Πρώτοι σε κάπνισμα και παχυσαρκία είναι οι Έλληνες σε σχέση με τους πολίτες των υπόλοιπων χωρών του ευρωπαϊκού νότου, σύμφωνα με έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), στην οποία αξιολογήθηκαν οι δείκτες 34 χωρών.

Ads

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, την οποία επικαλείται το Έθνος, οι ανεπαρκείς πολιτικές πρόληψης και η προβληματική διάθεση τεράστιων πόρων σε συγκεκριμένους τομείς, όπως τα φάρμακα, κρατούν τους ποιοτικούς δείκτες υγείας καθηλωμένους τα τελευταία δώδεκα χρόνια. Ωστόσο θετικά είναι τα στοιχεία που εμφανίζει η Ελλάδα για τον καρκίνο και την κατανάλωση αλκοόλ, όπου και στα δύο έχει τη χαμηλότερη θνησιμότητα.

Ειδικότερα η Ελλάδα βρίσκεται περίπου στο μέσο όρο του ΟΟΣΑ στο προσδόκιμο επιβίωσης και στις δαπάνες Υγείας, ως ποσοστό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ). Ωστόσο η πορεία της υγείας του ελληνικού πληθυσμού και η πραγματική πρόοδος αποτυπώνεται σαφέστερα σε σύγκριση με τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου.

Όπως αναφέρει το Έθνος, το προσδόκιμο επιβίωσης των Ελλήνων, που τη δεκαετία του ’70 ήταν από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, έχει υποχωρήσει στην 20ή θέση μεταξύ των 34 χωρών του ΟΟΣΑ. Με 80,7 έτη, βρίσκεται κάτω από το αντίστοιχο της Ισπανίας (82,5) και της Ιταλίας (82,3).Είναι οριακά υψηλότερο από εκείνο της Πορτογαλίας (80,5), η οποία όμως απειλεί να προσπεράσει την Ελλάδα. Το 2000, η χώρα της Ιβηρικής βρισκόταν πολύ πιο πίσω από την Ελλάδα, με 76,9 έτη προσδόκιμο. Μέσα σε 12 χρόνια, το αύξησε κατά 3,6 έτη, έναντι αύξησης 2,5 ετών της Ελλάδας.

Ads

Η θνησιμότητα από εμφράγματα και εγκεφαλικά βρίσκεται στην Ελλάδα σε επίπεδα-ρεκόρ, με 343,6 θανάτους ανά 100.000 πληθυσμό ή 35.000 θανάτους ετησίως. Πολύ λιγότεροι πολίτες χάνουν αναλογικά τη ζωή τους από το ίδιο αίτιο στην Πορτογαλία (200,7 θάνατοι ανά 100.000) και την Ισπανία (204,3 ανά 100.000).

Οι παραπάνω χώρες έχουν πετύχει μεγάλη πρόοδο στους θανάτους από καρδιαγγειακά, με μείωση που φτάνει έως και 40%. Μείωση 35% έχει πετύχει και η Ελλάδα, αλλά το 2000 εμφάνιζε πολύ υψηλότερη αναλογία θανάτων (532,8) σε σύγκριση με τις άλλες χώρες του νότου και ο δρόμος που έχει να διανύσει είναι πολύ περισσότερος. Σύμφωνα πάντα με το Έθνος, «ο λόγος για τον οποίο δεν έχει συντελεστεί πρόοδος στη χώρα μας προκύπτει ξεκάθαρα από τα ποσοστά όσων καπνίζουν τακτικά. Με καπνιστές το 33% των ενηλίκων, η Ελλάδα κατέχει τη χειρότερη θέση στον ΟΟΣΑ (μέσο ποσοστό 20,7%). Πολύ καλύτερη θέση έχει η Πορτογαλία, με καπνιστές μόλις το 18,8% των ενηλίκων, η Ιταλία (22,1%) και η Ισπανία (23,9%)».

Όπως αναφέρεται, ο αριθμός των ενηλίκων καπνιστών έχει επιδείξει αξιοσημείωτη μείωση τις τελευταίες δύο δεκαετίες στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ αλλά όχι στην Ελλάδα. Ένας δεύτερος παράγοντας είναι η παχυσαρκία. Και σε αυτόν η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση στις μεσογειακές χώρες, με το 19,6% του πληθυσμού να έχει σοβαρά προβλήματα με το σωματικό του βάρος. Τα αντίστοιχα ποσοστά είναι μόλις 10,4% στην Ιταλία, 15,4% στην Πορτογαλία και 16,6% στην Ισπανία.