Ο Χέγκελ πίστευε πως η Ιστορία αναγκαστικά επαναλαμβάνεται: «Μια φορά σαν τραγωδία και την επομένη σαν φάρσα».

Ads

Ο Μαρκούζε τελειοποίησε την έκφραση: Κατά τη γνώμη του, η φάρσα μπορεί να είναι πιο τρομακτική από την αρχική τραγωδία. Αυτή την ανησυχία συμμερίζεται και ο Σλοβένος φιλόσοφος-ψυχαναλυτής Σλάβοϊ Ζίζεκ και χωρίς να ρέπει προς μια βαθιά απαισιοδοξία αναλύει την καπιταλιστική πραγματικότητα για να επανατοποθετηθεί πάνω στην κομμουνιστική ιδέα. Αφορμή για την παρουσία του και πάλι στα ΜΜΕ είναι η κυκλοφορία του νέου βιβλίου του, ενός δοκιμίου με τίτλο: «Μετά την τραγωδία, η φάρσα». Εδώ, γίνεται από τον συγγραφέα ένας απολογισμός του φιλελεύθερου καπιταλισμού του διαβρωμένου από ανυπέρβλητες αντιφάσεις και προβλέπει πως το μέλλον πρέπει να παιχτεί ανάμεσα στον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Θαυμαστής της λακανικής ψυχανάλυσης, «ο πιο επικίνδυνος φιλόσοφος της Δύσης», όπως έχει ανακηρυχθεί, λέει: «Στις κοινωνίες μας, η κριτική της Αριστεράς το μόνο που κάνει είναι να σπιλώνει εκείνους που βρίσκονται στην εξουσία, όμως σημαντικό θα ήταν να τους ευνούχιζε…». Δύσκολα ο Ζίζεκ αποφεύγει τις προκλήσεις…

Από την κριτική του, σε αυτό το βιβλίο, δεν ξεφεύγουν ούτε οι, παλαιοί πλέον, «νέοι φιλόσοφοι» που είχαν συγκεντρώσει το ενδιαφέρον του κοινού στη δεκαετία του ’70 και από τότε συνεχώς αμφισβητούνται. Ο Ζίζεκ τους παρουσιάζει ως «έναν από τους κύριους λόγους της απώλειας επιρροής της γαλλικής σκέψης στον κόσμο».

Το περιοδικό «Νουβέλ Ομπσερβατέρ. δεν έχασε την ευκαιρία να προσφέρει στους αναγνώστες του από το σάιτ του στο Διαδίκτυο μια συζήτηση μεταξύ του πιο εμβληματικού από τους «νέους φιλοσόφους», δηλαδή του Μπερνάρ – Ανρί Λεβί και του Σλάβοϊ Ζίζεκ.

Ads

Ο Ζίζεκ θεωρεί πως ο ρόλος της Αριστεράς σήμερα είναι η αποφασιστική της αντίσταση απέναντι στον παγκόσμιο καπιταλισμό. Να τι απαντά ο Λεβί:

«Νομίζω πως σκεπτόμενοι με αυτόν τον τρόπο, επιταχύνουμε την αποσύνθεση και την περιθωριοποίηση της Αριστεράς. Ο καπιταλιστικός κόσμος είναι ο δικός μας κόσμος. Δεν υπάρχει άλλος, τουλάχιστον προς το παρόν. Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν θα τον απορρίψουμε ή όχι, αλλά αν θα συμμετάσχουμε αποφασιστικά σε αυτή την κατάσταση με σκοπό να καταπολεμήσουμε την άγρια πλευρά του που υπάρχει, όπως στον κινεζικ’ο καπιταλισμό, τον πιο βάρβαρο και ληστρικό στον κόσμο. Η Αριστερά ήταν ισχυρή, στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, την εποχή που μπορούσε να αλλάζει τις καταστάσεις των εργατών ή των γυναικών… Σε αυτό χρησιμεύει η Αριστερά και όχι στο να κλείνεται σε διανοουμενίστικες ομαδούλες και να ονειρεύεται έναν ιδανικό κόσμο, αφήνοντας στη μοίρα τους ανθρώπους να αλληλοσπαράσσονται».

Ζίζεκ: «Ας είμαστε σαφείς. Δεν έχω καθόλου στον νου μια μεγάλη αντικαπιταλιστική επανάσταση. Ποιος θα ήταν σήμερα τόσο ανόητος να υποστηρίξει κάτι τέτοιο; Αυτό που λέω είναι πολύ πραγματιστικό. Η σχέση μεταξύ καπιταλισμού και δημοκρατίας διαλύεται παντού, σε παγκόσμιο επίπεδο. Η κινεζική περίπτωση είναι μόνο ένα προσύμπτωμα σε αυτή την κατάσταση. Ο δημοκρατικός κοινοβουλευτικός καπιταλισμός εμφανίζεται ανίκανος να διαχειριστεί έναν αριθμό ζωτικών για το μέλλον προβλημάτων. Το σκάνδαλο της αποτυχίας της Κοπεγχάγης το απέδειξε. Γνωρίζουμε πως το μέλλον της ανθρωπότητας απειλείται, αλλά τα κράτη θεωρούν πως πρέπει να περιμένουν κι άλλο, ενώ κατά τη χρηματιστική κρίση, μέσα σε μόλις μια εβδομάδα, όλα έσπευσαν να διασώσουν το τραπεζικό σύστημα. Ολα αυτά αποδεικνύουν πως μόνο οι νέες λαϊκές μορφές κινητοποιήσεων μπορούν να σώσουν έναν κοινό κόσμο που ο καπιταλισμός και οι υποστηρικτές των κρατικών εξουσιών τον οδηγούν στην καταστροφή».

Λεβί: «Ε, λοιπόν, τελικά ίσως είμαι πιο αριστερά από εσάς. Για μένα δεν ήταν ποτέ αναγκαία η σχέση μεταξύ καπιταλισμού και δημοκρατίας, καθώς ο πρώτος έλαβε ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο, μέσα από κοινωνικές κατακτήσεις, συνδικαλιστικούς αγώνες, εν συντομία όλη τη δουλειά που έκανε η Αριστερά. Και αυτός είναι ο λόγος που ανησυχώ τόσο πολύ όταν βλέπω τους οπαδούς της κομμουνιστικής ιδέας, εκείνους που απαρτίζουν αυτό το συλλογικό έργο που δημοσιεύσατε μαζί με τον Αλέν Μπαντιού («Η ιδέα του κομμουνισμού», διάλεξη στο Λονδίνο, 2009), να λαμβάνουν μια θέση ουτοπικής και υπεροπτικής υποχώρησης. Με άλλα λόγια φτιάχνουμε την κομμουνιστική μας υπόθεση στη γωνιά μας και ο κόσμος ας τα βγάλει πέρα μόνος του. Σε αυτό το διάστημα, η Αριστερά συνεχίζει να παρακμάζει. Υποχωρεί στα θέματα του φεμινισμού στο όνομα του δικαιώματος στην πολιτισμική διαφορά. Υποχωρεί στον διεθνισμό… Επιμένει να αφήνουμε τη φιλελεύθερη σημαία σαν λείψανο στη Δεξιά».

Ζίζεκ: «Φαίνεται να πιστεύετε πως μόνο ο φιλελευθερισμός μπορεί να σώσει την Αριστερά. Εγώ αντίθετα πιστεύω πως μόνο η αδελφική συμβολή μιας πιο ριζοσπαστικής Αριστεράς μπορεί μακροπρόθεσμα να διασώσει αυτό το οποίο θεωρείτε σημαντικό: την παγκοσμιότητα, τον φεμινισμό και τη χειραφέτηση. Γιατί η τραγωδία σήμερα είναι πως η μόνη μέγιστη πολιτική δύναμη που είναι έτοιμη να εκφράσει τη δυσαρέσκεια που έχει προκληθεί στον κόσμο από την κρίση του καπιταλισμού είναι η φονταμενταλιστική αντιμεταναστευτική Δεξιά. Παρατηρήστε τι συμβαίνει ήδη στη Νορβηγία ή στην Ολλανδία. Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν είχε πει κάτι πολύ καλό πάνω σε αυτό το θέμα: “Κάθε φασισμός είναι το αντίθετο μιας αποτυχημένης επανάστασης”. Ε, λοιπόν, αυτό ακριβώς μας απειλεί σήμερα: η άνοδος μιας Δεξιάς που έχει για σημαία της τα θέματα ταυτότητας, ελλείψει μιας εναλλακτικής πραγματικής Αριστεράς».

Προσδιορίζετε, κύριε Λεβί, την Αριστερά μέσα από τις κοινωνικές της κατακτήσεις, τους κοινοβουλευτικούς και συνδικαλιστικούς της αγώνες. Ωστόσο, δεν μπορούμε να πούμε πως το «κοινωνικό ζήτημα» υπάρχει στις δημόσιες δεσμεύσεις σας. Δραπετεύοντας από αυτό το πεδίο, οι διανοούμενοι της Αριστεράς, όπως εσείς, μήπως άραγε άνοιξαν τον δρόμο για την επανεμφάνιση αυτών των ριζοσπαστικών προοδευτικών παραδειγμάτων που σήμερα αποδοκιμάζετε;

Λεβί: «Οταν στο βιβλίο μου “Δελτία ταυτότητας γράφω πως το ουσιαστικό ερώτημα σήμερα είναι η νέα αθλιότητα, θεωρείτε πως αυτό σημαίνει πως δεν ασχολούμαι με το κοινωνικό ζήτημα; Οταν το 2005, στη διάρκεια των επεισοδίων στα παρισινά προάστια, έλεγα πως δεν έχουμε δικαίωμα να προσποιούμαστε πως πρόκειται απλώς για μια κρίση βαρβαρότητας χωρίς πολιτική σημασία, αυτό σήμαινε πως δεν ασχολούμαι; Βέβαια, είναι αλήθεια πως ο χρόνος είναι μετρημένος και δεν μπορούμε να βρισκόμαστε σε όλα τα μέτωπα».

Ζίζεκ: «Αυτές οι νέες μορφές κοινωνικού απαρτχάιντ που σωστά σημειώνετε συνδέονται ουσιαστικά με τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Το πρόβλημα είναι πως, όπως το μεγαλύτερο μέρος της Αριστεράς σήμερα, συνεχίζετε να σκέπτεστε πως ο κόσμος δεν πρέπει να αλλάξει, αλλά μόνο να διορθωθεί. Κατά βάθος ο ορίζοντάς σας συμπίπτει με αυτόν του Φουκουγιάμα που μιλά για “τον καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο” ως σχήμα μιας όσο το δυνατόν καλύτερης κοινωνίας».

Λεβί: «Ασφαλώς όχι. Η θεωρία του Φουκουγιάμα περί “τέλους της ιστορίας” είναι ένας παραλογισμός που δημιουργήθηκε μέσα στην ευφορία της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου. Τώρα, δεν ανησυχώ λιγότερο όταν βλέπω να δημιουργείται εκ νέου μια ριζοσπαστική Αριστερά που μας υπόσχεται πως μπορεί να μην έχει σήμερα την οριστική λύση στο ανθρώπινο δράμα, αλλά θα την έχει αύριο. Αυτό είναι καταστροφικό. Είναι το διαβατήριο για όλους τους ολιγαρχικούς εφιάλτες. Ο Μπένγιαμιν έχει πει και κάτι άλλο. Στην εναλλακτική που έθετε ο Μαρξ στο “Θέσεις πάνω στον Feuerbach”, αντιπαραθέτει έναν τρίτο όρο: την επιδιόρθωση του κόσμου. Μάλιστα, απλώς επιδιόρθωση. Είναι λιγότερο συναρπαστική, αλλά δεν υπάρχει έντιμη πολιτική χωρίς ένα μέρος μελαγχολίας. Η ιδέα πως ο κόσμος είναι ατελής, πως θα παραμείνει έτσι, υπάρχει και σαφώς πρέπει να αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις για να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο ατελής, αλλά το χειρότερο συμβαίνει όταν πιστεύουμε πως θα τον αλλάξουμε ριζικά».

Ζίζεκ: «Ναι, ο κόσμος θα παραμείνει ατελής, αλλά ενίοτε οι ριζικές ρήξεις επιβάλλονται ως μονόδρομος για να αποφευχθεί η πλήρης καταστροφή του. Είμαι ένας αριστεριστής εντελώς απαισιόδοξος. Πιστεύω μάλιστα πως ο αυταρχικός καπιταλισμός είναι δυστυχώς το μέλλον που μας περιμένει. Κάνετε όμως λες και η μοναδική πιθανή επιλογή απέναντι σε αυτό θα ήταν η στράτευση στην πραγματικότητα του παγκόσμιου καπιταλισμού. Δεν είναι έτσι όμως τα πράγματα κατά την άποψή μου. Οχι μόνο δεν βρίσκομαι σε μια κατάσταση υποχώρησης, αλλά υπέρ μιας συγκεκριμένης ρεφορμιστικής διαδικασίας που εναντιώνεται σε αυτό το καταστροφικό μέλλον. Η μάχη του Ομπάμα για ένα σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, παραδείγματος χάριν, είναι ένα γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας. Αυτό αναστάτωσε την καρδιά της αμερικανικής ιδεολογίας με έναν τρόπο εξαιρετικά θετικό. Δεν είμαι αντίθετος στην κοινοβουλευτική δημοκρατία, είμαι απλώς αρκετά διαυγής για να δω πως δεν είναι ικανή να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της παγκόσμιας νέας τάξης πραγμάτων».

Τραγωδία να εμφανίζεται ως λύση ο δεξιός λαϊκισμός

Μιλώντας και πάλι με αφορμή το νέο βιβλίο του, αυτή τη φορά στην κομμουνιστική εφημερίδα «Humanite», ο Ζίζεκ αναφέρεται σε γενικότερα θέματα, όπως αυτό της πιθανής απειλής ενός νέου αυταρχισμού στην Ευρώπη:

«Με τη σταδιακή απώλεια της ουσίας της παλαιάς σοσιαλδημοκρατίας, μια νέα πολικότητα, αρκετά επικίνδυνη, αναδύεται στην Ευρώπη. Από τη μια πλευρά, έχουμε ένα κόμμα του κεφαλαίου, κεντρώο, τεχνοκρατικό, αλλά πολιτιστικά κάπως ανοικτό, ευνοϊκό στα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων, του δικαιώματος έκτρωσης, και από την άλλη πλευρά, έναν λαϊκισμό της εθνικιστικής Δεξιάς, ρατσιστικό, που έχει την τάση να εμφανίζεται σαν μόνη εναλλακτική λύση. Η τραγωδία είναι πως μόνο αυτός ο δεξιός λαϊκισμός καταφέρνει προς το παρόν να εμφανίζεται σαν πολιτική έκφραση της “δυσφορίας μέσα στον καπιταλισμό”. Ο Μπερλουσκόνι, εδώ, είναι ένα πιο περίπλοκο πρόσωπο. Επιχειρεί μια σύνθεση του τεχνοκρατικού φιλελευθερισμού και της λαϊκίστικης αντίδρασης, στα οποία προσθέτει αυτή τη γελοιοποίηση της πολιτικής. Με την ίδια έννοια, υπάρχει μια πλευρά Groucho Marx στον Σαρκοζί, με την τοποθέτηση στην ύψιστη θέση του αξιώματος ενός προσώπου που εισάγει στιγμές κωμωδίας και σαρκασμού. Αλλά σε αυτό το διάστημα, το σύστημα λειτουργεί με όλη του τη βαναυσότητα».

Ο Ζίζεκ ισχυρίζεται πως ο καπιταλισμός τείνει να μετασχηματιστεί σε έναν «πράσινο καπιταλισμό». Ο καπιταλισμός είναι συμβατός με την οικολογία;

«Ας συγκρίνουμε την αντίδραση των μεγάλων δυνάμεων του κόσμου απέναντι στην οικονομική κρίση και αυτήν στη Συνδιάσκεψη της Κοπεγχάγης. Απέναντι στην οικονομική κρίση αποφάσισαν μια κατεπείγουσα διαδικασία. Σε μια εβδομάδα υπέρογκα, απίστευτα ποσά βρέθηκαν για να καλύψουν ανάγκες του τραπεζικού συστήματος. Εκεί όπου η επιβίωση του καπιταλισμού, του τραπεζικού τομέα, κινδυνεύει, μπορούμε να δράσουμε αμέσως. Οταν όμως πρόκειται για την επιβίωση όλων μας, ποια είναι η απάντησή τους; Ενας συμβιβασμός, μια δήλωση προθέσεων. Ιδού η λογική του καπιταλισμού. Αυτό που μας ωθεί προς την κατεύθυνση της οικολογίας είναι απλώς ένας φωτισμένος κοινωφελισμός, η ανάγκη να δράσεις για θέματα επιβίωσης. Αντίθετα, ο καπιταλισμός ακολουθεί τη λογική του, παρ’ όλο που αντιπροσωπεύει μακροχρόνια μια απειλή για τα υλικά μας συμφέροντα. Δεν αποκλείω, ωστόσο, πως η οικολογία μπορεί να γίνει ένα είδος νέου όπιου για τον λαό. Ναι, είμαστε εκτεθειμένοι σε απόλυτες απειλές. Αλλά όλες αυτές χρησιμεύουν σαν δικαιολογία κινητοποιήσεων όλων των αντιδραστικών, αντιπροοδευτικών ιδεολογιών που παρουσιάζουν την οικονομική κρίση ως το αποτέλεσμα της τεχνολογικής λογικής. Απέναντι στις απόλυτες καταστροφές που μας απειλούν, δεν υπάρχει λύση που μπορούμε να περιμένουμε από τις αγορές. Εξ ου και η αναγκαιότητα να ανακαλύψουμε δύο πλευρές του κομμουνισμού. Πρώτον, η κύρια μάχη σήμερα είναι αυτή των κοινών πραγμάτων, αυτών που πρέπει να μοιράζονται. Δεύτερον ούτε οι αγορές ούτε το κράτος προσφέρουν διεξόδους. Εδώ δεν έχω λύσεις, αλλά είναι σημαντικό να επινοήσουμε εκ νέου, δεν ξέρω με ποιον τρόπο, ένα είδος διεθνούς λαϊκής κινητοποίησης, διαφορετικά, βλέπω την ανθρωπότητα να επιβιώνει σε ένα καθεστώς ενός νέου “ανοικτού” αυταρχισμού. Ηδη πλησιάζουμε σ’ ένα τέτοιο καθεστώς και η Ιταλία σήμερα προσφέρει ένα τέλειο παράδειγμα. Η τάση του καθεστώτος του Μπερλουσκόνι δεν αφορά τον παλαιό αυταρχισμό. Οι Ιταλοί δεν ξύπνησαν ένα πρωί και βρέθηκαν υπό την εξουσία ενός δικτάτορα. Οχι. Ολο αυτό το πνεύμα ανοχής των μικρών σεξουαλικών απολαύσεων, της κατανάλωσης, παραμένει. Ωστόσο, εδώ και πάνω από ενάμιση χρόνο, η Ιταλία ζει σε μια κατάσταση ανάγκης με τη σύσταση στρατού από τα κόμματα της άκρας Δεξιάς, ενώ την ίδια στιγμή η ιταλική Αριστερά είναι εντελώς αποπροσανατολισμένη».

Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία, στις Ελευθεροτυπία στις 3 Φεβρουαρίου 2010