Πριν από μια δεκαετία διεξήχθη στην Αμερική ένα πείραμα από τέσσερις οικονομολόγους, που σχεδιάστηκε για να τεστάρει δύο αντίπαλες θεωρίες σε σχέση με την ψυχολογία των ατόμων και την ανισότητα.

Ads

Σύμφωνα με μια αμφιλεγόμενη θεωρία, το λεγόμενο “μοντέλο ορθολογικής ενημέρωσης”, οι πολίτες θα πρέπει να εκτιμούν και αντιλαμβάνονται τους μισθούς τους και τις μισθολογικές διαφορές σε σχέση με τις ευκαιρίες που τους παρέχουν. Αν δηλαδή ένας εργαζόμενος ανακαλύψει ότι πληρώνεται λιγότερο από τους συναδέλφους του, θα πρέπει να συμπεράνει ότι οι προοπτικές αύξησης του μισθού του είναι καλές. Αντίθετα, όσοι μαθαίνουν ότι κερδίζουν περισσότερα χρήματα από τους συναδέλφους αυτομάτως αποθαρρύνονται πιστεύοντας ότι δεν υπάρχει προοπτική για αύξηση των κερδών τους.

Σύμφωνα με την επικρατέστερη θεωρία, οι άνθρωποι αντιδρούν στην ανισότητα τελείως διαφορετικά και κυρίως συναισθηματικά. Αν ανακαλύψουν ότι πληρώνονται λιγότερο από τους συναδέλφους τους, δεν θα αντιληφθούν αυτό το γεγονός ως ένδειξη για να αναμένουν αύξηση, αλλά ως απόδειξη ότι είναι υποτιμημένοι. (Οι ερευνητές αναφέρονται σε αυτό ως το μοντέλο “σχετικού εισοδήματος”). Παράλληλα εκείνοι που ανακαλύπτουν ότι βρίσκονται στο υψηλό επίπεδο αντίθετα είναι ευχαριστημένοι.

Το πείραμα

Σύμφωνα με τον New Yorker, οι οικονομολόγοι που διενήργησαν τη μελέτη έστειλαν ένα ηλεκτρονικό μήνυμα σε χιλιάδες υπαλλήλους σε τρία παραρτήματα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας – Σάντα Κρουζ, Σαν Ντιέγκο και Λος Άντζελες – προειδοποιώντας τους για την ύπαρξη βάσης δεδομένων σε σελίδα, στην οποία αναρτώνται οι μισθοί όλων των εργαζομένων. Αυτή η ενημέρωση προκάλεσε άνοδο στις επισκέψεις στον ιστότοπο, καθώς οι εργαζόμενοι κοίταζαν τους μισθούς των άλλων για να μάθουν σε ποια κλίμακα αμοιβής βρίσκονται. Λίγες μέρες αργότερα, οι ερευνητές έστειλαν ένα νέο ηλεκτρονικό μήνυμα με ερωτήσεις, όπως “πόσο ικανοποιημένος είστε με την εργασία σας” και ”πόσο ικανοποιημένοι είστε με το μισθό σας στην εργασία αυτή”. Επίσης έστειλαν τις ίδιες ερωτήσεις και σε εργαζόμενους που δεν είχαν ενημερώθει για την ύπαρξη της βάσης δεδομένων. Στη συνέχεια συνέκριναν τα αποτελέσματα. Αυτό που ανακάλυψαν όμως δεν ανταποκρινόταν σε οποιαδήποτε θεωρία μέχρι τότε.

Ads

Η πρώτη θεωρία, το “μοντέλο ορθολογικής ενημέρωσης”,  διεψεύστηκε. Όμως και με τη δεύτερη θεωρία υπήρξε ζήτημα. Όπως προέβλεπε το μοντέλο ”σχετικού εισοδήματος”, εκείνοι που είχαν μάθει ότι κερδίζουν λιγότερα από τους συναδέλφους τους, εξέφρασαν τον εκνευρισμό τους. Σε σύγκριση με τους υψηλότερα αμοιβόμενους συναδέλφους τους, ανέφεραν ότι ήταν λιγότερο ικανοποιημένοι από την εργασία τους και ότι ενδιαφέρονται περισσότερο για την εξεύρεση νέας. Αλλά το μοντέλο ”σχετικού εισοδήματος” διέφερε όταν αφορούσε εκείνους στην κορυφή των αμοιβών. Οι εργαζόμενοι που ανακάλυψαν ότι αμοίβονται περισσότερο από τους συναδέλφους τους δεν έδειξαν ευχαρίστηση, αλλά μάλλον αδιαφορία.  

Το πρώτο μήνυμα που πήραν οι οικονομολόγοι από την έρευνά τους ήταν ότι πως οι εργοδότες μάλλον έχουν ισχυρά κίνητρα να κρατούν μυστικούς τους μισθούς της επιχείρησής τους. Όμως υπάρχει και μια κοινή διαπίστωση: Σε μια κοινωνία όπου τα οικονομικά κέρδη συγκεντρώνονται στην κορυφή της πυραμίδας, δηλαδή στους λίγους, δεν υπάρχουν πραγματικοί νικητές, αλλά πλήθος χαμένων.

Το υποκειμενικό αίσθημα της φτώχειας σε έναν ανταγωνιστικό κόσμο

Ο Keith Payne, ψυχολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας, ”Chapel Hill”, όπως αναφέρει το New Yorker, έχει καταλήξει στο συμπέρασμα πως το συναίσθημα της φτώχειας, όχι όταν το άτομο βρίσκεται αντιμέτωπο με αδυναμία επιβίωσης, οφείλεται σε μια υποκειμενική εμπειρία. Σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι ανταγωνίζονται συνέχεια ο ένας τον άλλο, είναι πιθανό κάποιος να κερδίζει καλά χρήματα και να αισθάνεται ακόμα στερημένος.

Το αίσθημα της φτώχειας που βιώνει ένα άτομο έχει μάλιστα συνέπειες που ξεπερνούν την πραγματικότητα του να είναι κανείς φτωχός και να μην μπορεί να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του. Για παράδειγμα οι άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους φτωχούς λαμβάνουν διαφορετικές αποφάσεις και κατά κύριο λόγο χειρότερες από το μέσο όρο και αυτο επειδή λειτουργούν υπό πίεση και με βάση την επιθυμία τους να ξεφύγουν από την κατάσταση που βρίσκονται. Ένα παράδειγμα είναι ο τζόγος. Μια εξήγηση γι ‘αυτό είναι ότι οι άνθρωποι υιοθετούν πιο εύκολα ριψοκίνδυνη συμπεριφορά, θεωρώντας πως δεν έχουν και πολλά να χάσουν.

Σύμφωνα με τον Payne, αυτός ο τρόπος σκέψης είναι και ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα. Ο Payne αναφέρει επίσης ότι έρευνες έχουν δείξει πως ακόμη και η στάση των ανθρώπων απέναντι στη φυλή συνδέεται με την υποκειμενική εμπειρία της οικονομικής στέρησης. «Το αίσθημα της μειονεξίας μεγεθύνει την αντίληψή των ανθρώπων για τις φυλετικές διαφορές», ανέφερε στο New Yorker. Ακόμη, οι φτωχότεροι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να πάσχουν από περισσότερα ιατρικά προβλήματα ως αποτέλεσμα της στέρησης τόσο σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, όσο και σε ποιοτική τροφή, χρόνο για ξεκούραση κοκ. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ κατατάσσονται στην κορυφή μεταξύ των πιο πλούσιων χωρών, όμως, εξαιτίας του αυξανόμενου χάσματος μεταξύ του λεγόμενου “ενός τοις εκατό” και όλων των υπόλοιπων κοινωνικών στρωμάτων, το τελικό αποτέλεσμα είναι μια εκτεταμένη φτώχεια.

Η Rachel Sherman, καθηγήτρια κοινωνιολογίας στο New School, μελετά την ανισότητα. “Αν και οι εικόνες των πλούσιων ανθρώπων πολλαπλασιάζονται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, γνωρίζουμε πολύ λίγα για το πώς είναι να είσαι πλούσιος στην τρέχουσα ιστορική στιγμή”, αναφέρει. Η Sherman, μετά από έρευνες, συμπέρανε ότι οι ευκατάστατοι άνθρωποι δεν θέλουν να μιλούν για την οικονομική τους κατάσταση και ότι προτιμούν να μην σκέπτονται τον εαυτό τους ως προνομιούχο. Αυτά τα συμπεράσματα συνδυάζονται αρμονικά με το έργο του Payne. Εάν η ευημερία είναι υποκειμενική, τότε ακόμη και οι πλούσιοι, όταν συγκρίνουν την κατάστασή τους με την κατάσταση των υπερ-πλούσιων, μπορούν να αισθάνονται μειονεκτικά για τον εαυτό τους.

Η έμφυτη αντίληψη της αδικίας

Πριν από μερικά χρόνια, μια ομάδα ψυχολόγων ξεκίνησε να μελετά τον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά που είναι πολύ μικρά για να διαχειριστούν την έννοια της αδικίας θα συμπεριφέρονταν σε μια ”άδικη κατάσταση”. Μάζεψαν παιδιά προσχολικής ηλικίας και τα ομαδοποίησαν σε ζευγάρια. Τα παιδιά έλαβαν μερικά τουβλάκια για να παίξουν και έπειτα τους ζητήθηκε να τα αφήσουν μακριά. Ως ανταμοιβή για την τακτοποίησή τους, τα παιδιά έλαβαν δώρο αυτοκόλλητα. Ανεξάρτητα από το πόσο συνέβαλε κάθε παιδί στην προσπάθεια καθαρισμού, κάποια παιδιά έλαβαν τέσσερα αυτοκόλλητα και τα υπόλοιπα μόνο δύο.

Σύμφωνα με επιστημονικά ευρήματα, τα παιδιά δεν αναμένεται να κατανοήσουν την ιδέα της μέτρησης αντικειμένων πριν από την ηλικία των τεσσάρων. Αλλά ακόμη και παιδιά τριών χρονών φαινόταν να καταλαβαίνουν στο πείραμα πότε είχαν αδικηθεί. Οι περισσότεροι παραλήπτες δύο αυτοκόλλητων ζήλεψαν αυτά των συνεργατών τους. Κάποιοι είπαν ότι ήθελαν περισσότερα. Ορισμένοι αποδέκτες των τεσσάρων αυτοκόλλητων έδειχναν επίσης απογοητευμένοι από τη διανομή ή ίσως από τις διαμαρτυρίες των συνεργατών τους και μοίρασαν πίσω μερικά από τα κέρδη τους. “Μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι οι ενέργειες αυτές καθοδηγούνται από την κατανόηση της ισότητας. Τα αποτελέσματα, κατέληξαν να δείχνουν ότι η συναισθηματική αντίδραση σε μια άδικη κατάσταση εμφανίζεται πολύ νωρίς. Εάν αυτή η συναισθηματική απόκριση βιώνεται από τη νηπιακή ηλικία, υποδηλώνει ότι μπορεί να είναι προϊόν της εξέλιξης των ειδών και όχι του πολιτισμού μας.