Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1929 και δολοφονήθηκε, σαν σήμερα, στις 4 Απριλίου 1968, στο πανοδοχείο Lorraine της πόλης Μέμφις (Τενεσί, ΗΠΑ). Ήταν μόλις 39 ετών.

Ads

Παρότι ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ μνημονεύεται κυρίως για τον ηγετικό του ρόλο στον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, υπερασπίστηκε επίσης με πάθος ζητήματα οικονομικής δικαιοσύνης στην κοινωνία ενώ υπήρξε ένας από τους πιο δυναμικούς επικριτές της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, στο Βιετνάμ και αλλού: «Πιστεύουμε ότι ο πνεύμα του πατριωτισμού επιβάλλει τον τερματισμό του πολέμου και την κήρυξη ενός νέου, αναίμακτου αυτή τη φορά, πολέμου προς την έσχατη νίκη απέναντι στο ρατσισμό και στη φτώχεια».

Δύο από τις σημαντικότερες ομιλίες του Κιγνκ προβάλλονται με αφορμή τη συμπλήρωση 43 ετών από τη δολοφονία του. Παρότι λιγότερο γνωστές από την ομιλία του «Έχω ένα όνειρο» (I have a dream) στην Ουάσιγκτον, οι ομιλίες «Πέρα από το Βιετνάμ» (Beyond Vietnam) και «Ανέβηκα στην κορυφή του Όρους» (I Have Been to the Mountain Top) που δόθηκαν στις 4 Απριλίου 1967 και στις 3 Απριλίου 1968 αντίστοιχα -τη νύχτα πριν τη δολοφονία του με μια σφαίρα στο κεφάλι- παραμένουν στοχαστικές και παράξενα επίκαιρες…

Πηγή: democracynow.org

Ads

Η μετάφραση έγινε από τη Ζωή Σιάπαντα για το μεταφραστικό project του Tvxs.

Απομαγνητοφώνηση:


Η σημερινή μέρα είναι αφιερωμένη στον Δρα Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Γεννήθηκε στις 15.1.1929 και δολοφονήθηκε στις 4.4.1968 στο μοτέλ Λορέιν, στο Μέμφις της πολιτείας Τενεσί. Ήταν μόνο 39 ετών. Σαράντα χρόνια μετά τη δολοφονία, ο Μπαράκ Ομπάμα ορκίστηκε ως ο 44ος πρόεδρος των ΗΠΑ και ο πρώτος Αφροαμερικανός που κατέλαβε αυτό το αξίωμα.

Αυτό είναι το νόημα της ελευθερίας και των πεποιθήσεών μας. Γι’ αυτό άντρες, γυναίκες και παιδιά κάθε φυλής και θρησκείας μπορούν να γιορτάζουν μαζί σ’ αυτό τον ωραίο χώρο και γι’ αυτό κάποιος, του οποίου τον πατέρα εξήντα χρόνια πριν θα αρνούνταν να τον σερβίρουν μπορεί να στέκει τώρα εδώ και να δίνει έναν ιερότατο όρκο.

Ο Ομπάμα χρίστηκε υποψήφιος του Δημοκρατικού Κόμματος 44 χρόνια μετά την παρακάτω περίφημη ομιλία του Μ. Λούθερ Κινγκ.

Ονειρεύομαι ότι μια μέρα αυτό το έθνος θα ορθώσει ανάστημα και θα εφαρμόσει στην πράξη το νόημα της παρακάτω αρχής του: «Θεωρούμε αυταπόδεικτη την αλήθεια ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι». Ονειρεύομαι ότι μια μέρα, στους κόκκινους λόφους της Τζόρτζια οι γιοι πρώην σκλάβων και οι γιοι πρώην αφεντάδων θα κάτσουν μαζί στο τραπέζι της αδερφοσύνης. Αυτά ονειρεύομαι!

Ο Δρ. Κινγκ είναι γνωστός από τους αγώνες για τα πολιτικά δικαιώματα. Όμως ήταν επίσης ταγμένος υπέρ των φτωχών, και οργάνωσε την «Εκστρατεία των Φτωχών», για θέματα οικονομικής δικαιοσύνης. Έκρινε αυστηρά την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και τον πόλεμο του Βιετνάμ. Στην ομιλία του «Πέρα απ’ το Βιετνάμ», που εκφώνησε στην εκκλησία Ριβερσάιντ της Ν. Υόρκης, στις 4 Απριλίου 1967 ακριβώς έναν χρόνο πριν δολοφονηθεί ο Δρ. Κινγκ αποκάλεσε τις ΗΠΑ «τον μεγαλύτερο προαγωγό βίας στον κόσμο». Το περιοδικό TIME αποκάλεσε την ομιλία «δημαγωγική συκοφαντία» «που ηχεί σαν εκπομπή του Ράδιο Ανόι». Η Washington Post έγραψε ότι «ο Κινγκ ακύρωσε τη χρησιμότητά του» «για τον αγώνα του, τη χώρα του, τον λαό του». Αποφασίστε μόνοι σας, βλέποντας απόσπασμα της ομιλίας για το Βιετνάμ.

Από το 1954 κι έπειτα, οι Βιετναμέζοι μας έβλεπαν να συνωμοτούμε με τον Ντίεμ για να μη γίνουν εκλογές, όπου θα κέρδιζε ο Χο Τσι Μινχ και θα ένωνε το Βιετνάμ. Και κατάλαβαν ότι ξαναπροδόθηκαν. Όταν αναρωτιόμαστε γιατί αρνούνται να διαπραγματευτούν αυτά πρέπει να τα θυμόμαστε. Επίσης, οι ηγέτες του Ανόι θεωρούσαν την παρουσία Αμερικανών στρατιωτών προς υποστήριξη του Ντίεμ παραβίαση της Συνθήκης της Γενεύης, όσον αφορά τα ξένα στρατεύματα. Και μας θυμίζουν ότι δεν άρχισε το Βιετνάμ να στέλνει στρατιωτική ενίσχυση και προμήθειες στον Νότο παρά μόνο αφού οι ΗΠΑ είχαν στείλει δεκάδες χιλιάδες άνδρες. Το Ανόι θυμάται ότι οι ηγέτες μας μας έλεγαν ψέματα για τις παλιότερες ειρηνευτικές προσπάθειες του Β. Βιετνάμ. Ο Πρόεδρος έλεγε ότι δεν έγιναν, ενώ είχαν γίνει ξεκάθαρα. Ο Χο Τσι Μινχ βλέπει τις ΗΠΑ να μιλάνε για ειρήνη αυξάνοντας τη δύναμή τους και ασφαλώς έχει πια ακούσει τις ευρέως διαδεδομένες φήμες ότι οι ΗΠΑ σχεδιάζουν εισβολή στο Β. Βιετνάμ. Ξέρει ότι οι βομβαρδισμοί και οι ναρκοθετήσεις που κάνουμε είναι προπαρασκευή εισβολής. Ίσως το μόνο που τον σώζει είναι η αίσθηση του μαύρου χιούμορ όταν ακούει το πιο ισχυρό έθνος να παραπονιέται για επιθετικότητα, ενώ ρίχνει χιλιάδες βόμβες σε μια φτωχή και αδύναμη χώρα στην άλλη άκρη του πλανήτη.

Εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι ενώ προσπαθώ να βοηθήσω να ακουστούν οι Βιετναμέζοι και να κατανοήσω τα επιχειρήματα του αποκαλούμενου «εχθρού» ανησυχώ πολύ και για τους άνδρες μας εκεί διότι νομίζω ότι στο Βιετνάμ δεν τους υποβάλλουμε απλά στις κτηνώδεις διαδικασίες του πολέμου όπου οι αντίπαλοι στρατοί προσπαθούν να επιφέρουν καταστροφή. Στη θανάσιμη αυτή διαδικασία προσθέτουμε και κυνισμό διότι, όταν περάσει λίγος καιρός, καταλαβαίνουν ότι δεν ισχύει καμία από τις υποτιθέμενες αιτίες αυτού του πολέμου. Σύντομα αντιλαμβάνονται ότι η κυβέρνηση τους έστειλε σε έναν βιετναμέζικο εμφύλιο. Οι πιο έξυπνοι ασφαλώς καταλαβαίνουν ότι εμείς, που είμαστε με τους πλούσιους και τους ασφαλείς δημιουργούμε μια κόλαση για τους φτωχούς. Αυτή η παραφροσύνη πρέπει να πάψει. Πρέπει να σταματήσουμε τώρα.

Μιλώ ως παιδί του Θεού και ως αδελφός των φτωχών του Βιετνάμ. Μιλώ για λογαριασμό εκείνων που καταστρέφεται η γη τους που καταστρέφονται τα σπίτια τους και ανατρέπεται ο πολιτισμός τους. Μιλώ για τους φτωχούς της Αμερικής, που πληρώνουν διπλό τίμημα: τσακισμένες ελπίδες στην πατρίδα, θάνατος και διαφθορά στο Βιετνάμ. Μιλώ ως πολίτης του κόσμου για λογαριασμό του κόσμου που στέκει άναυδος μπροστά στον δρόμο που πήραμε. Μιλώ ως κάποιος που αγαπά τις ΗΠΑ στους ηγέτες του έθνους μας. Εμείς ξεκινήσαμε τον πόλεμο. Ας τον σταματήσουμε, λοιπόν, πάλι εμείς. Αυτό είναι το μήνυμα των μεγάλων βουδιστών ηγετών του Βιετνάμ.

Πρόσφατα, ένας τους έγραψε τα εξής: «Κάθε μέρα του πολέμου, το μίσος αυξάνει στην καρδιά των Βιετναμέζων» «και στην καρδιά όσων διαθέτουν ανθρωπιστικά ένστικτα.» «Οι Αμερικανοί αναγκάζουν και τους φίλους τους να γίνουν εχθροί τους.» «Είναι παράξενο ότι οι Αμερικανοί» «που τόσο προσεκτικά υπολογίζουν τις πιθανότητες στρατιωτικής νίκης» «δεν αντιλαμβάνονται ότι βαδίζουν προς ψυχολογική και πολιτική ήττα.» «Η εικόνα των ΗΠΑ δεν θα ξαναγίνει ποτέ» «εικόνα επανάστασης, ελευθερίας και δημοκρατίας» «μα εικόνα βίας και μιλιταρισμού». Δεν υπάρχει αμφιβολία στον νου μου και στον νου όλου του κόσμου ότι οι προθέσεις μας στο Βιετνάμ μόνο έντιμες δεν είναι. Αν δεν σταματήσουμε αμέσως τον πόλεμο κατά του λαού του Βιετνάμ ο κόσμος αναγκαστικά θα θεωρήσει αυτή τη στάση ένα φριχτό, αδέξιο και θανάσιμο παιχνίδι μας. Ο κόσμος περιμένει πια από τις ΗΠΑ μια ωριμότητα που ίσως να μην μπορέσουμε να επιδείξουμε. Απαιτεί να παραδεχτούμε ότι η περιπέτεια στο Βιετνάμ είναι λάθος κι ότι καταστρέφουμε τη ζωή των Βιετναμέζων.

Στην κατάσταση αυτή, πρέπει να είμαστε σε ετοιμότητα για να αλλάξουμε άρδην την τωρινή μας συμπεριφορά. Για να επανορθώσουμε τις αμαρτίες και τα λάθη μας στο Βιετνάμ πρέπει να πάρουμε πρωτοβουλία να σταματήσουμε αυτό τον πόλεμο και να ορίσουμε ημερομηνία απόσυρσης όλων των στρατευμάτων μας σύμφωνα με τη Συνθήκη της Γενεύης, του 1954. Μια δέσμευσή μας. Μια δέσμευσή μας μπορεί να είναι και η προσφορά ασύλου στους Βιετναμέζους που κινδυνεύουν υπό το νέο καθεστώς στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και το Απελευθερωτικό Μέτωπο. Έπειτα πρέπει να επανορθώσουμε όσο μπορούμε τις ζημιές μας. Πρέπει να παράσχουμε την τόσο αναγκαία ιατρική βοήθεια ακόμα και στη χώρα μας, αν χρειαστεί. Στο μεταξύ, στις εκκλησίες και στις συναγωγές έχουμε μια αποστολή ενώ πιέζουμε την κυβέρνησή μας να εγκαταλείψει το απαράδεκτο εγχείρημα. Πρέπει να υψώσουμε τη φωνή και το ανάστημά μας εάν το έθνος μας επιμείνει στον διεστραμμένο χειρισμό του Βιετνάμ. Πρέπει να ταιριάξουμε τις πράξεις με τα λόγια μας αναζητώντας τούς πιο δημιουργικούς τρόπους διαμαρτυρίας. Είναι ώρα για πραγματικές, όχι ψεύτικες επιλογές. Πρέπει να διακινδυνέψουμε τη ζωή μας ώστε το έθνος μας να επιζήσει από αυτή του την πλάνη. Κάθε ανθρωπιστής χωριστά θα διαλέξει το είδος της διαμαρτυρίας που του ταιριάζει. Μα όλοι πρέπει να διαμαρτυρηθούμε!

Υπάρχει όμως ένας πειρασμός: να σταματήσουμε εκεί και να μπλέξουμε σ’ αυτό που, σε κάποιους κύκλους έχει γίνει δημοφιλής σταυροφορία εναντίον του πολέμου του Βιετνάμ. Εγώ λέω να μπούμε στον αγώνα, μα τώρα θέλω να πω κάτι πιο ανησυχητικό. Ο πόλεμος του Βιετνάμ είναι σύμπτωμα νόσου στο πνεύμα των ΗΠΑ κι αν αγνοήσουμε αυτή την πραγματικότητα— Αν αγνοήσουμε αυτή την πραγματικότητα, θα καταντήσουμε να οργανώνουμε επιτροπές λαϊκών και κληρικών για την επόμενη γενιά. Θα ασχοληθούν με τη Γουατεμάλα, το Περού, την Ταϊλάνδη, την Καμπότζη. Θα ασχοληθούν με τη Μοζαμβίκη και τη Νότιο Αφρική. Θα διαδηλώνουμε ασταμάτητα γι’ αυτές και για άλλες χώρες εκτός αν αλλάξει ριζικά η πολιτική και η ζωή στις ΗΠΑ. Αυτές οι σκέψεις, λοιπόν, μας πάνε πέρα απ’ το Βιετνάμ μα όχι πέρα απ’ την αποστολή μας: είμαστε παιδιά του Ζώντος Θεού.

Το 1957, ένας διορατικός Αμερικανός αξιωματούχος στο εξωτερικό είπε ότι το έθνος μας είναι σε λάθος μεριά μιας παγκόσμιας επανάστασης. Τα τελευταία 10 χρόνια, αναδύθηκε ένα μοτίβο καταπίεσης που δικαιολογεί την παρουσία Αμερικανών στρατιωτικών «συμβούλων» στη Βενεζουέλα. Η ανάγκη να διατηρήσουμε κοινωνική σταθερότητα για τις επενδύσεις μας εξηγεί την αντεπαναστατική δράση των ΗΠΑ στη Γουατεμάλα. Εξηγεί γιατί ελικόπτερα των ΗΠΑ χτυπούν αντάρτες στην Καμπότζη και γιατί οι ναπάλμ μας και τα Πράσινα Μπερέ δρουν εναντίον των ανταρτών στο Περού. Έχοντας όλα αυτά στον νου μας έρχονται να μας στοιχειώσουν τα λόγια του Τζον Κένεντι. Πριν από 5 χρόνια, είχε πει: «Όσοι εμποδίζουν την ειρηνική επανάσταση» «θα καταστήσουν αναπόφευκτη τη βίαιη επανάσταση.» Εσκεμμένα ή τυχαία, αυτόν τον ρόλο ανέλαβε το έθνος μας. Τον ρόλο αυτών που εμποδίζουν την ειρηνική επανάσταση αρνούμενοι να εγκαταλείψουν τα προνόμια και τις απολαύσεις που προκύπτουν από τα τεράστια επενδυτικά τους κέρδη στο εξωτερικό. Είμαι βέβαιος ότι, για να βρεθούμε στη σωστή μεριά πρέπει να κάνουμε ριζική αλλαγή στις εθνικές μας αξίες. Από πραγματοκεντρική κοινωνία, πρέπει να γίνουμε ανθρωποκεντρική.

Όταν οι μηχανές, τα κομπιούτερ, τα κέρδη κι οι τίτλοι ιδιοκτησίας θεωρούνται πιο σημαντικά από τον άνθρωπο το τρίδυμο «ρατσισμός, ακραίος υλισμός και στρατοκρατία» γίνεται ανίκητο. Μια πραγματική επανάσταση αξιών θα μας κάνει να αμφισβητήσουμε κατά πόσον ήταν δίκαιες πολλές παλιές και σύγχρονες πολιτικές μας. Από τη μία, καλούμεθα να παίξουμε τον καλό Σαμαρείτη μα αυτό θα γίνει μόνο στην αρχή. Σύντομα θα δούμε ότι θέλει αναμόρφωση όλη η οδός της Ιεριχούς ώστε κανένας να μην πέφτει θύμα ληστείας και ξυλοδαρμού ενώ ταξιδεύει στον δρόμο της ζωής. Ευσπλαχνία δεν είναι απλώς να δίνεις ψιλά σε έναν ζητιάνο. Είναι να βλέπεις ότι θέλει αλλαγή το σύστημα που παράγει ζητιάνους! Μια πραγματική επανάσταση αξιών σύντομα θα αντικρίζει με δυσαρέσκεια τη μεγάλη αντίθεση φτώχειας και πλούτου νιώθοντας εύλογη αγανάκτηση. Θα βλέπει, πέρα απ’ τις θάλασσες, μεμονωμένους Δυτικούς καπιταλιστές να επενδύουν τεράστια ποσά σε Ασία, Αφρική και Νότια Αμερική και να πλουτίζουν, χωρίς να νοιάζονται για την κοινωνική βελτίωση των χωρών. Και θα λέει: «Δεν είναι δίκαιο!». Θα βλέπει τη συμμαχία μας με τους μεγαλοαστούς της Ν. Αμερικής και θα λέει: «Δεν είναι δίκαιο!» Η υπεροψία των Δυτικών, που νιώθουν ότι έχουν πολλά να διδάξουν μα τίποτα να διδαχτούν, δεν είναι δίκαιη. Μια επανάσταση αξιών θα επέμβει στην παγκόσμια τάξη και θα πει: «Ο πόλεμος δεν αποτελεί δίκαιη διευθέτηση διαφορών». Καίμε ανθρώπους με ναπάλμ, γεμίζουμε τη χώρα χήρες και ορφανά εμποτίζουμε ανθρώπους φύσει καλούς με δηλητηριώδες μίσος ανακαλούμε από αιματηρά και ζοφερά πεδία μάχης στρατιώτες σωματικά ανάπηρους και ψυχικά διαταραγμένους.

Όλα αυτά δεν διορθώνονται με σοφία, δικαιοσύνη και αγάπη. Ένα έθνος που, χρόνο με τον χρόνο δαπανά περισσότερα στους εξοπλισμούς παρά στις κοινωνικές παροχές πλησιάζει στον πνευματικό του θάνατο. Η Αμερική, το πλουσιότερο και ισχυρότερο έθνος του κόσμου μπορεί να ηγηθεί σ’ αυτή την επανάσταση αξιών. Μόνο ο θάνατος θα μας εμπόδιζε να βάλουμε την επιδίωξη της ειρήνης πάνω από την επιδίωξη του πολέμου.

Ήταν ο Δρ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, στις 4.4.1967, στη Νέα Υόρκη όπου εξήγησε την αντίθεσή του στον πόλεμο του Βιετνάμ. Θα επανέλθουμε στην ομιλία του και θα παρουσιάσουμε και μία ακόμα. Σήμερα, ο Δρ. Κινγκ με δικά του λόγια. Επιστρέφουμε σε λίγο.

[…]

Ήταν η Μαχάλια Τζάκσον, στο αγαπημένο τραγούδι του Δρα Κινγκ. Παρακολουθείτε το Democracy Now. Είμαι η Έιμι Γκούντμαν. Επιστρέφουμε στην ομιλία του Δρα Κινγκ «Πέρα απ’ το Βιετνάμ» που εκφωνήθηκε στις 4.4.1967, στην εκκλησία Ριβερσάιντ της Ν. Υόρκης.

Ζούμε σε εποχή επανάστασης. Παντού στον κόσμο οι άνθρωποι εξεγείρονται εναντίον των παλιών συστημάτων εκμετάλλευσης και καταπίεσης κι από τον εύθραυστο κόσμο μας γεννιούνται συστήματα δικαιοσύνης και ισότητας. Οι γυμνοί και ξυπόλητοι απόκληροι εξεγείρονται όσο ποτέ άλλοτε. «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει φως είδεν μέγα». Εμείς οι Δυτικοί πρέπει να στηρίζουμε αυτές τις επαναστάσεις. Δυστυχώς, λόγω της άνεσής τους, της αυταρέσκειας τους της άρρωστης κομμουνιστοφοβίας και της αποδοχής της αδικίας οι δυτικές χώρες που γέννησαν το σύγχρονο επαναστατικό πνεύμα έχουν καταντήσει πρότυπα αντεπαναστατών. Έτσι πολλοί πιστεύουν πως μόνο ο Μαρξισμός παραμένει επαναστατικός. Άρα ο κομμουνισμός καταδεικνύει την αποτυχία να υλοποιήσουμε τη δημοκρατία και να ολοκληρώσουμε τις επαναστάσεις που είχαμε ξεκινήσει. Η μόνη μας ελπίδα πια είναι να ζωντανέψουμε το επαναστατικό πνεύμα και να βγούμε σε έναν ενίοτε εχθρικό κόσμο κηρύσσοντας αιώνια έχθρα σε φτώχεια, ρατσισμό και στρατοκρατία.

Με αυτή τη δέσμευση πολεμάμε το κατεστημένο και τα μη δίκαια ήθη. Έτσι, σύντομα, «πάσα φάραγξ πληρωθήσεται και παν όρος και βουνός ταπεινωθήσεται», «και έσται πάντα τα σκολιά εις ευθείαν και η τραχεία εις οδούς λείας». Σε τελική ανάλυση, μια γνήσια επανάσταση αξιών σημαίνει ότι η πίστη μας από παραταξιακή γίνεται οικουμενική. Όλα τα έθνη πρέπει να αναπτύξουν ισχυρή πίστη στην ανθρωπότητα για να διατηρήσουν τα καλύτερα στοιχεία των κοινωνιών τους.

Το κάλεσμα για οικουμενική αλληλεγγύη πέρα από φυλές, τάξεις και σύνορα είναι στην ουσία κάλεσμα άδολης αγάπης προς όλη την ανθρωπότητα. Αυτή η συχνά παρεξηγημένη και παρερμηνευμένη έννοια που απορρίπτεται από τους σύγχρονους Νίτσε ως αδυναμία και δειλία έχει γίνει πια αναγκαία για την επιβίωση του ανθρώπου. Όταν λέω αγάπη, δεν εννοώ μια αδύναμη συναισθηματική αντίδραση. Δεν εννοώ ένα ανούσιο, γλυκερό συναίσθημα. Εννοώ τη δύναμη την οποία όλες οι μεγάλες θρησκείες θεωρούν ως την υπέρτατη ενοποιητική αρχή της ζωής. Η αγάπη ξεκλειδώνει την πόρτα της απόλυτης πραγματικότητας. Αυτή η πίστη, κοινή στον ινδουισμό, στο Ισλάμ, στο Ισραήλ και στον βουδισμό συνοψίζεται υπέροχα στην Α’ Επιστολή Ιωάννου: «Ας αγαπάμε ο ένας τον άλλο, διότι η αγάπη προέρχεται απ’ τον Θεό» «κι όποιος αγαπά γεννιέται απ’ τον Θεό και γνωρίζει τον Θεό.» «Όποιος δεν αγαπά, δεν γνωρίζει τον Θεό, διότι ο Θεός είναι αγάπη.» «Εάν αγαπιόμαστε, ο Θεός κατοικεί μέσα μας κι η αγάπη Του τελειώνεται μέσα μας.» Ας ελπίσουμε ότι αυτό το πνεύμα θα μπει στην καθημερινότητά μας. Δεν γίνεται άλλο πια να λατρεύουμε τον θεό του μίσους ή να προσκυνούμε στον βωμό της εκδίκησης.

Ο ωκεανός της ιστορίας φουρτουνιάζει όταν φουσκώνει το μίσος. Η ιστορία είναι γεμάτη καταστροφές εθνών και ατόμων που ακολούθησαν τον δρόμο του μίσους και κατέληξαν στην αυτοήττα. Όπως λέει ο Άρνολντ Τόινμπι, «η αγάπη είναι η υπέρτατη δύναμη που οδηγεί» «στη σωτηρία της ζωής και του καλού, όχι στην κατάρα του θανάτου και του κακού». «Άρα η πρωταρχική μας ελπίδα πρέπει να είναι» «ότι η αγάπη θα έχει την τελευταία λέξη». Η πραγματικότητα, φίλοι μου, είναι ότι το αύριο έγινε πλέον σήμερα. Το «τώρα» είναι πια υπερεπείγον. Στο αίνιγμα της ζωής και της ιστορίας, υπάρχει και το «πολύ αργά». Η αναβλητικότητα παραμένει κλέφτης του χρόνου. Μια χαμένη ευκαιρία, συχνά μας αφήνει εκτεθειμένους και απόβλητους. Στις δουλειές μας, η πλημμυρίδα ακολουθείται από την άμπωτη. Μπορεί να ικετεύουμε τον χρόνο να σταματήσει μα εκείνος προχωρά άτεγκτος. Πάνω στα ξασπρισμένα κόκαλα και τα ερείπια πολλών πολιτισμών είναι γραμμένη η οικτρή φράση: «Πολύ αργά». Στο αόρατο βιβλίο της ζωής, καταγράφεται η ετοιμότητα ή η αμέλειά μας. Ο Ομάρ Καγιάμ λέει: «Το δάχτυλο γράφει, γράφει και φεύγει». Οι επιλογές μας είναι: μη βίαιη συνύπαρξη ή βίαιος αλληλοαφανισμός.

Ξεπερνώντας την αναποφασιστικότητα, πρέπει να προχωρήσουμε σε δράση. Πρέπει να βρούμε νέους τρόπους να υποστηρίξουμε την ειρήνη στο Βιετνάμ και τη δικαιοσύνη στον γειτονικό μας αναπτυσσόμενο κόσμο. Αν δεν δράσουμε, θα παρασυρθούμε στα επονείδιστα λαγούμια του χρόνου όπου καταλήγουν όσοι διαθέτουν ισχύ χωρίς ευσπλαχνία δύναμη χωρίς ηθική και ρώμη χωρίς όραμα. Ας ξεκινήσουμε τώρα. Ας ξαναφιερωθούμε στον κοπιαστικό μα ωραίο αγώνα για έναν νέο κόσμο. Είναι το κάλεσμα των παιδιών του Θεού. Τα αδέρφια μας περιμένουν να ανταποκριθούμε. Να τους πούμε ότι οι πιθανότητες είναι μικρές ή ο αγώνας πολύ σκληρός; Να τους πούμε ότι λυπούμεθα πολύ, αλλά οι δυνάμεις της αμερικανικής ζωής αντιτίθενται στην ωρίμανσή τους; Ή να τους δώσουμε μήνυμα σύμπνοιας, ελπίδας, αλληλεγγύης και αφοσίωσης στους στόχους τους, όποιο κι αν είναι το τίμημα; Η επιλογή είναι δική μας. Ακόμα κι αν δεν το θέλουμε πρέπει να διαλέξουμε, σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας.

Όπως είπε κάποτε γλαφυρά ο βάρδος Τζέιμς Ράσελ Λόουελ: «Κάθε άνθρωπος και κάθε χώρα θα κληθούν μία φορά να αποφασίσουν αν, στον αγώνα αλήθειας και ψέματος, θα ταχθούν με το καλό ή με το κακό. Κάποιος σοβαρός λόγος, ως Μεσσίας, τους μοιράζει ευχή ή κατάρα. Κι η επιλογή αυτή, ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, συνεχίζεται εσαεί. Μολονότι το κακό ευημερεί, μόνο η αλήθεια αντέχει κι ας είναι τίμημά της το ικρίωμα, κι ας βασιλεύει το άδικο. Σ’ αυτό το ικρίωμα κρέμεται το μέλλον. Και μέσα στο σκοτεινό άγνωστο κρυμμένος στις σκιές, στέκει ο Θεός και φυλάγει τους πιστούς Του».

Αν κάνουμε τη σωστή επιλογή, θα μπορέσουμε να μεταμορφώσουμε αυτό το συμπαντικό ρέκβιεμ σε δημιουργικό ύμνο της ειρήνης. Αν κάνουμε τη σωστή επιλογή, θα μπορέσουμε να μετατρέψουμε την τραχιά κακοφωνία του κόσμου μας σε μελωδική συμφωνία αδερφοσύνης. Αν κάνουμε τη σωστή επιλογή, θα έρθει πιο γρήγορα η μέρα όπου ποταμοί δικαιοσύνης κι ηθικότητας θα ξεπλύνουν κάθε κακό.

Δρ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, 4.4.1967, στην εκκλησία Ριβερσάιντ της Ν. Υόρκης. Εξηγεί γιατί αντιτίθεται στον πόλεμο του Βιετνάμ, έναν χρόνο πριν τη δολοφονία του στο Μέμφις του Τενεσί, στις 4 Απριλίου 1968. Το προηγούμενο βράδυ, ο Δρ. Κινγκ εκφώνησε την τελευταία ομιλία του. Ήταν στο Μέμφις για να στηρίξει την απεργία των εργατών καθαριότητας και να οργανώσει μια «Πορεία Φτωχών» προς την Ουάσιγκτον. Ακολουθεί ένα μέρος της τελευταίας ομιλίας του Δρα Κινγκ.

Αν μπορούσα να βρεθώ στις απαρχές του χρόνου και να έχω μια πανοραμική άποψη ολόκληρης της ιστορίας του ανθρώπου κι ο Παντοδύναμος μού έλεγε: «Μάρτιν Λούθερ Κινγκ» «σε ποια εποχή θέλεις να βρεθείς;» Θα πήγαινα νοερά στην Αίγυπτο για να δω τα παιδιά του Θεού στη μεγαλειώδη φυγή τους από τα μπουντρούμια της Αιγύπτου πέρα από την Ερυθρά Θάλασσα και μέσα στις ερημιές, προς τη Γη της Επαγγελίας. Παρά το μεγαλείο της, δεν θα σταματούσα εκεί. Θα πήγαινα στην Ελλάδα στον Όλυμπο. Και θα έβλεπα τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη τον Σωκράτη, τον Ευριπίδη, τον Αριστοφάνη, κάτω απ’ τον Παρθενώνα. Θα τους έβλεπα εκεί κάτω να συζητάνε τα μεγάλα και αιώνια προβλήματα της πραγματικότητας. Μα δεν θα ‘μενα εκεί. Θα προχωρούσα στην ακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και θα έβλεπα τις εξελίξεις στην εποχή διαφόρων αυτοκρατόρων και ηγετών. Μα δεν θα σταματούσα. Θα ερχόμουν και στις μέρες της Αναγέννησης και θα έβλεπα ό,τι προσέφερε η Αναγέννηση στον πολιτισμό και στην αισθητική του ανθρώπου. Μα δεν θα ‘μενα ούτε εκεί. Θα πήγαινα ακόμα να δω το μέρος όπου ζούσε εκείνος που πήρα το όνομά του. Θα έβλεπα τον Μαρτίνο Λούθηρο όταν θυροκολλούσε τις 95 θέσεις του στον ναό της Βιτεμβέργης. Και δεν θα ‘μενα ούτε εκεί. Θα ερχόμουν και στο 1863 όταν ο πρόεδρος Αβραάμ Λίνκολν νομιμοποίησε διστακτικά την απελευθέρωση των σκλάβων. Και δεν θα ‘μενα εκεί. Θα ερχόμουν και στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και θα έβλεπα τον Ρούζβελτ να παλεύει με την ύφεση και να καταλήγει στο λαμπρό συμπέρασμα ότι «το μόνο που έχουμε να φοβόμαστε είναι ο ίδιος ο φόβος». Και δεν θα ‘μενα ούτε εκεί. Παραδόξως, θα στρεφόμουν στον Παντοδύναμο και θα έλεγα: «Αν με αφήσεις να ζήσω λίγα χρόνια» «στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, θα είμαι ευτυχισμένος».

Παράξενο πράγμα αυτό, αφού ο κόσμος μας είναι άνω-κάτω. Η χώρα μας ασθενεί. Παντού επικρατούν ταραχές και σύγχυση. Παράξενο να πει κανείς κάτι τέτοιο. Όμως, με κάποιον τρόπο, ξέρω ότι μόνο στο βαθύ σκοτάδι μπορείς να δεις τα άστρα. Και βλέπω ότι στα χρόνια μας ο Θεός εργάζεται με έναν τρόπο στον οποίο οι άνθρωποι, παραδόξως, ανταποκρίνονται. Κάτι κινείται στον κόσμο μας. Οι μάζες εξεγείρονται. Κι όπου κι αν βρίσκονται σήμερα στο Γιοχάνεσμπουργκ, στο Ναϊρόμπι της Κένυας… στην Άκρα της Γκάνας, στη Ν. Υόρκη, στην Ατλάντα της Τζόρτζια στο Τζάκσον του Μισισιπή ή στο Μέμφις του Τενεσί το αίτημα είναι παντού το ίδιο: «Θέλουμε να είμαστε ελεύθεροι!» Άλλος ένας λόγος που χαίρομαι επειδή ζω τώρα, είναι ότι έχουμε φτάσει αναγκαστικά σε ένα σημείο όπου πρέπει να αντιμετωπίσουμε προβλήματα που προσπαθεί να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος εδώ και πολλά χρόνια μα δεν το έκανε διότι δεν στάθηκε απολύτως αναγκαίο. Η επιβίωσή μας απαιτεί να καταπιαστούμε με αυτά. Χρόνια τώρα γίνεται συζήτηση για τον πόλεμο και την ειρήνη. Όμως τώρα δεν μπορούν να μείνουν στη συζήτηση. Η επιλογή δεν είναι «βία ή η μη βία». Είναι «μη βία ή εξαφάνιση». Εδώ φτάσαμε σήμερα.

Επίσης, στον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα αν δεν συμβεί κάτι αρκετά γρήγορα για να λυτρωθούν οι έγχρωμοι από τη μακρόχρονη φτώχεια τους την κακομεταχείριση και την παραμέληση ο κόσμος μας είναι καταδικασμένος. Χαίρομαι που ο Θεός μου επιτρέπει σήμερα να ζω σ’ αυτή την εποχή και να βλέπω τις εξελίξεις. Και χαίρομαι που μου επέτρεψε να είμαι στο Μέμφις. Θυμάμαι… Θυμάμαι που κάποτε οι νέγροι, όπως είπε και ο Ραλφ θεωρούνταν χειρότεροι κι από υποζύγια. Όμως αυτές οι μέρες πέρασαν πια. Τώρα έχουμε σοβαρές απαιτήσεις κι είμαστε αποφασισμένοι να κερδίσουμε τη θέση που δικαιούμαστε στον κόσμο του Θεού. Τελικά, αυτό είναι όλο. Δεν είμαστε μπλεγμένοι σε αρνητικές διαμαρτυρίες ούτε σε αρνητικές συζητήσεις με οποιονδήποτε. Απαιτούμε να είμαστε άνθρωποι. Είμαστε αποφασισμένοι γι’ αυτό. Δηλώνουμε… Δηλώνουμε ότι είμαστε παιδιά του Θεού. Κι ως παιδιά του Θεού, δεν πρέπει να ζούμε όπως μας αναγκάζουν.

Τι σημαίνουν, λοιπόν, όλα αυτά στη σύγχρονη ιστορία μας; Σημαίνουν ότι πρέπει να μείνουμε ενωμένοι. Πρέπει να διατηρήσουμε την ενότητά μας. Όποτε ο Φαραώ ήθελε να παρατείνει την περίοδο της σκλαβιάς στην Αίγυπτο χρησιμοποιούσε ένα αγαπημένο του τέχνασμα. Ποιο ήταν αυτό; Διατηρούσε τους σκλάβους σε σύγκρουση μεταξύ τους. Μα όταν οι σκλάβοι ενώνονται, η αυλή του Φαραώ κάτι παθαίνει και δεν μπορεί να κρατήσει τους σκλάβους στη σκλαβιά. Η ένωση των σκλάβων είναι η αρχή της λύτρωσης από τη σκλαβιά.

Δρ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, 3.4.1968, το βράδυ πριν τη δολοφονία του. Επιστρέφουμε στην ομιλία του στο Μέμφις του Τενεσί σε ένα λεπτό. Η Νίνα Σιμόν τραγουδά το «Why? (The King of Love is Dead)». Βλέπετε το Democracy Now. Είμαι η Έιμι Γκούντμαν.

[…]

Συνεχίζουμε με την ομιλία του Δρα Κινγκ το βράδυ πριν να δολοφονηθεί στις 3 Απριλίου 1968, μια βροχερή βραδιά στο Μέμφις του Τενεσί.

Δεν θα αφήσουμε κανέναν να μας σταματήσει. Στο μη βίαιο κίνημά μας, γίναμε δεξιοτέχνες στον αφοπλισμό της αστυνομίας. Δεν ξέρουν τι να μας κάνουν. Τους έχω δει πολλές φορές. Θυμάμαι, στο Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα όταν κάναμε εκείνον τον μεγαλειώδη αγώνα βγαίναμε κάθε μέρα στην εκκλησία των Βαπτιστών της 16ης Οδού. Βγαίναμε κατά εκατοντάδες. Ο Μπουλ Κόνορ έδινε εντολή να φέρουν σκύλους. Έτσι κι έκαναν. Κι εμείς στεκόμασταν μπροστά στους σκύλους τραγουδώντας. Μετά, ο Κόνορ έλεγε να ανοίξουν τις μάνικες, μα ήταν ανίδεος. Γνώριζε ένα μόνο είδος φυσικής άσχετο με την «υπερβατική» φυσική που γνωρίζαμε εμείς ότι, δηλαδή, υπάρχει μια φωτιά που το νερό δεν μπορεί να σβήσει! Και μπαίναμε μπροστά στις μάνικες. Το γνωρίζαμε το νερό. Οι Βαπτιστές και κάποια άλλα δόγματα βυθίζονται σ’ αυτό. Οι Μεθοδιστές και κάποιοι άλλοι ραντίζονται μ’ αυτό. Δεν θα μας αναχαίτιζε το νερό! Στεκόμασταν μπροστά στους σκύλους και τους κοιτάζαμε. Στεκόμασταν μπροστά στις μάνικες και τις κοιτάζαμε. Και τραγουδούσαμε τον ύμνο «Νιώθω αέρα λευτεριάς». Μετά, μας πετούσαν στις κλούβες, στριμωγμένους σαν σαρδέλες. Ο Μπουλ Κόνορ έλεγε, «πάρ’ τε τους» κι η κλούβα έφευγε. Κι εμείς τραγουδούσαμε τον ύμνο «Θα ξεπεράσουμε τις δυσκολίες».

Κάθε τόσο μπαίναμε στη φυλακή, κι οι δεσμοφύλακες μας κοίταζαν απ’ το παράθυρο, συγκινημένοι απ’ τις προσευχές μας από τα λόγια και τους ύμνους μας. Ο Μπουλ Κόνορ δεν μπορούσε να προσαρμοστεί σ’ αυτή τη δύναμη κι έτσι τον εξουδετερώσαμε και κερδίσαμε τον αγώνα στο Μπέρμιγχαμ. Τώρα, καθώς προχωρώ προς το τέλος, θέλω να σας πω ότι πρέπει να αφοσιωθούμε ολόψυχα σ’ αυτό τον αγώνα. Το πιο τραγικό απ’ όλα θα ήταν να σταματήσουμε εδώ, στο Μέμφις. Πρέπει να ολοκληρώσουμε τον αγώνα. Κι όταν κάνουμε την πορεία μας πρέπει να είστε εκεί, κι ας λείψετε απ’ τη δουλειά ή το σχολείο σας. Να νοιάζεστε τα αδέρφια σας. Εσείς μπορεί να μην απεργείτε. Μα ή όλοι μαζί θα νικήσουμε, ή όλοι μαζί θα ηττηθούμε. Ας αναπτύξουμε ένα είδος επικίνδυνης ανιδιοτέλειας.

Μια μέρα, κάποιος ήρθε στον Ιησού κι ήθελε να θέσει ερωτήματα για σημαντικά θέματα στη ζωή. Σε μερικά σημεία, ήθελε να ξεγελάσει τον Ιησού και να του δείξει ότι ήξερε περισσότερα. Ειδικά μία ερώτηση, εύκολα θα γινόταν αφορμή για θεολογική αντιπαράθεση. Μα ο Ιησούς αμέσως εξουδετέρωσε τον αφηρημένο χαρακτήρα της και τη μετέφερε στον επικίνδυνο δρόμο από Ιερουσαλήμ προς Ιεριχώ. Μίλησε για κάποιον που έπεσε θύμα ληστείας. Θυμάστε ότι ένας Λευίτης κι ένας ιερέας τον προσπέρασαν από μακριά. Δεν σταμάτησαν να τον βοηθήσουν. Τελικά ήρθε ένας από άλλη φυλή. Ξεπέζεψε από το ζώο του αποφασισμένος να μην προσφέρει ευσπλαχνία δια αντιπροσώπου. Του έδωσε τις πρώτες βοήθειες και τον φρόντισε. Ο Ιησούς είπε ότι αυτός ήταν καλός και μεγαλόψυχος άνθρωπος διότι μπόρεσε να προβάλει το «εγώ» στο «εσύ» και να ενδιαφερθεί για τον συνάνθρωπό του. Φανταζόμαστε διάφορα για να εξηγήσουμε γιατί δεν σταμάτησαν ο ιερέας και ο Λευίτης. Άλλοτε λέμε ότι πήγαιναν σε κάποια εκκλησιαστική συνάθροιση κι έπρεπε να φτάσουν εγκαίρως στην Ιερουσαλήμ. Άλλοτε εικάζουμε ότι υπήρχε ένας θεολογικός κανόνας, ότι οι συμμετέχοντες σε θρησκευτική τελετή απαγορευόταν να αγγίξουν άνθρωπο 24 ώρες πριν την τελετή. Και κάθε τόσο αναρωτιόμαστε μήπως πήγαιναν στην Ιερουσαλήμ ή μάλλον στην Ιεριχώ, σε σύσκεψη για τη βελτίωση της εθνικής οδού. Ίσως να ήταν κι έτσι. Πιθανόν να θεωρούσαν καλύτερη μια ριζική κι όχι μια πρόχειρη λύση στο πρόβλημα. Όμως ακούστε τι μου λέει η δική μου φαντασία. Ο Λευίτης κι ο ιερέας μάλλον φοβήθηκαν. Ο δρόμος για την Ιεριχώ είναι επικίνδυνος, βλέπετε.

Θυμάμαι την πρώτη φορά που πήγα στην Ιερουσαλήμ με τη σύζυγό μου. Πήραμε τον δρόμο προς Ιεριχώ κι αμέσως είπα στη γυναίκα μου: «Τώρα καταλαβαίνω γιατί ο Ιησούς τοποθέτησε εδώ την παραβολή του». Είναι δρόμος γεμάτος στροφές, ιδανικός για ενέδρες. Ξεκινάς στην Ιερουσαλήμ, που έχει υψόμετρο περίπου 360μ. Και, 15-20 λεπτά αργότερα, όταν φτάσεις στην Ιεριχώ είσαι 670μ κάτω απ’ την επιφάνεια της θάλασσας. Είναι επικίνδυνη οδός. Την εποχή του Ιησού, την έλεγαν «το ματωμένο πέρασμα». Ακόμα, είναι πιθανόν ότι ο ιερέας και ο Λευίτης είδαν το θύμα και σκέφτηκαν πως οι ληστές είναι κάπου εκεί κοντά. Ή ίσως σκέφτηκαν ότι ο πεσμένος άνθρωπος υποκρινόταν και παρίστανε ότι ήταν τραυματίας και θύμα ληστείας για να τους παρασύρει κοντά του και να τους ληστέψει. Έτσι, το πρώτο που αναρωτήθηκαν ο ιερέας και ο Λευίτης ήταν: «Αν βοηθήσω αυτόν τον άνθρωπο, τι θα απογίνω εγώ;» Όμως τότε ήρθε ο καλός Σαμαρείτης κι αντέστρεψε το ερώτημα: «Αν δεν βοηθήσω αυτό τον άνθρωπο, τι θα απογίνει εκείνος;» Αυτό να σκεφτείτε κι εσείς απόψε. ‘Οχι, «τι θα απογίνει η δουλειά μου αν βοηθήσω τους εργάτες καθαριότητας». Ούτε, «αν βοηθήσω τους εργάτες καθαριότητας, τι θα απογίνει η δουλειά μου ως πάστορας κι όλες οι ώρες που τρώω στο γραφείο». Το ερώτημα δεν είναι, «τι θα απογίνω αν βοηθήσω αυτόν που έχει ανάγκη». Το ερώτημα είναι: «Αν δεν βοηθήσω τους εργάτες καθαριότητας» «τι θα απογίνουν εκείνοι;» Να ποιο είναι το ερώτημα!

Πριν από πολλά χρόνια, ήμουν στη Νέα Υόρκη και υπέγραφα αντίτυπα του πρώτου μου βιβλίου. Εκεί που υπέγραφα, ήρθε μια παράφρων μαύρη γυναίκα. Με ρώτησε μόνο: «Είσαι ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ;» «Ναι», της είπα, υπογράφοντας. Αμέσως ένιωσα κάτι να με χτυπά στον θώρακα. Εκείνη η παράφρων με είχε μαχαιρώσει. Με πήγαν στο νοσοκομείο του Χάρλεμ. Ήταν ένα σκοτεινό απόγευμα Σαββάτου. Η λεπίδα με διαπέρασε κι οι ακτινογραφίες έδειξαν ότι η αιχμή της είχε φτάσει μέχρι την αορτή μου. Αν τρυπήσει η αορτή, πνίγεσαι στο αίμα σου και τελειώνεις. Το άλλο πρωί, στη New York Times, έγραψαν ότι αν είχα φταρνιστεί, θα πέθαινα. Τέσσερις μέρες μετά, αφού με εγχείρισαν και μου άνοιξαν τον θώρακα για να βγάλουν τη λεπίδα με άφησαν να τριγυρίζω με το αναπηρικό καρότσι. Με άφησαν να διαβάσω γράμματα που ήρθαν από τις ΗΠΑ και αλλού. Ήταν γράμματα συμπαράστασης. Διάβασα αρκετά, μα ένα θα μου μείνει αξέχαστο. Έχω ξεχάσει τι έλεγαν τα γράμματα του προέδρου και του αντιπροέδρου των ΗΠΑ. Έχω ξεχάσει τι είπε και τι έγραψε ο κυβερνήτης της Ν. Υόρκης. Μα ήταν κι ένα γράμμα που το έστειλε ένα κοριτσάκι μια κοπελίτσα που φοιτούσε στο γυμνάσιο του Γουάιτ Πλέινς. Αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Έλεγε απλούστατα: «Αγαπητέ Δρα Κινγκ, είμαι μαθήτρια της Γ’ γυμνασίου» «στο γυμνάσιο Γουάιτ Πλέινς». «Μολονότι δεν έχει σημασία, σας αναφέρω ότι είμαι λευκή». «Διάβασα στην εφημερίδα για το ατυχές συμβάν». «Διάβασα ότι, αν φταρνιζόσασταν, θα πεθαίνατε». «Ειλικρινά, χάρηκα πάρα πολύ που δεν φταρνιστήκατε».

Απόψε θέλω… Απόψε θέλω να σας πω ότι κι εγώ χαίρομαι που δεν φταρνίστηκα διότι δεν θα ήμουν παρών το 1960 όταν οι φοιτητές στο Νότο έκαναν διαμαρτυρίες στα εστιατόρια. Με την καθιστική τους διαμαρτυρία, όρθωναν το ανάστημά τους υπέρ του Αμερικανικού Ονείρου. Και ξαναγύριζαν όλο το έθνος στην πηγή της δημοκρατίας, την οποία έκαναν να αναβλύσει οι ιδρυτές του, με τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και το Σύνταγμα. Αν φταρνιζόμουν, δεν θα ήμουν παρών το 1961 όταν αποφασίσαμε το «ταξίδι της λευτεριάς» και τερματίσαμε τις φυλετικές διακρίσεις στα μέσα συγκοινωνίας. Αν φταρνιζόμουν, δεν θα ήμουν εδώ το 1962 όταν οι νέγροι στο Όλμπανι της Τζόρζια σήκωσαν το ανάστημά τους. Κι όταν οι άνθρωποι σηκώνουν ανάστημα, πάντα κάτι καταφέρνουν διότι, όταν είσαι όρθιος, ο άλλος δεν μπορεί να σε καβαλήσει! Αν φταρνιζόμουν δεν θα ήμουν εδώ το 1963 όταν οι μαύροι στο Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα αφύπνισαν το έθνος και πέτυχαν ψήφιση νόμου κατά των φυλετικών διακρίσεων. Αν φταρνιζόμουν, δεν θα μπορούσα τον Αύγουστο εκείνης της χρονιάς να διηγηθώ στην Αμερική τι ονειρεύομαι. Αν φταρνιζόμουν… δεν θα ήξερα το υπέροχο κίνημα στη Σέλμα της Αλαμπάμα. Δεν θα βρισκόμουν στο Μέμφις, για να δω μια ολόκληρη κοινότητα να συμπαραστέκεται στα αδέρφια μας που υποφέρουν. Πόσο χαίρομαι που δεν φταρνίστηκα!

Και μου έλεγαν ότι… Δεν έχει σημασία τώρα, δεν έχει καμία σημασία. Το πρωί, μπήκαμε στο αεροπλάνο έξι, για να έρθουμε από την Ατλάντα. Ο πιλότος είπε από το μεγάφωνο: «Συγγνώμη για την καθυστέρηση. Μαζί μας ταξιδεύει ο Δρ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Για να εξασφαλίσουμε τον έλεγχο όλων των αποσκευών και την ομαλή διεξαγωγή της πτήσης, έπρεπε να εξετάσουμε τα πάντα και το αεροπλάνο μας φρουρούνταν όλη τη νύχτα». Έπειτα έφτασα στο Μέμφις. Κάποιοι ανέφεραν ότι έγιναν απειλές κατά της ζωής μου δηλαδή τι θα μου έκαναν κάποιοι άρρωστοι λευκοί αδερφοί μας. Δεν ξέρω τι θα συμβεί τώρα. Έχουμε δύσκολο δρόμο μπροστά μας. Όμως δεν έχει καμία σημασία διότι έφτασα στην κορυφή του όρους. Και δεν με νοιάζει! Όπως όλοι μας, θα ήθελα να ζήσω πολύ. Καλή η μακροβιότητα, μα δεν με απασχολεί τώρα. Θέλω να κάνω το θέλημά Του. Με άφησε να ανεβώ στο όρος. Κοίταξα πέρα και είδα τη Γη της Επαγγελίας. Ίσως να μη φτάσω εκεί μαζί σας, μα απόψε θέλω να σας πω ότι όλοι εμείς, ως λαός, θα φτάσουμε στη Γη της Επαγγελίας! Γι’ αυτό, απόψε είμαι χαρούμενος. Δεν ανησυχώ και δεν φοβάμαι τίποτα! Τα μάτια μου έχουν δει τη δοξασμένη έλευση του Κυρίου!

Ήταν ο Δρ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Σε 24 ώρες θα έπεφτε νεκρός στον εξώστη του μοτέλ Λορέιν, στις 4 Απριλίου 1968. Η σημερινή μέρα είναι αφιερωμένη στη μνήμη του.