Την ανοσολογική ισχύ της αναμνηστικής δόσης του εμβολίου κατά του κορονοϊού σε επτά διαφορετικά σκευάσματα εξέτασε νέα βρετανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Lancet. Συγκεκριμένα, ως ενισχυτικές δόσεις, δοκιμάστηκαν τα εμβόλια Moderna, Pfizer/BioNTech AstraZeneca, Johnson & Johnson, Novavax, Valneva και Curevac.

Ads

Σύμφωνα με τα στοιχεία, όσοι εμβολιάστηκαν για τρίτη φορά με το εμβόλιο της Pfizer μετά από δύο δόσεις AstraZeneca, έναν μήνα μετά τον εμβολιασμό είχαν επίπεδα αντισωμάτων περίπου 25 φορές υψηλότερα.

Όσοι είχαν εμβολιαστεί με 2 δόσεις Pfizer και στην τρίτη δόση εμβολιάστηκαν πάλι με Pfizer, είχαν αύξηση αντισωμάτων κατά 8 φορές. Όσοι είχαν εμβολιαστεί με 2 δόσεις Pfizer  και στην τρίτη δόση με Μοderna, τα αντισώματα τους αυξήθηκαν κατά 11 φορές.

Η πιο ισχυρή ενισχυτική δόση του εμβολίου ήταν με το εμβόλιο Moderna, όταν έγινε μετά από τον εμβολιασμό με δύο δόσεις AstraZeneca, όπου τα αντισώματα αυξήθηκαν  κατά 32 φορές.

Ads

Σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα, φέρεται πως η τρίτη δόση με το εμβόλιο της Moderna αυξάνει τα αντισώματα και ενάντια στη μετάλλαξη και σύμφωνα με τους επιστήμονες η τρίτη δόση δεν επαναφέρει απλά τα αντισώματά μας στα επίπεδα της δεύτερης, αλλά τα υπερ-πολλαπλασιάζει.

Κατά την τρίτη δόση των εμβολίων, όπως τονίζεται στην έρευνα, παρουσιάζεται σημαντική αύξηση της ανοσιακής προστασίας στους πλήρως εμβολιασμένους έναντι του κινδύνου βαριάς νόσου, νοσηλείας και θανάτου, κάτι που ισχύει ιδιαίτερα για τις αναμνηστικές δόσεις με mRNA εμβόλια (Pfizer/BioNTech και Moderna).

Θα γίνουν και άλλες έρευνες

«Είναι πραγματικά ενθαρρυντικό το γεγονός ότι ένα ευρύ φάσμα εμβολίων, χρησιμοποιώντας διαφορετικές τεχνολογίες, παρουσιάζει οφέλη ως τρίτη δόση είτε μετά την δόση με AstraZeneca είτε μετά από Pfizer/BioNTech» ανέφερε ο Saul Faust, διευθυντής του NIHR Clinical Research Facility στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον.

Για παρενέργειες, σύμφωνα με τα δεδομένα, φαίνεται ότι και τα 7 εμβόλια είναι ασφαλή για χρήση ως τρίτες δόσεις, με αποδεκτά επίπεδα φλεγμονωδών παρενεργειών όπως πόνος στο σημείο της ένεσης, μυϊκός πόνος, κόπωση.

«Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτά τα αποτελέσματα σχετίζονται μόνο με την ανοσολογική απόκριση που προκαλούν στις 28 ημέρες», δήλωσε ο Faust. «Θα γίνουν και άλλες έρευνες για τα δεδομένα σε τρεις μήνες και ένα χρόνο μετά τη λήψη των ενισχυτικών δόσεων, τα οποία θα παρέχουν πληροφορίες για τη μακροπρόθεσμη προστασία και την ανοσολογική μνήμη».