντερ να καταστήσει το Κίελο κέντρο της ευρωπαϊκής ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας. «Αυτό δεν έγινε δεκτό και άρχισε να καταρρέει το σχέδιο της κοινής ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας στην Ευρώπη. Οι Γερμανοί όμως είχαν κάνει τους υπολογισμούς τους. Και μέσα από την διαδικασία αυτή γεννήθηκε η σύμβαση των υποβρυχίων. Η ιδιωτικοποίηση και η σύμβαση των υποβρυχίων, είναι δύο αλληλέγγυες και αξεχώριστες διαδικασίες. Και μίζες δόθηκαν: από μία ομάδα που λειτουργούσε για τα γαλλικά συμφέροντα και πέρασαν μετά στην υπηρεσία των Γερμανών ως σύμβουλοι».

Ο ανεξάρτητος βουλευτής και μέλος της Δημοκρατικής Συμμαχίας Χρήστος Μαρκογιαννάκης έκρινε πως «η ποινική δίωξη κινήθηκε από αναρμόδιο και σύντομα θα χλευάζουν τη Βουλή όχι μόνον οι δικαστές, αλλά κι εκείνοι που θα τα μάθουν. Και δικαίως διαμαρτύρονται οι απ’ έξω, καθώς αυτά που κάνουμε είναι φύλο συκής». «Θα ψηφίσω υπέρ της παραπομπής, μονάχα για ένα λόγο: επειδή ξέρω πώς θα ερμηνευτεί μια αρνητική μου ψήφος από τους κακόβουλους. Αυτοαναιρούμαι φοβούμενος τον λαϊκισμό» ανέφερε ο βουλευτής.

Όντας ένας από τους εγκαλούμενους για την υπόθεση Ζίμενς, ο κ. Μαρκογιαννάκης υπενθύμισε ότι εκκρεμεί η συζήτηση του πορίσματος και τόνισε πως «η υπόθεση έχει στοιχειώσει. Επειδή ξέρετε ότι δεν βγαίνει τίποτα, είστε σε αδιέξοδο. Φοβούμαι πως όταν πλησιάσει η ώρα των εκλογών θα μας στείλετε σε ένα δικαστήριο υποδίκους για κάτι που ξέρετε πως δεν έχει συμβεί».